Η ΑΠΑΤΗ ΤΗΣ ΚΑΛΩΣΥΝΗΣ -- Τοῦ αειμνήστου Στεργίου Σάκκου, Ὁμοτ. Καθηγητοῦ Α.Π.Θ

Ἡ ἰσχυρότερη ἀξία μέσα στούς αἰῶνες, ἀπό ὅσες ἀξίες μπόρεσε νά διακρίνει τό ἀνθρώπινο πνεῦμα, θεωρεῖται ἡ καλωσύνη. Τήν σέβονται ὅλοι οἱ πολιτισμοί, πρωτόγονοι καί σύγχρονοι, τήν ὑμνοῦν οἱ καλλιτέχνες, τήν προβάλλουν οἱ ἀρχηγοί. Ὅσοι τήν πολέμησαν ἔμειναν ἀπαράδεκτοι μέσα στήν ἱστορία. Ἡ καλωσύνη παρέμεινε τό ἄκρο κάθε θρησκείας, ἡ κορυφή κάθε φιλοσοφίας, τό “τέλος” κάθε κοινωνίας. Κι ὅμως, γιά τήν Ἐκκλησία, για τήν ἱερή κοινωνία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἡ καλωσύνη κατέχει μία δεύτερη θέση. Τό Εὐαγγέλιο, πού πρῶτο γνώρισμα ἔχει τήν ἀγάπη, πρῶτο αἴτημα δέν ἔχει τήν καλωσύνη, ἀλλά τήν πίστη. Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι ὁ χρυσός κανόνας «ὅ σύ μισεῖς ἑτέρῳ μή ποιήσῃς», τό ζενίθ τῆς ἠθικῆς φιλοσοφίας, κρίνεται ἀνεπαρκής γιά τήν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος τόν συμπληρώνει μέ τήν θετική του διατύπωση· «Πάντα οὖν ὅσα ἄν θέλητε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, οὕτω καί ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς» (Ματθ. 7, 12· πρβλ. Λουκ. 6, 31).
--------------------------
Δημήτριος Χατζηνικολάου είπε...
Ἀπό τά ὡραιότερα κείμενα τοῦ ἀγαπητοῦ Καθηγητοῦ Στέργιου Σάκκου. Ἡ κεντρική του ἰδέα, ὅτι ἡ καλωσύνη χωρίς τήν πίστιν εἶναι ἀπάτη, μοιάζει πολύ μέ αὐτό πού ἔλεγε ὁ πνευματικός του, π. Αὐγουστῖνος Καντιώτης γιά τούς ἀγαπολόγους Οἰκουμενιστάς, ὅτι «ἡ ἀγάπη χωρίς τήν Ἀλήθειαν εἶναι ἀπάτη». Εἴθε ὁ Θεός ν' ἀναπαύσῃ καί τούς δύο.
Καί δέν ἀρκεῖται σ᾽ αὐτό, ἀλλά θέτοντας ὡς βάση τήν ἀδιάφθορη φύση καί τήν καλωσύνη καλεῖ τούς μαθητές του πρός τήν ὑψηλή κορυφή τῆς τελειότητος, τήν μίμηση τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι θέμα πίστεως· «Ἔσεσθε οὖν ὑμεῖς τέλειοι, ὥσπερ ὁ Πατήρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς τέλειός ἐστιν» (Ματθ. 5, 48· πρβλ. Λουκ. 6, 36). Ἐξυπακούεται ὅτι ὁ πιστός ἄνθρωπος εἶναι πρωτίστως καλός. Τίποτε ὅμως δέν ἐγγυᾶται τό ἀντίστροφο. Γι᾽ αὐτό γιά τήν Ἐκκλησία ἡ καλωσύνη χωρίς πίστη δέν ἔχει ἀξία· κάποιες φορές μάλιστα θεωρεῖται ἀρνητική, γιά τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Σημειωτέον ὅτι ὁ Χριστός ἦρθε στόν κόσμο ὄχι γιά νά κάνει καλούς ἀνθρώπους, ἀλλά γιά νά ἱδρύσει τήν Ἐκκλησία Του καί τό πρῶτο, πού ζητᾶ ἀπό τούς ἀνθρώπους, γιά τήν ἔνταξή τους σ᾽ αὐτήν εἶναι ἡ πίστη στό Θεανδρικό πρόσωπό Του καί ἡ μετάνοια. Εἶναι παράδοξα ὅλα αὐτά γιά τήν κοινή λογική, ἀλλά μέ τό σκεπτικό τῆς θείας οἰκονομίας εἶναι πολύ εὔλογα, ὅπως καί μέ τήν ἀλήθεια τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως εἶναι
πολύ ἁρμοστά. Τό νά ᾽σαι καλός χωρίς Θεό –χωρίς Χριστό, πιό συγκεκριμένα– εἶναι τόσο δύσκολο ὅσο καί ἀμφίβολο. Τό κακό ἔχει βαθειές ρίζες μέσα στήν ἀνθρώπινη ψυχή, ἀπό τήν ἡμέρα τῆς πτώσεως, καί ἐνισχύεται ἀκατάπαυστα ἀπό τίς σκοτεινές δυνάμεις τοῦ πονηροῦ, ὥστε γίνεται ἀκαταμάχητο. Ἕνας τρόπος ὑπάρχει μόνο νά τό ἀντιπαλέψεις καί νά τό νικήσεις· ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία ἐνισχύει τήν πίστη. Ὁ κακός δαίμονας, καί μαζί του ἡ κάθε κακία, νικήθηκε ἀπό τόν ἀναμάρτητο καί Ἐσταυρωμένο Χριστό, ὁ ὁποῖος συνέτριψε τό κεντρί τῆς ρίζας τῶν κακῶν, τῆς ἁμαρτίας, ἐξουδετέρωσε καί ἀφάνισε τό πιό φοβερό κακό, τόν θάνατο, καθώς μέ τήν θεϊκή του δύναμη ἀναστήθηκε. Ἀπό τότε ὁ Ἰησοῦς Χριστός ὡς Θεάνθρωπος προσφέρει αὐτή τήν μοναδική νίκη σέ κάθε ἄνθρωπο, γιά νά νικᾶ κι ἐκεῖνος τό κακό στήν ρίζα του, στήν πηγή τῆς φθορᾶς, πού φέρει μέσα του ἀπό τήν γέννα του. Ἀρκεῖ, βέβαια, ὁ ἄνθρωπος νά δεχθεῖ μέ πίστη τήν προσφορά τοῦ Χριστοῦ καί νά τήν παραλάβει, ὅπως τήν χορηγεῖ τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, μέσα ἀπό τά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας.
Χωρίς τήν πίστη, λοιπόν, δέν μποροῦμε νά μιλᾶμε γιά ἀληθινή καλωσύνη, διότι στό βάθος δέν ὑπάρχει ἡ «καλή» καρδιά ἀπό τήν ὁποία ἀπορρέει. Τά καλά ἔργα εἶναι τότε, στήν καλύτερη περίπτωση, μία εὐλογημένη προδιάθεση, πλήν τελείως εὐάλωτη στό ποικίλο κακό καί γι᾽ αὐτό ἀνά πᾶσαν στιγμήν ἀνατρέψιμη, ἤ στήν χειρότερη περίπτωση ἕνας ἐξωραϊσμένος, πλήν ὑπέρογκος ἐγωϊσμός, πού δυνατόν νά ὑπηρετεῖ ἀνύποπτες ἰδιοτέλειες. Μέ ἁπλᾶ λόγια, ἡ καλωσύνη χωρίς τήν πίστη εἶναι ἀπάτη. Πρῶτα ἀπ᾽ ὅλα ἀπατᾶ τόν ἴδιο τόν ἄνθρωπο, πού τήν ἔχει. Τοῦ δίνει τήν ψευδαίσθηση ὅτι εἶναι ὅπως πρέπει, σωστός γιά τόν ἑαυτό του καί γιά ὅλους, καί τοῦ καλλιεργεῖ τό αἴσθημα τῆς αὐτοσωτηρίας. Ὁ Θεός δέν τοῦ χρειάζεται, ἐφόσον τά καταφέρνει νά εἶναι καλός χωρίς Αὐτόν. Τήν Ἐκκλησία δέν τήν χρειάζεται ὁ καλός μας ἄνθρωπος· μᾶλλον αὐτή ἔχει την ἀνάγκη του. Ἐξάλλου, Θεός καί Ἐκκλησία μόνο μέ ἀνούσια «μή» θά τόν φόρτωναν! Ἔτσι, ζῆ μακριά ἀπό τήν ζωή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, χωρίς νά μετέχει στήν νικηφόρα Θεία Κοινωνία, νικημένος στήν πραγματικότητα αὐτός ὁ καλός ἀπό τόν Ἀρχηγό τοῦ κακοῦ, πού τόν κρατᾶ δικό του αἰχμάλωτο στά δικά του «μή». Σ᾽ αὐτό τό σημεῖο ἀκριβῶς βρίσκεται καί ἡ ἀρνητική σημασία τῆς καλωσύνης· γίνεται πλέον ὁδός ἀπωλείας καί αὐτοκαταστροφῆς. Ἔπειτα, ἡ καλωσύνη χωρίς Χριστό ἀπατᾶ καί τόν συνάνθρωπο καί τόν κόσμο καί τόν πολιτισμό. Τό καλό, βέβαια, γίνεται, οἱ δυστυχεῖς εὐεργετοῦνται καί οἱ ἀνάγκες προσπορίζονται, ἀλλά αὐτό ἆραγε ζητᾶ ἡ ἀνθρωπότητα; Μία στιγμιαία ἀνακούφιση; Μία ἐφήμερη βοήθεια; Ὁπωσδήποτε, χρειάζεται κι αὐτό, καί κανείς δέν τό ἀπορρίπτει καθ᾽ αὐτό. Ἀπορρίπτεται ὅμως ὅταν θεωρεῖται τό πᾶν ὅτι εἶναι ἐκεῖνο, πού μᾶς λείπει κι ἐκεῖνο, πού πρέπει νά ἐπιδιώξουμε· νά γίνουμε καλοί, γιά νά σωθεῖ ὁ κόσμος. Ἀπάτη, μεγάλη ἀπάτη, ὅπως ἐκείνη πού ζοῦσε ὁ τραγικός ἐκεῖνος πλούσιος, ὅταν μέσα στήν κόλασή του παρακαλοῦσε νά ἔλθει ὁ Λάζαρος, γιά νά τοῦ δροσίσει τά φρυγμένα χείλη μέ δυό σταγόνες νεροῦ! Κι ὕστερα;...
Ὁ Ἅγιος Μακάριος λέει· «ὅπως δέν μπορεῖς νά βλέπεις χωρίς μάτια, νά ἀκοῦς χωρίς αὐτιά, νά μιλᾶς χωρίς γλῶσσα, νά περπατᾶς χωρίς πόδια, νά ἐργάζεσαι χωρίς χέρια, ἔτσι δέν μπορεῖς νά σωθεῖς χωρίς τόν Χριστό ἤ νά μπεῖς στήν Βασιλεία Του». Ἡ καλωσύνη δέν σώζει κανέναν, οὔτε σ᾽ αὐτήν οὔτε, πολύ περισσότερο, στήν μέλλουσα ζωή. Τά καλά της εἶναι πρός ὀλίγον καί πρός ὥραν. Γιά νά γίνουν αἰώνια καί νά ἔχουν ἀληθινή ἰσχύ καί τώρα καί πάντοτε, εἶναι ἀπαραίτητο νά συνταχθοῦν μέ τήν πίστη στόν Ἰησοῦ Χριστό. Ὅταν ἡ ἀνθρώπινη ἠθική καταστεῖ ὀρθόδοξη χριστιανική, ὅταν ἡ ἀλήθεια μας γίνει «ἐν Χριστῷ» καί ἡ συνείδησή μας «ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ», ὅπως γράφει ὁ Ἀπ. Παῦλος (Ρωμ. 9, 1), τότε μποροῦμε νά ἀπολαύσουμε ἀνεπιφύλακτα τά καλά μιᾶς γνήσιας καλωσύνης. Διότι τότε θά ἔχει ἑνωθεῖ ἡ ἐσώτερη ὕπαρξή μας μέ τόν θησαυρό τῶν ἀγαθῶν, ἀπό ὅπου ἀκένωτα μποροῦμε νά ἀντλοῦμε τό ὄντως καλό γιά μᾶς τούς ἴδιους καί γιά ὅλο τόν κόσμο.

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

" Χωρίς τήν πίστη, λοιπόν, δέν μποροῦμε νά μιλᾶμε γιά ἀληθινή καλωσύνη, διότι στό βάθος δέν ὑπάρχει ἡ «καλή» καρδιά ἀπό τήν ὁποία ἀπορρέει. "

Πόση αλήθεια κρύβει αυτή φράση! Αποκαλύπτει όλη τη διαστροφή των εχθρών....

Ωραίο κείμενο Κωνσταντίνε!

Ανώνυμος είπε...

Αιωνία η μνήμη του Καθηγητού Στέργιου Σάκκου !!!

Aetios είπε...

Χωρίς την Ἁγία Πίστη, οὔτε γιά ἀγάπη, οὔτε γιά ἠθική, οὔτε γιά ταπείνωση, οὔτε γιά ἐνσυναίσθηση, οὔτε γιά καλωσύνη, οὔτε γιά ἐν Χριστῶ ἑνότητα, οὔτε γιά πνευματικούς καρπούς, οὔτε γιά ὑπομονή, οὔτε γιά ἄθληση, οὔτε γιά ἐξάσκηση των ἀρετῶν μποροῦμε νά μιλᾶμε.

Χωρίς Χριστόν, ὅλες οἱ ἀρετές ἁρπάζονται ἀπό τους λύκους μέ ἐπίγνωση πού λυμαίνονται το ποίμνιο, καί ἐπιφορτίζονται μέ την κατάληξη (-λογία), ἔτσι ὥστε ἡ ἠθική νά καταντάει ἠθικολογία, ἡ ἀγάπη ἀπολογία, ἡ ταπείνωση ταπεινωλογία, το ἔλεος ἐλεεινολογία.
Ὅλες οἱ καλωσύνες πού βλέπουμε σέ διάφορους ἀνθρώπους τριγύρω μας, ὑπάρχουν λόγω των φυσικῶν ταλάντων πού δόθηκαν ἀπό Θεοῦ καί μέχρι ἐκεῖ.
Τίποτε περισσότερο, διότι δέν γίνεται ἡ καλλιέργεια μέ τά χρηστά ἐργαλεῖα, καί ὅταν δέν ὑπάρχει ἡ καλλιέργεια, τά τάλαντα γίνονται ἀνενεργά, θάπτωνται βαθιά στούς ὑπονόμους τῆς ἀφάνειας, γιατί οὔτε τά ἐργαλεία τοῦ Θεοῦ ἐπιθυμούν νά συγκοινωνούν μέ τούς λύκους πού φορούν δορά προβάτου. Ὅθεν ἀνάγκη ἀπόλυτος, γιά νά διατηρεῖται ἡ φρεσκάδα τῆς Πίστεως καί ἡ Ζῶσα ἀναπνοή τῆς Ἐλλάδας , ὅπως ἡ Ἑλλάς καί ἡ ἐπί Γῆς Ἐκκλησία να ἔχη ἀντιπροσώπους ἀξίους τῆς μεγάλης ἀποστολῆς αὐτῶν, ἐν πάση μέν γωνία της δούλης ἑλληνικῆς γῆς, , ἴνα καθοδηγῆ, διδάσκη, ἐνθαρρύνη καί προασπίζη τα ἐν μέσω ποικίλων ἐχθρῶν τέκνα της, τά κυκλούμενα ἀπό λύκων, φερόντων δοράν προβάτων.
.
.

Δημήτριος Χατζηνικολάου είπε...

Ἀπό τά ὡραιότερα κείμενα τοῦ ἀγαπητοῦ Καθηγητοῦ Στέργιου Σάκκου. Ἡ κεντρική του ἰδέα, ὅτι ἡ καλωσύνη χωρίς τήν πίστιν εἶναι ἀπάτη, μοιάζει πολύ μέ αὐτό πού ἔλεγε ὁ πνευματικός του, π. Αὐγουστῖνος Καντιώτης γιά τούς ἀγαπολόγους Οἰκουμενιστάς, ὅτι «ἡ ἀγάπη χωρίς τήν Ἀλήθειαν εἶναι ἀπάτη». Εἴθε ὁ Θεός ν' ἀναπαύσῃ καί τούς δύο.