ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΙΝ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ.

Λόγος κοινή γλώσση εις την προσκύνησιν του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού, λεχθείς τη Τρίτη Κυριακή των αγίων Νηστειών.                                         

Η σημερινή αγία ημέρα, ευλογημένοι Χριστιανοί, ομοιάζει με προετοιμασίαν υποδοχής βασιλέως, επιστρέφοντος νικητού από τον πόλεμον. Διότι καθώς ο βασιλεύς, όστις νικήση τους εχθρούς του και ετοιμάζεται να επιστρέψη εις την πόλιν του, αποστέλλει έμπροσθεν αυτού κήρυκας να αναγγείλουν την νίκην του, δια να χαρούν οι άνθρωποι και να ετοιμασθούν δια την υποδοχήν του, ούτω και ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ο μέγας Βασιλεύς, επειδή εις ολίγας ημέρας μέλλει να δείξη την νίκην και το τρόπαιον, το οποίον έκαμε κατά του διαβόλου, με την Ταφήν Του και την Αγίαν Του Ανάστασιν, δια τούτο προέπεμψε τον Τίμιον και Άγιον Σταυρόν σήμερον δια να ετοιμασθώμεν και ημείς εις υποδοχήν του. Είναι λοιπόν σήμερον ημέρα προσκυνήσεως του Τιμίου Σταυρού. Δια τούτο και ημείς, ω φιλόχριστοι, μετά φόβου και τρόμου ας τον προσκυνήσωμεν, μετά ψυχικής χαράς και ευφροσύνης πνευματικής ας τον ασπασθώμεν. Διότι σήμερον γίνεται χαρά εν ουρανοίς και επί γης.

Σήμερον χαίρονται οι Άγγελοι και πανηγυρίζουν οι άνθρωποι, διότι φαίνεται εις τον κόσμον ο λαμπρότατος Σταυρός του Χριστού, από τον οποίον δαίμονες και ασθένειαι φεύγουσιν, αμαρτωλοί θεραπεύονται και όλα τα πέρατα της γης καταφωτίζονται. Σήμερον και η Εκκλησία του Χριστού ωσάν άλλος Παράδεισος φαίνεται, διότι καθώς ο Παράδεισος είχεν εις το μέσον το ξύλον της γνώσεως, το οποίον εθανάτωσε τον Αδάμ δια την παρακοήν του, ούτω και η Εκκλησία μας η αγία έχει τον Σταυρόν, το ξύλον της ζωής, το οποίον ανέστησε τον Αδάμ δια του θανάτου του Χριστού. Δια τούτο και ο Χριστός φανερώνει σήμερον εις ημάς τους ανθρώπους τον Τίμιον Σταυρόν δια να τον απολαύσωμεν ως αίτιον της αναστάσεως όλης της ανθρωπίνης φύσεως. Σήμερον επληρώθη η προφητεία του Προφήτου Δαβίδ, ήτις λέγει· «Προσκυνήσωμεν εις τον τόπον, ου έστησαν οι πόδες αυτού» (Ψαλμ. ρλα: 7). Ας ευφραίνεται λοιπόν και η Εκκλησία του Χριστού και ας χαίρη με πνευματικήν χαράν και αγαλλίασιν, διότι ιδού ημείς, τα τέκνα της, εσυνάχθημεν να εορτάσωμεν την πνευματικήν αυτήν εορτήν και πανήγυριν. Αν δε και εκακοπαθήσαμεν, διανύοντες τον δρόμον της νηστείας έως την σήμερον, όμως ήλθεν η ημέρα και να πανηγυρίσωμεν. Και όπως οδοιπόρος τις πορευόμενος εις οδόν μακρυνήν και κατακαιόμενος υπό του ηλίου και υπό του καύματος πειραζόμενος, όταν εύρη εις το μέσον της οδού δένδρον ωραίον και πολύφυλλον κάθηται υποκάτω αυτού και αναπαύεται εις την σκιάν του, ούτω πράττομεν και ημείς σήμερον. Επειδή εδοκιμάσθημεν από τον κόπον της νηστείας, ευρίσκομεν σήμερον τον Τίμιον και Άγιον Σταυρόν εις το μέσον της αγίας Τεσσαρακοστής και πανηγυρίζομεν την κατά Θεόν πανήγυριν χάριν μικράς αναψυχής και αναπαύσεως και δια να ανανεώσωμεν τας δυνάμεις μας και δυνηθώμεν να φέρωμεν εις πέρας τον επίλοιπον δρόμον της νηστείας. Διότι ο Άγιος Σταυρός είναι όπλον ακατανίκητον εις κάθε Χριστιανόν. Των βασιλέων είναι νίκη, των Εκκλησιών είναι τιμή, των δαιμόνων διώκτης και των ευσεβών φύλαξ. Δια τούτο ευτυχείς είναι εκείνοι, οίτινες τον προσκυνούν σήμερον μετά καθαράς καρδίας· καλότυχοι όσοι είναι εξ εκείνων, τους οποίους ορίζει σήμερον ο Κύριος εις το άγιον Ευαγγέλιον, ότι είναι άξιοι να τον ακολουθούν, διότι λέγει· «Ει τις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι» (Ματθ. ιστ: 24, Μάρκ. η: 34). Ίδε δε ότι με μεγάλην λεπτότητα εκφέρει ο Κύριος τον λόγον του. Δεν είπε, καν θέλετε, καν μη θέλετε, ακολουθήσατέ με· αλλά πως; «Ει τις θέλει…». Δηλονότι δεν βιάζω, δεν δυναστεύω, δεν αναγκάζω· καθείς είναι κύριος του εαυτού του, καθείς είναι βασιλεύς της κεφαλής του, ο καθείς είναι εξουσιαστής της γνώμης του και της ψυχής του, και δύναται, αν θελήση, να την σώση, ή αν επιθυμή, να την κολάση. Δια τούτο λέγω· Ει τις θέλει να έλθη οπίσω μου. Εις αγαθόν σας καλώ, εις καλόν σας προσκαλώ, εις ανάπαυσιν σας προτρέπω· δια τούτο ελάτε θεληματικώς, καν ανήρ, καν γυνή, καν άρχων, καν πτωχός θέλει να σωθή, ας αρνηθή τον εαυτόν του, ας λάβη τον σταυρόν του και ας με ακολουθήση. Τρία τινά περιέχει αυτή η εντολή του Κυρίου· πρώτον μεν να αρνηθή κανείς τον εαυτόν του· δεύτερον να πάρη τον σταυρόν του· και τρίτον να τον ακολουθήση. Ας εξετάσωμεν λοιπόν τα τρία ταύτα, και πρώτον ας ίδωμεν τι σημαίνει το να αρνηθή κανείς τον εαυτόν του. Προ τούτου όμως, ας είπωμεν τι είναι άρνησις άλλου τινός και κατόπιν θέλομεν είπει τι είναι άρνησις του εαυτού μας. Εκείνος όστις αρνείται άλλον, ή αδελφόν ή φίλον ή γείτονα, ή οιονδήποτε άλλον άνθρωπον, καν ίδη να τον παιδεύουν ή να τον φονεύουν, ή άλλο κακόν να του κάμουν, δεν τον σκέπτεται, δεν τον βοηθεί, δεν τον λυπείται, επειδή πλέον απεχωρίσθη απ’ αυτού. Ούτω θέλει και ο Θεός να μη λυπούμεθα και ημείς το σώμα μας, καν μας μαστιγώνουν δια το όνομά Του, καν άλλο τι θλιβερόν μας κάμουν δια την Πίστιν μας, να μη το σκεπτώμεθα ουδόλως· αυτό είναι το να αρνηθή κανείς τον εαυτόν του. Δεν είπε δε απλώς «Αρνησάσθω», αλλ’ «Απαρνησάσθω», δηλαδή παντελώς και τελείως ας αρνηθή τον εαυτόν του. Έπειτα ορίζει εν συνεχεία «και αράτω τον σταυρόν αυτού», δηλαδή ας πάρη επάνω του τον σταυρόν του. Βλέπεις με τι όπλον ισχυρόν ενδυναμώνει ο μέγας Βασιλεύς και Θεός τον στρατιώτην του; Δεν του δίδει θώρακα, ούτε τόξον, ούτε σπάθην, ούτε ασπίδα, ούτε άλλο τι από τα όπλα των επιγείων στρατιωτών. Αλλά τι; Τον Τίμιον και Άγιον Σταυρόν. Αυτός είναι και μάχαιρα, αυτός είναι και ασπίς, αυτός είναι και τόξον, αυτός είναι και οιονδήποτε όπλον χρειασθή ο ευσεβής Χριστιανός. Και όπως έκαστος βασιλεύς προμηθεύεται όπλα καλά και δίδει εις τους στρατιώτας του, ομοίως και ο Κύριος αυτόν τον Σταυρόν έδωκεν όπλον εις ημάς και μας λέγει. Είδετε τον Σταυρόν μου πόσα ηδυνήθη; Είδετε πως ενίκησε τον θάνατον; Πως κατεπάτησε την δύναμιν του διαβόλου; Έχετε λοιπόν και σεις τοιούτον όπλον, αν θέλετε να κάμετε και σεις τώρα όσα έκαμα εγώ και μάλιστα περισσότερα, διότι «Ο πιστεύων εις εμέ, τα έργα α εγώ ποιώ κακείνος ποιήσει και μείζονα τούτων ποιήσει» (Ιωάν. ιδ: 12). Ποίον λοιπόν είναι το νόημα του ορισμού τον οποίον δίδει, λέγων· να πάρη έκαστος επάνω του τον σταυρόν του; Όχι βέβαια ότι ορίζει, να κάμη έκαστος ένα Σταυρόν από ξύλον και να τον βαστάζη εις τον ώμον του, διότι αυτό ποίον όφελος έχει; Ή ποία αρετή είναι το να βαστάζη κανείς τον Σταυρόν εις την ράχιν του; Τι λοιπόν σημαίνει τούτο; Αυτό είναι ως να λέγη εις ημάς· «Έχετε πάντοτε έμπροσθέν σας τον θάνατόν σας και όπως εκείνος, όστις μέλλει να σταυρωθή δια πταίσιμον τι, βαστά τον σταυρόν εις τον ώμον του και προχωρεί τρέμων προς τον τόπον της σταυρώσεως αναμένων ως βέβαιον κατ’ εκείνην την ημέραν τον θάνατον, ούτω και σεις αναμένετε τον θάνατόν σας μετά τοιαύτης προσοχής, ώστε να μη ελπίζετε, ότι θέλει βραδυάσει, και πάλιν την νύκτα να πιστεύετε, ότι δεν θέλει σας εύρει η ημέρα». Από όλας τας αμαρτίας του κόσμου να είμεθα νεκρωμένοι, ως ορίζει και ο θείος Απόστολος Παύλος· «Εμοί κόσμος εσταύρωται, καγώ τω κόσμω» (Γαλ στ: 14). Ούτω να αποθνήσκωμεν και ημείς καθ’ εκάστην ημέραν, καθώς έλεγεν πάλιν ο αυτός Απόστολος· «Καθ’ ημέραν αποθνήσκω» (Α΄ Κορ. ιε: 31). Όχι δε να αποθνήσκωμεν τον φυσικόν θάνατον, αλλά τον προαιρετικόν. Ποίος είναι ο προαιρετικός θάνατος; Όταν νεκρώσωμεν τα πάθη, όταν καταφρονήσωμεν τας ορέξεις του σώματος, όταν θανατώσωμεν τα απρεπή θελήματα, τότε λέγεται, ότι απεθάνομεν προαιρετικόν θάνατον· τότε το μεν σώμα μας θανατώνεται, η δε ψυχή μας ζωοποιείται· αυτό θέλει να είπη το: «Αράτω τον σταυρόν αυτού». Πάλιν δε κατωτέρω ορίζει· «και ακολουθείτω μοι», επειδή είναι και άλλοι άνθρωποι, οίτινες συλλογίζονται καθ’ εκάστην ημέραν τον θάνατόν των, όπως οι κατάδικοι, οι φονείς, οι κλέπται και οι λοιποί κακοποιοί, οίτινες κάμνουν κρυφίως πράξεις εγκληματικάς, αίτινες είναι άξιαι θανάτου, δια τούτο ορίζει, «ας με ακολουθήση». Δηλαδή δεν θέλω ανδρείον άνθρωπον, όστις μόνον να μη φοβήται τον θάνατον τούτον τον πρόσκαιρον, αλλά ζητώ άνθρωπον, όστις να είναι άξιος να με ακολουθήση, να κάμη όσα έκαμα και εγώ. Τοιούτος ήτο ο Απόστολος και Πρωτοκορυφαίος Πέτρος, όστις εσταυρώθη ανάποδα δια την αγάπην του Χριστού· τοιούτος ήτο ο Απόστολος Παύλος, όστις έλεγε· «Τις ημάς χωρίσει από της αγάπης του Χριστού; Θλίψις, ή στενοχωρία, ή διωγμός, ή λιμός, ή γυμνότης, ή κίνδυνος, ή μάχαιρα»; (Ρωμ. η: 35). Τοιούτος ήτο ο Προφήτης Δαβίδ, όστις έλεγεν· «Ένεκά σου θανατούμεθα όλην την ημέραν, ελογίσθημεν ως πρόβατα σφαγής» (Ψαλμ. μγ: 23). Τοιούτοι ήσαν και οι Ασκηταί, οίτινες ησκήτευσαν και ενέκρωσαν το σώμα των από εγκράτειαν δια την Βασιλείαν των Ουρανών. Τοιούτους ορίζει και θέλει και ημάς ο Χριστός να είμεθα. Δια τούτο, ευλογημένοι Χριστιανοί, ας ενδυναμωθώμεν και ημείς με τον Τίμιον και Άγιον Σταυρόν, και ας γίνωμεν πρόθυμοι προς το επίλοιπον της αγίας Τεσσαρακοστής. Ας μη αγαπώμεν την καλοπάθειαν του σώματος, αλλά ας επιθυμούμεν την ωραιότητα της ψυχής και ας καταφρονούμεν τας απολαύσεις του κόσμου τούτου. Καλή μεν είναι και η χαρά του κόσμου τούτου, καλή εις ημάς φαίνεται και η ηδυπάθεια του σώματος, καλή και η πρόσκαιρη τούτη ζωή, επειδή δώρον Θεού είναι. Αλλ’ όταν συλλογισθώμεν την μέλλουσαν ζωήν και χαράν, εύκολα καταφρονούμεν τας χαράς τούτου του κόσμου. Όταν περιφράξωμεν τον εαυτόν μας με την δύναμιν του Τιμίου Σταυρού, εύκολα νηστεύομεν και εγκρατευόμεθα. Διότι αυτός ο Σταυρός είναι δύναμις και στερέωμα των αγαθών όλων, απ’ αυτόν τελειώνονται όλα τα μυστήρια της Πίστεώς μας, απ’ αυτόν στεφανούμεθα, απ’ αυτόν αγιαζόμεθα. Όταν θέλωσιν οι Ιερείς να λειτουργήσουν, ή οι Αρχιερείς να χειροτονήσουν, με αυτόν τον τίμιον Σταυρόν πληρώνουν όλα τα μυστήρια. Δια τούτο και ημείς καν εις ταξείδιον θέλομεν να υπάγωμεν, αυτόν ας έχωμεν συνοδοιπόρον, καν εις τον οίκον μας είμεθα, αυτόν ας έχωμεν φύλακα· καν κοιμώμεθα, αυτόν ας έχωμεν επιτηρητήν. Μακράν μας δεν είναι. Ο καθείς Χριστιανός έχει πλησίον του τον Σταυρόν, πλην να μη τον κάμνη ασυναισθήτως και απερισκέπτως, ως τον κάμνουν οι περισσότεροι, οίτινες δεν γνωρίζουν πως πρέπει να τον κάμουν· αλλά να τον κάμη, όπως αρμόζει εις τον ευσεβή Χριστιανόν. Υπάρχουν τινές, οι οποίοι, όταν κάμουν τον Σταυρόν των, βάλλουν αδιαφόρως την χείρα των είτε εις τους οφθαλμούς, είτε εις την παρειάν, είτε εις την σταγόνα ή όπου φθάσωσιν. Αλλ’ ειπέ μοι, όταν βάλης την χείρα σου πρώτον εις την παρειάν, έπειτα εις τον δεξιόν ώμον, κατόπιν εις τον αριστερόν, και είτα εις την κοιλίαν, τότε τι Σταυρόν έκαμες; Το τοιούτον σημείον δεν είναι Σταυρός, αλλά μάλλον παίγνιον. Ο καθείς ευσεβής Χριστιανός οφείλει πρώτον μεν να συνενώση τα τρία αυτού δάκτυλα εις τύπον της Αγίας Τριάδος, το μεγάλο δάκτυλον και τα άλλα δύο, τα οποία συνέχονται τούτου, να κλείση δε τα δύο τελευταία. Έπειτα πρώτον να θέση τα τρία αυτά δάκτυλα εις το μέτωπόν του, δεύτερον εις την κοιλίαν του, τρίτον εις τον δεξιόν ώμον και τέταρτον εις τον αριστερόν. Όταν κάμη ούτω, τότε σημειώνει επ’ αυτού τον αληθινόν Σταυρόν. Ακούσατε δε ποίον είναι το νόημα του Σταυρού. Όταν θέτωμεν την χείρα μας εις το μέτωπον, έπειτα δε την κατεβάζομεν εις την κοιλίαν, είναι ως να λέγωμεν, ότι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός ο Υιός του Θεού ήτο και είναι Θεός· δια δε την ιδικήν μας σωτηρίαν και δια να τον πιστεύσωμεν ημείς κατέβη από τους ουρανούς κάτω εις την γην και πάλιν κατήλθε και παρακάτω από την γην, δηλαδή εις την κόλασιν και ηλευθέρωσεν από εκεί τας κολασμένας ψυχάς. Όταν δε πάλιν μετά ταύτα την θέσωμεν εις τον δεξιόν ώμον και έπειτα εις τον αριστερόν, εννοούμεν, ότι αφότου ο Κύριος ηλευθέρωσε τας ψυχάς των Δικαίων από την κόλασιν ανελήφθη εις τους ουρανούς και εκάθισεν εκ δεξιών του Θεού και Πατρός και πάλιν μέλλει να έλθη Κριτής όλου του κόσμου να στήση τους μεν Δικαίους εις το δεξιόν Αυτού μέρος, τους δε αμαρτωλούς εις το αριστερόν. Δια τούτο παρακαλούμεν Αυτόν να μη βάλη ημάς εις το αριστερόν αυτού μέρος, αλλά να μας αξιώση να σταθούμεν και ημείς εις το δεξιόν του με τους Αγίους. Αυτό σημαίνει ο Σταυρός όταν τον σημειώνωμεν εις τον εαυτόν μας. Δια τούτο, ευλογημένοι Χριστιανοί, οφείλομεν ως είναι πρέπον να κάμνωμεν τον Σταυρόν μας, δια να ενεργή και η δύναμίς του, ότι αυτός ο Σταυρός εγλύκανε τα πικρότερα βότανα, ώστε οι Μάρτυρες, οι οποίοι έκαμνον τον Σταυρόν των, έπινον αβλαβώς τα δηλητηριώδη ποτά. Διατί δε φαίνεται τούτο περίεργον; Εάν εις τον καιρόν του Μωυσέως το ξύλον εγλύκανε το πικρόν ύδωρ της Μερράς, πόσον μάλλον η δύναμις του Σταυρού να μη ενεργήση τα μεγαλύτερα; Ακούσατε δε και πως εγλύκανε το ξύλον το ύδωρ της Μερράς, δια να γνωρίσητε, ότι το ξύλον εκείνο τον Τίμιον Σταυρόν προεικόνιζεν. Ο Μωυσής αφότου διεπέρασε τους Εβραίους από την Ερυθράν θάλασσαν, τους επήγεν εις τόπον έρημον, όστις ωνομάζετο Σουρ. Εκεί εβάδιζον επί τρεις ημέρας και δεν εύρισκον ύδωρ να πίουν· φθάσαντες δε εις τόπον, όστις ωνομάζετο Μερρά, εύρον εις αυτόν ύδωρ, αλλ’ ήτο πικρόν κατά πολλά, τόσον ώστε δεν ηδύνατο άνθρωπος να το βάλη εις το στόμα του. Δια τούτο επωνομάσθη και το όνομα του τόπου εκείνου Πικρία. Εγόγγυζον δε οι Εβραίοι κατά του Μωυσέως και έλεγον: «Διατί εξήγαγες ημάς από την Αίγυπτον και δεν μας άφησες να αποθάνωμεν εκεί εις τον τόπον μας; Τώρα δος εις ημάς ύδωρ να πίωμεν και ημείς και αι γυναίκες και τα τέκνα μας» (Εξ. ιε: 23 – 25). Τότε παρεκάλεσεν ο Μωυσής τον Θεόν να γλυκάνη το ύδωρ εκείνο· ο δε Θεός του έδειξε τεμάχιον ξύλου, το οποίον ως έβαλεν εις την λίμνην εκείνην παρευθύς εγλυκάνθη το ύδωρ. Δια τούτο όταν εναντιούται εις σε Εβραίος τις και λέγει: «Πως ο Σταυρός κάμνει τόσας ενεργείας»; Ειπέ και συ εις αυτόν: «Πως το ξύλον εκείνο εγλύκανε το ύδωρ της Μερράς»; Εάν σου είπη, ότι «Κακώς κάμνεις όπου προσκυνείς τον Σταυρόν», ειπέ του και συ: «Αλλά και σεις οι Εβραίοι κακώς κάμνετε όπου προσκυνείτε το χαρτί, εις το οποίον είναι γεγραμμένος ο Νόμος σας». Εάν σε περιπαίξη, διότι προσκυνείς τον Εσταυρωμένον Χριστόν, λυπήσου εις την απώλειάν του. Διότι δεν γνωρίζει τι κάμνει, δεν εννοεί τι σου λέγει· σαρκικός άνθρωπος είναι και δεν δέχεται τα του Πνεύματος, καθώς ορίζει και ο Απόστολος Παύλος (Α΄ Κορ. β: 14, γ:3). Τι δε θέλει σας είπει ο Εβραίος; «Εάν ο Χριστός ήτο Θεός αληθινός, όπως λέγετε σεις οι Χριστιανοί, διατί εσταυρώθη και απέθανε θάνατον άτιμον»; Όταν σου είπη τοιούτον λόγον ο Εβραίος, ειπέ του και συ: «Έπρεπεν, ω ανόητε Ιουδαίε, να σταυρωθή ο Χριστός, διότι όλοι οι Προφήται και αυτός ο Μωυσής ούτω προεκήρυξαν και είπον. Πρώτος ο Μωυσής λέγει· «Όψεσθε την ζωήν υμών κρεμαμένην απέναντι των οφθαλμών υμών» (Δευτ. κη: 66). Και παρακατιών ορίζει: «Και ου μη πιστεύσετε τη ζωή υμών». Δηλαδή μέλλετε, ω Εβραίοι, να ίδητε την ζωήν σας κρεμαμένην έμπροσθεν των οφθαλμών σας και δεν θέλετε πιστεύσει εις αυτήν. Ζωή αυτός ο Χριστός είναι, διότι και προ της Αναστάσεώς Του ανέστησε νεκρούς, και πάλιν μετά την Ανάστασίν Του ανέστησε τους απ’ αιώνος νεκρούς. Και πάλιν ο Προφήτης Ησαϊας ορίζει δια τον Χριστόν: «Ως πρόβατον επί σφαγήν ήχθη και ως αμνός εναντίον του κείροντος αυτόν άφωνος, ούτως ουκ ανοίγει το στόμα αυτού» (Ησ. νγ: 7). Δηλαδή όπως το πρόβατον πηγαίνει εις την σφαγήν και ο κριός ίσταται άφωνος έμπροσθεν εις εκείνον, όστις τον κουρεύει, ούτω και ο Χριστός επήγαινε ταπεινά προς την σταύρωσιν και δεν ήνοιγε το στόμα του να οργισθή τους Εβραίους. Εάν δε τις είπη, ότι δια άλλον λέγει ο Προφήτης τον λόγον αυτόν, ειπέ του και συ, ότι δια τον Χριστόν το λέγει, διότι πάλιν ορίζει μετά ταύτα: «Την δε γενεάν αυτού τις διηγήσεται»; Δηλαδή ποίος είναι εκείνος, όστις δύναται να διηγηθή την γενεάν αυτού; Ορίζει δε και πάλιν ο Προφήτης Ιερεμίας λέγων ως από το στόμα των Εβραίων: «Δεύτε και εμβάλωμεν ξύλον εις τον άρτον αυτού και να εξαφανίσωμεν αυτόν από την γην των ζώντων. Άρτος του Χριστού το σώμα του λέγεται, διότι κατά την νύκτα, κατά την οποίαν έμελλεν ο Χριστός να παραδοθή, έλαβεν άρτον και είπε προς τους Αποστόλους: «Τούτο εστι το Σώμα μου» (Ματθ κστ:26, Μάρκ. ιδ: 22, Λουκ. κβ: 19). Το ξύλον λοιπόν, το οποίον έβαλον οι Εβραίοι εις τον άρτον του Χριστού, αυτός ο Σταυρός είναι, εις τον οποίον εσταύρωσαν τον Χριστόν. Ότι δε Θεός αληθινός ήτο ο Χριστός, όστις εσταυρώθη, μαρτυρεί το βιβλίον του Έσδρα, το οποίον λέγει: «Ευλογητός Κύριος ο Θεός, ο εκπετάσας τας χείρας αυτού και σώσας την Ιερουσαλήμ κατέναντι των οφθαλμών ημών» (Προσευχή Έσδρα). Δηλαδή δεδοξασμένος είναι ο Κύριος ημών και Θεός, όστις ήπλωσε τας χείρας του και έσωσε την Ιερουσαλήμ έμπροσθε εις τους οφθαλμούς μας. Και πάλιν ορίζει ο Προφήτης Δαβίδ ως εκ προσώπου του Χριστού: «Ώρυξαν χείρας μου και πόδας» (Ψαλμ. κα: 17). Τούτο δια τον Χριστόν το λέγει. Διότι αυτό ούτε ο Δαβίδ, όστις το λέγει, ούτε άλλος τις των Προφητών το έπαθε, να τρυπήσουν τας χείρας και τους πόδας του. Και πάλιν ο σοφός Σολομών λέγει ως εκ προσώπου των Εβραίων εις το βιβλίον, το ονομαζόμενον Σοφία: «Θανάτω ασχήμονι καταδικάσωμεν αυτόν» (Σοφ. Σολ. β: 20), «είπε γαρ ότι Θεού ειμι Υιός» (Ματθ. κζ: 43). Δηλαδή είπον οι Εβραίοι: Ελάτε να τον δικάσωμεν εις θάνατον επονείδιστον, διότι είπεν, ότι είμαι Θεός και Υιός του Θεού. Ότι δε είναι άξιον και πρέπον να προσκυνούμεν τον Σταυρόν και οι Προφήται μας το διδάσκουν. Π Προφήτης Δαβίδ λέγει· «Προσκυνήσωμεν εις τον τόπον, ου έστησαν οι πόδες αυτού» (Ψαλμ. ρλα: 7). Δηλαδή, ας προσκυνήσωμεν τον τόπον, όπου έστησαν οι πόδες του. Και πάλιν· «Υψούτε Κύριον τον Θεόν ημών και προσκυνείτε τω υποποδίω των ποδών αυτού» (Ψαλμ. 98: 5). Δηλαδή τιμάτε τον Θεόν τον Κύριόν μας, και προσκυνείτε το υποπόδιον των ποδών του. Και πάλιν· «Έδωκας τοις φοβουμένοις, σημείον του φυγείν από προσώπου τόξου» (Ψαλμ. νθ: 6), δηλαδή, λέγει ο Δαβίδ εις τον Χριστόν: Έδωκες εις τους Χριστιανούς, οίτινες σε φοβούνται, σημείον να φύγουν από το πρόσωπον του τόξου. Σημείον μεν είναι ο Σταυρός, τον οποίον σημειώνομεν εις τον εαυτόν μας, τόξον δε είναι αυτός ο εχθρός και φονεύς της ψυχής μας, ο Διάβολος. Και πάλιν λέγει: «Ποίησον μετ’ εμού σημείον εις αγαθόν, και ιδέτωσαν οι μισούντες με και αισχυνθήτωσαν» (Ψαλμ. πε: 17). Δηλαδή, παρακαλεί ο Δαβίδ τον Χριστόν και λέγει· Κάμε εις εμέ σημείον δια καλόν, να ίδουν όσοι με εχθρεύονται, δηλονότι οι δαίμονες, να εντραπούν. Και πάλιν ο Προφήτης Ιεζεκιήλ ορίζει: «Δος σημείον επί τα μέτωπα αυτών» (Ιεζ. θ: 4). Δηλαδή δος σημείον εις τους οφθαλμούς των. Και ο σοφός Σολομών λέγει: «Ευλόγηται γαρ ξύλον, δι’ ου γίνεται δικαιοσύνη» (Σοφ. Σολ. ιδ: 7). Δηλαδή τιμάτε το ξύλον από το οποίον έρχεται η σωτηρία. Και ο Προφήτης Ησαϊας δείχνει από τι ξύλον ήτο ο Σταυρός, λέγων: «Εν κυπαρίσσω και πεύκη και κέδρω άμα δοξάσαι τον τόπον τον άγιόν μου» (Ησ. ξ: 13). Αλλά και τα θαύματα, τα οποία εγένοντο τον παλαιόν καιρόν από την ράβδον του Μωυσέως, όλα την ενέργειαν του Σταυρού προεικόνιζαν. Διότι η ράβδος του Μωυσέως τον Τίμιον Σταυρόν προεσήμαινεν. Η ράβδος του Μωυσέως έγινεν όφις και έφαγε τας ράβδους των μάγων, τους οποίους είχεν ο Φαραώ. Ομοίως και ο Τίμιος Σταυρός συνέτριψε την δύναμιν των δαιμόνων, αλλά και έως την σήμερον την συντρίβει. Η ράβδος του Μωυσέως έσχισε την Ερυθράν θάλασσαν και διήλθον οι Εβραίοι αβλαβείς από τας χείρας του Φαραώ. Ομοίως και ο Τίμιος Σταυρός έσχισε την κακήν αμαρτίαν και διεπέρασε τας ψυχάς των ανθρώπων αβλαβείς από τας ενεργείας του διαβόλου. Αλλά και έως την σήμερον απ’ αυτόν βοηθούμεθα και κάμνομεν τας αρετάς. Η ράβδος του Μωυσέως έσχισε την πέτραν και ανεπήδησαν δώδεκα πηγαί από τας οποίας έπιον οι διψασμένοι Εβραίοι. Ομοίως και ο Σταυρός έσχισε τον κόσμον τον στερεόν και αμετανόητον και εξήγαγε δώδεκα Αποστόλους, οι οποίοι εδίδαξαν τον πεπλανημένον κόσμον. Αλλά και δίκαιος Ιακώβ με την ράβδον του επέρασε τον Ιορδάνην ποταμόν, ως το λέγει και ο ίδιος: «Εν γαρ τη ράβδω μου ταύτη διέβην τον Ιορδάνην» (Γεν. λβ: 10). Και όμως αυτά όλα έγιναν δια να πιστεύσωμεν ημείς, ότι και μεγαλύτερα δύναται να κάμη η δύναμις του Σταυρού με το όνομα του Χριστού, όστις εσταυρώθη επ’ αυτού. Αυτή είναι η Πίστις ημών των Χριστιανών και όστις μεν την κρατεί, θέλει υπάγει εις την ζωήν, όστις δε την καταφρονεί, θέλει κολασθή. Δια τούτο προσκυνούμεν τον Σταυρόν και τιμώμεν τους ήλους, τον δε Χριστόν, όστις εσταυρώθη, πιστεύομεν και ομολογούμεν Θεόν αληθινόν. Τους αιρετικούς αναθεματίζομεν, τους Εβραίους οικτείρομεν, τους Αγαρηνούς οι οποίοι μας ονειδίζουν, διότι προσκυνούμεν ξύλον ή άργυρον ή χρυσόν ή σίδηρον, τους εμπαίζομεν, διότι ημείς ύλην δεν προσκυνούμεν, αλλά τον τύπον του Σταυρού τιμώμεν, αναβιβάζοντες τον νουν ημών κατά την προσκύνησιν εις τον σταυρωθέντα Χριστόν. Διότι εάν εύρωμεν ξύλον μόνον, ή σίδηρον ή άργυρον, να είναι εις άλλο σχήμα, δεν τα προσκυνούμεν. Αλλ’ επειδή πανήγυριν έχομεν και περί Σταυρού ομιλούμεν, ας πλέξωμεν και ολίγα εγκώμια εις τον αίτιον της εορτής μας. Χαίροις, Σταυρέ, της οικουμένης η δόξα και αγαλλίασις, διότι δια σου νικώντες οι άνθρωποι την δύναμιν των εχθρών των, χαίρονται και ευφραίνονται. Χαίροις, Σταυρέ, των ευσεβών βασιλέων το ανίκητον άρμα, διότι από την ιδικήν σου δύναμιν οι βασιλείς ενδυναμούνται και νικώσι την δύναμιν των πολεμίων των. Χαίροις, Σταυρέ, των αδυνάτων η δύναμις, η ελπίς των απηλπισμένων, του ευσεβούς λαού η νίκη και ενίσχυσις. Χαίροις, Σταυρέ, των ευσεβών στρατιωτών το θάρρος, διότι εις σε θαρρούντες οι στρατιώται εισέρχονται εις τους πολέμους. Χαίροις, Σταυρέ, των οδοιπόρων ο συνοδίτης, των πολεμουμένων η νίκη, των κινδυνευόντων η λύτρωσις. Χαίροις, Σταυρέ, τριπόθητε και σεβάσμιε, των δεόντων οδηγία, των χειμαζομένων γαλήνη, των Μοναχών δύναμις, των κοσμικών φυλακτήριον, των Μαρτύρων καύχημα, των Ασκητών αγαλλίαμα. Χαίροις, Σταυρέ, των Αποστόλων κήρυγμα, των Προφητών προφήτευμα, των Διδασκάλων βοήθεια, των πάντων Αγίων σεπτόν και τίμιον εγκαλλώπισμα. Χαίροις, Σταυρέ, των ευσεβών Χριστιανών ο φύλαξ. Σε έχομεν όπλον και φυλακτήριον. Σε βοήθειαν. Με την ιδικήν σου ενέργειαν καταισχύνομεν τους εχθρούς μας, νικώμεν τους δαίμονας, καταβάλλομεν την υπερηφάνειαν του διαβόλου. Αυτόν λοιπόν και ημείς, ευλογημένοι Χριστιανοί, ας προσκυνήσωμεν, αυτόν ας ασπασθώμεν, αυτόν ολοψύχως ας φιλήσωμεν, αυτόν μετά φόβου και χαράς ας χαιρετήσωμεν· μετά φόβου μεν δια την αναξιότητά μας, μετά χαράς δε δια την Χάριν, την οποίαν μας χαρίζει. Με αυτού την δύναμιν ας ενδυναμωθώμεν, και ας γίνωμεν πρόθυμοι προς το επίλοιπον της αγίας Τεσσαρακοστής δια να διέλθωμεν αυτό αξίως και ως ο Θεός θέλει· ίνα εδώ μεν αξιωθώμεν του αισθητού Πάσχα και της λαμπροφόρου Αναστάσεως του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού· εκεί δε να καταντήσωμεν εις το νοητόν Πάσχα, εις την χαράν των Αγγέλων, εις την στάσιν των Αγίων, και εις την Βασιλείαν των ουρανών, Ης γένοιτο πάντας υμάς επιτυχείν εν Χριστώ τω αληθινώ Θεώ ημών, Ω πρέπει πάσα δόξα, τιμή και μεγαλοπρέπεια, εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: