Επειδή
ο βασιλεύς ήτο ασθενής, παρήλθον μερικαί ημέραι. Βελτιωθείσης της υγείας του,
συνήχθησαν πάντες μετά του Πατριάρχου και ήκουσαν το λατινικόν εκείνο γράμμα.
Μετά την ανάγνωσιν, όλοι, πλην τεσσάρων, του Νικαίας, Ρωσίας, Μυτιλήνης και του
Πρωτοσυγκέλλου συνεφώνησαν ότι δεν ήτο δυνατόν να αποδεχθώσι τα εν αυτώ
εκτιθέμενα ως τελείως εναντία της δόξης της Ανατολικής Εκκλησίας. Τότε ο Ρωσίας
και ο Νικαίας ήρχισαν να υπερασπίζουν την δόξαν των Λατίνων, λέγοντες ότι εφ’
όσον οι Ανατολικοί Άγιοι λέγουσιν ότι το Άγιον Πνεύμα εκπορεύεται εκ του Πατρός
δια του Υιού, δυνάμεθα να δεχθώμεν αυτήν, διότι το «ΔΙΑ του Υιού» και το «ΕΚ
του Υιού» έχουν την αυτήν έννοιαν. Εντεύθεν ήρχισε δεινός αγών ουχί προς τους
Λατίνους, αλλά προς τους λατινόφρονας. Και τον αγώνα αυτόν ανέλαβε πάλιν ο
Άγιος Μάρκος, αποδεικνύων ότι άλλην έννοιαν δηλοί η ΔΙΑ και άλλην η ΕΚ. Η
συζήτησις διεκόπη δια το γεύμα επαναληφθείσα αμέσως μετ’ αυτό, προσεκλήθησαν δε
εις αυτήν και οι γραμματικοί του Πατριάρχου και άλλοι πολλοί, ίνα συμμάχωνται
και βοηθούν τον Νικαίας και Ρωσίας, εξαιρέτως δε ο Αμηρούτζης, φιλόσοφος και
διδάσκαλος ουχί ευκαταφρόνητος. Πάντας όμως τούτους, περιφραγμένος με την
δύναμιν του Αγίου Πνεύματος, κατεπολέμει ο Άγιος Μάρκος και έφραττε τα απύλωτα
στόματά των.
Επικαλούμενος δε και το ρητόν του Αγίου Μαξίμου και του Αγίου
Ιωάννου του Δαμασκηνού το λέγον: «ουχ ως εξ αυτού, αλλ’ ως δι’ αυτού
εκπορευόμενον· μόνος γαρ αίτιος ο Πατήρ» απέδειξε με αρίστην εξήγησιν την
διαφοράν των προθέσεων ΕΚ και ΔΙΑ. Αλλά και πάλιν ο αναίσχυντος Βησσαρίων είπεν
ότι δεν δυνάμεθα να στηριχθώμεν εις την μαρτυρίαν μόνον ενός. Την επομένην επανελήφθη η
συζήτησις, πάντες δε προσεπάθουν ή να καταπείσουν ή να κατασιγάσουν τον Άγιον
Μάρκον. Αλλ’ ούτος ήτο ανίκητος. Δια να δείξη δε την διαφοράν της ΕΚ από της
ΔΙΑ, ανέφερε θεολογικώτατον ρητόν του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης, εις το οποίον
μεταχειρίζεται τας προθέσεις ΔΙΑ και ΜΕΤΑ εις μίαν έννοιαν. Έχει δε τούτο
ούτως: «Πατήρ μεν άναρχος και αγέννητος, και αεί Πατήρ νοείται· εξ αυτού δε
κατά το προσεχές αδιστάκτως ο μονογενής Υιός τω Πατρί συνεπινοείται ΔΙ’ ΑΥΤΟΥ
και ΜΕΤ’ ΑΥΤΟΥ πριν τι καινόν και ανυπόστατον δια μέσου παρεμπεσείν νόημα ευθύς
το Πνεύμα το Άγιον συνημμένως καταλαμβάνεται, ουχ υστερίζον τι κατά την ύπαρξιν
μετά τον Υιόν, ώστε ποτέ τον μονογενή δίχα του Πνεύματος νοηθήναι. Αλλ’ εκ μεν
του Θεού των όλων και αυτό την αιτίαν έχον του είναι, όθεν και το μονογενές
εστι φως, δια δε του αληθινού φωτός εκλάμπον, ούτε διαστήματι, ούτε φύσεως
ετερότητι του Πατρός ή του μονογενούς αποτέμνεται». Αλλά και πάλιν ο Νικαίας
προέβαλεν αντιρρήσεις καλών τον Άγιον να αναφέρη, εάν έχη, και άλλα ρητά.
Βλέπων ο βασιλεύς ότι η φλοξ της φιλονικίας εδυνάμωνεν, επρόσταξε να ετοιμάσουν
την προς τους Λατίνους απάντησιν και να φυλάξουν τας διχογνωμίας των δια
καταλληλότερον χρόνον. Τότε ο Ρωσίας Ισίδωρος έδειξε ψευδοτετράδιόν τι, γεμάτον
από πάσαν παραφθοράν, το οποίον είχε συνθέσει ο Ιωάννης Βάκκος, κατά τον καιρόν
του λατινόφρονος βασιλέως Μιχαήλ και ο οποίος λατινοφρονήσας έγινε Πατριάρχης,
ύστερον όμως καθηρέθη υπό Συνόδου και εξορισθείς κακώς ετελεύτησεν. Εκ τούτου ο
Ρωσίας ανέγνωσε πολλά ρητά, άλλα παρεφθαρμένα, άλλα κολοβωμένα, λέγων ότι ταύτα
ήσαν ρητά Ανατολικών Αγίων, δυνάμενα να συμβιβάσωσι τας δύο Εκκλησίας. Εχάρη ο
βασιλεύς και διέταξε να εκλέξωσιν εν ή δύο και συντάσσοντες την ιδικήν των
έκθεσιν πίστεως να την στείλουν εις τους Λατίνους. Συνετάγη λοιπόν η έκθεσις
από τους λατινόφρονας και εστάλη, οι Λατίνοι όμως εζήτησαν εξηγήσεις εις δώδεκα
κεφάλαια αυτής, λέγοντες ότι ή έπρεπε να δώσουν σαφείς και πλήρεις εξηγήσεις, ή
να δεχθούν την έκθεσιν, την οποίαν τους έστειλαν αυτοί πρωτύτερα. Ο βασιλεύς
και οι περί αυτόν, λαβόντες την απάντησιν ταύτην, έπεσαν εις απορίαν και κρατήσαντες
αυτήν μυστικήν, εσκέπτοντο τι να πράξουν. Αλλ’ ο Πάπας πάλιν εξεβίασε τα
πράγματα διακόψας το σιτηρέσιον και αναγκάσας τους ημετέρους να ζητούν τούτο ως
επαίται, μόνον δε όταν είδεν ότι κινδυνεύουν να αποθάνουν εκ πείνης έδωσεν εις
τούτους σιτηρέσιον δύο μηνών, αντί των καθυστερουμένων τεσσάρων. Μόνον εις τον
Εφέσου ουδέν εδόθη, όστις, ως είπεν ο διανομεύς, έτρωγε τον άρτον του Πάπα και
όμως ηναντιούτο εις αυτόν, μάλλον δ’ έπρεπε να δοθή εις τον Άγιον σάουλλα (ήτοι
σχοινίον απαγχονισμού). Ταύτα κατελάλησε κατά του δικαίου ο φαύλος εκείνος.
Συνεχίζεται
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου