ΤΗ ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ.

Τη αγία και μεγάλη Τρίτη, της των Δέκα Παρθένων παραβολής της εκ του Ιερού Ευαγγελίου μνείαν ποιούμεθα.                                                                   

Της των Δέκα Παρθένων παραβολής την ανάμνησιν ποιούμεθα σήμερον, την οποίαν ομού και με άλλας ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, αναβαίων εις τα Ιεροσόλυμα και επί το Πάθος ερχόμενος, είπε προς τους ιδίους Αυτού Μαθητάς. Είναι δε αύται εκείναι, τας οποίας και προς τους Ιουδαίους απέτεινε. Είπε δε την παραβολήν ταύτην των Δέκα Παρθένων ο Κύριος, ίνα εις ελεημοσύνην προτρέψη τους Αυτόν πιστεύοντας ομού δε και ίνα διδάξη, ότι πρέπει να είμεθα έτοιμοι πριν ή έλθη το τέλος. Επειδή δε πολλά περί παρθενίας και περί παρθένων είπε προς αυτούς και επειδή η παρθενία πολλήν την δόξαν έχει (διότι μέγα αληθώς κατόρθωμα είναι), δια τούτο και ίνα μη τις το έργον τούτο κατορθών, αμελή των άλλων αρετών και μάλιστα της ελεημοσύνης, δι’ ης η λαμπάς της παρθενίας φαιδρύνεται, προβάλλει εις ημάς δια του ιερού Αυτού Ευαγγελίου την παραβολήν ταύτην των Δέκα Παρθένων.

Και τας μεν πρώτας πέντε αναγορεύει φρονίμους, διότι ομού μετά της παρθενίας είχον πολύ και δαψιλές το της ελεημοσύνης έλαιον· τας δε άλλας πέντε ονομάζει μωράς, διότι αν και αυταί ειργάζοντο την παρθενίαν, όμως δεν είχον και την ελεημοσύνην ανάλογον. Δια τούτο δε και μωράς τας ονομάζει, διότι το μέγιστον κατορθώσασαι, του μικροτέρου ημέλησαν και ουδέν των πορνών διέφερον. Διότι εκείναι μεν ενικήθησαν από το σώμα, αύται δε από τα χρήματα. Ενώ λοιπόν η νυξ του παρόντος βίου διέτρεχεν, ενύσταξαν πάσαι αι Παρθέναι, δηλαδή απέθανον· διότι ύπνος ο θάνατος λέγεται. Καθ’ ον δε χρόνον εκοιμώντο, ηκούσθη περί τα μέσα της νυκτός κραυγή φοβερά λέγουσα· «Ιδού ο Νυμφίος έρχεται, εξέρχεσθε εις απάντησιν αυτού» (Ματθ. κε: 6). Τότε αι μεν φρόνιμοι το έλαιον της ευσπλαγχνίας προβάλλουσαι και των θυρών αναπετασθεισών συνεισήλθον μετά του Νυμφίου εις την χαράν την αιώνιον. Αι δε μωραί, μη έχουσαι ητοιμασμένον το έλαιον της ευσπλαγχνίας αφ’ ότου έζων, εζήτουν αυτό μετά τον θάνατον. Αλλ’ αι φρόνιμοι, βουλόμεναι μεν να δώσουν, μη δυνάμεναι δε, απεκρίθησαν προς αυτάς πριν εισέλθουν εις τον Νυμφώνα λέγουσαι· «Δεν δυνάμεθα να σας δώσωμεν, διότι βλέπομεν, ότι δεν είναι δυνατόν το ιδικόν μας έλαιον να φθάση και δι’ ημάς και δια σας». Δεν δύναται δηλαδή να σωθή τις με την ξένην ελεημοσύνην. «Υπάγετε δε μάλλον εις τους πωλούντας, δηλαδή τους πένητας, και αγοράσατε». Τούτο όμως δεν ήτο εύκολον, διότι μετά τον θάνατον δεν είναι δυνατόν ούτε να δώση τις, ούτε να λάβη ελεημοσύνην, όπως τούτο και από την παραβολήν του Πλουσίου και του Λαζάρου φαίνεται. Αλλ’ αι μωραί εις το σκότος ευρισκόμεναι εκτύπων τας θύρας και εβόων εν τη απελπισία των λέγουσαι· «Κύριε, Κύριε, άνοιξον ημίν». Τότε ο Κύριος δίδει ο ίδιος αυτοπροσώπως την φρικτήν εκείνην απόφασιν λέγων: «Αμήν λέγω υμίν, ουκ οίδα υμάς». Απέλθετε απ’ εμού, δεν σας γνωρίζω, διότι πως είναι δυνατόν να ίδετε τον Νυμφίον μη έχουσαι προίκα την ελεημοσύνην; Δια τούτον λοιπόν τον λόγον ετάχθη ενταύθα παρά των Θεοφόρων Πατέρων η ανάμνησις της παραβολής των Δέκα Παρθένων, διδάσκουσα ημάς, ότι πρέπει να είμεθα πάντοτε εν εγρηγόρσει και έτοιμοι προς υπάντησιν του αληθινού Νυμφίου Χριστού, δια των αγαθών πράξεων και δη της ελεημοσύνης. Διότι άδηλος είναι εις ημάς η ημέρα και η ώρα του τέλους. Δια τον σκοπόν λοιπόν τούτον οι Άγιοι Πατέρες έταξαν ενταύθα την ενθύμησιν της παραβολής των Δέκα Παρθένων, όπως κατά την χθες έταξαν την διήγησιν της του Ιωσήφ σωφροσύνης και την περί της συκής ακαρπίαν, ίνα παρακινήσωσιν ημάς προς απόκτησιν καρπών πνευματικών. Συμπληρώνει δε εκείνας η σημερινή παραβολή διδάσκουσα, ότι δεν αρκεί να εργάζεται τις μίαν μόνην αρετήν τας δε λοιπάς να καταφρονή. Διότι αν και το μεγαλύτερον και δυσκολώτερον κατορθώση, το οποίον είναι η παρθενία, τα δε άλλα καταφρονήση και μάλιστα την ελεημοσύνην, δεν θέλει εισέλθει ομού μετά του Χριστού εις την αιώνιον ανάπαυσιν, αλλά θέλει υποστρέψει κατησχυμμένος. Διότι ουδέν έτερον είναι τόσον ανιαρώτερον και αισχύνης πεπληρωμένον, όσον το να βλέπη τις την παρθενίαν νικωμένην υπό των χρημάτων.

Δεν υπάρχουν σχόλια: