ΜΕ ΤΟ ΦΩΣ ΤΗΣ ΒΗΘΛΕΕΜ -- Του αειμνήστου Στεργίου Ν. Σάκκου, Ομ. Καθηγ. Α.Π.Θ.

Η γιορτή των Χριστουγέννων, πρωταρχικός σταθμός στο σχέδιο της θείας Οικονομίας, προσφέρεται ως κριτήριο βάσιμο, ως «λυδία λίθος», για το απαιτούμενο αυτοέλεγχο του σημερινού χριστιανού. Μας προβληματίζει συχνά η κατάντια του κόσμου μας. Παρ’ ότι έχουν περάσει δύο χιλιάδες χρόνια από την γέννηση του Χριστού, ο κόσμος δείχνει να μη έχη αποσπασθεί από το βάναυσο και πρωτόγονο παρελθόν του. Κι’ όμως, μέσα σ’ αυτόν τον τραγικό και εξαθλιωμένο κόσμο υπάρχει η σεμνή, αλλά και δυναμική παρουσία της Εκκλησίας του Χριστού. Υπάρχει το μικρό «λείμμα του Θεού», κατά την προφητική έκφραση, που έγινε το κατάλυμα του νεογεννήτου Ιησού Χριστού. Η Εκκλησία γίνεται το οδηγητικό αστέρι της Βηθλεέμ για κάθε παραστρατημένο στρατοκόπο αυτής της γης και ο ζωντανός άγγελος, που μηνά στους απελπισμένους ότι «ετέχθη υμίν σήμερον σωτήρ» (Λουκ. 2, 11). Καλεί και δέχεται όλους.

Χαμηλώνει, για ν’ ακούσει τους στεναγμούς και ν’ απαντήσει στους προβληματισμούς τους. Στοχεύει, όμως, πάντα στην ανύψωση των ανθρώπων, στη θέωσή τους. Ακολουθεί το παράδειγμα του Θεανθρώπου αρχηγού της, που γι’ αυτόν τον σκοπό κατέβηκε στη γη, για ν’ ανεβάσει τον άνθρωπο στον ουρανό. Γίνεται, όμως, μία παρεξήγηση ως προς τη συμπεριφορά της Εκκλησίας και των χριστιανών έναντι του κόσμου. Πολλοί απ’ εκείνους, που δεν απορρίπτουν τον Χριστό και πρόθυμα δέχονται το κάλεσμα της Εκκλησίας, προβάλλουν μία άτοπη αξίωση. Να μας διδάξει, λένε, η Εκκλησία, αλλά να μη μας αλλάξει. Αυτό, όμως, είναι εκ των πραγμάτων αδύνατο, διότι η αλλαγή χαρακτηρίζει το έργο του Χριστού από την πρώτη στιγμή, που αυτός πάτησε στη γη. Εκείνη την πρώτη νύχτα των Χριστουγέννων, μέσα στο σπήλαιο της Βηθλεέμ συντελέσθηκε η πρώτη κοσμογονική αλλαγή. Ο άθλιος σταύλος μεταβλήθηκε σε κομμάτι του ουρανού, όταν ο ίδιος ο Θεός ως «βρέφος εσπαργανωμένον» θρόνιάστηκε στα άχυρα της φάτνης και κατέβασε εκεί όλη την ουράνια συνοδία του, τις μυριάδες των αγγέλων. Από τότε μέχρι σήμερα ο Ιησούς Χριστός εξακολουθεί να αλλάζει εκείνους, που ακούνε τη διδασκαλία του. Είναι στο σχέδιο και στο πρόγραμμα του Χριστού αυτή η αλλαγή. Ήδη από την εποχή των προφητών αναγγέλλει· «αφελώ την καρδίαν την λιθίνην εκ της σαρκός υμών και δώσω υμίν καρδίαν σαρκίνην» (Ιζ. 36, 26). Για την πραγματοποίηση μάλιστα αυτής της αλλαγής ο Χριστός δεν διστάζει να συγκρουσθεί με τον κόσμο, τον οποίο αγάπησε και για την αγάπη του κατέβηκε στη γη. Στην Παλαιά Διαθήκη ο Λόγος προφητεύεται σαν ένας ιππέας οπλισμένος, ένας πολεμιστής, που έρχεται να αντιπαραταχθεί στον κόσμο, να πολεμήσει μαζί του. Το διακηρύσσει εξ άλλου απερίφραστα και ο ίδιος κατά την επίγεια δράση του· «Πυρ ήλθον βαλείν επί την γην, και τι θέλω ει ήδη ανήφθη;» (Λουκ. 12, 49). Παράδοξο! Το διάγγελμα του γεννήτορα της αγάπης μιλά για φωτιά καταστροφική. Η διακήρυξη του άρχοντα της ειρήνης αναγγέλλει πόλεμο. Κι όμως, η ερμηνεία αυτού του παραδόξου γίνεται το κλειδί για εκείνον, που επιθυμεί να γνωρίσει τα ουράνια μυστικά. Αποκαλύπτει ότι η αγάπη και η ειρήνη του Θεού έχουν τις δικές τους, εντελώς ιδιαίτερες προδιαγραφές. Η αγάπη του Χριστού, που υπογράφεται με το θάνατό του για χάρη του κόσμου, νεκρώνει την αμαρτία του κόσμου, ώστε αυτός να ζήση ως καινή κτίση. Χωρίς αυτήν τη νέκρωση η ζωή του κόσμου είναι στην πραγματικότητα θάνατος. Γι’αυτό ο Χριστός, η αυτοαγάπη, μιλά για μίσος του κόσμου και εμπνέει στο μαθητή του, το μαθητή της αγάπης, την προτροπή· «μη αγαπάτε τον κόσμον μηδέ τα εν τω κόσμω» (Α΄ Ιω. 2, 15). Η ειρήνη του Χριστού, εξ άλλου, ανοίγει μια νέα μάχη από την πρώτη στιγμή. Φέρνει σ’ αντιπαράθεση τον φθαρτό κόσμο με τον αιώνιο Θεό. Εφ’ όσον ο κόσμος αρνείται την αμαρτίαν του και αποδεσμεύεται από την τυραννία της, απολαμβάνει την ειρήνη του Θεού. Η πλήρης υποταγή και παράδοση της ελευθερίας στον Θεό εγγυάται την ασφάλεια της ελευθερίας και την αληθινή ειρήνη. Κάθε άλλη ειρήνη είναι απλώς το άλλο πρόσωπο του πολέμου. Ξεκινώντας από αυτήν την βάση θα πρέπει να ομολογήσουμε ότι σήμερα έχει ευθύνη – και όχι λίγη – η Εκκλησία, όταν, στην αγαθή κατά τα άλλα προσπάθειά της να κερδίσει τον κόσμο, εκκοσμικεύεται. Διότι έτσι και το δικό της πρόσωπο φθείρει και τον κόσμο αδικεί, αφού του στερεί εκείνο ακριβώς, που η Εκκλησία μονοπωλεί, τον σωτήρα Χριστό. Η παραπάνω διαπίστωση υπαγορεύει μία συγκεκριμένη τακτική στην Εκκλησία και στο κάθε μέλος της. Όπως ο Χριστός «μη εκστάς της φύσεως μετέσχε του ημετέρου φυράματος», έτσι και η Εκκλησία οφείλει να αγκαλιάσει τον κόσμο χωρίς να αποστεί από τις βασικές αρχές της. Χωρίς εντυπωσιακές μεγαλοστομίες και επικίνδυνους ακροβατισμούς, που ξεγελούν και ξυπάζουν, να ανασυγκροτήσει το αληθινό πρόσωπό της και αυτό να προβάλει προς τα έξω. Σε ατομικό επίπεδο η διαπίστωση επιβάλλει στον κάθε χριστιανό αυτοέλεγχο και μετάνοια. Πριν σταθούμε ενώπιον του κόσμου, να σταθούμε ο καθένας μας ενώπιον του Θεού. Να γονατίσουμε ικετευτικά στη φάτνη της Βηθλεέμ, να επιβεβαιώσουμε την προσφορά του Χριστού στη προσωπική μας ζωή και με ταπείνωση και συναίσθηση ν’ αναλάβουμε το ρόλο μας στην κοινωνία. Να υποβάλουμε τακτικά στον εαυτό μας το ερώτημα του αποστόλου Παύλου· «ανθρώπους πείθω ή τον Θεόν;» (Γαλ. 1, 10). Πριν μας παρασύρει ο ενθουσιασμός και πριν μας καταβάλει η αποδοκιμασία του κόσμου, να μας εμπνεύσει η παρουσία του ζωντανού Θεού, «του δι’ ημάς βρεφωθέντος». Επιστροφή στις ρίζες μας σαλπίζει η γιορτή των Χριστουγέννων. Μας προκαλεί να υποβληθούμε σε μία «αναπαλαίωση», όπως θα έλεγε η σύγχρονη αρχιτεκτονική, ή σε μία ανανέωση, όπως υπαγορεύει η πνευματική ζωή. Δεν είναι αναχρονιστική η επιστροφή στο παλιό – ακριβέστερα στο πρώτο και αρχικό. Είναι εμπειρία απαραίτητη, για τον εξοπλισμό και ανεφοδιασμό μας. Προϋπόθεση θεμελιακή για τον προγραμματισμό και τη δράσι μας. Με τέτοια εμπειρία φωτισμού και σωτηρίας, θα γίνει δυνατός ο λόγος μας, δυναμική η παρουσία μας στον κόσμο. Θα γίνει η ζωή μας μία αντανάκλαση από το φως του άστρου της Βηθλεέμ. Και σίγουρα θα συγκινήσει κάποιους αγραυλούντες ποιμένες, που με απλότητα και τιμιότητα περιμένουν τον Σωτήρα. Θα ελκύσει κι εκείνους τους σοφούς μάγους, που δεν απέκαμαν να ερευνούν και να αναζητούν την Αλήθεια και το Φως. Υπάρχει τάχα πιο αισιόδοξος οραματισμός, για το νέο έτος, 2003 μ.Χ. από το να το σχεδιάσουμε μετά Χριστού, μαζί με τον Χριστό, μέσα στο φως, που σκορπά στη γη η γέννησή του;

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: