Γέμελλος
ο Άγιος Μάρτυς ήτο κατά τους χρόνους του βασιλέως Ιουλιανού του Παραβάτου του
βασιλεύσαντος κατά τα έτη τξα΄ - τξγ΄ (361 – 363), κατήγετο δε εκ της πόλεως
Αγκύρας της Μικράς Ασίας, από την ενορίαν την καλουμένην Κλιμαξίνην. Διελθόντος
δε ποτε του Ιουλιανού δια της Αγκύρας, εστάθη ο Άγιος ούτος κατά πρόσωπον
εκείνου και κατεπλήγωνεν αυτόν με λόγια ένθεα ως με βέλη. Τότε ο βασιλεύς
οργισθείς σφόδρα επρόσταξε να ζωσθή ο Άγιος πεπυρωμένην σιδηράν ζώνην,
κατεκαίετο δε δι΄ αυτής τόσον δυνατά, ώστε το υγρόν το οποίον έτρεχεν από το
καύσιμον της σαρκός του επλήρωσεν όλην την εκεί γην.
Είτα προστάσσεται να ακολουθή τον ασεβή τύραννον καθ΄ οδόν. Όταν δε ο Αποστάτης έφθασεν εις την πόλιν της Εδέσσης, τότε ο Άγιος εξηπλώθη από τα τέσσαρα μέρη του σώματος και επληγώθη με ξύλα κοπτερά· έπειτα κατετρυπήθη εις το σώμα με σιδηρά πεπυρωμένα και κρεμασθείς κατεξεσχίσθη τας σάρκας υπό των δημίων. Επειδή δε ο του Χριστού Αθλητής κατεφρόνει τας βασάνους και ύβριζε τον ασεβή βασιλέα, τίθεται εντός πεπυρωμένου τηγανίου πλήρους ελαίου, ρητίνης και λίπους και άνωθεν δέρεται με ραβδία σιδηρά, τα οποία είχον αγκίδας· δια θείας όμως δυνάμεως έπεσε ραγδαία βροχή και έσβεσε την πυράν· όθεν ο Μάρτυς έμεινεν αβλαβής. Ταύτα βλέπων ο μιαρός βασιλεύς εξεπλάγη και προσέταξε να εμπήξωσι καρφία εις την κεφαλήν του Μάρτυρος, έως ου φθάσωσι μέχρι του εγκεφάλου· έπειτα ρίπτεται ο Άγιος επί του εδάφους· μετά ταύτα κρεμάται υψηλά και εκδέρεται ως πρόβατον με μαχαίρας, από των ποδών έως εις τους ώμους. Όθεν ο γενναίος αγωνιστής εφαίνετο θέαμα ξένον και φοβερόν, επειδή με τοιαύτα αφόρητα βάσανα ηδύνατο και να περιπατή και να συνδιαλέγηται με τους παρεστώτας. Κατ΄ οικονομίαν δε Θεού, απαντήσας ο Άγιος Ιερέα τινά, εβαπτίσθη υπ΄ αυτού, διότι ακόμη ήτο αβάπτιστος· αφ΄ ου δε εβαπτίσθη εξήλθε της ιεράς κολυμβήθρας όλος υγιής, χωρίς να έχη εις το σώμα ουδεμίαν πληγήν ή έστω σημείον πληγής. Τότε ήκουσεν ουρανόθεν θείαν φωνήν, η οποία του έλεγε· «Μακάριος είσαι, Γέμελλε, διότι πολλά εμόχθησας». Ταύτα μαθών ο Παραβάτης, εκρέμασεν τον Άγιον εις Σταυρόν και εκάρφωσε με καρφία τας χείρας και τους πόδας του· ούτω δε κρεμάμενος προσηυχήθη ο τρισόλβιος και παρέδωκεν εις Κύριον το πνεύμα του. Το δε τίμιον αυτού σώμα Χριστιανοί τινες κρυφίως καταβιβάσαντες από τον Σταυρόν, το ενεταφίασαν εις επίσημον τόπον.
Είτα προστάσσεται να ακολουθή τον ασεβή τύραννον καθ΄ οδόν. Όταν δε ο Αποστάτης έφθασεν εις την πόλιν της Εδέσσης, τότε ο Άγιος εξηπλώθη από τα τέσσαρα μέρη του σώματος και επληγώθη με ξύλα κοπτερά· έπειτα κατετρυπήθη εις το σώμα με σιδηρά πεπυρωμένα και κρεμασθείς κατεξεσχίσθη τας σάρκας υπό των δημίων. Επειδή δε ο του Χριστού Αθλητής κατεφρόνει τας βασάνους και ύβριζε τον ασεβή βασιλέα, τίθεται εντός πεπυρωμένου τηγανίου πλήρους ελαίου, ρητίνης και λίπους και άνωθεν δέρεται με ραβδία σιδηρά, τα οποία είχον αγκίδας· δια θείας όμως δυνάμεως έπεσε ραγδαία βροχή και έσβεσε την πυράν· όθεν ο Μάρτυς έμεινεν αβλαβής. Ταύτα βλέπων ο μιαρός βασιλεύς εξεπλάγη και προσέταξε να εμπήξωσι καρφία εις την κεφαλήν του Μάρτυρος, έως ου φθάσωσι μέχρι του εγκεφάλου· έπειτα ρίπτεται ο Άγιος επί του εδάφους· μετά ταύτα κρεμάται υψηλά και εκδέρεται ως πρόβατον με μαχαίρας, από των ποδών έως εις τους ώμους. Όθεν ο γενναίος αγωνιστής εφαίνετο θέαμα ξένον και φοβερόν, επειδή με τοιαύτα αφόρητα βάσανα ηδύνατο και να περιπατή και να συνδιαλέγηται με τους παρεστώτας. Κατ΄ οικονομίαν δε Θεού, απαντήσας ο Άγιος Ιερέα τινά, εβαπτίσθη υπ΄ αυτού, διότι ακόμη ήτο αβάπτιστος· αφ΄ ου δε εβαπτίσθη εξήλθε της ιεράς κολυμβήθρας όλος υγιής, χωρίς να έχη εις το σώμα ουδεμίαν πληγήν ή έστω σημείον πληγής. Τότε ήκουσεν ουρανόθεν θείαν φωνήν, η οποία του έλεγε· «Μακάριος είσαι, Γέμελλε, διότι πολλά εμόχθησας». Ταύτα μαθών ο Παραβάτης, εκρέμασεν τον Άγιον εις Σταυρόν και εκάρφωσε με καρφία τας χείρας και τους πόδας του· ούτω δε κρεμάμενος προσηυχήθη ο τρισόλβιος και παρέδωκεν εις Κύριον το πνεύμα του. Το δε τίμιον αυτού σώμα Χριστιανοί τινες κρυφίως καταβιβάσαντες από τον Σταυρόν, το ενεταφίασαν εις επίσημον τόπον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου