Η ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΚΑΙ Η ΘΕΩΣΙΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

Το άγιον Πάσχα παρήλθεν, ως εορτή, ως υπομνηματισμός λειτουργικός και βιωματικός, ως «Λαμπροφόρος ημέρα». Αλλά το φως του ακόμη μας περιλάμπει και φωταγωγεί τον νουν μας. διότι το άγιον Πάσχα δεν διαυγάζει την ύπαρξίν μας μόνον οσάκις εορτάζεται. Μας φωταγωγεί εις ολόκληρον την ζωήν μας. Το άγιον Πάσχα δεν είναι μόνον μίαν φοράν κατ’ έτος «εορτή εορτών και πανήγυρις πανηγύρεων». Εάν ο Χριστός είναι «μεθ’ ημών πάσας τας ημέρας της ζωής ημών», άρα Πάσχα έχομεν δι’ όλου του βίου μας. Η ζωή μας είναι μία συνεχιζομένη «εορτή εορτών», διότι το φως της Αναστάσεως εισέρχεται εις όλας τας λεπτομερείας της ζωής μας. Δεν εισερχόμεθα μόνον εντός του φωτός της Αναστάσεως, αλλά εισέρχεται αυτό το φως εις ολόκληρον τον άνθρωπον. Γινόμεθα  ένα φως. Δεν συγχεόμεθα εντός του φωτός, αλλά διατηρούντες την αυτοσυνειδησίαν της προσωπικότητός μας, αισθανόμεθα τας ακτίστους ενεργείας του Αγίου Πνεύματος να διέρχωνται εις «πάντας αρμούς, εις νεφρούς, εις καρδίαν» και να μετασκευάζουν και αυτάς τας βιολογικάς λειτουργίας μας εις κτίσιν «καινήν».

Όλαι αι εορταί της Εκκλησίας υπομνηματίζουν τα γεγονότα, που αποτελούν τας διακεκριμένας φάσεις του απολυτρωτικού έργου του Χριστού. Η τελική φάσις είναι η Ανάστασίς Του, την οποίαν ολοκληρώνουν η θεία Ανάληψις και η αγία Πεντηκοστή, καθ’ ην ιδρύεται η Εκκλησία. Αλλ’ η Ανάστασις είναι η αρχή, το κέντρον και η ανακεφαλαίωσις όλου του απολυτρωτικού έργου της θείας ευδοκίας. Η Ανάστασις καθορίζει τι ήμεθα πρότερον, τι εγίναμεν μετά την συνανάστασίν μας και τι οφείλομεν να είμαθα. Είναι τόσον θεμελιώδους σημασίας η Ανάστασις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού δια την ζωήν μας, ώστε εις τον κύκλον του ενιαυτού να την εορτάζωμεν πεντήκοντα δύο φοράς κατά τον λαμπρότερον τρόπον. Εκτός του ότι, οσάκις κοινωνούμεν του τεθεωμένου Σώματος και Αίματος του Χριστού, μυστηριωδώς Πάσχα επιτελούμεν. Η σημασία της Αναστάσεως δεν εξαντλείται εις την αρνητικήν άποψιν, που διατυπώνει ο Απόστολος Παύλος, καθ’ ην «εάν ο Χριστός δεν ανέστη, άρα ματαία ημών η πίστις». Δεν εξαντλείται εις το γεγονός, ότι ο Χριστιανισμός πίπτει ή ίσταται δια της Αναστάσεως ή όχι του Χριστού. Η Ανάστασις αποτελεί τόσον μέγα γεγονός, ώστε χωρίς αυτήν να μη δυνάμεθα να εννοήσωμεν τίποτε από την Ενσάρκωσιν του Θεού Λόγου, ούτε από την χριστιανικήν καθ’ όλου διδασκαλίαν, ούτε από το Πάθος και τον Σταυρόν.

Η Ανάστασις του Κυρίου Ιησού ενοποιεί όλας τας επί μέρους φάσεις της επί γης παρουσίας Του και συμπυκνώνει όλας τας συνεπείας της ενανθρωπήσεώς Του, ως τελικόν σκοπόν και ως θρίαμβον της πνευματικής και ηθικής δυνάμεως. Δια της Αναστάσεως φανερούται τι είναι Θεός και τι άνθρωπος. Μόνον υπό του φωτός της Αναστάσεως δυνάμεθα να αντιληφθώμεν το μεγαλείον του Θεού και το μεγαλείον του ανθρώπου. Προσλαμβάνει ο Θεός την ανθρωπίνην φύσιν, την πεπτωκυίαν και εμπαθή και την θεώνει. Εντεύθεν ο άνθρωπος δεν είναι πλέον «σαρξ και αίμα», αλλά θεός κατά χάριν, είναι «θείας φύσεως κοινωνός». Δεν γίνεται θεός κατά χάριν μετά θάνατον, αλλ’ είναι απ’ εδώ θεός. Ζων εν σαρκί, συμπεριφέρεται ως θεός, ως λέγει Κλήμης ο Αλεξανδρεύς. Ο χρόνος της παρούσης ζωής, μεθ’ όλων των παρακολουθημάτων αυτής, εισέρχεται μεταποιημένος πνευματικώς εντός της αχρόνου αιωνιότητος, προς την οποίαν κατευθυνόμεθα. Η παρούσα ζωή, δια της Αναστάσεως του Χριστού, κατέστη απλούν κλάσμα χρονικόν της μελλούσης, όπου, των «εσόπτρων λυθέντων», θα μετέχωμεν «εκτυπώτερον», δηλ. ουσιαστικώτερον, της ζωής του Χριστού και πληρέστερον θα απολαμβάνωμεν της χορηγηθείσης εντεύθεν μακαριότητος.

Η μακαριότης είναι η εν Θεώ ζωή, που ανέτειλεν από τον Όλβιον Τάφον του Χριστού, ως χαρά, ως ειρήνη, ως φως, ως αγάπη, που αποτελούν όχι απλώς θεία δωρήματα, αλλά χορηγίας ενυποστάτων θείων ενεργειών, αι οποίαι διήκουν εις ολόκληρον την ψυχήν και το πνεύμα και τον νουν. Το φως και η χαρά του αγίου Πάσχα και η δύναμις και η ωραιότης, ως άκτιστοι θείαι ενέργειαι, μεταποιούν και αυτά τα μέλη μας, εις φως και ωραιότητα και δύναμιν και πλούτον, ως λέγει ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος. Αλλοιούνται αι αισθήσεις μας επί το θείον και γινόμεθα ολόκληροι φως. Και ο νους μας πλέων εις το φως της Αναστάσεως του Χριστού, γίνεται ένα φως όμοιον με το φως της Αναστάσεως του Χριστού. Και τότε πληρούμεθα ευδαιμονίας και θείας γλυκύτητος. Το πρόσωπόν μας λάμπει, όπως το πρόσωπον του ηγαπημένου Ιησού. Και τότε αισθανόμεθα εαυτούς, όπως λέγει ο άγιος Συμεών, ωραιοτέρους απ’ όλους τους ωραίους. Πλουσιωτέρους απ’ όλους τους πλουσίους. Και δυνατωτέρους απ’ όλους τους αυτοκράτορας… Ιδού ποία η σημασία της Αναστάσεως του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και ποία η ανύψωσις του ανθρώπου μέχρι θεώσεως. Και αυτή η θέωσις αρχίζει από την ιεράν κολυμβήθραν μόνης της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Χωρίς την «συνταφήν» εν τω αγίω ύδατι της κολυμβήθρας, όπου θάπτεται ο παλαιός άνθρωπος και αναδύεται ο καινός, πεπληρωμένος χάριτος και φωτός, «ενδυόμενος τον Χριστόν» δια του αγίου Χρίσματος, αναγέννησις δεν υπάρχει. Ούτε απαλλαγή ενοχής εκ της προπατορικής αμαρτίας, ούτε μετάδοσις του αγίου Πνεύματος τελείται, ούτε «ενσωμάτωσις» εν τω μυστικώ Σώματι του Χριστού ενεργείται, ούτε σωτηρίας τις αξιούται. Τα μυστηριώδη αυτά τελεσιουργούνται αρρήτως μόνον εν τη Καθολική και Αποστολική Ορθοδόξω Εκκλησία! Δια τούτο φοβούμεθα παν το έξω της Εκκλησίας κείμενον. Και δια τούτο απορρίπτομεν ως «μόλυσμα» το των Λατίνων ράντισμα, ως απεφήνατο ο μέγιστος των Κανονολόγων της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης.

Δεν υπάρχουν σχόλια: