Επιστολή 19η
Εν Αθήναις τη 1 Δεκεμβρίου 1905
Θυγάτηρ εν Κυρίω αγαπητή Οσία Ξένη, εύχομαί σοι πατρικώς.
(ν΄ αναγνωσθή εις επήκοον πασών των αδελφών)
Χθες ελειτούργησα εις το Πτωχοκομείον και ωμίλησα περί καθαράς καρδίας και πνεύματος, ευρέως αναπτύξας τους λόγους του Ναθαναήλ: «Ραββί, Συ ει ο Υιός του Θεού, Συ ει ο Βασιλεύς του Ισραήλ». Τούτον τον λόγον σήμερον σοι γράφω δια την σπουδαιότητα του θέματος αυτού αρχήν δε του λόγου εποιησάμην ώδε.
Εξίσταμαι, Χριστιανοί αδελφοί, και απορεί και θαυμάζει, ο την θαυμασίαν ταύτην ομολογίαν του Ναθαναήλ ακούων: «Ραββί, Συ ει ο Υιός του Θεού, Συ ει ο Βασιλεύς του Ισραήλ», διότι η ομολογία αυτού εγένετο τόσον ταχέως και μετά τελείας πεποιθήσεως. Πόθεν η γνώσις αύτη; Πόθεν η πληροφορία και η βεβαιότης; Τι εγένετο εν αυτώ, εν τη ψυχή και τη καρδία αυτού, ίνα εντός ολίγων στιγμών επιγνώ, ότι ο ομιλητής αυτού ήτο ο Υιός του Θεού, ο Βασιλεύς του Ισραήλ, ο αναμενόμενος Μεσσίας, περί ου έγραψεν Μωϋσής εν τω Νόμω και οι Προφήται; Αληθώς ο Κύριος απεκάλυψεν αυτώ, ότε είδεν αυτόν υπό την συκήν όντα. Αλλ΄ αύτη μόνη ήρκεσεν η φανέρωσις προς πίστιν, βεβαίωσιν και ομολογίαν; Εάν μόνη αύτη ήρκεσεν εις τον Ναθαναήλ, γενάται η απορία διατί εις τούτον μεν ελάχιστος χρόνος, μία τις αποκάλυψις ήρκεσεν εις γνώσιν Θεού και ομολογίαν πίστεως, τοις δε Ιουδαίοις και ιδίως τοις Γραμματεύσι και Φαρισαίοις ουδ΄ ο όλος επί της γης βίος του Κυρίου, ουδέ τα έργα Αυτού, ουδέ οι λόγοι Αυτού, ουδέ η ομολογία Αυτού ήρκεσαν, ίνα πληροφορήσωσιν αυτούς περί του προσώπου και του θείου χαρακτήρος Αυτού; Και ου μόνον ουδαμώς επείσθησαν, αλλά και ελιθοβόλουν Αυτόν, ομολογούντα περί Εαυτού και επί τέλους και κατεδίκασαν εις θάνατον, διότι Υιόν Θεού Εαυτόν εποίησεν; Πόθεν η τοιαύτη αντίθεσις και των αποτελεσμάτων εις δύο διαφόρους την αυτήν λαβόντας πληροφορίαν περί του προσώπου του Κυρίου; την απορίαν ημών ταύτην λύει Αυτός ο Κύριος δια της φανερώσεως προς τους Εαυτού μαθητάς του αγνού και καθαρού χαρακτήρος του Ναθαναήλ: «Ίδε αληθώς Ισραηλίτης, ενώ δόλος ουκ έστι». Ιδού ο λόγος των αντιθέτων αποτελεσμάτων εκ του αυτού δεδομένου. Ο μεν Ναθαναήλ επίστευσεν αμέσως και ωμολόγησεν, ότι ο Κύριος, ο Ραββί, ήτο Υιός του Θεού, ο Βασιλεύς του Ισραήλ, διότι αληθώς Ισραηλίτης, άδολος και καθαρός τη καρδία, εν η δόλος ουκ υπήρχεν, οι δε Φαρισαίοι και Γραμματείς και οι λοιποί άπιστοι Ιουδαίοι, διότι ήσαν γεννήματα εχιδνών, υιοί του ψεύδους και γενεά άπιστος, διεστραμμένη και μοιχαλίς, ως Αυτός ο Κύριος εκάλεσεν αυτούς δια την δολιότητα και ακαθαρσίαν των καρδιών αυτών. Εντεύθεν τα διάφορα αποτελέσματα, εντεύθεν ο μεν καθαρός τη καρδία Ναθαναήλ άμα είδεν, επίστευσε και ωμολόγησεν, οι δε Φαρισαίοι, οι Γραμματείς και οι ψευδώς επιλεγόμενοι Ισραηλίται Ιουδαίοι δεν επίστευσαν. Και πως ήτο δυνατόν, Χριστιανοί αδελφοί, να πιστεύσωσιν οι Ιουδαίοι, οι τοιαύτην έχοντες καρδίαν; Διότι εν τοιαύτη εσκοτισμένη καρδία, εν τοιαύτη πεπληρωμένη ζόφου καρδία, εν τοιαύτη υπό πυκνών μελανών νεφών, εμπεπλησμένων κεραυνών και καταιγίδων καρδία πως δύναται να εισδύση το φως της γνώσεως, το φως της αληθείας; Βεβαίως αδύνατον. Αλλά και «τις κοινωνία φωτί προς σκότος»; Το θείον φως τίζει τας καθαράς καρδίας και την καθαράν διάνοιαν, διότι αύται εισι δεκτικαί φωτός, αι δε ακάθαρτοι καρδίαι και διάνοιαι, ως ανεπίδεκτοι φωτισμού αποστρέφονται το φως της γνώσεως, το φως της αληθείας, διότι αρέσκονται εν τη σκοτία. Περί της τοιαύτης ηθικής εξαχρειώσεως των Ιουδαίων προφητεύων ο Ησαϊας λέγει: «ώτα έχουσι και ουκ ακούσωσιν, οφθαλμούς έχουσι και ουκ όψονται, επαχύνθη γαρ η καρδία του λαού τούτου και τοις ωσί βαρέως ήκουσαν και τους οφθαλμούς εκάμυσαν, ίνα βλέποντες μη βλέπωσι και ακούοντες μη ακούωσι και τη καρδία μη σινιώσι και επιστρέψωσι και ιάσομαι αυτούς». Ώστε δεν επίστευσαν, επειδή επαχύνθη η καρδία του λαού του Ισραήλ ήτοι επωρώθη ένεκα των κακιών αυτών και τούτου ένεκα δεν επίστευσαν, ο δε αληθώς Ισραηλίτης επίστευσεν και ωμολόγησεν Υιόν Θεού τον Κύριον, διότι είχε καρδίαν άδολον. Μέγα τι, χριστιανοί αδελφοί, η άδολος και καθαρά καρδία, διότι είναι δεκτική θείου φωτός και θείων αποκαλύψεων, εκ της ομολογίας του Ναθαναήλ βεβαιούμεθα περί τούτου. Ότε ο Πέτρος ερωτηθείς παρά του Κυρίου «υμείς δε τίνα με λέγετε είναι», ωμολόγησεν την αυτήν τω Ναθαναήλ ομολογίαν, ο Κύριος είπεν αυτώ ότι «σαρξ και αίμα ουκ απεκάλυψεν, αυτώ, αλλ΄ ο Πατήρ αυτού ο εν τοις ουρανοίς», και αληθώς μόνος ο Πατήρ ο εν τοις ουρανοίς ηδύνατο ν΄ αποκαλύψη τω Ναθαναήλ, ότι ο νέος Ραββί, ον κατά πρώτον έβλεπεν, ήτο ο Υιός του Θεού, ο Βασιλεύς του Ισραήλ. Άνευ της τοιαύτης θείας αποκαλύψεως ήτο αδύνατον να γνωρίση εις Ιουδαίος, αγνοών το τρισυπόστατον της Θεότητος και τας ιδιότητας των υποστάσεων της Τριαδικής Θεότητος, να ομολογήση, ότι ο Ιησούς, ο Ραββί, ήτο Υιός του Ουρανίου Πατρός. Ώστε πάντως, ως τω Πέτρω και τω Ναθαναήλ, ο Πατήρ ο Ουράνιος απεκάλυψεν ότι ο Κύριος Ιησούς Χριστός ήτο ο Υιός του Θεού, ο Βασιλεύς του Ισραήλ. Απεκάλυψε δε αυτώ το μυστήριον δια την καθαράν καρδίαν αυτού. Η γνώσις του λόγου της αποκαλύψεως είναι μία ετέρα μεγίστη αποκάλυψις, χριστιανοί αδελφοί. Εκ τούτου διδασκόμεθα, ότι ο Θεός αγαπά τους καθαράν έχοντας καρδίαν, εισακούει αυτών δεομένων, χαρίζεται αυτοίς τα προς σωτηρίαν αιτήματα, αποκαλύπτεται αυτοίς και διδάσκει αυτούς μυστήρια θείας φύσεως. Ταύτα πάντα ο άδολος Ναθαναήλ ηξιώθη ν΄ απολαύση δια την καθαράν αυτού καρδίαν. Παρά του Κυρίου μανθάνομεν, ότι ο Ναθαναήλ ην υπό την συκήν και ότι είδεν αυτόν ο Κύριος. Εκ τούτου μανθάνομεν, ότι ο Κύριος, ως Θεός, είδεν αυτόν και εισήκουσεν της φωνής αυτού δεομένου υπό την συκήν. Εκ της κλήσεως του Φιλίππου και εκ της συναντήσεως και επιγνώσεως του Ιησού συνάγεται η του αιτήματος αυτού πλήρωσις. Εκ της ομολογίας η αποκάλυψις, εκ δε της συναριθμήσεως αυτού μετά των δώδεκα Αποστόλων η κλήσις αυτού υπό του Θεού εις το μέγα του Αποστόλου αξίωμα, ων τα ονόματα εγράφη εν τοις ουρανοίς (ο Ναθαναήλ είναι ο Βαρθολομαίος). Ιδού οποίων μεγίστων αγαθών γίνεται αιτία τω ανθρώπω η καθαρά καρδία. Ουδέν της καθαράς καρδίας μείζον, αληθώς ουδέν ταύτης μείζον, διότι τι μείζον του θρόνου του Θεού; Ουδέν. Ώστε ουδέ της καθαράς καρδίας μείζον, αφού και αύτη θρόνος γίνεται Θεού. περί τούτου αυτός ο Κύριος λέγει, θέλει ενοικήση και εμπεριπατήση εν αυτή και μονήν παρ΄ αυτή ποιήση, εις ποίαν άλλην καρδίαν ή εις την καθαράν καρδίαν θέλει ενοικήση ο Θεός; Ο Κύριος δια του Προφήτου Ησαϊου παρήγγελλε τοις Ιουδαίοις, ίνα λουσθώσι και καθαρισθώσι πρότερον, ίνα διαλλαγή προς αυτούς. Ώστε προς μόνους τους καθαρούς την καρδίαν το θείον διαλλάσσεται και τούτοις εμφανίζεται και εν τούτοις κατοικεί. Ο προφήτης Δαυϊδ καρδίαν καθαράν εζήτει παρά του Θεού, ίνα διαλλαγή προς το θείον, και πνεύμα ευθές, ίνα μη μελετά πονηρά και σκολιά. Αμφότεραι αι αρεταί συμβαδίζουσιν, αδύνατον δε να χωρισθώσιν απ΄ αλλήλων. Αμφοτέρας εκέκτητο και ο Ναθαναήλ κατά την μαρτυρίαν του Κυρίου. Ταύτα λοιπόν ν΄ αγαπήσωμεν και ταύτα παρά του Θεού εκζητήσωμεν και υπέρ αυτών ανάγκη ν΄ αγωνισθώμεν, διότι μόνοι αύται άγουσι ημάς εις τελειότητα, μόνα τα δύο ταύτα καθιστώσιν ημάς εικόνας Θεού, μόνοις τούτοις η καρδία ημών θρόνος γίνεται Θεού, μόνοις τούτοις αποβαίνομεν μακάριοι και μόνοις τούτοις, ως αρραβώνα, λαμβάνομεν την πληροφορίαν των μελλόντων αγαθών. Τοιαύτα τινα είπομεν και έτερα τινα περί μακαριότητος. Ταύτα δε έγραψα προς διδασκαλίαν σας.
Σας εύχομαι και διατελώ προς Θεόν ευχέτης.
Ο Πνευματικός Πατήρ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου