(Του κ. Φώτη
Κόντογλου)
« Και έσεσθε
μισούμενοι υπό πάντων δια το όνομά μου» (Ματθ. 10, 22). «Ει ο κόσμος υμάς
μισεί, γινώσκετε ότι εμέ πρώτον υμών μεμίσηκεν» (Ιωάν. 15, 18).
Η κίνηση που
άρχισε να γίνεται ανάμεσα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και στο Βατικανό, με τη
συνάντηση του Πατριάρχη Αθηναγόρα και του Πάπα Παύλου, έστρεψε κατά κει την
προσοχή του κόσμου. Η εποχή μας είναι όλο θεαματικές σκηνοθεσίες, γιατί ο
κόσμος σήμερα έχει μανία με το θέατρο, κι όλοι, είτε πολιτικοί είναι, είτε
επιστήμονες, είτε καλλιτέχνες, ακόμα και κάποιοι παπάδες, παρουσιάζονται σαν να
είναι ηθοποιοί, και τους παίρνουνε φωτογραφίες και κινηματογραφικές ταινίες,
και ποζάρουνε μέσα στις εφημερίδες, που τους ιστορίζουνε με όλα τα καθέκαστα.
Έτσι έγινε και με τους δυο μεγάλους αρχηγούς του Χριστιανισμού, που πήγανε με
πομπή, σαν άρχοντες, εκεί που γεννήθηκε ο Χριστός, πάμφτωχος μέσα σε ένα παχνί,
σ΄ ένα φτωχικό μαντρί. Η συνάντηση αυτή έγινε ύστερα από πολλές
τυμπανοκρουσίες, αληθινά με σεμνότητα που θύμιζε την ταπείνωση του Χριστού! Κι΄
ο κόσμος χειροκρότησε τους δύο αρχηγούς που διακηρύξανε, πως οι Χριστιανοί
πρέπει να ενωθούνε, και πως αυτοί δίνουνε το σύνθημα, παραμερίζοντας κάθε
έχθρητα που είχε φυτρώσει ανάμεσά τους στα περασμένα χρόνια, και πως «το
μεσότειχον του φραγμού διαλέλυται» . Οκόσμος θέλει και ποθεί τη συμφιλίωση
ανάμεσα στους Χριστιανούς, και θαρρεί πως έχει δίκηο να πιστεύη πως κάθε
άνθρωπος που δε θέλει αυτή τη συμφιλίωση, είναι κακός άνθρωπος, εχθρός της
ειρήνης, έρημος από αγάπη, κι΄ αν λέγη μάλιστα πως είναι και Χριστιανός, μ΄
αυτό που κάνει δείχνει πως είναι υποκριτής και θεομπαίχτης, αφού δεν έχει μέσα
του την αγάπη, που είναι ο ίδιος ο Χριστός. Αλλά πόσο διαφορετικά είναι τα
πράγματα! Πόσο άδικα κρίνουνε οι πολλοί εκείνους που δεν επικροτούνε αυτούς
τους εναγκαλισμούς! Ο πολύς ο κόσμος κρίνει χωρίς να ξέρη, καταδικάζει χωρίς να
ρωτήση γιατί φέρνεται έτσι σ΄ αυτόν τον οποίον καταδικάζει. Βέβαια, με την
πρώτη ματιά, δε μπορεί παρά να παραδεχτή κανένας πως όλοι μας πρέπει να
επικροτήσουμε με ενθουσιασμό αυτή την ευλογημένη κίνηση, και να ευχόμαστε να
φτάξη στο ποθητό αδέλφωμα όλων των Χριστιανών. Ωστόσο, οι πολλοί δεν ξέρουνε αν
υπάρχη κάποιο μεγάλο εμπόδιο στο να γίνη αυτό το αδέλφωμα, το πιο μεγάλο
εμπόδιο. «Και ποιο εμπόδιο μπορεί να υπάρχη, εκεί που υπάρχει η αγάπη;», θα
πούνε πολλοί, σχεδόν όλοι. Μιλούνε έτσι, γιατί δεν ξέρουνε πως αυτή η λεγόμενη
συμφιλίωση γίνεται με τη θυσία της αλήθειας του Χριστού από μέρος της
Ορθοδοξίας, χωρίς να υπάρχη στη μέση καθόλου αγάπη. Αλλά κι΄ αν υπήρχε αγάπη, η
αγάπη αυτή θα ήτανε η απατηλή αγάπη τούτου του κόσμου, που δεν έχει καμμιά
σχέση με τον Χριστό. Ο Χριστός ξεχώρισε τη μια αγάπη από την άλλη, καθώς
ξεχώρισε και την ειρήνη που νοιώθει ο κόσμος, από την δική του την ειρήνη. Και
ποια λοιπόν είναι η αγάπη του Χριστού; Την είπε ο ίδιος με τα λόγια τούτα: «ο έχων τας εντολάς μου και τηρών αυτάς,
εκείνος εστιν ο αγαπών με… Εάν τις αγαπά με, τον λόγον μου τηρήσει». Και
φύλακας και ερμηνευτής του λόγου του Χριστού είναι η Εκκλησία. Η Εκκλησία είναι
η ιερή Κιβωτός, που μέσα σ΄ αυτή φυλάχθηκε η αλήθεια του Ευαγγελίου. Φυλάχθηκε
αμίαντη από τις αιρέσεις, και θα φυλαχθή άσπιλη και αναλλοίωτη έως τη συντέλεια
του κόσμου. Κι΄ αυτή η Εκκλησία είναι η Μία Αγία Καθολική και Αποστολική
Εκκλησία, η λεγομένη Ορθόδοξη. Είναι αυτή, γιατί μονάχα αυτή διατήρησε ανόθευτο
κι΄ ανάλλαχτο τον λόγο του Κυρίου, κράτησε ανέγγυχτα τα μυστήρια και τα
δόγματα, επικυρώνοντάς τα με τις επτά Οικουμενικές Συνόδους, κάθε φορά που επιχειρούσανε
οι αιρετικοί να τα εξηγήσουν κατά τη διαστρεμμένη διάνοιά τους. Η παπική
Εκκλησία της Ρώμης δεν τα κράτησε αδιάφθορα, αλλά κατάντησε αιρετική, γιατί
άλλαξε και μυστήρια και δόγματα, σε σημείο που η διδασκαλία του Χριστού να γίνη
αγνώριστη. Το κοσμικό πνεύμα της, νόθεψε τον λόγο του Κυρίου, κ΄ η αλαζονεία
της την αποξένωσε από το σώμα της αληθινής Εκκλησίας του Χριστού, που το
θεμέλιό της είναι η ταπείνωση. Λοιπόν, καλά είναι τα έμορφα λόγια της αγάπης,
και ευχάριστα ακούγονται από τα ανύποπτα αυτιά των πολλών ανθρώπων, που απορούν
πως υπάρχουνε άνθρωποι που δεν επικροτούν αυτή την αγάπη ανάμεσα στους
Χριστιανούς. Και τούτο γίνεται επειδή οι πολλοί είναι αδιάφοροι για τη
θρησκεία, κι΄ όσοι πάλι δεν είναι αδιάφοροι, δεν είναι σε θέση να νοιώσουνε
όλοι με ποια πληρωμή θα γίνη αυτή η συμφιλίωση. Η πληρωμή θα γίνη με τη θυσία
του λόγου του Χριστού, που είναι η ίδια η αγάπη. Τι είδους λοιπόν συναδέλφωση
μπορεί να είναι αυτή που πληρώνεται με τη θυσία της αληθινής Αγάπης; Η Εκκλησία
του Χριστού χτίσθηκε με το τίμιο αίμα Του, και στερεώθηκε με το αίμα των
μυριάδων μαρτύρων. Σαν λείψανε οι αρχαίοι τύραννοι, οι ειδωλολάτρες εχθροί της
θρησκείας μας, οι Διοκλητιανοί κ΄ οι Μαξέντιοι, φανερωθήκανε οι αιρετικοί κ΄ οι
αποστάτες, που λεγόντανε μεν Χριστιανοί, μα χτυπούσανε τη θρησκεία με πλέον
ύπουλον τρόπο, και τότε λάμψανε οι νέοι μάρτυρες, οι λεγόμενοι ομολογηταί. Και
τούτο έγινε κατά θεία παραχώρηση, για να βρίσκεται η Εκκλησία πάντα σε κίνδυνο,
ώστε να είναι άγρυπνοι νύχτα και μέρα οι κυβερνήτες της κι΄ όλοι οι Χριστιανοί,
σαν εκείνους τους στρατιώτες που φυλάγουν θησαυρό μεγάλον. Για τούτο λέγει ο
άγιος Ισαάκ πως σε όσους κατοικεί μέσα τους το Άγιον Πνεύμα, δεν τους αφήνει να
συνηθίσουν στην οκνηρία και να νυστάξουν, αλλά τους βάζει παντοτινά σε
φροντίδες και σε αγώνα σκληρόν. Τώρα που γίνεται αυτή η κίνηση να ενωθούν οι
Χριστιανοί, μα κι΄ όσοι δεν είναι Χριστιανοί, κινημένοι από την κοσμική
επιθυμία της καλοπέρασης και της πνευματικής αναισθησίας, κι όχι από το πνεύμα
του Χριστού, οι πολλοί που είναι αδιάφοροι, και που δεν τους μέλλει για τη
θρησκεία, χειροκροτούνε αυτή την κίνηση, γιατί δεν ενδιαφέρονται για άλλο
τίποτα, παρά μονάχα για την υλική ζωή και για την εξασφάλισή της. Γι΄ αυτούς,
θρησκεία, δόγματα, μυστήρια, αλήθεια, μέλλουσα ζωή, είναι ανοησίες και γελοίες
δεισιδαιμονίες, που πρέπει να σαρωθούν μπροστά στο υψηλό και κοσμοεπιθύμητο
ιδεώδες της ψεύτικης συναδέλφωσης ανάμεσα στους ανθρώπους. Γι΄ αυτούς μια
αλήθεια υπάρχει, κ΄ είναι αυτή η αλήθεια τούτη η σαρκική ζωή που ζούμε, χωρίς
πίστη, χωρίς ελπίδα πέρα από τον τάφο. Και γι΄ αυτή τη ζωή πρέπει να
θυσιασθούνε τα πάντα, και πολύ περισσότερο η αλήθεια που μας παρέδωσε ο
Χριστός, και που γι΄ αυτούς είναι ένα ψέμα, μια ανοησία. Αυτό το πλήθος που
είναι αδιάφορο για τη θρησκεία, βογγά φοβεριστικά καταπάνω σε κείνους που
αγωνίζονται για να φυλαχτή ο θησαυρός της Ορθοδοξίας, και να μη θυσιαστή στο
παζάρεμα που θα γίνη για την κοσμική συμφιλίωση ανάμεσα στους ανθρώπους. Γι΄
αυτό το πλήθος, είναι ακατανόητο το πείσμα που φανερώνουν «οι φανατικοί
θρησκόληπτοι, οι εχθροί της προόδου, οι μισαλλόδοξοι, οι μνησίκακοι». Πόσο
εύκολο πράγμα είναι να τα βλέπη κανένας όλα, και θρησκεία, και Χριστό, και
πίστη με τέτοιον μακάριον τρόπο! Να μη σκοτίζεσαι για τίποτα, και όμως να
φαίνεσαι πως είσαι και γεμάτος αγάπη, ταπεινός κι΄ αμνησίκακος περισσότερο από
τους αγίους! Σήμερα που ήμαστε έτοιμοι να σπαράξουμε ο ένας τον άλλον για το
συμφέρον, γέμισε ο κόσμος από ανθρώπους που περνούν για ψυχόπονοι και για
κήρυκες της αγάπης και της ταπείνωσης, επειδή φωνάζουνε να σαρωθούνε «τα μίση
του παρελθόντος και να λησμονηθούν οι δογματικές ανοησίες που εμπόδιζαν επί
αιώνας την προσέγγισιν της Ανατολικής και της Δυτικής Εκκλησίας». Γι΄ αυτούς
τους καλούς ανθρώπους, που δεν έχουνε ανάγκη από την Εκκλησία για να είναι
καλοί άνθρωποι, οι ομολογητές που βασανισθήκανε για την πίστη μας από τους
αιρετικούς, και που προτιμήσανε να θανατωθούνε παρά να την αρνηθούνε, ήτανε
κάποιοι στενόμυαλοι πεισματάρηδες, κακοί καιο μοχθηροί, που δεν είχανε καθόλου
αγάπη μέσα τους, κι΄ ας τους είπανε αγίους. Άγιοι είναι οι σημερινοί κράχτες
της συναδελφώσεως με τους αιρετικούς, κι΄ όχι ο Αθανάσιος, ο Βασίλειος, ο
Σπυρίδων, ο Νικόλαος, ο Ευστάθιος, ο Μάξιμος, ο Θεόδωρος Στουδίτης, ο Θεοφάνης
ο Γραπτός, ο Γρηγόριος Παλαμάς, ο Μάρκος ο Ευγενικός, ο Νικόδημος Αγιορείτης, κ΄
οι άλλοι φανατικοί καλόγηροι. Μα για τους έξυπνους που δεν δίνουνε πεντάρα για
τη θρησκεία, κ΄ οι μάρτυρες ακόμα που χύσανε το αίμα τους για να στερεωθή η
Εκκλησία, και κείνοι άδικα σφαχτήκανε και κρεμασθήκανε και χάσανε τη ζωή τους
για ένα ανόητο πείσμα, επειδή πιστέψανε σε κάποιο ψέμα που το νομίσανε για
αλήθεια. Το πρακτικό μυαλό τα περιπαίζει όλα, θρησκεία, πίστη, δόγματα,
μυστήρια, σωτηρία, μέλλουσα ζωή. Πώς να θυσιάσης, λέγει, τούτη τη ζωή τη
χειροπιαστή, για την άλλη, που δεν γύρισε κανένας από τον άδη για να μας πη πως
υπάρχει! «Κάλιο πέντε και στο χέρι, παρά δέκα και καρτέρει». Έτσι συλλογίζεται
ο φρόνιμος, ο πρακτικός άνθρωπος, και πορεύεται αναλόγως. Αυτός είναι που
ενθουσιάσθηκε για την Ένωση των Εκκλησιών, «για να πάψουν τέλος πάντων αυτές οι
ανοησίες με τα σχίσματα, με τα δόγματα και τους βυζαντινισμούς». Τι ωραία! Τι
καλά! Τη δουλειά μας να κάνουμε. «Να γίνουμε και στη θρησκεία Ευρωπαίοι, όπως
γινήκαμε Ευρωπαίοι σε όλα. Να συγγενέψουμε με τους Ευρωπαίους Χριστιανούς, να
παρατήσουμε πια τούτη τη βλάχικη θρησκεία με τους λυγδιασμένους καλόγερους. Να
συγχρονισθούμε. Να αποκτήσουμε ιερωμένους ευπαρουσίαστους, όχι τσελιγκάδες
αχτένιστους, σαν τον Κοσμά τον Αιτωλό με την κλίτσα. Εκεί θα βρισκόμαστε
αιωνίως; Υπανάπτυκτοι θα μείνουμε και στη θρησκεία;». Ο διάβολος πάντα τάζει
πολλά σε κείνους που θέλει να μπλέξη στα δίχτυα του. Στους πρωτόπλαστους είπε
πως θα γίνουνε θεοί, αν τον ακούσουνε και φάνε από το Δένδρο της Γνώσεως. Έτσι
και τώρα, σε όλους αυτούς που επικροτούνε την ιερή συμμαχία του Πάπα με τον
Πατριάρχη, στους αδιάφορους για τα θρησκευτικά, στους άθεους και στους
ψευτοχριστιανούς, λέγει για να τους σαγηνέψη, πως θα φανούνε στα μάτια του
κόσμου φιλάδελφοι, αμνησίκακοι, ταπεινοί, μα και προοδευτικοί, φιλελεύθεροι,
χωρίς φανατισμούς και δεισιδαιμονίες. Και πως, με το να εγκρίνουνε ό,τι γίνεται
για το αδέρφωμα των Χριστιανών, συνεργούνε στο καλό της ανθρωπότητος, για να
ζήση ήσυχη και ν΄ απολάψη τα καλά τούτου του κόσμου, χωρίς να μποδίζεται από τη
θρησκεία του Χριστού και την καταραμένη διδασκαλία του, που χωρίζει τους
ανθρώπους και τους κάνει να εχθρεύωνται μεταξύ τους. Ο ίδιος ο Χριστός είπε πως
ήρθε στον κόσμο για να τον κάνη άνω-κάτω, να χωρίση γονιούς από τα τέκνα,
αδελφό από αδελφό: «Μη νομίσητε, λέγει, ότι ήλθον βαλείν ειρήνην επί την γην.
Ουκ ήλθον βαλείν ειρήνην, αλλά μάχαιραν. Ήλθον γαρ διχάσαι άνθρωπον παρά του
πατρός αυτού και θυγατέρα κατά της μητρός αυτής και νύμφην κατά της πενθεράς
αυτής» (Ματθ.10, 24). Και σε άλλο μέρος λέγει πάλι: «Πυρ ήλθον βαλείν επί την
γην (Λουκ. 12, 49). Πως γίνεται, αυτός ο Χριστός που μιλούσε ολοένα για ειρήνη,
και χαιρετούσε λέγοντας «Ειρήνη υμίν», πως λέγει πάλι πως ήρθε στη γη για να
βάλη φωτιά να την κάψη; «Λοιπόν, εσείς οι άνθρωποι, λέγει ο διάβολος στ΄ αυτί
τους, πρέπει να βάλετε ένα τέλος στη φαγομάρα που έρριξε ανάμεσά σας αυτός ο
ταραχοποιός που λέγεται Χριστός, για να μπορέσετε να ζήσετε ήσυχοι και
μονιασμένοι. Εκείνος είπε πως θα φέρη στον κόσμο την ταραχή και τη διχόνοια,
και την έφερε. Εγώ σας φέρνω την ειρήνη και την αγάπη κι΄ ας με λένε διάβολο,
σατανά κι΄ ανθρωποκτόνο. Ήρθε η ώρα να καταλάβετε ποιος είναι ο εχθρός σας και
ποιος ο ευεργέτης σας. Ευεργέτης σας είμαι εγώ ο αδικοκατηγορημένος, όπως το
βλέπετε καθαρά σήμερα που καθαρίσανε τα μάτια σας με την επιστήμη και με την
αληθινή γνώση. Τόσους αιώνες σας τύφλωνε εκείνος ο πλάνος ο Χριστός με τα παραμύθια
του. Ανάθεμά τον!».
(ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 16-2-1964)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου