ΤΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ

Τη αυτή ημέρα, Κυριακή μετά την Πεντηκοστήν, την των απανταχού της οικουμένης εν Ασία, Λιβύη και Ευρώπη, Βορρά τε και Νότω, ΑΓΙΩΝ  ΠΑΝΤΩΝ εορτήν εορτάζομεν.                                                                         

Κατά την Κυριακήν ταύτην, ήτις ακολουθεί αμέσως μετά την Αγίαν Πεντηκοστήν, εθέσπισαν οι θείοι Πατέρες να επιτελώμεν την πανσέβαστον μνήμην όλων των Αγίων, οίτινες υπήρξαν εις όλον τον κόσμον. Και κατ’ αρχάς μεν οι αρχαιότατοι Πατέρες εποίουν την εορτήν μόνον των Μαρτύρων, των εν όλω τω κόσμω μαρτυρησάντων, καθώς μαρτυρεί και ο εγκωμιαστικός Λόγος του θείου Χρυσοστόμου, εις τον οποίον μόνους τους Μάρτυρας κοινώς όλου του κόσμου επαινεί.
Οι μεταγενέστεροι όμως εποίουν την εορτήν ταύτην γενικωτέραν, ονομάσαντες αυτήν Κυριακήν των Αγίων Πάντων, συμπεριλαμβάνοντες εν αυτή και Πατριάρχας και Προφήτας και Αποστόλους και Μάρτυρας και Ιεράρχας και Ασκητάς και όλους ομού τους Δικαίους, κατά πάσαν ηλικίαν και γένος. Σκοπός της παρούσης εορτής είναι, ότι επειδή ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός προ του πάθους είπεν, ότι· «Καγώ εάν υψωθώ εκ της γης, πάντας ελκύσω προς εμαυτόν» (Ιωάν. ιβ: 32), το οποίον ήτο και ο όλος σκοπός και το τέλος δια το οποίον κατέβη εις την γην και εσαρκώθη και έγινε τέλειος άνθρωπος, μείνας τέλειος Θεός ο Αυτός, δια να σώση δηλαδή την ανθρώπινον φύσιν και να την αναβιβάση εις την ουράνιον μακαριότητα. Την προσληφθείσαν λοιπόν φύσιν εις την θείαν Του υπόστασιν, την ανεβίβασεν εις τους ουρανούς δια της θείας Του Αναλήψεως και την εποίησε συγκάθεδρον τω Θεώ και Πατρί. Αλλά με τούτο δεν επληρώθη και η υπόσχεσις την οποίαν έδωσεν, ειπών, ότι «πάντας ελκύσω προς εμαυτόν» (ενθ. αν.). Δια τούτο, λοιπόν, έπεμψε εις τους Αγίους Αυτού Αποστόλους το Πανάγιον Πνεύμα, δια να υπάγουν να κηρύξουν, με την δύναμιν Αυτού, εις όλα τα έθνη την μίαν Θεότητα και να συνάξουν τους εκλεκτούς εις την Βασιλείαν των Ουρανών· το οποίον και έπραξαν οι καλοί και πιστοί υπηρέται με όλην την προθυμίαν και με όλην αυτών την ψυχήν και την καρδίαν και μέχρις εκχύσεως του αίματος αυτών. Ούτως επληρώθη ο άνω κόσμος, εκ του οποίου το αποστατικόν τάγμα εξέπεσε· και τούτο είναι εκείνο το οποίον εορτάζομεν σήμερον, ήτοι τον καρπόν του Αποστολικού Κηρύγματος. Λέγουσι δε και άλλην αιτίαν της κοινής ταύτης εορτής, ότι πολλοί μεν και πάμπολλοι και παρ’ ολίγον άπειροι, κατά διαφόρους τόπους και κλίματα ηγίασαν, τους οποίους και δια το πλήθος και δια το άγνωστον των ονομάτων δεν ήτο δυνατόν να τους τιμήσωμεν κατά μέρος ένα έκαστον. Λοιπόν, δια να τιμήσωμεν και αυτούς πρεπόντως και να έχωμεν και την παρ’ εκείνων βοήθειαν και αντίληψιν, διώρισεν η μήτηρ ημών Εκκλησία να επιτελώμεν μίαν κοινώς των απάντων εορτήν και εν ταυτώ να γίνηται η αυτή εορτή και δι’ εκείνους οίτινες μετά ταύτα ή μαρτυρήσουν ή απλώς αγιάσουν. Λέγουσι προσέτι ότι και Λέων ΣΤ΄ ο ευσεβέστατος βασιλεύς (886 – 912), ο επονομαζόμενος Σοφός, ηθέλησε να τιμήση ως αγίαν την πρώτην αυτού σύζυγον την Θεοφανώ, αλλά δεν επένευσε τότε εις την βουλήν του η Εκκλησία· όθεν έκτισε Ναόν περικαλλέστατον των Αγίων Πάντων και είπεν· «Αν είναι και η Θεοφανώ Αγία, ας εορτάζεται μετά πάντων των Αγίων». Είναι δε το περισσότερον και το κυριώτερον αίτιον της εορτής ταύτης, καθώς και παντός εορταζομένου Αγίου, η παρακίνησις ημών των ζώντων προς μίμησιν των εορταζομένων. Να βιασθώμεν δηλαδή και ημείς να κατορθώσωμεν την αξιέπαινον ζωήν εκείνων των μακαρίων και αοιδίμων δούλων του αληθινού Θεού ημών. Εις τούτο και ο Προφητάναξ Δαβίδ αποβλέπων λέγει· «Εμοί δε λίαν ετιμήθησαν οι φίλοι σου ο Θεός» (Ψαλμ. ρλη: 17). Ο δε θείος Απόστολος, απαριθμών τα κατορθώματα των Αγίων και την μνήμην αυτών προβάλλων εις ημάς ως παράδειγμα, προς αποστροφήν μεν των γηϊνων πραγμάτων και της αμαρτίας, μίμησιν δε της υπομονής αυτών και ανδρείας εις τους αγώνας της αρετής, ούτω λέγει· «Τοιγαρούν και ημείς τοσούτον έχοντες περικείμενον ημίν νέφος Μαρτύρων, όγκον αποθέμενοι πάντα και την ευπερίστατον αμαρτίαν, δι’ υπομονής τρέχωμεν τον προκείμενον ημίν αγώνα» (Εβρ. ιβ: 1). Εκ της διδασκαλίας λοιπόν των θείων Γραφών και της αποστολικής παραδόσεως οδηγηθέντες ημείς οι ευσεβείς τιμώμεν άπαντας τους φίλους του Θεού, τους Αγίους, ως φύλακας των εντολών του Θεού, ως αρετής λαμπρά παραδείγματα, ως της ανθρωπίνης φύσεως ευεργέτας. Και έκαστον μεν των γνωρίμων Αγίων τιμώμεν ειδικώς εις τινα του ενιαυτού ημέραν, ως φαίνεται εις το Μηνολόγιον· επειδή όμως πολλοί είναι άγνωστοι, ως ανωτέρω είπομεν, και ο αριθμός αυτών επολλαπλασιάσθη κατά καιρούς και έτι πολλαπλασιάζεται και δεν θα παύση πληθυνόμενος έως της συντελείας, δια τούτο η μήτηρ ημών Εκκλησία έταξεν, όπως άπαξ του ενιαυτού επιτελούμεν και πάντων των Αγίων κοινήν μνήμην, ήτις είναι η παρούσα εορτή. Ταύτην λοιπόν επιτελούντες σήμερον τιμώμεν ευλαβώς και μακαρίζομεν πάντας, Δικαίους, Προφήτας, Αποστόλους, Μάρτυρας, Ομολογητάς, Ποιμένας, Διδασκάλους, Οσίους, άνδρας και γυναίκας ομού, γνωστούς και αγνώστους, τους προστεθέντας και προστιθεμένους, όσοι από Αδάμ έως του νυν ετελειώθησαν εν ευσεβεία και δια των καλών έργων εδόξασαν τον Θεόν. Τούτους πάντας και αυτά προσέτι των Αγγέλων τα τάγματα, προ πάντων δε και μετά πάντων την Υπεραγίαν Δέσποινα και Κυρίαν ημών Θεοτόκον, Μαρίαν την Αειπάρθενον, τιμώμεν σήμερον δια της παρούσης εορτής, προτιθέμενοι τον βίον αυτών αρετής παράδειγμα και παρακαλούντες αυτούς, ίνα πρεσβεύωσιν υπέρ ημών προς τον Θεόν. Ου η Χάρις και το άπειρον έλεος είη μετά πάντων ημών. Αμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: