Κάποτε, στο κάστρο της Αφρικής, ζούσε ένας χριστιανός πολύ πλούσιος, ο Πέτρος,
ο οποίος όμως ήταν σκληρόκαρδος και ανελεήμονας. Ήταν τόσο άσπλαχνος, που
κυριολεκτικά, δεν έδινε ούτε του αγγέλου του νερό.
Μια μέρα, οι ζητιάνοι του κάστρου συγκεντρώθηκαν σʼ ένα απόμερο σημείο κι εκεί, μετρώντας τις εισπράξεις της ημέρας, συζητούσαν τι τους έδιναν ως ελεημοσύνη.
Όταν αναφέρθηκε το όνομα του Πέτρου, όλοι δήλωσαν πως δεν είχαν δει τίποτα από τα χέρια του. Ακούγοντας αυτές τις δηλώσεις για έναν τόσο πλούσιο άρχοντα, ένας αρχάριος ζητιάνος τους χαρακτήρισε ανίκανους για την τέχνη της επαιτείας ( ζητιανιάς) και απεφάσισε να πάει ο ίδιος και νʼ αποσπάσει ελεημοσύνη απʼ αυτόν τον τόσο άκαρδο άνθρωπο. Ζήτησε, μάλιστα, να βάλουν και στοίχημα, αν τα κατάφερνε, να του δώσουν οι άλλοι ζητιάνοι όλες τις εισπράξεις της ημέρας εκείνης κι αν έχανε, να τους δώσει αυτός με την σειρά του τις εισπράξεις μιας εβδομάδας. Η συμφωνία κλείστηκε και ο θαραλλέος ζητιάνος πήγε στο σπίτι του άρχοντα Πέτρου.
Εκεί, έφθασε την ώρα που ο άρχοντας παρελάμβανε ο ίδιος ένα κοφίνι ψώνια, για την τροφοδοσία του αρχοντικού του. Στις επίμονες επικλήσεις και παρακλήσεις του ζητιάνου, ο Πέτρος απάντησε με ύβρεις και απειλές. Ο ζητιάνος όμως επέμενε. Τότε ο Πέτρος, αγανακτισμένος πήρε ένα καρβέλι ψωμί και το πέταξε στον ζητιάνο, για να τον χτυπήσει.
Θέλοντας και μη, του έδωσε την πολυπόθητη για τον επαίτη ελεημοσύνη, ο οποίος καταχαρούμενος που είχε κερδίσει το στοίχημα , έτρεξε στους συντρόφους του , που με τη σειρά τους, του κατέβαλαν τις εισπράξεις εκείνης της ημέρας.
Μετά την πάροδο δύο ημερών από αυτό το συμβάν, ο άρχοντας Πέτρος αρρώστησε βαρειά και οι γιατροί του δεν του έδιναν πολλές ελπίδες για ζωή. Ο ίδιος , χαροπαλεύοντας πλέον, είδε σαν όραμα, πως τον οδηγούσαν μπροστά στον Θεό, για να κριθεί. Σε μια ζυγαριά, η οποία θα μετρούσε τη ζωή του , από την μιαν πλευρά στέκονταν πολυάριθμοι δαίμονες κι από την άλλη, ο φύλακας άγγελός του. Όμως, οι δαίμονες κατέθεσαν στη ζυγαριά τις πάμπολλες αμαρτίες του, που βάραιναν επικίνδυνα, ενώ ο άγγελός του, δεν είχε τίποτε άλλο εκτός από εκείνο το καρβέλι το ψωμί, που είχε πετάξει, στο θυμό του, πάνω στον επίμονο ζητιάνο. Και ,ω του θαύματος ! η ασήμαντη εκείνη ελεημοσύνη , χάρη στην αμέτρητη μακροθυμία του Θεού, έφθασε και ξεπέρασε σε βάρος το πλήθος των κακών πράξεων του ανθρώπου αυτού. Και οι άγγελοι του είπαν, πως εξαιτίας αυτής του της ακούσιας ελεημοσύνης του χαρίζονταν η ζωή, αρκεί να συνέχιζε αυτήν την φορά να ελεεί με την θέλησή του πλέον.
Όταν συνήλθε από το όραμά του, διαπίστωσε πως αισθάνονταν τελείως καλά και συνειδητοποίησε πόσο σκληρόκαρδος στάθηκε και πόσο είχε διακινδυνεύσει την ψυχή του, ξεχνώντας την ανθρωπιά του. Έκτοτε, άρχισε να ζει τελείως διαφορετικά, ενάρετα και λιτά, δίνοντας τον πρώτο λόγο στις πολυάριθμες ελεημοσύνες, τις οποίες έκανε. Μάλιστα, δεν δίσταζε πολλές φορές να χαρίζει και τα ρούχα που φορούσε, όταν έβλεπε συνανθρώπους του σε μεγάλη φτώχεια. Έτσι, λοιπόν, ένα πρωί περπατώντας στους δρόμους της πόλης του, συνάντησε ένα φτωχό ναύτη , ο οποίος ζητούσε την συνδρομή των συμπολιτών του.
Μην έχοντας χρήματα μαζί του, ο Πέτρος έβγαλε στη στιγμή το καινούργιο επανωφόρι και το χάρισε στον φτωχό. Εκείνος, όμως, έχοντας ανάγκη από χρήματα μιά και το επανωφόρι δεν θα τον έτρεφε, το πούλησε. Ο Πέτρος, με τη σειρά του, το ανακάλυψε κατόπιν κρεμασμένο σʼ ένα κατάστημα κι αισθάνθηκε ξαφνικά πολύ άσχημα, γιατί πίστεψε πως ο ναύτης τον είχε εξαπατήσει, ενώ δεν είχε πραγματική ανάγκη. Και στεναχωρήθηκε πολύ, γιατί χωρίς να είναι σωστό , έπεσε στο σφάλμα της κατάκρισης. Αυτό που μετρούσε, ήταν η δική του καλή πράξη και όχι να κάνει κριτική στον φτωχό.
Θέλοντας, λοιπόν, να τον επαναφέρει στον σωστό δρόμο σκέψεως, ο Χριστός μας εμφανίστηκε το ίδιο βράδυ στον ύπνο του Πέτρου φορώντας το επανωφόρι, που ο άρχοντας είχε χαρίσει στον ναύτη και του είπε:<< Αυτό το γνωρίζεις ; Από τότε που μου το χάρισες , δεν το βγάζω από πάνω μου. Σʼευχαριστώ >>. Ο πρώην σκληρόκαρδος άρχοντας ξύπνησε διαφορετικός άνθρωπος . Αποφασίζει να χαρίσει ολόκληρη την περιουσία του στους φτωχούς και ο ίδιος να πουληθεί ως δούλος στην υπηρεσία ενός χριστιανού άρχοντα , ονόματι Ζωϊλου, στα Ιεροσόλυμα.
Έτσι, ξεκίνησε μια νέα ζωή διαφορετική από την προηγούμενη , ως δούλος κοντά στον χριστιανό Ζωϊλο. Εκτελούσε αγόγγυστα ό,τι τον πρόσταζαν. Όλες τις υπηρεσίες ακόμα και τις πιο ταπεινές. Δεχόταν τα πειράγματα , τις ειρωνείες , τις ύβρεις και τις ταπεινώσεις , στις οποίες τον υπέβαλαν οι άλλοι δούλοι του σπιτιού, χωρίς να θυμώνει ή να τους συμπεριφέρεται άσχημα. Προτιμούσε να νηστεύει και να προσεύχεται.
Ο κύριός του ο Ζωϊλος , ευχαριστημένος από την συμπεριφορά του ,θέλησε να τον απελευθερώσει. Ο Πέτρος, όμως αρνήθηκε. Άλλωστε ,είχε καταλάβει πλέον , πως για να εξαγοράσει τον προηγούμενο τρόπο ζωής και να εξιλεωθεί , έπρεπε νʼ ακολουθήσει τον δύσβατο δρόμο της ταπεινώσεως. Πέρασαν αρκετά χρόνια , όταν μιά μέρα φιλοξενήθηκαν στο σπίτι του Ζωίλου, κάποιοι συντοπίτες του Πέτρου , που είχαν φθάσει στα Ιεροσόλυμα, για να προσκυνήσουν τους Αγίους Τόπους. Αναγνώρισαν χωρίς δυσκολία τον παλιό άρχοντα του τόπου τους, ο οποίος τώρα υπηρετούσε ως ο τελευταίος δούλος, και το ανέφεραν στον κύριό του, αποκαλύπτοντάς του και την ταυτότητά του.
Θορυβημένος ο ταπεινός Πέτρος και θέλοντας νʼ αποφύγει ανώφελες εξηγήσεις και επαίνους , έτρεξε προ την πόρτα του αρχοντικού , όπου έστεκε θυρωρός ένας κωφάλαλος υπηρέτης. Χωρίς να χάσει λεπτό, ο Πέτρος τον πρόσταξε επιτακτικά : <<Στο όνομα του Δεσπότη Χριστού μας, σε διατάζω να ανοίξεις αμέσως την πόρτα !>> Ο πρώην κωφάλαλος και θαυμαστά υγιής πλέον δούλος , άνοιξε την πόρτα , αφήνοντας τον δρόμο ανοιχτό για τον Πέτρο, ο οποίος , χωρίς να δώσει σημασία σε όσους ήθελεν να τον συγχαρούν για όσα είχε κάνει, κατέφυγε σε μοναστήρι....
Η Εκκλησία μας εορτάζει τη μνήμη του στις 20 Ιανουαρίου.
Μια μέρα, οι ζητιάνοι του κάστρου συγκεντρώθηκαν σʼ ένα απόμερο σημείο κι εκεί, μετρώντας τις εισπράξεις της ημέρας, συζητούσαν τι τους έδιναν ως ελεημοσύνη.
Όταν αναφέρθηκε το όνομα του Πέτρου, όλοι δήλωσαν πως δεν είχαν δει τίποτα από τα χέρια του. Ακούγοντας αυτές τις δηλώσεις για έναν τόσο πλούσιο άρχοντα, ένας αρχάριος ζητιάνος τους χαρακτήρισε ανίκανους για την τέχνη της επαιτείας ( ζητιανιάς) και απεφάσισε να πάει ο ίδιος και νʼ αποσπάσει ελεημοσύνη απʼ αυτόν τον τόσο άκαρδο άνθρωπο. Ζήτησε, μάλιστα, να βάλουν και στοίχημα, αν τα κατάφερνε, να του δώσουν οι άλλοι ζητιάνοι όλες τις εισπράξεις της ημέρας εκείνης κι αν έχανε, να τους δώσει αυτός με την σειρά του τις εισπράξεις μιας εβδομάδας. Η συμφωνία κλείστηκε και ο θαραλλέος ζητιάνος πήγε στο σπίτι του άρχοντα Πέτρου.
H συνέχεια, “κλικ’’ πιο κάτω στο: Read more
Εκεί, έφθασε την ώρα που ο άρχοντας παρελάμβανε ο ίδιος ένα κοφίνι ψώνια, για την τροφοδοσία του αρχοντικού του. Στις επίμονες επικλήσεις και παρακλήσεις του ζητιάνου, ο Πέτρος απάντησε με ύβρεις και απειλές. Ο ζητιάνος όμως επέμενε. Τότε ο Πέτρος, αγανακτισμένος πήρε ένα καρβέλι ψωμί και το πέταξε στον ζητιάνο, για να τον χτυπήσει.
Θέλοντας και μη, του έδωσε την πολυπόθητη για τον επαίτη ελεημοσύνη, ο οποίος καταχαρούμενος που είχε κερδίσει το στοίχημα , έτρεξε στους συντρόφους του , που με τη σειρά τους, του κατέβαλαν τις εισπράξεις εκείνης της ημέρας.
Μετά την πάροδο δύο ημερών από αυτό το συμβάν, ο άρχοντας Πέτρος αρρώστησε βαρειά και οι γιατροί του δεν του έδιναν πολλές ελπίδες για ζωή. Ο ίδιος , χαροπαλεύοντας πλέον, είδε σαν όραμα, πως τον οδηγούσαν μπροστά στον Θεό, για να κριθεί. Σε μια ζυγαριά, η οποία θα μετρούσε τη ζωή του , από την μιαν πλευρά στέκονταν πολυάριθμοι δαίμονες κι από την άλλη, ο φύλακας άγγελός του. Όμως, οι δαίμονες κατέθεσαν στη ζυγαριά τις πάμπολλες αμαρτίες του, που βάραιναν επικίνδυνα, ενώ ο άγγελός του, δεν είχε τίποτε άλλο εκτός από εκείνο το καρβέλι το ψωμί, που είχε πετάξει, στο θυμό του, πάνω στον επίμονο ζητιάνο. Και ,ω του θαύματος ! η ασήμαντη εκείνη ελεημοσύνη , χάρη στην αμέτρητη μακροθυμία του Θεού, έφθασε και ξεπέρασε σε βάρος το πλήθος των κακών πράξεων του ανθρώπου αυτού. Και οι άγγελοι του είπαν, πως εξαιτίας αυτής του της ακούσιας ελεημοσύνης του χαρίζονταν η ζωή, αρκεί να συνέχιζε αυτήν την φορά να ελεεί με την θέλησή του πλέον.
Όταν συνήλθε από το όραμά του, διαπίστωσε πως αισθάνονταν τελείως καλά και συνειδητοποίησε πόσο σκληρόκαρδος στάθηκε και πόσο είχε διακινδυνεύσει την ψυχή του, ξεχνώντας την ανθρωπιά του. Έκτοτε, άρχισε να ζει τελείως διαφορετικά, ενάρετα και λιτά, δίνοντας τον πρώτο λόγο στις πολυάριθμες ελεημοσύνες, τις οποίες έκανε. Μάλιστα, δεν δίσταζε πολλές φορές να χαρίζει και τα ρούχα που φορούσε, όταν έβλεπε συνανθρώπους του σε μεγάλη φτώχεια. Έτσι, λοιπόν, ένα πρωί περπατώντας στους δρόμους της πόλης του, συνάντησε ένα φτωχό ναύτη , ο οποίος ζητούσε την συνδρομή των συμπολιτών του.
Μην έχοντας χρήματα μαζί του, ο Πέτρος έβγαλε στη στιγμή το καινούργιο επανωφόρι και το χάρισε στον φτωχό. Εκείνος, όμως, έχοντας ανάγκη από χρήματα μιά και το επανωφόρι δεν θα τον έτρεφε, το πούλησε. Ο Πέτρος, με τη σειρά του, το ανακάλυψε κατόπιν κρεμασμένο σʼ ένα κατάστημα κι αισθάνθηκε ξαφνικά πολύ άσχημα, γιατί πίστεψε πως ο ναύτης τον είχε εξαπατήσει, ενώ δεν είχε πραγματική ανάγκη. Και στεναχωρήθηκε πολύ, γιατί χωρίς να είναι σωστό , έπεσε στο σφάλμα της κατάκρισης. Αυτό που μετρούσε, ήταν η δική του καλή πράξη και όχι να κάνει κριτική στον φτωχό.
Θέλοντας, λοιπόν, να τον επαναφέρει στον σωστό δρόμο σκέψεως, ο Χριστός μας εμφανίστηκε το ίδιο βράδυ στον ύπνο του Πέτρου φορώντας το επανωφόρι, που ο άρχοντας είχε χαρίσει στον ναύτη και του είπε:<< Αυτό το γνωρίζεις ; Από τότε που μου το χάρισες , δεν το βγάζω από πάνω μου. Σʼευχαριστώ >>. Ο πρώην σκληρόκαρδος άρχοντας ξύπνησε διαφορετικός άνθρωπος . Αποφασίζει να χαρίσει ολόκληρη την περιουσία του στους φτωχούς και ο ίδιος να πουληθεί ως δούλος στην υπηρεσία ενός χριστιανού άρχοντα , ονόματι Ζωϊλου, στα Ιεροσόλυμα.
Έτσι, ξεκίνησε μια νέα ζωή διαφορετική από την προηγούμενη , ως δούλος κοντά στον χριστιανό Ζωϊλο. Εκτελούσε αγόγγυστα ό,τι τον πρόσταζαν. Όλες τις υπηρεσίες ακόμα και τις πιο ταπεινές. Δεχόταν τα πειράγματα , τις ειρωνείες , τις ύβρεις και τις ταπεινώσεις , στις οποίες τον υπέβαλαν οι άλλοι δούλοι του σπιτιού, χωρίς να θυμώνει ή να τους συμπεριφέρεται άσχημα. Προτιμούσε να νηστεύει και να προσεύχεται.
Ο κύριός του ο Ζωϊλος , ευχαριστημένος από την συμπεριφορά του ,θέλησε να τον απελευθερώσει. Ο Πέτρος, όμως αρνήθηκε. Άλλωστε ,είχε καταλάβει πλέον , πως για να εξαγοράσει τον προηγούμενο τρόπο ζωής και να εξιλεωθεί , έπρεπε νʼ ακολουθήσει τον δύσβατο δρόμο της ταπεινώσεως. Πέρασαν αρκετά χρόνια , όταν μιά μέρα φιλοξενήθηκαν στο σπίτι του Ζωίλου, κάποιοι συντοπίτες του Πέτρου , που είχαν φθάσει στα Ιεροσόλυμα, για να προσκυνήσουν τους Αγίους Τόπους. Αναγνώρισαν χωρίς δυσκολία τον παλιό άρχοντα του τόπου τους, ο οποίος τώρα υπηρετούσε ως ο τελευταίος δούλος, και το ανέφεραν στον κύριό του, αποκαλύπτοντάς του και την ταυτότητά του.
Θορυβημένος ο ταπεινός Πέτρος και θέλοντας νʼ αποφύγει ανώφελες εξηγήσεις και επαίνους , έτρεξε προ την πόρτα του αρχοντικού , όπου έστεκε θυρωρός ένας κωφάλαλος υπηρέτης. Χωρίς να χάσει λεπτό, ο Πέτρος τον πρόσταξε επιτακτικά : <<Στο όνομα του Δεσπότη Χριστού μας, σε διατάζω να ανοίξεις αμέσως την πόρτα !>> Ο πρώην κωφάλαλος και θαυμαστά υγιής πλέον δούλος , άνοιξε την πόρτα , αφήνοντας τον δρόμο ανοιχτό για τον Πέτρο, ο οποίος , χωρίς να δώσει σημασία σε όσους ήθελεν να τον συγχαρούν για όσα είχε κάνει, κατέφυγε σε μοναστήρι....
Η Εκκλησία μας εορτάζει τη μνήμη του στις 20 Ιανουαρίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου