Φαήλος Μ. Κρανιδιώτης
*δικηγόρος
Μια επαγγελματική υποχρέωση με έφερε για τρεις ημέρες στην όμορφη Μυτιλήνη, εκεί όπου ο προ-προπάππους μου από το Κρανίδι κατέληξε στο ορεινό Σκουτάρο έπειτα από τον φόνο ενός Τούρκου στην Κερύνεια. Η πόλη ήταν γεμάτη τουρίστες από απέναντι, λόγω του Μπαϊραμιού. Το μεσημέρι μετά το ακροατήριο έκατσα να φάω στου εξαίρετου Τζίμη του Χοντρού, πάνω στη θάλασσα. Δίπλα μου ήρθε ένα ζευγάρι από τη Σμύρνη με το κοριτσάκι τους. Ο άντρας, ένας ψηλός νεαρός, είναι -λόγω ομοιότητας- ο… χαμένος αδελφός του γενικού γραμματέα του υπουργείου Εσωτερικών, του Αγγελου Συρίγου, η ξανθή σύζυγος, με μια μπλούζα του Παναθηναϊκού (!) και σλάβικα χαρακτηριστικά καλλονών που συναντάς στο Βελιγράδι, θα έπαιζε άνετα σε διαφήμιση εισιτηρίων διαρκείας του βάζελου και το όμορφο κοριτσάκι τους, γύρω στα επτά. Η συζήτηση στα αγγλικά ξεκίνησε με το αστείο ότι πρέπει να βρει γυναίκα Ολυμπιακό, αλλά έγινε πολύ πιο ενδιαφέρουσα κατά τη διάρκεια της ουζοποσίας.
Λοιπόν, ο Κεμάλ, εκτός από οπαδός του Παναθηναϊκού στο μπάσκετ, όπως και η γυναίκα του, είναι μεσίτης στη Σμύρνη, μεγαλωμένος στην άγνωστη σε μένα Τζούντα. Μετά κατάλαβα ότι έτσι λένε οι Τούρκοι τα Μοσχονήσια. Ο ίδιος μου εξηγούσε την ελληνοπρέπεια της εμφάνισής του αποδίδοντάς τη στη «γεωγραφία», ότι δηλαδή ήρθαν οι Τούρκοι από τα βάθη της Ασίας και κατοικώντας στα παράλια της Ιωνίας, στη Λυδία, στην Πόλη, στο Αϊβαλί, στα παλιά μέρη των Ιώνων, των Ελλήνων και των γύρωθεν πρωτοξάδερφών τους, λόγω του κλίματος, του αέρα και του ιωδίου της θάλασσας, στρογγύλεψαν τα μάτια τους, ίσιωσαν τα πόδια τους και τα ζυγωματικά τους.
Τον άκουγα ατάραχος, χαμογελώντας και περιμένοντας υπομονετικά να του καταστρέψω ευγενικά την ανιστόρητη και αντιεπιστημονική ψευδαίσθηση, έχοντας ήδη υποψία, όταν μου μίλησε για την καταγωγή του από τα Μοσχονήσια, που έγινε βεβαιότητα, όταν μου είπε ότι οι πρόγονοί του ήταν, υποτίθεται, γνήσιοι Τούρκοι, που πήγαν στην Κρήτη τον 16ο-17ο αιώνα και ότι μετά την Ενωση της Κρήτης με τη μητέρα Ελλάδα, έφυγαν και πήγαν στα Μοσχονήσια. Τουρκοκρητικός, λοιπόν, ο φίλος μας. Πριν από 25 χρόνια, φοιτητής, μαζί με έναν καλό φίλο από το Κέντρο Ερεύνης και Μελέτης Ελληνισμού, τον Δ. Πάνου, είχαμε περάσει ώρες στον Πειραιά πίνοντας και τρώγοντας με δυο συνομήλικούς μου Τουρκοκρητικούς από το Χαμιντιέ. Η τότε έκπληξή μου γι’ αυτό το ελάχιστα γνωστό τότε κομμάτι Ελλήνων εξωμοτών, που μιλούν και σήμερα κρητικά, τραγουδούν και χορεύουν κρητικά αλλά είναι μουσουλμάνοι, κάτι αντίστοιχο του απέραντου πλήθους Ποντίων μουσουλμάνων στον Πόντο, που μιλούν τη διάλεκτο και χορεύουν πυρρίχιο στους ήχους του κεμετζέ, ήταν η αφορμή να ενδιαφερθώ, διαβάζοντας ό,τι μπορούσα να βρω, γι’ αυτούς τους ανθρώπους, που ορισμένοι ακόμη και σήμερα έχουν μουσουλμανικό μικρό όνομα και κρητικό επίθετο, π.χ. Γιουσούφ Παπαδάκης!
Απαντώντας σε μια σειρά ευγενικών ερωτήσεων, ο Κεμάλ μού είπε ότι οι παππούδες του μιλούσαν μόνο ελληνικά, μου επεσήμανε με σοβαρότητα ότι οι Κρητικοί προφέρουν το «και» «τσε», θυμόταν τη γιαγιά του, που του έλεγε ελληνικότατα «έχε την ευχή μου», με ρώτησε αν στον Πειραιά έχουμε το «ποδαρικό» που τηρούσε η γιαγιά κάθε πρωτομηνιά μόνο από άρρενα και μου είπε ότι ο πατέρας του έμαθε πρώτος από την οικογένεια τουρκικά και ότι πια ο ίδιος δεν μιλάει αλλά καταλαβαίνει πολλά ρωμέικα, διότι μόνο έτσι του μιλούσαν οι παππούδες του.
Τότε, λοιπόν, μίλησα στον Κεμάλ για το πώς περιγράφει ο Βρυώνης τον μηχανισμό της οθωμανικής επέκτασης, ότι όπου προσκύνησε η ελίτ υπήρξαν μαζικοί εξισλαμισμοί, ότι τα πλήθη των Ελλήνων και των άλλων λαών της Μικράς Ασίας δεν εξατμίστηκαν ούτε κατεσφάγησαν στο σύνολό τους αλλά ολόκληρες οικογένειες, χωριά, έγιναν μουσουλμάνοι, για να διατηρήσουν τη γη και τη ζωή τους και ότι τα γονίδια που καθορίζουν τα εξωτερικά χαρακτηριστικά αντιστέκονται πεισματικά χιλιάδες χρόνια και οι στραβοκάνηδες, σχιστομάτηδες «κυνοκέφαλοι» κατά τους βυζαντινούς θα έμεναν έτσι, αν δεν χάνονταν στη θάλασσα των μικρασιατικών πληθυσμών που αλλαξοπίστησαν. Ετσι οι πρόγονοί του ήταν ελληνότατοι που αλλαξοπίστησαν. Γι’ αυτό δεν μιλούσαν γρι τούρκικα και μιλούσαν, τραγουδούσαν στην κρητική διάλεκτο ως μια γενιά πριν. Ο Κεμάλ, λοιπόν, δεν μοιάζει Ελληνας. Είναι. Με ένα μικρό σπόρο επίγνωσης.
Η δε όμορφη γυναίκα του μου είπε ότι κι οι δικοί της παππούδες ήρθαν στην Τουρκία από τα Σκόπια με την ανταλλαγή και ότι η μουσουλμάνα γιαγιά της μιλούσε μόνο σέρβικα. Αλλη καταγωγή, ίδια ιστορία.
Δίπλα μας, η κόρη τους, η Λυδία, που την είχαν βγάλει έτσι από την αρχαία Λυδία, τη χώρα του Κροίσου, τάιζε ενθουσιασμένη με ψωμί τα κεφαλόπουλα. Μπορεί κάποτε να μάθει ότι χωρίς να το ξέρει επισκεπτόταν την πατρίδα της...
Μια επαγγελματική υποχρέωση με έφερε για τρεις ημέρες στην όμορφη Μυτιλήνη, εκεί όπου ο προ-προπάππους μου από το Κρανίδι κατέληξε στο ορεινό Σκουτάρο έπειτα από τον φόνο ενός Τούρκου στην Κερύνεια. Η πόλη ήταν γεμάτη τουρίστες από απέναντι, λόγω του Μπαϊραμιού. Το μεσημέρι μετά το ακροατήριο έκατσα να φάω στου εξαίρετου Τζίμη του Χοντρού, πάνω στη θάλασσα. Δίπλα μου ήρθε ένα ζευγάρι από τη Σμύρνη με το κοριτσάκι τους. Ο άντρας, ένας ψηλός νεαρός, είναι -λόγω ομοιότητας- ο… χαμένος αδελφός του γενικού γραμματέα του υπουργείου Εσωτερικών, του Αγγελου Συρίγου, η ξανθή σύζυγος, με μια μπλούζα του Παναθηναϊκού (!) και σλάβικα χαρακτηριστικά καλλονών που συναντάς στο Βελιγράδι, θα έπαιζε άνετα σε διαφήμιση εισιτηρίων διαρκείας του βάζελου και το όμορφο κοριτσάκι τους, γύρω στα επτά. Η συζήτηση στα αγγλικά ξεκίνησε με το αστείο ότι πρέπει να βρει γυναίκα Ολυμπιακό, αλλά έγινε πολύ πιο ενδιαφέρουσα κατά τη διάρκεια της ουζοποσίας.
Λοιπόν, ο Κεμάλ, εκτός από οπαδός του Παναθηναϊκού στο μπάσκετ, όπως και η γυναίκα του, είναι μεσίτης στη Σμύρνη, μεγαλωμένος στην άγνωστη σε μένα Τζούντα. Μετά κατάλαβα ότι έτσι λένε οι Τούρκοι τα Μοσχονήσια. Ο ίδιος μου εξηγούσε την ελληνοπρέπεια της εμφάνισής του αποδίδοντάς τη στη «γεωγραφία», ότι δηλαδή ήρθαν οι Τούρκοι από τα βάθη της Ασίας και κατοικώντας στα παράλια της Ιωνίας, στη Λυδία, στην Πόλη, στο Αϊβαλί, στα παλιά μέρη των Ιώνων, των Ελλήνων και των γύρωθεν πρωτοξάδερφών τους, λόγω του κλίματος, του αέρα και του ιωδίου της θάλασσας, στρογγύλεψαν τα μάτια τους, ίσιωσαν τα πόδια τους και τα ζυγωματικά τους.
Τον άκουγα ατάραχος, χαμογελώντας και περιμένοντας υπομονετικά να του καταστρέψω ευγενικά την ανιστόρητη και αντιεπιστημονική ψευδαίσθηση, έχοντας ήδη υποψία, όταν μου μίλησε για την καταγωγή του από τα Μοσχονήσια, που έγινε βεβαιότητα, όταν μου είπε ότι οι πρόγονοί του ήταν, υποτίθεται, γνήσιοι Τούρκοι, που πήγαν στην Κρήτη τον 16ο-17ο αιώνα και ότι μετά την Ενωση της Κρήτης με τη μητέρα Ελλάδα, έφυγαν και πήγαν στα Μοσχονήσια. Τουρκοκρητικός, λοιπόν, ο φίλος μας. Πριν από 25 χρόνια, φοιτητής, μαζί με έναν καλό φίλο από το Κέντρο Ερεύνης και Μελέτης Ελληνισμού, τον Δ. Πάνου, είχαμε περάσει ώρες στον Πειραιά πίνοντας και τρώγοντας με δυο συνομήλικούς μου Τουρκοκρητικούς από το Χαμιντιέ. Η τότε έκπληξή μου γι’ αυτό το ελάχιστα γνωστό τότε κομμάτι Ελλήνων εξωμοτών, που μιλούν και σήμερα κρητικά, τραγουδούν και χορεύουν κρητικά αλλά είναι μουσουλμάνοι, κάτι αντίστοιχο του απέραντου πλήθους Ποντίων μουσουλμάνων στον Πόντο, που μιλούν τη διάλεκτο και χορεύουν πυρρίχιο στους ήχους του κεμετζέ, ήταν η αφορμή να ενδιαφερθώ, διαβάζοντας ό,τι μπορούσα να βρω, γι’ αυτούς τους ανθρώπους, που ορισμένοι ακόμη και σήμερα έχουν μουσουλμανικό μικρό όνομα και κρητικό επίθετο, π.χ. Γιουσούφ Παπαδάκης!
Απαντώντας σε μια σειρά ευγενικών ερωτήσεων, ο Κεμάλ μού είπε ότι οι παππούδες του μιλούσαν μόνο ελληνικά, μου επεσήμανε με σοβαρότητα ότι οι Κρητικοί προφέρουν το «και» «τσε», θυμόταν τη γιαγιά του, που του έλεγε ελληνικότατα «έχε την ευχή μου», με ρώτησε αν στον Πειραιά έχουμε το «ποδαρικό» που τηρούσε η γιαγιά κάθε πρωτομηνιά μόνο από άρρενα και μου είπε ότι ο πατέρας του έμαθε πρώτος από την οικογένεια τουρκικά και ότι πια ο ίδιος δεν μιλάει αλλά καταλαβαίνει πολλά ρωμέικα, διότι μόνο έτσι του μιλούσαν οι παππούδες του.
Τότε, λοιπόν, μίλησα στον Κεμάλ για το πώς περιγράφει ο Βρυώνης τον μηχανισμό της οθωμανικής επέκτασης, ότι όπου προσκύνησε η ελίτ υπήρξαν μαζικοί εξισλαμισμοί, ότι τα πλήθη των Ελλήνων και των άλλων λαών της Μικράς Ασίας δεν εξατμίστηκαν ούτε κατεσφάγησαν στο σύνολό τους αλλά ολόκληρες οικογένειες, χωριά, έγιναν μουσουλμάνοι, για να διατηρήσουν τη γη και τη ζωή τους και ότι τα γονίδια που καθορίζουν τα εξωτερικά χαρακτηριστικά αντιστέκονται πεισματικά χιλιάδες χρόνια και οι στραβοκάνηδες, σχιστομάτηδες «κυνοκέφαλοι» κατά τους βυζαντινούς θα έμεναν έτσι, αν δεν χάνονταν στη θάλασσα των μικρασιατικών πληθυσμών που αλλαξοπίστησαν. Ετσι οι πρόγονοί του ήταν ελληνότατοι που αλλαξοπίστησαν. Γι’ αυτό δεν μιλούσαν γρι τούρκικα και μιλούσαν, τραγουδούσαν στην κρητική διάλεκτο ως μια γενιά πριν. Ο Κεμάλ, λοιπόν, δεν μοιάζει Ελληνας. Είναι. Με ένα μικρό σπόρο επίγνωσης.
Η δε όμορφη γυναίκα του μου είπε ότι κι οι δικοί της παππούδες ήρθαν στην Τουρκία από τα Σκόπια με την ανταλλαγή και ότι η μουσουλμάνα γιαγιά της μιλούσε μόνο σέρβικα. Αλλη καταγωγή, ίδια ιστορία.
Δίπλα μας, η κόρη τους, η Λυδία, που την είχαν βγάλει έτσι από την αρχαία Λυδία, τη χώρα του Κροίσου, τάιζε ενθουσιασμένη με ψωμί τα κεφαλόπουλα. Μπορεί κάποτε να μάθει ότι χωρίς να το ξέρει επισκεπτόταν την πατρίδα της...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου