Φθάσαµε µὲ τὴ Χάρι τοῦ Κυρίου µας Ἰησοῦ Χριστοῦ
στὴν τελευταία Κυριακὴ τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, τὴν Ε´ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν,
κατὰ τὴν ὁποία ἡ Ἁγία µας Ἐκκλησία τιµᾶ τὴν περιώνυµη καὶ µεγάλη ὁσιακὴ µορφὴ τῆς
Ἁγίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας (†522) καὶ τὴν ἱερὴ µνήµη τῶν Ἁγίων Σάββα τοῦ ἐν
Καλύµνῳ καὶ Μακαρίου Νοταρᾶ, Ἐπισκόπου Κορίνθου. Ἡ Ὁσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία, ἡ ὁποία,
ὡς γνωστόν, πλὴν τῆς σηµερινῆς Κυριακῆς, τιµᾶται καὶ κατὰ τὴν ἱερὴ µνήµη της
(1ης Ἀπριλίου) καὶ κατὰ τὴν Πέµπτη τοῦ Μεγάλου Κανόνος, τῆς περασµένης Ε´ Ἑβδοµάδος
τῶν Νηστειῶν, ὅταν ἦταν δωδεκάχρονη κόρη ξέφυγε ἀπὸ τὴν ἐπιτήρησι τῶν γονέων
της καὶ ἀφοῦ ἔφθασε στὴν Ἀλεξάνδρεια, ἔζησε ἄσωτη ζωὴ γιὰ 17 χρόνια, σύµφωνα µὲ
τὸ ἱερὸ Συναξάριο τῆς παρούσης Κυριακῆς. Ἔπειτα, παρακινούµενη ἀπὸ τὴν
περιέργειά της ἐταξίδευσε µαζὶ µὲ πολλοὺς ἄλλους προσκυνητὰς εἰς Ἱεροσόλυµα, γιὰ
τὴν µεγάλη ἑορτὴ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιµίου Σταυροῦ.
Κατὰ τὸ ταξίδι της αὐτὸ περιέπεσε σὲ κάθε εἶδος σαρκικῶν παραπτωµάτων, καὶ πολλοὺς παρέσυρε στὸν βυθὸ τῆς ἀπώλειας καὶ τῆς διαφθορᾶς. Ὅταν θέλησε νὰ εἰσέλθη στὴν Ἐκκλησία, κατὰ τὴν ἡµέρα τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιµίου Σταυροῦ, αἰσθάνθηκε τρεῖς καὶ τέσσερες φορὲς κάποια ἀόρατη δύναµι, ποὺ τὴν ἀποθοῦσε, ἐνῶ τὸ πλῆθος τοῦ λαοῦ ποὺ ἦταν µαζί της ἀνεµπόδιστα ἔµπαινε. Ἀφοῦ πληγώθηκε στὴν καρδιὰ ἀπ᾽αὐτὸ τὸ γεγονός, ἀποφάσισε ν᾽ἀλλάξη ζωή, καὶ νὰ ἐξιλεώση τὸν Θεὸ µὲ τὴ µετάνοια. Καὶ ἔτσι, ἀφοῦ ξαναγύρισε στὴν Ἐκκλησία, εἰσῆλθε µὲ εὐκολία σ᾽αὐτή. Ἀφοῦ δὲ προσκύνησε τὸ Τίµιο Ξύλο, ἀνεχώρησε τὴν ἴδια ἡµέρα ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυµα, διαπέρασε τὸν Ἰορδάνη, προχώρησε στὰ ἐνδότερα τῆς ἐρήµου, καὶ ἔζησε µέσα σ᾽αὐτὴ 47 ἔτη, ζωὴ σκληρότατη καὶ ὑπεράνθρωπη, προσευχόµενη µόνη στὸν µόνο ἀληθινὸ Θεό µας καὶ Κύριο. Περὶ τὰ τέλη τῆς ζωῆς της, ἀφοῦ συνάντησε κάποιο ἐρηµίτη Ἱεροµόναχο Ζωσιµᾶ, καί, ἀφοῦ διηγήθηκε τὴ ζωή της ἀπὸ τὴν ἀρχὴ καὶ (ἐξοµολογήθηκε µὲ συντριπτικὴ µετάνοια ὅλες της τὶς ἁµαρτίες) τὸν παρεκάλεσε νὰ τῆς µεταφέρη τὰ Ἄχραντα Μυστήρια γιὰ νὰ κοινωνήση, πρᾶγµα τὸ ὁποῖο ἐπραγµατοποίησε ἐκεῖνος τὸ ἐρχόµενο ἔτος, κατὰ τὴν Μεγάλη Πέµπτη. Τὸ ἑπόµενο ἔτος, ἀφοῦ ἐπανῆλθε πάλι ὁ ἱερεὺς Ζωσιµᾶς τὴν βρῆκε νεκρή, ξαπλωµένη ἐπάνω στὴ γῆ καὶ γράµµατα κοντά της, ποὺ ἔλεγαν τὰ ἑξῆς: «Ἀββᾶ Ζωσιµᾶ, θάψε ἐδῶ τὸ σῶµα τῆς ἀθλίας Μαρίας. Ἀπέθανα τὴν ἴδια ἡµέρα, ποὺ ἐκοινώνησα τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Νὰ εὔχεσαι γιὰ µένα». Ἡ σηµερινὴ µνήµη τῆς Ὁσίας Μαρίας, ἐνῶ πλησιάζει τὸ τέλος τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ὁρίσθηκε γιὰ τὴν διέγερσι τῶν ῥαθύµων καὶ ἁµαρτωλῶν γιὰ µετάνοια, ἀφοῦ θὰ ἔχουν ὡς ὑπόδειγµα τὴν ἑορταζοµένη Ἁγία. «∆ὲν περιµένει ὁ Θεὸς νὰ περάσει χρόνος ἀπ᾽τὴ στιγµὴ ποὺ µετάνιωσες, λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστοµος. Ὁµολόγησες τὴν ἁµαρτία σου; Συγχωρήθηκες. Μετάνοιωσες; Ἐλεήθηκες. ∆ὲν ἀπαιτεῖται χρόνος. Ὁ τρόπος ποὺ µετανιώνει κανεὶς σβήνει τὴν ἁµαρτία. Ὑπάρχει περίπτωση νὰ περιµένει κάποιος πολὺ χρόνο καὶ νὰ µὴ κερδίσει τὴν σωτηρία, κι ἀντίθετα κάποιος ἄλλος, ἀφοῦ ἐξοµολογηθεῖ εἰλικρινά, νὰ ἀποβάλει τὴν ἁµαρτία σὲ λίγο χρόνο. Ὁ µακάριος Σαµουὴλ ἀνάλωσε πολὺ χρόνο νὰ παρακαλεῖ τὸ Θεὸ γιὰ τὸν Σαούλ καὶ πολλὲς νύχτες ξαγρύπνησε στὴν προσευχὴ γιὰ τὴν σωτηρία αὐτοῦ τοῦ ἁµαρτωλοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεὸς ὅµως ἀγνοοῦσε τὸ χρόνο ποὺ περνοῦσε, γιατὶ δὲν βοηθοῦσε τὴν ἱκεσία τοῦ προφήτη ἡ µετάνοια τοῦ ἁµαρτωλοῦ, καὶ τελικὰ εἶπε στὸν προφήτη του: «Μέχρι πότε ἐσὺ θὰ πενθεῖς γιὰ τὸν Σαούλ, τὸν ὁποῖο ἐγὼ ἔχω διώξει µακριά µου;». Τὸ «µέχρι πότε» φανερώνει τὸ µακρὸ διάστηµα καὶ τὴν ἐπιµονὴ τῆς ἱκεσίας τοῦ Σαµουήλ. Ὁ Θεὸς ὅµως δὲν ἔλαβε ὑπόψη Του τὴν πολυχρόνια ἱκεσία τοῦ προφήτη. Καὶ τοῦτο, γιατὶ δὲν συνέτρεχε µὲ τὴ δέηση τοῦ προφήτη καὶ ἡ µετάνοια τοῦ βασιλιᾶ. Ἀντίθετα, στὴν περίπτωση τοῦ µακάριου ∆αυΐδ, ὁ ὁποῖος, ὅταν ἐλέγ - χθηκε γιὰ τὴν ἁµαρτία του ἀπ᾽ τὸν προφήτη Νάθαν, εὐθὺς στὸ ἄκουσµα τῆς θείας ἀπειλῆς ἔδειξε ἀληθινὴ µετάνοια καὶ εἶπε: «Ἁµάρτησα στὸν Κύριο», ἕνας λόγος, ποὺ βγῆκε εἰλικρινῶς σὲ µιὰ στιγµὴ ἀπ᾽ τὴν καρδιά του, προσέφερε ἀµέσως στὸν µετανιωµένο ὁλόκληρη τὴ σωτηρία. Ἀµέσως ἡ διόρθωση πρόλαβε τὴν καταδικαστικὴ ἀπόφαση. Ἔτσι, λέγει ὁ Νάθαν στὸν ∆αυΐδ. «Καὶ ὁ Κύριος ἄφησε τὴν ἁµαρτία σου». Σὲ ἄλλο σηµεῖο παρατηρεῖ ὁ θεῖος Χρυσόστοµος: «Καὶ πρόσεξε, σὲ παρακαλῶ, καὶ δὲς τὸ παράξενο κήρυγµα τῆς φιλανθρωπίας. Αὐτὸς ποὺ λέει στὸ Νόµο «Νὰ µὴ µοιχεύσεις», νὰ µὴ πορνεύσεις, ἀλλάζει τὴ φράση ἐξαιτίας τῆς φιλανθρωπίας Του καὶ φωνάζει µὲ τὸ στόµα τοῦ µακάριου Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ: «Ἡ Ραὰβ ἡ πόρνη νὰ ζήσει». Ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ, ὁ ὁποῖος εἶπε «ἡ πόρνη νὰ ζήσει», ἦταν εἰκόνα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, ὁ ὁποῖος εἶπε: «Πόρνες καὶ τελῶνες θὰ εἰσέλθουν πρὶν ἀπὸ σᾶς στὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν». Ἐὰν ἡ Ραὰβ πρέπει νὰ ζεῖ, τότε πῶς εἶναι πόρνη; Ἐὰν εἶναι πόρνη, γιατὶ νὰ ζεῖ; Ἀναφέροµαι, λέει, στὴν προηγούµενη κατάστασή της, γιὰ νὰ θαυµάσεις τὴν κατοπινὴ µεταβολή της. Καὶ τὶ ἔκαµε, θὰ πεῖ κανείς, ἡ Ραὰβ ἄξιο τῆς σωτηρίας της; Μήπως τὸ ὅτι καλοδέχθηκε τοὺς κατασκόπους τῶν Ἰσραηλιτῶν; Αὐτὸ κάνει καὶ κάθε ξενοδόχα. Ἀλλὰ ἡ Ραὰβ δὲν κερδίζει τὴ σωτηρία της µόνο ἀπ᾽τὰ καλὰ λόγια ποὺ εἶπε στοὺς κατασκόπους, ἀλλὰ κυρίως ἀπ᾽τὴν πίστη της καὶ τὴν εὐσέβειά της. Καὶ γιὰ νὰ µάθεις τὸ µέγεθος τῆς πίστεώς της, ἄκουσε τὴν ἴδια τὴ Γραφὴ νὰ διηγεῖται τὰ βεβαιωµένα κατορθώµατά της. Ἦταν στὸ πορνεῖο σὰν µαργαριτάρι ἀνακατεµένο στὴν ἀκαθαρσία, σὰν χρυσάφι ριγµένο στὴ λάσπη. Ἦταν λουλούδι τῆς πίστεως πνιγµένο στ᾽ἀγκάθια, ἦταν ψυχὴ εὐσεβὴς κλεισµένη σὲ χῶρο ἀσεβῆ. Ἡ Ραὰβ εἶναι εἰκόνα τῆς Ἐκκλησίας, τῆς ἐξ ἐθνῶν Ἐκκλησίας, ποὺ ἦταν ἀνακατωµένη µὲ τὴν πορνεία τῶν δαιµόνων καὶ τώρα δέχεται τοὺς κατασκόπους τοῦ Χριστοῦ, ὄχι τοὺς ἀπεσταλµένους τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ, ἀλλὰ τοὺς ἀποστόλους, ποὺ ἀπέστειλε ὁ Ἰησοῦς, ὁ ἀληθινὸς Σωτήρας. «Γνώρισα», λέει, «ὅτι ὁ Θεός σας εἶναι στὸν οὐρανὸ ἐπάνω καὶ στὴ γῆ κάτω καὶ ἐκτὸς ἀπ᾽αὐτὸν δὲν ὑπάρχει ἄλλος Θεός». Ἔπειτα ἀπὸ τὴ σύντοµη ἐξιστόρησι τῆς ἁµαρτωλῆς ζωῆς, ἀλλὰ καὶ τῆς ριζικῆς µετάνοιας, τῆς ἀξιοθαύµαστης ἀσκήσεως καὶ τοῦ τρισµακαρίου τέλους τῆς Ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας, ὕστερα ἀπὸ τὴν περισπούδαστη διδαχὴ τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόµου γιὰ τὴν εἰλικρινῆ µετάνοια καὶ τὴν πολλὴ µακροθυµία τοῦ Θεοῦ γιὰ τοὺς ἁµαρτωλοὺς καὶ µετὰ ἀπὸ τὰ πολὺ διδακτικὰ παραδείγµατα µετανοίας τοῦ Προφητάνακτος ∆αυΐδ καὶ τῆς ἄλλοτε πόρνης Ραάβ, τὸ µήνυµα τῆς σηµερινῆς Κυριακῆς εἶναι ἡ ἀληθινὴ συντριβή µας καὶ µετάνοια ἐνώπιον τοῦ Ζῶντος Κυρίου καὶ Θεοῦ µας καὶ ἡ ἔµπρακτη ἐκδήλωσίς της µὲ ἔργα πίστεως, ἀγάπης καὶ µετανοίας.
Κατὰ τὸ ταξίδι της αὐτὸ περιέπεσε σὲ κάθε εἶδος σαρκικῶν παραπτωµάτων, καὶ πολλοὺς παρέσυρε στὸν βυθὸ τῆς ἀπώλειας καὶ τῆς διαφθορᾶς. Ὅταν θέλησε νὰ εἰσέλθη στὴν Ἐκκλησία, κατὰ τὴν ἡµέρα τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιµίου Σταυροῦ, αἰσθάνθηκε τρεῖς καὶ τέσσερες φορὲς κάποια ἀόρατη δύναµι, ποὺ τὴν ἀποθοῦσε, ἐνῶ τὸ πλῆθος τοῦ λαοῦ ποὺ ἦταν µαζί της ἀνεµπόδιστα ἔµπαινε. Ἀφοῦ πληγώθηκε στὴν καρδιὰ ἀπ᾽αὐτὸ τὸ γεγονός, ἀποφάσισε ν᾽ἀλλάξη ζωή, καὶ νὰ ἐξιλεώση τὸν Θεὸ µὲ τὴ µετάνοια. Καὶ ἔτσι, ἀφοῦ ξαναγύρισε στὴν Ἐκκλησία, εἰσῆλθε µὲ εὐκολία σ᾽αὐτή. Ἀφοῦ δὲ προσκύνησε τὸ Τίµιο Ξύλο, ἀνεχώρησε τὴν ἴδια ἡµέρα ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυµα, διαπέρασε τὸν Ἰορδάνη, προχώρησε στὰ ἐνδότερα τῆς ἐρήµου, καὶ ἔζησε µέσα σ᾽αὐτὴ 47 ἔτη, ζωὴ σκληρότατη καὶ ὑπεράνθρωπη, προσευχόµενη µόνη στὸν µόνο ἀληθινὸ Θεό µας καὶ Κύριο. Περὶ τὰ τέλη τῆς ζωῆς της, ἀφοῦ συνάντησε κάποιο ἐρηµίτη Ἱεροµόναχο Ζωσιµᾶ, καί, ἀφοῦ διηγήθηκε τὴ ζωή της ἀπὸ τὴν ἀρχὴ καὶ (ἐξοµολογήθηκε µὲ συντριπτικὴ µετάνοια ὅλες της τὶς ἁµαρτίες) τὸν παρεκάλεσε νὰ τῆς µεταφέρη τὰ Ἄχραντα Μυστήρια γιὰ νὰ κοινωνήση, πρᾶγµα τὸ ὁποῖο ἐπραγµατοποίησε ἐκεῖνος τὸ ἐρχόµενο ἔτος, κατὰ τὴν Μεγάλη Πέµπτη. Τὸ ἑπόµενο ἔτος, ἀφοῦ ἐπανῆλθε πάλι ὁ ἱερεὺς Ζωσιµᾶς τὴν βρῆκε νεκρή, ξαπλωµένη ἐπάνω στὴ γῆ καὶ γράµµατα κοντά της, ποὺ ἔλεγαν τὰ ἑξῆς: «Ἀββᾶ Ζωσιµᾶ, θάψε ἐδῶ τὸ σῶµα τῆς ἀθλίας Μαρίας. Ἀπέθανα τὴν ἴδια ἡµέρα, ποὺ ἐκοινώνησα τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Νὰ εὔχεσαι γιὰ µένα». Ἡ σηµερινὴ µνήµη τῆς Ὁσίας Μαρίας, ἐνῶ πλησιάζει τὸ τέλος τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ὁρίσθηκε γιὰ τὴν διέγερσι τῶν ῥαθύµων καὶ ἁµαρτωλῶν γιὰ µετάνοια, ἀφοῦ θὰ ἔχουν ὡς ὑπόδειγµα τὴν ἑορταζοµένη Ἁγία. «∆ὲν περιµένει ὁ Θεὸς νὰ περάσει χρόνος ἀπ᾽τὴ στιγµὴ ποὺ µετάνιωσες, λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστοµος. Ὁµολόγησες τὴν ἁµαρτία σου; Συγχωρήθηκες. Μετάνοιωσες; Ἐλεήθηκες. ∆ὲν ἀπαιτεῖται χρόνος. Ὁ τρόπος ποὺ µετανιώνει κανεὶς σβήνει τὴν ἁµαρτία. Ὑπάρχει περίπτωση νὰ περιµένει κάποιος πολὺ χρόνο καὶ νὰ µὴ κερδίσει τὴν σωτηρία, κι ἀντίθετα κάποιος ἄλλος, ἀφοῦ ἐξοµολογηθεῖ εἰλικρινά, νὰ ἀποβάλει τὴν ἁµαρτία σὲ λίγο χρόνο. Ὁ µακάριος Σαµουὴλ ἀνάλωσε πολὺ χρόνο νὰ παρακαλεῖ τὸ Θεὸ γιὰ τὸν Σαούλ καὶ πολλὲς νύχτες ξαγρύπνησε στὴν προσευχὴ γιὰ τὴν σωτηρία αὐτοῦ τοῦ ἁµαρτωλοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεὸς ὅµως ἀγνοοῦσε τὸ χρόνο ποὺ περνοῦσε, γιατὶ δὲν βοηθοῦσε τὴν ἱκεσία τοῦ προφήτη ἡ µετάνοια τοῦ ἁµαρτωλοῦ, καὶ τελικὰ εἶπε στὸν προφήτη του: «Μέχρι πότε ἐσὺ θὰ πενθεῖς γιὰ τὸν Σαούλ, τὸν ὁποῖο ἐγὼ ἔχω διώξει µακριά µου;». Τὸ «µέχρι πότε» φανερώνει τὸ µακρὸ διάστηµα καὶ τὴν ἐπιµονὴ τῆς ἱκεσίας τοῦ Σαµουήλ. Ὁ Θεὸς ὅµως δὲν ἔλαβε ὑπόψη Του τὴν πολυχρόνια ἱκεσία τοῦ προφήτη. Καὶ τοῦτο, γιατὶ δὲν συνέτρεχε µὲ τὴ δέηση τοῦ προφήτη καὶ ἡ µετάνοια τοῦ βασιλιᾶ. Ἀντίθετα, στὴν περίπτωση τοῦ µακάριου ∆αυΐδ, ὁ ὁποῖος, ὅταν ἐλέγ - χθηκε γιὰ τὴν ἁµαρτία του ἀπ᾽ τὸν προφήτη Νάθαν, εὐθὺς στὸ ἄκουσµα τῆς θείας ἀπειλῆς ἔδειξε ἀληθινὴ µετάνοια καὶ εἶπε: «Ἁµάρτησα στὸν Κύριο», ἕνας λόγος, ποὺ βγῆκε εἰλικρινῶς σὲ µιὰ στιγµὴ ἀπ᾽ τὴν καρδιά του, προσέφερε ἀµέσως στὸν µετανιωµένο ὁλόκληρη τὴ σωτηρία. Ἀµέσως ἡ διόρθωση πρόλαβε τὴν καταδικαστικὴ ἀπόφαση. Ἔτσι, λέγει ὁ Νάθαν στὸν ∆αυΐδ. «Καὶ ὁ Κύριος ἄφησε τὴν ἁµαρτία σου». Σὲ ἄλλο σηµεῖο παρατηρεῖ ὁ θεῖος Χρυσόστοµος: «Καὶ πρόσεξε, σὲ παρακαλῶ, καὶ δὲς τὸ παράξενο κήρυγµα τῆς φιλανθρωπίας. Αὐτὸς ποὺ λέει στὸ Νόµο «Νὰ µὴ µοιχεύσεις», νὰ µὴ πορνεύσεις, ἀλλάζει τὴ φράση ἐξαιτίας τῆς φιλανθρωπίας Του καὶ φωνάζει µὲ τὸ στόµα τοῦ µακάριου Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ: «Ἡ Ραὰβ ἡ πόρνη νὰ ζήσει». Ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ, ὁ ὁποῖος εἶπε «ἡ πόρνη νὰ ζήσει», ἦταν εἰκόνα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, ὁ ὁποῖος εἶπε: «Πόρνες καὶ τελῶνες θὰ εἰσέλθουν πρὶν ἀπὸ σᾶς στὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν». Ἐὰν ἡ Ραὰβ πρέπει νὰ ζεῖ, τότε πῶς εἶναι πόρνη; Ἐὰν εἶναι πόρνη, γιατὶ νὰ ζεῖ; Ἀναφέροµαι, λέει, στὴν προηγούµενη κατάστασή της, γιὰ νὰ θαυµάσεις τὴν κατοπινὴ µεταβολή της. Καὶ τὶ ἔκαµε, θὰ πεῖ κανείς, ἡ Ραὰβ ἄξιο τῆς σωτηρίας της; Μήπως τὸ ὅτι καλοδέχθηκε τοὺς κατασκόπους τῶν Ἰσραηλιτῶν; Αὐτὸ κάνει καὶ κάθε ξενοδόχα. Ἀλλὰ ἡ Ραὰβ δὲν κερδίζει τὴ σωτηρία της µόνο ἀπ᾽τὰ καλὰ λόγια ποὺ εἶπε στοὺς κατασκόπους, ἀλλὰ κυρίως ἀπ᾽τὴν πίστη της καὶ τὴν εὐσέβειά της. Καὶ γιὰ νὰ µάθεις τὸ µέγεθος τῆς πίστεώς της, ἄκουσε τὴν ἴδια τὴ Γραφὴ νὰ διηγεῖται τὰ βεβαιωµένα κατορθώµατά της. Ἦταν στὸ πορνεῖο σὰν µαργαριτάρι ἀνακατεµένο στὴν ἀκαθαρσία, σὰν χρυσάφι ριγµένο στὴ λάσπη. Ἦταν λουλούδι τῆς πίστεως πνιγµένο στ᾽ἀγκάθια, ἦταν ψυχὴ εὐσεβὴς κλεισµένη σὲ χῶρο ἀσεβῆ. Ἡ Ραὰβ εἶναι εἰκόνα τῆς Ἐκκλησίας, τῆς ἐξ ἐθνῶν Ἐκκλησίας, ποὺ ἦταν ἀνακατωµένη µὲ τὴν πορνεία τῶν δαιµόνων καὶ τώρα δέχεται τοὺς κατασκόπους τοῦ Χριστοῦ, ὄχι τοὺς ἀπεσταλµένους τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ, ἀλλὰ τοὺς ἀποστόλους, ποὺ ἀπέστειλε ὁ Ἰησοῦς, ὁ ἀληθινὸς Σωτήρας. «Γνώρισα», λέει, «ὅτι ὁ Θεός σας εἶναι στὸν οὐρανὸ ἐπάνω καὶ στὴ γῆ κάτω καὶ ἐκτὸς ἀπ᾽αὐτὸν δὲν ὑπάρχει ἄλλος Θεός». Ἔπειτα ἀπὸ τὴ σύντοµη ἐξιστόρησι τῆς ἁµαρτωλῆς ζωῆς, ἀλλὰ καὶ τῆς ριζικῆς µετάνοιας, τῆς ἀξιοθαύµαστης ἀσκήσεως καὶ τοῦ τρισµακαρίου τέλους τῆς Ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας, ὕστερα ἀπὸ τὴν περισπούδαστη διδαχὴ τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόµου γιὰ τὴν εἰλικρινῆ µετάνοια καὶ τὴν πολλὴ µακροθυµία τοῦ Θεοῦ γιὰ τοὺς ἁµαρτωλοὺς καὶ µετὰ ἀπὸ τὰ πολὺ διδακτικὰ παραδείγµατα µετανοίας τοῦ Προφητάνακτος ∆αυΐδ καὶ τῆς ἄλλοτε πόρνης Ραάβ, τὸ µήνυµα τῆς σηµερινῆς Κυριακῆς εἶναι ἡ ἀληθινὴ συντριβή µας καὶ µετάνοια ἐνώπιον τοῦ Ζῶντος Κυρίου καὶ Θεοῦ µας καὶ ἡ ἔµπρακτη ἐκδήλωσίς της µὲ ἔργα πίστεως, ἀγάπης καὶ µετανοίας.
† Ὁ
Κυθήρων Σεραφείµ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου