Η ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ του Αγίου Ιουστίνου (Πόποβιτς)

Τι είναι εκείνο το οποίον ο Θεάνθρωπος δίδει εις τον άνθρωπον και το οποίον κανείς άλλος δεν ημπορεί να του δώση; Είναι η νίκη κατά του θανάτου, της αμαρτίας και του διαβόλου, η Αιωνία Ζωή, η Αιωνία Αλήθεια, η Αιωνία Δικαιοσύνη, το Αιώνιον Αγαθόν, η Αιωνία Αγάπη, η Αιωνία Χαρά:  όλον το πλήρωμα της Θεότητος και των θείων τελειοτήτων. Ή όπως ο Απόστολος λέγει: ο Θεάνθρωπος δίδει εις τους ανθρώπους «α οφθαλμός ουκ είδε και ους ουκ ήκουσε και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη, όσα ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσιν Αυτόν» (1 Κορ. 2, 9).  Πράγματι, μόνον Αυτός, ο θαυμαστός Θεάνθρωπος είναι το «εν ου έστι χρεία» (πρβλ. Λουκ. 10, 42) δια τον άνθρωπον, εις όλους τους κόσμους του και εις κάθε ζωήν του. Δια τούτο μόνον ο Θεάνθρωπος δικαιούται να ζητή από τους ανθρώπους εκείνο το οποίον κανείς άλλος δεν ετόλμησε να ζητήση. Δηλαδή, να Τον αγαπά κάθε άνθρωπος περισσότερον από τους γονείς, από τους αδελφούς, τας αδελφάς, τα τέκνα, τους φίλους, την γην, τους αγγέλους, από οποιονδήποτε και ο,τιδήποτε εις όλους τους ορατούς και αοράτους κόσμους (Ματθ. 10, 37-39. Λουκ. 14, 26. Ρωμ. 8, 31-39).

Είμεθα πλάσματα Θεού με υιοθεσίαν.

Οι άνθρωποι, δεν είναι μοιραία όντα επί της γης. Δεν είναι ακατανόητον συνονθύλευμα σκοτεινών δυνάμεων. Δεν είναι αποίμαντος αγέλη περιέργων ζώων. Ούτε είδος μικράς αξίας. Είμεθα πλάσματα Θεού με υιοθεσίαν. Είμεθα λογικά ζώα με ηθικότητα. Ερχόμεθα ως χιόνες από τα υψηλά όρη της θείας επικρατείας. Καταβαίνομεν από την άϋλον Βασιλείαν του Θεού και σαρκούμεθα εις την γην. Είμεθα αντικείμενον της αγάπης Εκείνου, Όστις αγρυπνεί εφ’ ημών και θάλπει την ψυχήν μας, που είναι άϋλος. Είμεθα τα απλούστερα λογικά όντα, εφ’ όσον παραμένομεν εις την ηθικήν τάξιν μας. Αποτελούμεν μίαν θαυμασίαν πνευματικήν αρμονίαν. Με λογικότητα και ελευθερίαν μας κατεκόσμησεν. Μας προώρισεν εις ομοίωσίν Του. Άρρητος η τιμή. Απερίληπτος η δόξα. Αλλά βαρεία η ευθύνη.


μ.θ.δ.