Η έντονη οικουμενιστική δραστηριότητα των τελευταίων ετών έχει ανησυχήσει τους Ορθοδόξους χριστιανούς, που θέλουν να μείνουν πιστοί στη διδασκαλία του Χριστού, των Αποστόλων και των Πατέρων της Εκκλησίας. Γιατί το κύριο γνώρισμα της Ορθοδοξίας είναι η σταθερότητα στην Πίστι (Θεσ. Β΄ 2: 15), η οποία μάς παραδόθηκε άπαξ (Ιούδα 3) και η οποία ορίζεται από την Αγία Γραφή και τους Ιερούς Κανόνες των Αγίων Αποστόλων και των Αγίων Οικουμενικών Συνόδων. Ως γνωστό, οι οικουμενιστές ποδοπατούν τους Ιερούς Κανόνες, υιοθετώντας έτσι το παπικό μοντέλο της συνεχούς ανανεώσεως και των μεταρρυθμίσεων, των οποίων έχει τάχα ανάγκη η Εκκλησία. Αυτά διδάσκει η Δευτέρα Σύνοδος του Βατικανού και αναφέρει ο Πάπας στη γνωστή Εγκύκλιό του με τίτλο «That they may be one” (παρ. 16, 82). Για να δικαιολογήσει τις πολλές αιρέσεις του, ο Πάπας ισχυρίζεται (παρ. 17) ότι οι μεταρρυθμίσεις αυτές γίνονται κάτω από το φως της Αποστολικής Παραδόσεως. Ο ισχυρισμός αυτός είναι όμως ψευδής, αφού οι Απόστολοι μάς δίδαξαν σταθερότητα στην άπαξ παραδοθείσα Πίστη.
Στην ίδια εγκύκλιο, ο Πάπας γράφει ότι η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία κατέχει όλη την αλήθεια (παρ. 10), ότι επιδιώκει την πλήρη ένωση των Εκκλησιών και ότι μιά τέτοια ένωση δεν θα έχει νόημα παρά μόνο όταν η πίστη γίνει ενιαία (παρ. 36, 59, 77). Το συμπέρασμα εξάγεται εύκολα και είναι ήδη γνωστό: ο Παπισμός επιδιώκει την υποταγή των άλλων χριστιανικών δογμάτων σ’ αυτόν. Για να επιτύχει το σκοπό του, έχει συνεργασθεί με ορθοδόξους ιεράρχες και έχει ήδη κατορθώσει συγκεκριμένα αποτελέσματα, όπως η συμφωνία του Μπάλαμαντ το 1993. Το κείμενο της συμφωνίας αυτής (παρ. 13 και 14) αναφέρει ότι η Ορθοδοξία και ο Παπισμός είναι «Αδελφές Εκκλησίες» με κοινά μυστήρια και αποστολική διαδοχή και ότι ο απώτερος στόχος είναι η πλήρης ένωση. Για την επίτευξη του στόχου αυτού, η συμφωνία (παρ. 21) ορίζει ότι οι ιεράρχες των δύο Εκκλησιών θα πρέπει να πείσουν το λαό ότι αυτά που έχουν συμφωνηθεί (ερήμην του) είναι, σύμφωνα με τις εντολές του Χριστού για αγάπη και ενότητα (Ιωάν. 17: 21 – 22). Έτσι, στην προαναφερθείσα παπική εγκύκλιο (παρ. 80 και 81) τονίζεται η ανάγκη να βρεθούν ικανά πρόσωπα, που θα αναλάβουν να πείσουν τους πιστούς να δεχθούν τα ήδη συμφωνηθέντα σαν «κοινή κληρονομιά». Οι ορθόδοξοι οικουμενιστές εργάζονται κι αυτοί για τον ίδιο σκοπό. Έτσι, φθάσαμε να ακούμε και από ορθόδοξα χείλη την εκκλησιοκτόνο «θεωρία των κλάδων». Ωστόσο, είναι γνωστό ότι ο Παπισμός είχε αρχίσει να εκκολάπτεται στους κόλπους της Ορθοδοξίας πριν από την συμφωνία του Μπάλαμαντ. Για παράδειγμα, προς μεγάλη μας έκπληξη, διαβάσαμε ότι ορθόδοξοι ιεράρχες είχαν εκφράσει τη θέση ότι οι παπικοί έχουν έγκυρα μυστήρια και αγίους μετά το σχίσμα που ξεπερνούν τους δικούς μας στα θαύματα, ότι ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης μας εξαπάτησε γιατί τάχα αντέγραψε παπικά έργα και άλλα ευτράπελα («Ορθόδοξος Φιλόθεος Μαρτυρία», Απρ. – Δεκ. 1996, σελ. 174). Με την επιφύλαξη του μη ειδικού στην ερμηνεία των Ιερών Κανόνων, ο γράφων πιστεύει ότι τέτοιες θέσεις είναι αντι-ορθόδοξες, σύμφωνα με τον 46ο Αποστολικό Κανόνα, ο οποίος προβλέπει καθαίρεση για τους κληρικούς, που δέχονται ως έγκυρα τα μυστήρια των αιρετικών. (Ο 68ος Αποστολικός Κανόνας λέγει πιό ξεκάθαρα ότι τα μυστήρια αυτά είναι άκυρα). Φυσικά, σύμφωνα με τον ίδιο Κανόνα, υπόλογοι είναι και οι ορθόδοξοι πού, με πρόεδρο τον Αυστραλίας κ. Στυλιανό, υπήρξαν πρωτεργάτες της συμφωνίας του Μπάλαμαντ. Μα, θα απορήσει κανείς, δεν γνωρίζουν οι οικουμενιστές τους Ιερούς Κανόνες και τα φοβερά επιτίμια, που προβλέπονται για τους παραβάτες τους; Και, εφόσον μιλούν για αγάπη και συμφιλίωση, πως είναι δυνατό οι θέσεις τους να είναι αντίχριστες; Μιά Ορθόδοξη απάντηση φαίνεται να είναι και η ακόλουθη: αφού οι Αποστολικοί Κανόνες θεσπίστηκαν από τους Αποστόλους, οι οποίοι έλαβαν το Άγιο Πνεύμα κατά την Πεντηκοστή, έπεται ότι η συστηματική παραβίασή τους δεν μπορεί παρά να αντίκειται στο θέλημα του Θεού. Και ο λαός τι κάνει; Ανέχεται τις ωμές παραβιάσεις των Ιερών Κανόνων; Αν όχι, τότε γιατί δεν έχει στείλει ένα απλό μήνυμα στους παραχαράκτες της Πίστεώς του, όπως το ακόλουθο: «Είστε ανάξιοι! Παραιτηθείτε!» Γιατί, όπως αναφέρει η Πατριαρχική Εγκύκλιος του 1848 (παρ. 17), ο πιστός λαός (συμπεριλαμβανομένου του κλήρου) έχει την ευθύνη να προστατεύει την Ορθόδοξη Πίστη από τους επικινδύνους νεωτερισμούς, που πολλοί προβατόσχημοι λύκοι προσπαθούν κατά καιρούς να εισαγάγουν σ’ αυτήν. Οφείλει λοιπόν να ενημερωθεί και να αγωνισθεί για τη ματαίωση των οικουμενιστικών σχεδίων που καταστρώνονται και εκτελούνται ερήμην του. Γιατί η ευθύνη του έναντι των μελλοντικών γενεών είναι τεράστια. Ωστόσο, ένας τέτοιος αγώνας δεν αναμένεται να είναι χωρίς εμπόδια. Για παράδειγμα, η σύγχυση που έχει δημιουργηθεί με τις αλλαγές στη γλώσσα (ιδίως τα τελευταία 20 χρόνια) τείνει να αδυνατίσει ανησυχητικά τον κρίκο, που συνδέει το λαό με τη θρησκευτική του παράδοση. Ένα άλλο παράδειγμα είναι η πρόσφατη απειλή να φιμωθούν τα θρησκευτικά έντυπα στην Ελλάδα μετά από το γνωστό διαφορισμό των ταχυδρομικών τελών σε βάρος τους. Επειδή – εκ πρώτης όψεως – ο διαφορισμός αυτός δεν εξηγείται με οικονομικά κριτήρια· επειδή οι κυβερνητικές διευκρινίσεις δεν ήταν πειστικές και επειδή ο λαός δεν θέλει να πιστεύει ότι πρόκειται για εφαρμογή του 12ου από «Τα Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών»· τα κίνητρα πίσω απ’ αυτή τη μαχαιριά στη θρησκευτική ενημέρωση παραμένουν άγνωστα. Ας επιδείξουμε όμως επιμονή και ας μη αφήσουμε τη σύγχυση να μας αποθαρρύνει. Στον αγώνα αυτό, ας μας εμπνέουν μορφές, όπως αυτές του Αγίου Μάρκου του Ευγενικού και του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού.«Ορθόδοξος Τύπος» αριθ. φ.
1255.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου