ΚΥΡΙΑΚΗ ΧΑΝΑΝΑΙΑΣ -- Π. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΗΝΑ

Ἡ Χαναναία ἐβγῆκεν ἀπό τά σύνορα ἐκεῖνα, εἰς τά μέρη Τύρου καί Σιδῶνος καί ἐφώναξε δυνατά καί εἶπε: «Ἐλέησον με, Κύριε, ἔνδοξε ἀπόγονε τοῦ Δαυίδ. Ἡ θυγατέρα μου κατέχεται ἀπό δαιμόνιο· καί ὑποφέρει φριχτά, ἐγώ δέ ὡς μάνα φριχτότερα. Κύριε, ἐλέησόν με τήν ἁμαρτωλή καί ταλαίπωρη καί δῶσε τήν Χάριν Σου· μή μέ ἀφήσεις παραπάνω νά πειρασθῶ ἀπ΄ ὅ,τι μπορῶ. Θεωρῶ τόν ἑαυτό μου πιό ἁμαρτωλό ἀπ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους. Αὐτό μοῦ λέει ὁ λογισμός μου». [1]

Καί ὅταν, σεβαστή γερόντισσα, αὐτός ὁ λογισμός πολυκαιρίζει, συνήθως ἀκολουθεῖ στήν διάνοια κάποια ἔλλαμψη ὡς ἀκτίνα Φωτός. Κατ’ αὐτόν τόν τρόπον, μέ αὐτήν τήν στάση ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ, ἑτοίμαζε τήν καρδιά της γιά τήν μητέρα τῶν μαχῶν, ἡ Χαναναία.

Πίστεψε βαθιά μέσα στήν ψυχή της, πώς ὁ σαρκωθείς Θεάνθρωπος γίνεται τά πάντα γι’ αὐτούς πού συντονίζουν τίς πνευματικές τους κεραῖες μ’ αὐτές τοῦ Ἰησοῦ, ἤτοι τοῦ θελήματός Του. Ὁ Χριστός τόνιζε πάντοτε ὅτι εἶναι πρᾶος καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ· ἡ ἐντολή εἶναι ξεκάθαρη καί ἀπευθύνεται πρός ὅλους. Ὁ Θεός πλάττοντας τόν ἄνθρωπο αὐτεξούσιο, τόν ἀξίωσε μεγάλης προνοίας, ὥστε χρησιμοποιώντας σωστά τό λογικόν, νά κλίνει πρός τό ἀγαθόν, μισώντας τό πονηρόν. Ἡ Χαναναία, κατάλαβε τό ἑξῆς· ἀφοῦ ἔχουμε γίνει ἀπό τόν Θεό αὐτεξούσιοι καί ἐλάβαμε μέσα μας τό ἡγεμονικόν τῆς ψυχῆς, ὡς ἐξουσιαστική δύναμη κατά τῶν παθῶν, κυρίως τῆς ὑπερηφανείας· ἐάν λοιπόν μέ αὐτομεμψία καί ταπείνωση πλησιάσουμε τόν γλυκύτατον Ἰησοῦν, δέν ἔχουμε κανέναν νά μᾶς κυριαρχεῖ, νά μᾶς ἐκβιάζει, οὔτε κι’ αὐτόν τόν δαίμονα πού κυριαρχοῦσε στήν καρδιά τῆς θυγατέρας της. Ὁπλίστηκε, λοιπόν, μέ τίς περιεκτικές ἀρετές· τήν παράκληση, τήν ὑπομονή, τήν ταπείνωση, πού ἀπ’ αὐτές γεννιέται ἡ ἔμπονη προσευχή, ὁλοένα αὐξανόμενη, σέ κάθε περίπτωση.

Ἰδού, ἀδελφοί μου, ὁ Κύριος Ἰησοῦς ὡς Παντογνώστης καί προγνωρίζοντας τό θεοφιλές πένθος, τόν πόνο πού γεννᾶ τίς ἀρετές, θεϊκῷ τῷ τρόπῳ, βοηθάει νά ἔλθουν στήν ἐπιφάνεια ἐνώπιον ὅλων, κυρίως τῶν Ἑβραίων, οἱ εὐγενεῖς ἀρετές τῆς καρδιᾶς της· δηλαδή, ἡ πίστις, ἡ αὐτομεμψία πού συνυπάρχει πάντοτε μέ τήν ταπείνωση τῆς ψυχῆς. Ὁ ἀγῶνας ἀδελφοί μου, ἀρχίζει ἐδῶ καί τώρα· ἡ πάλη μεταξύ Θεανθρώπου καί τῆς γυναικός, τῆς Χαναναίας, ἐξελίσσεται.

Ὁ Κύριος, κατ’ ἀρχήν, σιωπᾶ. Στήν παράκλησή της δέν ἀπεκρίθη· πλησιάζουν οἱ μαθητές· παρακαλοῦν, λέγοντες: «Κάμε της αὐτό πού ζητεῖ γιά νά φύγει, διότι φωνάζει δυνατά ἀπό πίσω μας καί ἀπό τίς φωνές της θά μαζευτεῖ λαός πολύς».

Μυστήριο! Αὐτό ἀκριβῶς ἐπιζητᾶ κι ὁ Μεσσίας· νά μαζευτοῦν ὅσο τό δυνατόν περισσότεροι Ἰουδαῖοι· νά μάθουν ὅλοι τί ἐστί ἀληθινή πίστη, ἀληθινή αὐτομεμψία, θεία ταπείνωση. Ἀποκρίνεται, λοιπόν, ὁ Ἰησοῦς καί εἶπε: «δέν ἀπεστάλην ἀπό τόν Πατέρα μου παρά διά τά χαμένα πρόβατα τοῦ Ἰσραηλιτοῦ γένους».

Ἐντούτοις, σέ ὁποιαδήποτε δοκιμασία κι ἄν τήν ὑπέβαλε ὁ Χριστός, ἐκείνη ἦταν πολύ δυνατά ὁπλισμένη. Κατεῖχε ὅπλα ἀχτύπητα, ἀποτελεσματικά. Δηλαδή, τήν αὐτομεμψία, τήν ταπείνωση, τήν πραότητα, τόν πόνο πού ὁδηγεῖ στήν ἐλπίδα, στήν μετάνοια, στήν ἐξομολόγηση. Γι’ αὐτόν τόν λόγο δέν ἀπογοητεύτηκε, ἀλλ’ ἔπεσε στά πόδια τοῦ Ἰησοῦ καί ἔλεγε: «Κύριε, βοήθα με».

Ὁ Χριστός, συνεχίζει νά τήν δοκιμάζει· τήν φτάνει στά ἄκρα, στά ὅριά της. Τῆς ἀπαντᾶ: «Δέν εἶναι σωστό νά πάρει κανείς τό ψωμί τῶν παιδιῶν καί νά τό ρίξει στά σκυλάκια». Ἰδού, ἀδελφοί μου, καί ἡ μεγαλειώδης ἀπάντηση στόν Ἰησοῦ, αὐτῆς τῆς σπουδαίας γυναίκας: «Κύριε, ναί, δέχομαι ὅτι εἶμαι σκυλάκι- εἰδωλολάτρης· πιστεύω ἐντούτοις ὅτι Σύ εἶσαι ὁ Δημιουργός καί Πλάστης τῆς κτίσεως. Συνεπῶς καί ἐμέ· Πατέρας δέ ὅλων τῶν ἀνθρώπων.Σάν σκυλάκι λοιπόν, σέ παρακαλῶ, νά λάβω κι ἐγώ λίγα ψίχουλα ἀπ’ αὐτά πού πίπτουν ἀπό τό τραπέζι τῶν Κυρίων».

Ὦ, εὐλογημένη γυναῖκα! Τί ἀπάντηση εἶναι αὐτή!!! Ὄντως ἡ πίστις σου εἶναι μεγάλη· ἡ ταπείνωσή σου μεγαλύτερη καί ἡ αὐτομεμψία σου μέγιστη. Ἄς γίνει εἰς σέ, ὅπως θέλεις. Πράγματι Μέ νίκησες κι αὐτή εἶναι ἡ χαρά μου· ἡ ἐπιθυμία μου ἡ θεϊκή, ὥστε καί τά ἄλλα πρόβατα τά πλανεμένα νά ἔλθουν διά τῆς πίστεως σέ Μένα πού εἶμαι ἡ θύρα· νά εἰσέρχονται καί νά ἐξέρχονται, νά τρῶνε, νά πίνουν στήν πνευματική τράπεζα τοῦ Πατέρα μου, μαζί μου, στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ· τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὅπου ἀνήκει ἡ Βασιλεία, ἡ Δύναμις καί τό Κράτος εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.



[1](Α’ Κορινθ. 10, 13)

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: