1. Δόξα της Εκκλησίας, οχύρωμα των πιστών
Η υμνολογία της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας, με τον πλούτο της έκφρασης και την ευαισθησία του λυρισμού της, ζωγραφίζει τη μορφή του μεγαλομάρτυρα Δημητρίου και θεολογώντας με τον δικό της ποιητικό τρόπο εξαίρει την αγία προσωπικότητά του. Μέσα από ένα πλήθος ύμνων και τροπαρίων εκφράζει την αγάπη, την ευγνωμοσύνη και την εκτίμηση της Εκκλησίας προς το άξιο τέκνο της, που την τίμησε και τη δόξασε. Το επαινεί και το εγκωμιάζει ακόμη, διότι με τη ζωή και το μαρτύριό του άφησε ανεκτίμητη κληρονομιά και υπόδειγμα σ΄ όλα τα παιδιά της. Έγινε «ευσεβείας αλείπτης», γυμναστής και προπονητής των πιστών στον αγώνα της ευσεβείας. Οι εκκλησιαστικοί υμνοδοί Ανδρέας Ιεροσολυμίτης, Συμεών Θεσσαλονίκης, Θεοφάνης ο γραπτός, Φιλόθεος ο οικουμενικός πατριάρχης και άλλοι εξυμνούν τον Δημήτριον ως «σοφώτατον εν διδαχαίς και στεφανίτην εν μάρτυσι», «καταυγάσαντα την Εκκλησίαν ταις φωτοβόλοις διδασκαλίαις», «εμπνεύσαντα πανικόν εις τον διάβολον».
Στο απολυτίκιο του αγίου με σεμνό καύχημα η Εκκλησία διακηρύττει ότι στο πρόσωπο του Δημητρίου βρήκε τον μεγάλο υπέρμαχο και προστάτη της όλη η οικουμένη. Διότι με τις πρεσβείες του προς τον Κύριο ο μεγαλομάρτυς Δημήτριος αποσπά για χάρη μας το μέγα έλεος του Θεού, όπως κάποτε με την ευχή του στον Νέστορα καταρράκωσε την έπαρση του τρομερού και ανίκητου Λυαίου· «Μέγαν εύρατο εν τοις κινδύνοις σε υπέρμαχον η οικουμένη, αθλοφόρε, τα έθνη τροπούμενον. Ως ουν Λυαίου καθήλες την έπαρσιν εν τω σταδίω θαρρύνας τον Νέστορα, ούτως, άγιε μεγαλομάρτυς Δημήτριε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος».
Με ξεχωριστή ευγνωμοσύνη αναγνώριζε πάντοτε την προστασία του αγίου η πατρίδα μας. Όπως σημειώνει ο Σπύρος Τρικούπης στην «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως», οι Τούρκοι «συνήθιζαν να αναχωρούν εις τα ίδια κατά την εορτήν του αγίου Δημητρίου». Τότε το απολυτίκιο του αγίου ψαλλόταν μ΄ αγαλλίαση σ΄ όλη την Ελλάδα «ως αποδημητήριον των εχθρών». Χαρακτηριστικό των τροπαρίων, που απαρτίζουν τις ακολουθίες τόσο του Εσπερινού όσο και του Όρθρου της γιορτής είναι ότι προβάλλουν τη φαιδρότητα και λαμπρότητα, με την οποία η μνήμη του αγίου πλουτίζει την Ορθόδοξη Εκκλησία και μάλιστα τη γενέτειρά του Θεσσαλονίκη. Ψάλλει χαρακτηριστικά ένα τροπάριο του β΄ κανόνα, τον οποίο συνέθεσε προς τιμήν του αγίου ο Θεσσαλονικέας οικουμενικός πατριάρχης Φιλόθεος Κόκκινος· «Ο μέγας φρουρός Θεσσαλονίκης, ως μέγας Κυρίου ποταμός, τέρπεις λαμπρώς την πόλιν σου του μύρου τοις ορμήμασιν…». Σ΄ άλλο τροπάριο του α΄ κανόνα, σύνθεση του φημισμένου ποιητή και επίσης μάρτυρα Θεοφάνη του γραπτού, ο Μεγαλομάρτυρας εγκωμιάζεται, διότι «κατά της πλάνης το τρόπαιον αναστήσας (ύψωσε)» έλαβε το «νικητικόν διάδημα(=το στεφάνι του νικητή)».
Ο Δημήτριος, που έζησε στα τελευταία χρόνια της μαρτυρικής εποχής και βρίσκεται τόσο κοντά στους αποστόλους και στον κατεξοχήν μεγαλομάρτυρα, τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, είναι συγχρόνως και τόσο κοντά σε μας τους Νεοέλληνες! Χιλιάδες πρόσωπα πήραν το όνομά του. Εκατοντάδες ναοί υψώθηκαν προς τιμήν του. Και δεν είναι λίγες οι πόλεις και τα χωριά, οι δρόμοι και οι πλατείες, που φέροντας το όνομά του κάνουν γνωστό τον άγιο στα πέρατα της γης. Ιδιαίτερα, όμως, για τους Θεσσαλονικείς ο Δημήτριος είναι προσφιλής συμπατριώτης, ο σπλαγχνικός γείτονας, ο πολιούχος και «μέγας» φρουρός της συμπρωτεύουσας.
2. Ο Χριστός το μύρον
Βιώνοντας ο υμνογράφος την ευεργεσία, που χαρίζει στον κόσμο ο άγιος
Δημήτριος ως έμπειρος αθλητής και σοφός διδάσκαλος του πνευματικού αγώνα, ζητά
τη βοήθειά του, για τον προσωπικό του πόλεμο κατά των παθών. Ψάλλει σε τροπάριο
του Όρθρου· «Ρευμάτων βορβόρου με και δυσωδίας, Δημήτριε, απόσμηξον δέομαι των
ακαθάρτων παθών· και τω μύρω σου λαμπρώς ευωδιάσας Χριστού μύρου ποίησον άξιον
σκήνωμα». Εκπροσωπώντας ο ποιητής την πεσμένη ανθρώπινη φύση, αλλά και εκφράζοντας
με βαθειά συντριβή και ταπείνωση τα προσωπικά του βιώματα, νιώθει να κυλούν
στην ψυχή του τα ακάθαρτα πάθη σαν ποτάμια βούρκου και βρωμιάς. Τα αισθάνεται
να μολύνουν τον εσωτερικό άνθρωπο και ν΄ αποπνέουν δυσοσμία στο περιβάλλον. Μ΄
εμπιστοσύνη στην αγάπη και τη χάρη του Μάρτυρα απευθύνεται σ΄ αυτόν· Σε
παρακαλώ, Δημήτριε, σκούπισε κι απομάκρυνε από πάνω μου αυτόν το βούρκο. Μύρωσέ
με με το δικό σου μύρο, ώστε να γίνω κατάλληλο σκήνωμα του Χριστού. Κι
αποθανατίζοντας επιγραμματικά την ορθόδοξη θεολογική θεώρηση των αγίων ως μελών
της Εκκλησίας, ο ποιητής αποκαλύπτει ότι ο Χριστός, η κεφαλή και η δόξα της
Εκκλησίας, αυτός είναι το μύρο. Την ίδια ιδέα εκφράζει εκτενέστερα και το
παρακάτω τροπάριο του β΄ κανόνα· «Το μύρον Χριστός εν τη ψυχή σου, Δημήτριε,
ρεύσαν νοητώς, ως χείλεσι σοις μέλεσι, μύρου πηγήν εξέχεε, της χάριτος του
Πνεύματος σεπτόν δεικνύων σε σκήνωμα». Δηλαδή· Ο Χριστός, που είναι το αιώνιο
μύρο, έρρευσε στην καρδιά σου, Δημήτριε. Κι αυτό το μύρο-Χριστός ξεχείλιζε όχι
μόνο από το στόμα – με την ορθόδοξη διδασκαλία σου – αλλά από όλα τα μέλη του
σώματός σου, του αγνού και αγίου. Έγινες ο ίδιος πηγή μύρου κι ευωδίαζες μέσα
στον διεφθαρμένο κόσμο σκορπώντας το άρωμα της χάρης στην Εκκλησία. Αν τιμούμε και εγκωμιάζουμε τον Δημήτριο είναι διότι διατήρησε τον
αγιασμό, που του χάρισε ο Χριστός, κατέστησε τον εαυτό του δοχείο εύχρηστο, για
να φυλάξει μέσα του τη θεία χάρη. Αυτό το μύρο της χάριτος, που είναι ο ίδιος ο
Χριστός, προσφέρεται αφείδωλα στον κάθε χριστιανό. Αρκεί ο καθένας να προσφέρει
τον εαυτό του ως κατάλληλο δοχείο, που θα το φυλάξει. Μας δίνει ο Κύριος από τη
χάρη, που έδωσε στον άγιο Δημήτριο, μας χαρίζει τους ευωδιαστούς καρπούς του
αγίου Πνεύματος, εφόσον έχουμε τον άγιό του υπόδειγμα στη ζωή μας. Για
τη σύνθεση των τροπαρίων οι υμνογράφοι επιστρατεύουν πλήθος αγιογραφικών
χωρίων. Πολλά από αυτά προέρχονται από το λυρικότατο Άσμα Ασμάτων, όπου
παρουσιάζεται ο Ιησούς Χριστός ως νυμφίος και η κάθε πιστή ψυχή – αλλά και όλη
η Εκκλησία – ως νύμφη. Η ιδέα αυτή επανέρχεται σε μια ομάδα τροπαρίων του β΄ κανόνα. Παρουσιάζεται
ο Δημήτριος σαν τη νύμφη του Άσματος, πληγωμένος από την αγάπη του νυμφίου
Χριστού να σπεύδει κοντά Του και να αντλεί φως από το φως Του, γλυκύτητα από
την γλυκύτητά Του, ζωή απ΄ τη ζωή Του. Αυτός ο στενός και αδιάρρηκτος δεσμός με
τον Κύριο τον ταυτίζει μαζί Του, ώστε τελικά και το αίμα του Μάρτυρα να γίνεται
μύρο. Ακούει ο ποιητής τον Μεγαλομάρτυρα να απευθύνεται με περιπάθεια προς τον
Κύριο· «Εγώ φησίν ο ερώμενος, εγώ, Νυμφίε, σπεύδω οπίσω σου· οσμή γαρ μύρων σου
πάντων των μύρων υπέρκειται, ήτις ημών το αίμα μύρον ειργάσατο». Πληγωμένος από τον έρωτά σου, Νυμφίε μου,
λέγει ο άγιος, τρέχω ξοπίσω σου. Το άρωμα των δικών σου μύρων ξεπερνά κάθε
μύρο. Κι είναι αυτό, που με αλλοιώνει, ώστε και το αίμα μου μετέβαλε σε μύρο. Σε
άλλο τροπάριο απηχεί η έννοια του χωρίου της Β΄ προς Κορινθίους Επιστολής (2:
15) ότι ο χριστιανός, έχοντας μέσα του τον Χριστό με τη διδασκαλία και τα
μυστήρια, γίνεται «ευωδία Χριστού».Τέλος,
ο 132ος Ψαλμός του Δαυϊδ, όπου γίνεται λόγος για το μύρο, που
ευωδίαζε κατά τη στέψη του Ααρών και συμβόλιζε την ενότητα του λαού του Θεού,
δίνει αφορμή στον άγιο πατριάρχη Φιλόθεο να διατυπώσει μία θεμελιώδη
εκκλησιολογική αλήθεια. Απευθυνόμενος προς τον μυροβλύτη άγιο λέγει· «Ως μύρον
μεν έφησε Δαυϊδ ο θείος, εν Πνεύματι, την ένωσιν, ένδοξε, των αδελφών την
τερπνήν· τα δε μύρα σου, σοφέ, την νέαν κτίσιν συνάγει προς ένωσιν, μύρου του
κρείττονος». Η μνήμη του Μυροβλύτη, που συνάδει όλους τους χριστιανούς, είναι ένα
δυνατό μάθημα προς όλα τα μέλη της νέας κτίσης, της Εκκλησίας. Προτρέπει να
διατηρήσουμε την ενότητα του Πνεύματος, να μείνουμε ενωμένοι στη μία, αγία,
καθολική και αποστολική Εκκλησία, όπου αναβλύζει το ανώτερο, το «κρείττον»
μύρο, ο Ιησούς Χριστός.
3. Φρουρός της πίστεως
Με
το πόθο να διατηρηθεί αδιάσπαστη η ενότητα και απαραχάρακτη η ορθόδοξη πίστη, ο
ορθόδοξος λαός στρέφεται προς τον καταξιωμένο διδάσκαλο. Σε καιρούς, που
σαλεύεται η Εκκλησία από άγριους ανέμους αιρετικών δοξασιών, επιζητά την
επίσκεψη του αγίου, παρακαλώντας τον· «Δεύρο, Μάρτυς Χριστού, προς ημάς, σου
δεομένους συμπαθούς επισκέψεως· και ρύσαι κεκακωμένους τυραννικαίς απειλαίς και
δεινή μανία της αιρέσεως· υφ΄ ης ως αιχμάλωτοι και γυμνοί διωκόμεθα, τόπον εκ τόπου
συνεχώς διαμείβοντες και πλανώμενοι εν σπηλαίοις και όρεσι. Οίκτειρον ουν
πανεύφημε, και δος ημίν άνεσιν· παύσον την ζάλην και σβέσον την καθ΄ ημών
αγανάκτησιν, Θεόν ικετεύων τον παρέχοντα τω κόσμω το μέγα έλεος».Το έξοχο αυτό στιχηρό των Αίνων, μεταφράζει με τη ζωντανή και αισθαντική
γλώσσα του ο αείμνηστος Φώτης Κόντογλου ως εξής· «Έλα, μάρτυρα του Χριστού, σε
μας, που έχουμε μεγάλη ανάγκη από τη συμπονετικιά σου την επίσκεψη και γλύτωσέ
μας από τις τυραννικές φοβέρες κι από τη δεινή μανία της αιρέσεως, που μας
κατατρέχει σα νά ΄μαστε σκλάβοι και περπατούμε γυμνοί δώθε και κείθε κι
αλλάζουμε ολοένα τόπο με τόπο και πλανιόμαστε σαν τ΄ αγρίμια στα βουνά και στα
σπήλαια. Λυπήσου μας, πανεύφημε, και δώσε μας ανάπαψη, πάψε τη ζάλη και σβήσε
την αγανάκτηση, που σηκώθηκε καταπάνω μας, παρακαλώντας τον Θεό, που δίνει στον
κόσμο το μέγα έλεος». Κόστισε
πολύ η πίστη μας στις γενιές, που πέρασαν από τη γη αυτή δυο χιλιάδες χρόνια
τώρα. Κόστισε το αίμα του μαρτυρίου του Δημητρίου και τόσων άλλων μαρτύρων της
πίστεως. Αλλά κόστισε επίσης και πολλή ταλαιπωρία και κακοπάθεια – ένα
καθημερινό μαρτύριο – στις μυριάδες των πιστών, που ανά τους αιώνες αγωνίστηκαν
με ευαισθησία και κράτησαν με συνέπεια την «άπαξ παραδοθείσα τοις αγίοις» (Ιδ.
3) πίστη. Αν πονούσε και ζητούσε τη βοήθεια του Μεγαλομάρτυρα ο λαός σε
βαρβαρικές επιθέσεις, με την ίδια και περισσότερη ζέση δεόταν, όταν τον έδερνε
η «μανία» των αιρέσεων. Χρέος τιμής απέναντι στον άγιο Δημήτριο αλλά και στους ανά τους αιώνες
χριστιανούς, που τον επικαλέστηκαν μας καλεί να κρατήσουμε κι εμείς ανόθευτη
την πίστη μας, αλώβητη τη διδασκαλία του ευαγγελίου. Για να έχουμε την ευλογία
του Θεού και την ευχή του μεγαλομάρτυρά του Δημητρίου. Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου