Γράφει ο κ. Διόδωρος Ράμμος

Αγαπητοί φίλοι και φίλες,

 πρόσφατα ολοκλήρωσα την συγγραφή του νέου μου βιβλίου, με τίτλο Ορθοδοξία και Αρχαιολογία. Επιχείρησα να συνδυάσω την Αγία Γραφή, την διδασκαλία παλαιών και νέων Πατέρων της Εκκλησίας μας, τα αρχαιολογικά δεδομένα και τις μυθολογικές παραδόσεις, τόσο των Ελλήνων, όσο και άλλων λαών.

Ανάμεσα στα ποικίλα ζητήματα που προσπάθησα να εξετάσω είναι ασφαλώς και η καταγωγή του ελληνικού έθνους και η πορεία του μέχρι το 1000 π.Χ. Δυστυχώς, πολλά από αυτά που καταγράφω δεν θα τα βρούμε σε κανένα σχολικό βιβλίο ιστορίας, διότι το Υπουργείο Παιδείας στην Ελλάδα φροντίζει να μη γνωρίζουν οι Έλληνες την ιστορία τους!

Αν θέλετε, χρησιμοποιήστε το και διαδώστε το. 

 Σας εύχομαι καλό υπόλοιπο Σαρακοστής και καλή Ανάσταση!


Ὀρθοδοξία καί Ἀρχαιολογία

Ἁγία Γραφή, Προϊστορική Ἀρχαιολογία

καί Ἑλληνική Μυθολογία


 

Διόδωρος Ράμμος

 Ἱστορικός – Ἀρχαιολόγος

 

Ὀρθοδοξία καί

 Ἀρχαιολογία

Ἁγία Γραφή,

 Προϊστορική Ἀρχαιολογία

καί Ἑλληνική Μυθολογία

 

ΑΘΗΝΑ 2021


 

Συγγραφέας: Διόδωρος Ράμμος, Ἱστορικός - Ἀρχαιολόγος

Email: diodorosrammos@gmail.com

Εἰκόνα ἐξωφύλλου:

(πάνω δεξιά) Ἡ ἐκστρατεία τοῦ Ἡρακλῆ στήν Τροία, 1260 π.Χ. Ἀναπαράστα-ση ἀπό τόν καλλιτέχνη Giuseppe Rava. (κάτω ἀριστερά) Ὁ Σουμέριος βασιλιάς Meskalamdug, 2600 π.Χ. Ἀναπαράσταση ἀπό τόν καλλιτέχνη Angus McBride.

Εἰκόνα ὀπισθοφύλλου:

Ψηφιακή ἀναπαράσταση ἑλληνικοῦ πλοίου ἀπό τήν Σαντορίνη, 17ος αἰ. π.Χ. http://www.salimbeti.com/micenei/ships.htm

Ἐκδοτική Παραγωγή Τηλ.: 210-34.76.090


 

Table of Contents

Πρόλογος. 6

Α. Ὁ προϊστορικός ἄνθρωπος, 5508 π.Χ. 8

Α. 1 Εἰσαγωγή. 9

Α. 2 Ὁ μύθος τῆς Παλαιολιθικῆς Ἐποχῆς. 9

Α. 3 Ὁ μύθος τῆς Νεολιθικῆς Ἐποχῆς. 11

Α. 4 Τό φυσικό περιβάλλον. 12

Α. 5 Ἡ δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου. 12

Α. 6 Ἡ Εὔα καί ἡ ἀνθρωπότητα. 14

Α. 7 Ὁ σοφός Ἀδάμ. 14

Α. 8 Ἡ τοποθεσία τοῦ Παραδείσου. 15

Α. 9 Ἔξοδος ἀπό τόν Παράδεισο. 16

Α. 10 Ἡ γενιά τοῦ Κάιν. 17

Α. 11 Ἡ γενιά τοῦ Σήθ. 18

Β. Νεολιθική Ἐποχή, 5400-4500 π.Χ. 20

Β. 1 Εἰσαγωγή. 21

Β. 2 Ἡ ἐξάπλωση τῶν ἀνθρώπων στήν γῆ. 21

Β. 3 Νεολιθικός τρόπος ζωῆς. 22

Β. 4 Μυθικές παραδόσεις. 23

Β. 5 Νεολιθική Ἑλλάδα. 24

Β. 6 Νεολιθική Κύπρος. 25

Β. 7 Nεολιθική Μέση Ἀνατολή. 25

Β. 8 Νεολιθική Εὐρώπη. 26

Β. 9 Nεολιθική Αἴγυπτος. 28

Β . 1 0 Ν ε ο λ ι θ ι κ ή Ἰ ν δ ί α. 28

Β. 11 Νεολιθική Κίνα. 29

Β. 12 Νεολιθική Ἀμερική. 29

Γ. Ἐποχή τοῦ Χαλκοῦ, 4500-3266 π.Χ. 30

Γ. 1 Εἰσαγωγή. 31

Γ 2. Θόβελ (Τούμπαλ Κάιν) 31

Γ. 3 Χ α λ κο λ ι θ ι κ ή Ἑ λ λ ά δ α. 32

Γ 4. Χαλκολιθική Εὐρώπη. 34

Γ. 5 Χαλκολιθική Αἴγυπτος. 35

Γ. 6 Χαλκολιθική Κίνα. 35

Γ. 7 Χαλκολιθική Μεσοποταμία. 36

Γ. 8 Σουμεριακός πολιτισμός. 37

Γ. 9 Θρησκεία τῶν Σουμερίων. 37

Γ. 1 0 Γ ί γ α ν τ ε ςΝ ε φ ι λ ί μ. 39

Γ. 11 Κατακλυσμός 3266 π.Χ. 40

Γ. 12 Μετά τόν Κατακλυσμό. 40

 

 


 

ΧΡΟΝΙΚΗ ΣΕΙΡΑ ΕΠΟΧΩΝ ΚΑΙ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ

Δημιουργία ἀνθρώπων, 5508 π.Χ.

Νεολιθική ἐποχή, 5400 π.Χ.

Ἐποχή τοῦ Xαλκοῦ, 4500 π.Χ.

Σουμεριακός πολιτισμός, 3500 π.Χ.

Κατακλυσμός τοῦ Νῶε, 3266 π.Χ.

Πύργος τῆς Βαβέλ, 2735 π.Χ.

Πρωτοελλαδικός πολιτισμός, 2735 π.Χ.

Γέννηση Ἀβραάμ, 2094 π.Χ.

Παλαιά Ἀνάκτορα στήν Κρήτη, 1950 π.Χ.

Ἔκρηξη ἡφαιστείου Θήρας 1630 π.Χ.

Μωυσῆς καί Ἔξοδος, 1374 π.Χ.

Τρωικός πόλεμος, 1210 π.Χ.


 

Πρόλογος

Ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ γιά τό σύμπαν καί τόν ἄνθρωπο περιέχεται στά θεόπνευστα βιβλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Τό πρῶτο βιβλίο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης (καί συνολικά τῆς Ἁγίας Γραφῆς) ὀνομάζεται Γένεση, δηλαδή δημιουργία, κατασκευή. Ταυτόχρονα, εἶναι τό βιβλίο πού ἔχει παρερμηνευθεῖ καί ἔχει συκοφαντηθεῖ σέ μέγιστο βαθμό, μέ ἀποτέλεσμα νά θεωρεῖται ἀπό κάποιους κύκλους ὅτι ἡ Γένεση περιγράφει ψεύτικα καί ἀνύπαρκτα γεγονότα.

Ὡστόσο, ἡ Γένεση μᾶς παραδίδει τήν ἀλήθεια γιά τό παρελθόν τοῦ ἀνθρώπου. Δέν εἶναι βιβλίο μυθολογίας, ἀντιθέτως εἶναι βιβλίο ἄκρως ἀντικειμενικό καί ρεαλιστικό, μέσω ἀπό τό ὁποῖο ἀποκτοῦμε γνώσεις καί ἀπαντήσεις, τίς ὁποῖες ἡ Προϊστορική Ἀρχαιολογία, ὅσο καί ἄν ἔχει προοδεύσει ἀπό τόν 19ο αἰῶνα μέχρι σήμερα, δέν εἶναι ἀκόμη σέ θέση νά μᾶς προσφέρει. Γιά τό μακρινό παρελθόν τῶν ἀνθρώπων δέν ἔχουμε γραπτά κείμενα, καταγεγραμμένη Ἱστορία, ὥστε νά γνωρίσουμε πῶς ἐμφανίζεται ὁ ἄνθρωπος στήν γῆ καί πῶς δημιουργεῖ τόν πολιτισμό του.

Τό μόνο σαφές καί ἀληθινό κείμενο εἶναι ἡ Ἁγία Γραφή, ὅπως τήν ἑρμηνεύουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, καί ἔπειτα τά ποικίλα ἀρχαιολογικά εὑρήματα, τά ὁποῖα ἀπό μόνα τους εἶναι μόνο ἀποσπασματικές εἰκόνες, εἰκόνες δίχως λέξεις. Τίς λέξεις, πού ἐπεξηγοῦν τίς εἰκόνες, τίς παρέχει ἡ Γένεση. Δυστυχῶς, ἡ σύγχρονη ἐπιστήμη θεωρεῖ ὀρθόδοξη ὁδό γνώσης μόνο τόν ἀνθρώπινο νοῦ, ἐνῶ τήν χρήση τῆς Ἁγίας Γραφῆς στόν χῶρο τῶν ἐπιστημῶν τήν θεωρεῖ ἀδιανόητη καί αἱρετική!

Ἐμεῖς, ἀσφαλῶς, διαφωνοῦμε καί πιστεύουμε ὅτι χωρίς θεία φώτιση, ἡ ἀνθρώπινη γνώση εἶναι φτωχή, ἄν ὄχι ἀνήμπορη. Καί ἔχοντας ὁδηγό τά βιβλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, θά συνδυάσουμε Ὀρθοδοξία καί Ἀρχαιολογία. Ὡς πρός τό κείμενο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, θά ἐξετάζουμε τόσο τήν ἑλληνική μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα (Ο΄, 3ος αἰ. π.Χ.), τήν ὁποία χρησιμοποιεῖ ἀπό τά ἀρχαία χρόνια ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας, ὅσο καί τό ἑβραϊκό κείμενο (μασοριτικό, 7ος αἰ. μ.Χ.).

Καί μέσα ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη θά ἀποκομίσουμε πολύτιμες πληροφορίες καί γιά τήν καταγωγή τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους, τό ὁποῖο ἐγκαθίσταται στόν χῶρο τοῦ Αἰγαίου τό 2735 π.Χ. καί δημιουργεῖ τόν λαμπρό ἑλληνικό πολιτισμό, πού ἐπηρέασε ὅλη τήν ἀνθρωπότητα. Μαζί μέ τήν πορεία τῶν Ἑλλήνων στόν χρόνο θά ἐξετάσουμε καί γενικότερα τούς λαούς, οἱ ὁποῖοι δημιούργησαν σπουδαίους πολιτισμούς, ἀπό τήν Νεολιθική Ἐποχή ὥς τήν ἀρχή τῆς Ἐποχῆς τοῦ Σιδήρου.


 


 

Α. Ὁ προϊστορικός ἄνθρωπος, 5508 π.Χ.

 

Ὁ Θεός ντύνει τούς Πρωτοπλάστους μέ δερμάτινους χιτῶνες, Γέν. 3, 21.

Ψηφιδωτό ἀπό τόν Ἅγιο Μάρκο Βενετίας, 13ος αἰώνας.


 

Α. 1 Εἰσαγωγή

Ἡ κρατοῦσα ἐπιστημονική ἀντίληψη ὑποστηρίζει ὅτι τό γνωστό σύμπαν ἔχει ἡλικία 13,8 δισεκατομμύρια ἔτη, ὁ πλανήτης Γῆ 4,5 δισεκατομμύρια χρόνια καί ὁ ἄνθρωπος (τό γένος Ηomo) 2,5 ἑκατομμύρια χρόνια. Γιά τά δύο πρῶτα δέν ἔχουμε νά ἀντιλέξουμε κάτι. Ἀλλά γιά τήν ἡλικία τοῦ ἀνθρώπου ἔχουμε τό ἑξῆς ἐρώτημα: τί ἔκαναν οἱ ἄνθρωποι πάνω στήν Γῆ ὅλα αὐτά τά ἑκατομμύρια χρόνια; Πῶς καί δέν ἀνατινάξαμε τόν πλανήτη στόν ἀέρα τόσα χρόνια; Κάτι πού ἑτοιμαζόμαστε νά κάνουμε στήν σύγχρονη ἐποχή!

Ὁ πιθηκάνθρωπος ὡς πρόγονος τοῦ ἀνθρώπου, ἔργο τοῦ Robert Fludd, 1630.

Μέσα σέ αὐτό τό κλίμα τοῦ τυραννικοῦ δογματισμοῦ, τῆς πανεπιστημιακῆς δικτατορίας πού ἐπέβαλαν οἱ Σιωνιστές, καλοῦνται Φυσικοί, Βιολόγοι, Παλαιοντολόγοι καί Ἀρχαιολόγοι νά ἀποδέχονται καί νά ἀποδεικνύουν (ἔστω καί μέ ψευδεπιχειρήματα) ὅτι οἱ ἄνθρωποι προέκυψαν μέσω τῆς ἐξέλιξης τῶν εἰδῶν καί τῆς προσαρμογῆς στό περιβάλλον, χωρίς τήν ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ.

Ἡ ὁποιαδήποτε ἀναφορά στόν Θεό ἤ στήν Ἁγία Γραφή, μέσα σέ αὐτούς τούς ἐπιστημονικούς κλάδους, θεωρεῖται κάτι σάν… βλασφημία. Ἄν ὑπῆρχε Ἱερά Ἐξέταση στά σύγχρονα Πανεπιστήμια, σίγουρα θά εἶχαν καεῖ ζωντανοί οἱ Χριστιανοί φοιτητές ἤ καθηγητές!

Ἀσφαλῶς, ὅσα ὁρίζει ἡ σύγχρονη Ἐπιστήμη δέν εἶναι ὅλα ψέματα, ὑπάρχει καί ἡ ἀλήθεια. Ἀλλά τό ψέμα εἶναι σάν τό δηλητήριο, λίγο δηλητήριο ἄν ρίξουμε σέ ἕνα ποτήρι μέ καθαρό νερό, δηλητηριαστήκαμε. Ἀντίστοιχα, στήν δεξαμενή τῆς ἀκαδημαϊκῆς ἀλήθειας ρίχνουν μία ποσότητα ψεύδους οἱ Σιωνιστές, ὥστε νά δηλητηριάζεται τό μυαλό μας.

Ἐμεῖς, ὅμως, θά ἀκολουθήσουμε τό παράδειγμα τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, πού συνδύαζαν τόν φωτισμό τοῦ Θεοῦ, τήν μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τόν πλοῦτο τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς σοφίας, χωρίς νά ἐπιχειροῦν νά διασπάσουν τήν σχέση Θεοῦ καί Ἐπιστήμης, κάτι πού πέτυχαν νά ἐπιβάλουν οἱ Σιωνιστές στήν Εὐρώπη.

Ὁ Θεός δημιουργεῖ τό σύμπαν, ψηφιδωτό ἀπό τό Monreale τῆς Σικελίας, 1180.

Α. 2 Ὁ μύθος τῆς Παλαιολιθικῆς Ἐποχῆς

Οἱ ἐπιστήμονες ἔχουν χωρίσει τό πρώιμο παρελθόν τοῦ ἀνθρώπου σέ δύο βασικές ἐποχές, τήν Παλαιολιθική καί τήν Νεολιθική, πού ἔχουν σχέση μέ τόν τρόπο πού ὁ ἄνθρωπος ἀποκτᾶ τήν τροφή του. Κυνηγός καί τροφοσυλλέκτης στήν Παλαιολιθική Ἐποχή, ἐνῶ στήν Νεολιθική γεωργός καί κτηνοτρόφος.

Οἱ ὀνομασίες ἔχουν δοθεῖ σέ σχέση μέ τά ἐργαλεῖα πού κατασκευάζει ὁ ἄνθρωπος. Ἐπειδή τό βασικό ὑλικό, πού χρησιμοποιοῦν οἱ ἄνθρωποι, εἶναι ἡ πέτρα, ὁ λίθος, ὀνομάστηκε ἐποχή τοῦ Λίθου, μέ τήν πρώτη περίοδο, τήν Παλαιολιθική, νά ἔχει τεράστια χρονική διάρκεια (ἑκατομμύρια χρόνια). Στό τέλος τῆς Παλαιολιθικῆς, γύρω στό 10.000 π.Χ. ἀρχίζει ἡ Νεολιθική περίοδος, ἀλλά σέ κάποιες περιπτώσεις οἱ ἐπιστήμονες διακρίνουν καί μία ἐνδιάμεση χρονική φάση, πού τήν ὀνομάζουν Μεσολιθική.

Ἡ «κατεχόμενη» ἐπιστήμη ἔπλασε τόν μύθο τῆς Παλαιολιθικῆς Ἐποχῆς γιά νά πείσει τούς ἀνθρώπους ὅτι ἡ Ἁγία Γραφή διδάσκει ψέματα. Ἐπιπλέον, μέ τήν τεράστια χρονική διάρκεια τῆς Παλαιολιθικῆς Ἐποχῆς ἱκανοποιήθηκε καί ἡ ἀποκρυφιστική θεωρία τῆς μετενσάρκωσης (gilgul), στήν ὁποία πιστεύουν οἱ Σιωνιστές[1].

Οἱ θεωρίες αὐτές ὑπῆρχαν αἰῶνες πρίν, στίς παρανοϊκές ἀντιλήψεις τῆς σουμεριακῆς θρησκείας, μέχρι πού ἔγιναν κτῆμα τοῦ ἑβραϊκοῦ Γνωστικισμοῦ, πού ἐξελίχθηκε στόν Καμπαλισμό, καί ὁ Καμπαλισμός μέ τήν σειρά του διοχετεύτηκε στίς μασονικές στοές στίς ἀρχές τοῦ 18ου αἰώνα, ἐνῶ τόν 19ο αἰῶνα ὁ διάσημος Ἄγγλος Κάρολος Δαρβίνος μετέφερε αὐτές τίς θεωρίες ἀπό τήν ἀγγλική μασονία στόν χῶρο τῆς ἐπιστήμης.

Συνοπτικά παραθέτουμε τί ἀναφέρει τό σιωνιστικό (καί δῆθεν ἐπιστημονικό) παραμύθι:

Πρίν ἀπό σχεδόν 2,5 ἑκατομμύρια χρόνια κάποιοι πίθηκοι στήν κεντρική Ἀφρική ἄρχισαν νά ἀποκτοῦν ἐξυπνάδα, σοφία. Κατέβηκαν ἀπό τά δέντρα, ἄρχισαν νά περπατοῦν ὄρθιοι καί νά φτιάχνουν πέτρινα ἐργαλεῖα. Αὐτοί οἱ πίθηκοι ὀνομάζονται Αὐστραλοπίθηκοι ἀπό τήν κατεχόμενη ἐπιστήμη.

Χάρτης τῆς Μεσοποταμίας. Τό πράσινο χρῶμα δείχνει τήν Εὔφορη Ἡμισέληνο.

Κάποια στιγμή, αὐτοί οἱ πιθηκάνθρωποι ἀποφάσισαν νά φύγουν ἀπό τήν κεντρική Ἀφρική (Out of Africa) καί περπατώντας ἐξαπλώθηκαν σέ ὁλόκληρη τήν γῆ. Πρίν ἀπό 700.000 χρόνια ἀνακάλυψαν καί τήν χρήση τῆς φωτιᾶς, ἐνῶ πρίν ἀπό 200.000 χρόνια ἐξελίχθηκαν στόν σύγχρονο ἄνθρωπο (Hοmo Sapiens). Γιά ὅλη αὐτήν τήν περίοδο ζοῦσαν οἱ πιθηκάνθρωποι ὡς κυνηγοί καί τροφοσυλλέκτες.

Καί ξαφνικά, γύρω στό 10.000 π.Χ., οἱ ἐξελιγμένοι πλέον ἄνθρωποι στήν Εὔφορη Ἡμισέληνο ἄρχισαν νά ἀσχολοῦνται μέ τήν γεωργία καί ἔπειτα μέ τήν κτηνοτροφία, ἐγκαταλείποντας τά σπήλαια καί δημιουργώντας μόνιμους οἰκισμούς. Ὁ ὅρος Εὔφορη Ἡμισέληνος (Fertile Crescent) δηλώνει τό μισοφέγγαρο πού σχηματίζεται στόν χάρτη τῆς Μέσης Ἀνατολῆς, ἀπό τήν Παλαιστίνη ὥς τά σύνορα Ἀνατολίας (Τουρκίας), Μεσοποταμίας (Ἰράκ) καί Περσίας (Ἰράν).

Ἀσφαλῶς, αὐτή ἡ κωμική ἱστορία δέν μπορεῖ νά ἀπαντήσει σέ ἁπλά ἐρωτήματα, ὅπως γιατί καί πῶς ἄρχισαν νά στέκονται ὄρθιοι οἱ Αὐστραλοπίθηκοι, γιατί ἔφυγαν ἀπό τήν Ἀφρική καί ἐξαπλώθηκαν σέ ὅλο τόν πλανήτη καί πολλά ἄλλα. Ἀλλά τό βασικότερο ὅλων εἶναι ὅτι τά διδάσκουν χωρίς νά ἔχουν ἀποδείξεις. Καί οἱ ἀποδείξεις σχετίζονται ἄρρηκτα μέ τίς χρονολογήσεις, οἱ ὁποῖες ἄν δέν ἰσχύουν, μετατρέπουν τήν ὅλη θεωρία σέ συντρίμμια.

Ἀσφαλῶς, θά ἀναρωτηθεῖ κανείς πῶς εἶναι δυνατόν νά εἶναι τόσο λανθασμένες οἱ χρονολογήσεις τῶν φυσικῶν; Ἡ ἀπάντηση εἶναι ἡ ἑξῆς: ἡ Ἀρχαιομετρία, ὁ κλάδος τῆς Φυσικῆς πού ἐρευνᾶ τήν ἡλικία τῶν ἀρχαίων ἀντικειμένων, πράγματι μπορεῖ νά σφάλει καί νά δώσει ἐξωπραγματικά νούμερα.

Οἱ μετρήσεις λένε ὅτι τό ἀρχαιότερο ὀστό σύγχρονου ἀνθρώπου (Hοmο Sapiens) χρονολογεῖται πρίν ἀπό 200.000 χρόνια. Ὑπάρχουν τρεῖς ἐκδοχές. Ἡ πρώτη εἶναι νά εἶναι λανθασμένη ἡ μέτρηση. Ἡ δεύτερη νά εἶναι πειραγμένη, δηλαδή νά ὑποχρεώθηκαν οἱ φυσικοί νά δώσουν ἕναν ἀριθμό, πού νά ἐξυπηρετεῖ τό σύστημα! Καί ἡ τρίτη ἐκδοχή εἶναι νά εἶναι σωστή.

Ἄν οἱ χρονολογήσεις εἶναι σωστές, τότε αὐτό θά σήμαινε ὅτι ὑπῆρχαν ἀνθρωπόμορφα ζῶα, τά ὁποῖα ἦταν σωματικά ὅπως οἱ ἄνθρωποι, ἀλλά δεν ἦταν πνευματικά ἄνθρωποι, δηλαδή ὁ Θεός δέν τούς εἶχε δώσει ἀκόμη ψυχή. Αὐτό ἰσχυρίζονται οἱ ὀπαδοί τῆς ἐξελικτικῆς δημιουργίας, πού προσπαθοῦν νά γεφυρώσουν τό χάσμα ἀνάμεσα σέ Χριστιανισμό καί Σιωνισμό.

Ὡστόσο, ἡ Ἁγία Γραφή εἶναι ξεκάθαρη. Ὁ ἄνθρωπος δέν πλάστηκε οὔτε 200.000 χρόνια πρίν οὔτε 2.000.000, ἀλλά τό 5508 π.Χ. Καί αὐτό τό ὑπολόγισαν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας[2], μέ βάση τίς πληροφορίες πού μᾶς δίνει ἡ Παλαιά Διαθήκη, σχετικά μέ τό πότε γεννήθηκε ὁ κάθε πρόγονος τοῦ Μεσσία.

Α. 3 Ὁ μύθος τῆς Νεολιθικῆς Ἐποχῆς

Ἡ ἐξάπλωση τοῦ νεολιθικοῦ πολιτισμοῦ, μέ βάση τήν κατεχόμενη ἐπιστήμη.

Καθώς ἐξετάσαμε τήν μυθολογία τῆς Παλαιολιθικῆς Ἐποχῆς, θά δοῦμε στήν συνέχεια τά ψέματα πού ἀφοροῦν τήν Νεολιθική Ἐποχή. Ἡ κατεχόμενη ἐπιστήμη, θέλοντας νά μᾶς πείσει ὅτι ὑπάρχει ἀδιάρρηκτη ἀλληλουχία γεγονότων στήν παρουσία τοῦ ἀνθρώπου στήν γῆ, μᾶς διδάσκει ὅτι γύρω στό 10.000 π.Χ. πραγματοποιήθηκε ἡ μετάβαση ἀπό τό στάδιο τῶν κυνηγῶν – τροφοσυλλεκτῶν σέ αὐτό τῶν μονίμως ἐγκατεστημένων γεωργῶν.

Αὐτή ἡ τεράστιας σημασίας ἀλλαγή θεωρεῖται πώς ἔγινε σχεδόν ταυτόχρονα σέ διάφορες περιοχές τοῦ πλανήτη (Ἐγγύς Ἀνατολή, βόρεια Ἀφρική, νοτιοανατολική Ἀσία, κεντρική καί νότια Ἀμερική). Καί ἐπειδή οἱ ἐπιστήμονες δέν μποροῦν νά ἐξηγήσουν τήν αἰτία, τό γιατί, ἀποδίδουν τήν ξαφνική ἀλλαγή στόν καιρό.

Δηλαδή, γύρω στό 10.000 π.Χ. λήγει ἡ «Ἐποχή τῶν Παγετώνων», τό κλίμα θερμαίνεται καί περνᾶμε ἀπό τό Πλειστόκαινο στό Ὁλόκαινο. Βέβαια, ὅπως προαναφέραμε, αὐτό εἶναι μία φτηνή δικαιολογία, γιά νά δικαιολογήσουν τά ἀδικαιολόγητα καί νά συμπληρώσουν τά κομμάτια ἑνός ψεύτικου πάζλ!

Ὡς πρός τήν μετάβαση στήν Νεολιθική Ἐποχή προκύπτουν νέα ἐρωτήματα, ὅπως γιατί οἱ ἄνθρωποι ἐγκατέλειψαν τήν ζωή στά σπήλαια, ὕστερα ἀπό ἑκατομμύρια χρόνια; Ἐπιπλέον, γιατί ἐμφανίζεται πρῶτα ἡ γεωργία καί ἔπειτα ἡ κτηνοτροφία καί ὄχι τό ἀντίστροφο; Καί τέλος, γιατί ἐμφανίζεται στήν Μεσοποταμία καί ὄχι στόν Νεῖλο ἤ γενικά στήν κεντρική Ἀφρική;

Ἡ ψεύτικη αὐτή εἰκόνα ἔχει προέλθει ἀπό τίς λανθασμένες χρονολογήσεις ὁρισμένων οἰκισμῶν στήν Εὔφορη Ἡμισέληνο, ὅπως ἡ Ἱεριχώ, ὅπου ὑποτίθεται πώς χρονολογεῖται στό 10.000 π.Χ. Ἡ πόλη τῆς Ἱεριχοῦς εἶναι πράγματι μία ἀπό τίς παλαιότερες τοῦ κόσμου, ἔχει διαδοχικά στρώματα καταστροφῆς καί ἀνοικοδόμησης, ἀλλά σίγουρα δέν εἶναι ἀρχαιότερη τοῦ 5400 π.Χ.

Οἱ χρονολογήσεις τῆς Νεολιθικῆς Ἐποχῆς, ἀπό τό 10.000 π.Χ. ὥς τό 5500 π.Χ. μᾶς παρουσιάζουν μία παράλογη εἰκόνα. Δέν εἶναι δυνατόν στήν Ἱεριχώ νά ὑπῆρχε νεολιθικός πολιτισμός τό 10.000 π.Χ., νά περνάει ἀπέναντι στήν Κύπρο κατά τήν πρώιμη 9η χιλιετία (δηλαδή γύρω στό 8800 π.Χ.), ἀλλά στήν γειτονική Αἴγυπτο νά φτάνει μετά τό 6000 π.Χ. (Fayum A culture).

Ἀκόμη πιό παράλογη εἶναι ἡ χρονολόγηση τοῦ Γκιεμπεκλί Τεπέ (GÖbekli Tepe) στήν 10η χιλιετία. Τό μεγαλιθικό μνημεῖο Γκιεμπεκλί εἶναι ἕνα σύνολο ἀπό τεράστιους πεσσούς (ὀρθογώνιες κολόνες), ὕψους μέχρι καί 6 μέτρων, πού ἀποκλείεται νά χτίστηκε ἀπό τροφοσυλλέκτες, ἀφοῦ χρειάζεται ὑψηλοῦ ἐπιπέδου τεχνολογικές γνώσεις καί κατάλληλα ἐργαλεῖα. Εἶναι πολύ πιό πιθανό νά κατασκευάστηκε τό 3500 π.Χ.

Φωτογραφία ἀπό τό Γκιεμπεκλί Τεπέ (ἀριστερά) καί ἀναπαράσταση (κάτω).

Γενικότερα, στά πρῶτα 5000 χρόνια τῆς Νεολιθικῆς Ἐποχῆς βλέπουμε νά ἐμφανίζονται κάποιοι οἰκισμοί, νά μένουν στάσιμοι ἤ νά σβήνουν, ἐνῶ μετά τό 5500 π.Χ. βλέπουμε τήν ἀκριβῶς ἀντίθετη εἰκόνα. Νά ἐξαπλώνονται σέ ὅλα τά μέρη τῆς γῆς οἱ ἄνθρωποι καί νά δημιουργοῦν οἰκισμούς, πολλοί ἀπό τούς ὁποίους ἐξελίχθηκαν σέ ὁλόκληρες πόλεις. Συνεπῶς, πῶς ἐξηγεῖται τό ὅτι γιά τά πρῶτα 5000 χρόνια κινοῦνται ὅλα σέ ρυθμούς χελώνας, ἐνῶ μετά τό 5500 καί μέσα σέ λίγους αἰῶνες κινοῦνται ὅλα μέ ταχύτατους ρυθμούς;

Α. 4 Τό φυσικό περιβάλλον

Τό κλίμα τῆς γῆς, ὅπως καί ἡ ἀνθρώπινη ἱστορία, χωρίζεται σέ περιόδους, διότι δέν μένει ἀμετάβλητο, ἀλλά στό πέρασμα τῶν αἰώνων ἀλλάζει. Μετά τήν ἐποχή τῶν παγετώνων (11.000 π.Χ.) ἔχουμε τήν ἐποχή τοῦ Βορέα ἤ Βόρεια Περίοδο (Βοreal period) καί, κατά τήν ἐποχή πού δημιουργεῖται ὁ ἄνθρωπος (5508 π.Χ.), ἔχουμε τήν Ἀτλαντική ἐποχή (Αtlantic period).

Αὐτή εἶχε κάποιες διαφορές σέ σχέση μέ τίς σημερινές κλιματικές συνθῆκες, μέ βασικό χαρακτηριστικό ὅτι ἡ στάθμη τῆς θάλασσας ἦταν κατά μέσο ὅρο 20 μέτρα πιό χαμηλά, ἀπό ὅ,τι εἶναι σήμερα, ἄρα ἡ ἐπιφάνεια τῆς ξηρᾶς ἦταν μεγαλύτερη[3]. Καθώς, ὅμως, ὅλα αὐτά τά χρόνια λιώνουν οἱ πάγοι στούς δύο Πόλους τῆς γῆς, ἀνεβαίνει ἡ στάθμη τῆς θάλασσας.

Χάρτης τῆς Ἀραβίας (ἀριστερά) καί τῆς Ἀφρικῆς (δεξιά), τό 5000 π.Χ., ὅπου φαίνονται οἱ γόνιμες ἐκτάσεις καί τά ποτάμια, πού κάποτε ὑπῆρχαν.

Ἐπιπλέον, τό κλίμα τῆς γῆς ἦταν στήν βόρεια Εὐρώπη λίγο πιό θερμό και ὑπῆρχαν περισσότερες γόνιμες ἐκτάσεις. Χαρακτηριστική περίπτωση εἶναι ἡ Σαχάρα καί ἡ Ἀραβία, πού ἦταν γεμάτες ποτάμια καί πεδιάδες, πρίν μετατραποῦν σέ ἀμμώδεις ἐρήμους, ὅπως εἶναι σήμερα.

Α. 5 Ἡ δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου

Ἡ δημιουργία τοῦ Ἀδάμ ἀπό τόν Θεό (Monreale).

Ἡ αἰτία τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου ἦταν ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός θέλησε νά πλάσει τόν ἄνθρωπο, ὅπως καί τόν ὑπόλοιπο κόσμο, φυσικό καί πνευματικό, ὁρατό καί ἀόρατο, ἐκδηλώνοντας τήν ἀγάπη Του. Τίποτα δέν ἦταν ἀποτέλεσμα τύχης ἤ συμπτώσεων. Καί γιά χάρη τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Θεός πλάθει τά πάντα, τό σύμπαν, τήν γῆ, τά φυτά καί τά ζῶα. Τελευταῖο χρονικά πλάθει τόν ἄνθρωπο καί τόν τοποθετεῖ γιά ἀρχηγό ὅλου του κόσμου. Συνεπῶς ἡ γῆ εἶναι τό παλάτι καί ὁ ἄνθρωπος ὁ βασιλιάς.

Τά διάφορα στοιχεῖα τοῦ σύμπαντος ὁ Θεός τά δημιούργησε μέ τόν λόγο Του, «Εἶπεν… καὶ ἐγένετο»[4]. Πρῶτα δημιουργεῖ τόν πνευματικό κόσμο[5], τούς Ἀγγέλους, καί ἔπειτα τόν φυσικό κόσμο, τό φῶς καί τό σύμπαν. Εἶναι λάθος νά ὀνομάζουμε ἄυλο τόν πνευματικό κόσμο, διότι ἄυλος, πέρα καί ἔξω ἀπό τήν ὕλη, εἶναι μόνο ὁ Θεός.

Γιά τήν δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου ὁ Θεός ἔδειξε ξεχωριστή πρόνοια, διότι εἶναι τό μοναδικό πλάσμα πού ἔγινε «κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν» Θεοῦ[6]. Ὁ ἄνθρωπος προικίστηκε μέ τήν ἱκανότητα νά γίνει ὅμοιος μέ τόν Θεό, ἀρκεῖ νά τηρεῖ τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ.

Ἐπιπλέον, ὁ ἄνθρωπος μετέχει καί στίς δύο ὑποστάσεις τῆς δημιουργίας, καί στήν κοσμική καί στήν πνευματική, δηλαδή ἔχει κοσμικό σῶμα καί πνευματική ψυχή. Ὡς πρός τήν σωματική ὑπόσταση τοῦ ἀνθρώπου ἡ Βίβλος ἀναφέρει ὅτι ὁ Θεός ἔπλασε τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τό χῶμα τῆς γῆς[7].

Αὐτή ἡ φράση ἄν εἶναι κυριολεκτική, σημαίνει ὅτι ὁ Θεός μετατρέπει θαυματουργικά ἕνα τμῆμα τοῦ χώματος σέ ἀνθρώπινο σῶμα. Ἄν εἶναι μεταφορική, σημαίνει ὅτι ὁ Θεός χρησιμοποιεῖ τά ἴδια δομικά ὑλικά (ἠλεκτρόνια, πρωτόνια κ.λπ.) γιά νά πλάσει τόν ἄνθρωπο, μέ αὐτά πού χρησιμοποίησε γιά νά φτιάξει τήν γῆ.

Ὡστόσο, εἴτε μεταφορική εἴτε κυριολεκτική, ἡ διήγηση ἀναφέρει μέ σαφή τρόπο ὅτι ἡ δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου ἦταν αὐτοτελής καί μοναδική, δηλαδή ὁ Θεός ἀσχολήθηκε ξεχωριστά μέ τόν ἄνθρωπο καί τόν ἔπλασε χωρίς νά μεσολαβήσει κάποιο ἄλλο μέσο, ὅπως εἶναι ἡ ἐξέλιξη ἀπό κάποιο εἶδος ζώου. Ἔπειτα, ὁ Θεός φύσηξε στό πρόσωπο τοῦ ἀνθρώπου καί μέσω τῆς θεϊκῆς πνοῆς ὁ ἄνθρωπος ἀπέκτησε ψυχή.

Ἑπομένως, ἡ ψυχή στόν ἄνθρωπο ἔρχεται ἀπ’ εὐθείας ἀπό τόν Θεό καί ὄχι μέσα ἀπό κάποιο στοιχεῖο τῆς φύσης, κάτι πού σημαίνει ὅτι ἡ ψυχή δέν εἶναι ὁ ἐγκέφαλος, ἔστω καί ἄν ὑπάρχει ἀλληλεπίδραση μεταξύ τους. Ἡ ψυχή εἶναι «κατασκευασμένη» ἀπό κάποιο ἄλλο ὑλικό, ὅπως οἱ ἄγγελοι, πού ἔχουν μόνο πνευματική ὑπόσταση καί ὄχι σωματική. Γι’ αὐτό τόσο ἡ ψυχή ὅσο καί οἱ ἄγγελοι δέν μποροῦν νά γίνουν ἀντιληπτοί ἀπό τίς φυσικές ἐπιστῆμες, παρά μόνο ἀπό τούς Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας[8].

Α. 6 Ἡ Εὔα καί ἡ ἀνθρωπότητα

Θέλημα Θεοῦ ἦταν νά μήν εἶναι μόνος του ὁ Ἀδάμ, ἔστω καί ἄν ζοῦσε μέσα στόν Παράδεισο, στήν ἀπόλυτη εὐτυχία. Ἔπρεπε νά βρεθεῖ κάποιος βοηθός στήν ζωή του, πού νά εἶναι ἴσος μέ τόν Ἀδάμ, δηλαδή ἄνθρωπος, ἀφοῦ τά ζῶα ἦταν κατώτερα. Γι’ αὐτό πλάθει ὁ Θεός ἕναν ἀκόμη ἄνθρωπο, τήν Εὔα, δηλαδή τήν πρώτη γυναίκα.

Ἡ περικοπή αὐτή μᾶς διδάσκει ξεκάθαρα δύο πράγματα: ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι ζῶο καί ὅτι ἡ γυναίκα δέν εἶναι κατώτερη ἀπό τόν ἄνδρα. Ὅσο ἄνθρωπος εἶναι ὁ ἄνδρας, τόσο εἶναι καί ἡ γυναίκα. Ἔτσι, δημιουργεῖται ἡ πρώτη οἰκογένεια καί ἡ πρώτη κοινωνία ἀνθρώπων. Μέσα ἀπό αὐτό τό ζεῦγος θά προέλθει ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα.

H ἔξωση τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας ἀπό τόν Παράδεισο. (Ἅγιος Μάρκος.)

Ὅποτε ἔχουμε καί τό τρίτο συμπέρασμα: ὅλοι οἱ ἄνθρωποι προέρχονται ἀπό ἕνα ζεῦγος, συνεπῶς ὅλοι εἶναι ἴσοι καί ἀδέλφια μεταξύ τους. Εἴμαστε ὅλοι ἴσοι, ἀλλά ὄχι καί ὅμοιοι, κάθε ἄνθρωπος εἶναι μοναδικός. Ἐδῶ, βέβαια, γεννᾶται τό εὔλογο ἐρώτημα: ἐφόσον ὅλοι οἱ ἄνθρωποι προῆλθαν ἀπό ἕνα ζευγάρι ἀνθρώπων, τότε πῶς προέκυψαν οἱ διάφορες φυλές, ἡ λευκή, ἡ μαύρη καί ἡ μογγολική-κινέζικη;

Ἀπάντηση δέν ἔχουμε ἀκόμη, ἀλλά μποροῦμε νά ὑποθέσουμε ὅτι μόλις ἐγκαταστάθηκαν οἱ πρῶτοι ἄνθρωποι στά διάφορα μέρη τῆς γῆς (ἐκνεολιθισμός), ὁ Θεός τούς ἄλλαξε τό χρῶμα, τό ὕψος, τά μάτια καί τά ἄλλα βιολογικά στοιχεῖα.

Γιά παράδειγμα, βλέπουμε ὅτι οἱ μαῦροι ἄνθρωποι ἔχουν ἀνώτερο μυϊκό σύστημα ἀπό τούς λευκούς, μέ ἀποτέλεσμα σέ κάποια ἀθλήματα νά κερδίζουν πάντα οἱ μαῦροι ἀθλητές τούς λευκούς, ὅπως στόν ἀγώνα δρόμου τῶν 100 μέτρων. Σέ τέτοιες περιπτώσεις φαίνεται πόσο ἀνόητος ἦταν ὁ δυτικοευρωπαϊκός ρατσισμός, πού θεωροῦσε τήν λευκή φυλή ἀνώτερη ἀπό τήν μαύρη!

Ἐνδεχομένως, μαζί μέ τίς φυλετικές αὐτές διαφοροποιήσεις, πού προκάλεσε ὁ Θεός στούς ἀνθρώπους, νά τούς ἄλλαξε καί τίς γλῶσσες πού μιλοῦσαν, διαφορετικά δέν θά ὑπῆρχαν στήν γῆ τόσο πολλές γλῶσσες ἤ γλωσσικές οἰκογένειες. Ἄν αὐτό δέν ἔγινε στήν ἀρχή, ἀπό τήν Νεολιθική ἐποχή, τότε σίγουρα ἔγινε τήν ἐποχή τῆς Βαβέλ, ὅπου διαχωρίστηκαν οἱ γλῶσσες τῶν Σηθιτῶν, ὅπως θά δοῦμε στό ἀντίστοιχο κεφάλαιο.

Α. 7 Ὁ σοφός Ἀδάμ

Τέλος, ὁ Θεός δίνει τήν γνώση στόν ἄνθρωπο, ὄχι ὅμως καί τήν γνώση τοῦ κακοῦ. Συνεπῶς, ὁ ἄνθρωπος εἶναι σοφός ἀπό τήν δημιουργία του καί δέν ἀπέκτησε σοφία καί λόγο μετά ἀπό ἑκατομμύρια χρόνια, μέσω τῶν μεταλλάξεων. Εἶναι σημαντικό νά τό κατανοήσουμε αὐτό, διότι ἡ κατεχόμενη ἐπιστήμη διδάσκει ὅτι ἡ γνώση ἄρχισε νά γίνεται κτῆμα τοῦ ἀνθρώπου σταδιακά, λίγο λίγο, ἀπό τυχαῖες παρατηρήσεις καί ἀπό τήν προσαρμογή στό περιβάλλον.

Ἔτσι, ἀπό τίς ἐλάχιστες γνώσεις τῶν πρωτόγονων ἀνθρώπων φτάσαμε στό σύγχρονο μεγαλεῖο τῆς ἐπιστήμης! Ἐνῶ ἔγινε τό ἀντίθετο, ἀπό τό πλῆθος τῶν γνώσεων πού εἶχε ὁ Ἀδάμ οἱ ἄνθρωποι ἄρχισαν νά παρακμάζουν καί νά ὁδηγοῦνται στήν ἀμάθεια καί τόν πρωτόγονο τρόπο ζωῆς. Ὅπως σήμερα οἱ ἄνθρωποι κατασκευάζουν ἠλεκτρονικούς ὑπολογιστές, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ἀπό τό ἐργοστάσιο κάποια προγράμματα καί ἐφαρμογές ἐνσωματωμένες στόν «ἐγκέφαλό» τους, τό Software, ἔτσι εἶχε καί ὁ Ἀδάμ ἕτοιμες ἔμφυτες γνώσεις, ὡς δῶρο. Παραδείγματος χάριν, ὁ Ἀδάμ εἶχε τήν γνώση τῆς γεωργίας καί τήν δίδαξε στά παιδιά του. Ἐπίσης εἶχε τήν γνώση τῆς ναυσιπλοΐας, γι’ αὐτό καί οἱ πρῶτοι ἄνθρωποι ξέρουν νά φτιάχνουν βάρκες καί νά ταξιδεύουν στά νησιά. Ἐντούτοις, ἐνῶ ὅλοι οἱ πρῶτοι ἄνθρωποι διδάχθηκαν τά ἴδια πράγματα ἀπό τόν Ἀδάμ, βλέπουμε ὅτι δέν ἀξιοποίησαν μέ τόν ἴδιο τρόπο αὐτές τίς γνώσεις. Ὑπῆρχαν φυλές, γιά παράδειγμα, πού δέν ἔγιναν ποτέ γεωργοί, ἀλλά προτίμησαν νά ζοῦν σάν τροφοσυλλέκτες. Μέχρι σήμερα ὑπάρχουν τέτοιες φυλές ἰθαγενῶν, στόν Ἀμαζόνιο, στήν Ἀφρική, στήν Αὐστραλία (Αboriginal).

Α. 8 Ἡ τοποθεσία τοῦ Παραδείσου

Μετά τήν ἀναφορά στήν δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου, τό βιβλίο τῆς Γένεσης περιγράφει τόν Παράδεισο, μέσα στόν ὁποῖο τοποθέτησε ὁ Θεός τόν Ἀδάμ. Ἡ εὐρύτερη περιοχή, πού βρισκόταν ὁ Παράδεισος, ὀνομαζόταν Ἐδέμ (Εden). Ἡ Ἐδέμ ἦταν στόν σημερινό Περσικό Κόλπο, ἀνάμεσα στίς χῶρες Κουβέιτ, Ἰράκ καί Ἰράν, πού ἦταν τότε μία εὔφορη κοιλάδα[9]. Προοδευτικά, μέ τήν ἄνοδο τῆς στάθμης τῆς θάλασσας, ἡ Ἐδέμ ἐξαφανίστηκε κάτω ἀπό τήν θάλασσα. Ἡ περιοχή πού συνόρευε μέ τήν Ἐδέμ, τό σημερινό νότιο Ἰράκ, ὀνομαζόταν Σενναάρ ἤ Σινάρ (Sinar).

Ὁ Παράδεισος ἦταν κῆπος, τόν ὁποῖο φύτεψε ὁ ἴδιος ὁ Θεός, γιά χάρη τοῦ Ἀδάμ, γεμάτος ποικίλα εἴδη ὡραίων δέντρων, τά ὁποῖα εἶχαν καί καρπούς, γιά νά τρέφεται ὁ ἄνθρωπος. Στό κέντρο τοῦ κήπου ὑπῆρχαν δύο συγκεκριμένα δέντρα, τό δέντρο τῆς Ζωῆς (ἀθανασίας) καί τό δέντρο τῆς Γνώσης τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ[10].

Τά δέντρα ποτίζονταν ἀπό ἕνα ποτάμι, τό ὁποῖο διέσχιζε τόν Παράδεισο, καί ἔπειτα χωριζόταν σέ τέσσερεις διαφορετικούς ποταμούς. Τό ποτάμι τοῦ παραδείσου εἶναι προφανῶς ὁ σημερινός ποταμός Ἄραμπ (Shatt el Arab), πού σχηματίζεται ἀπό τήν ἕνωση τῶν ποταμῶν Εὐφράτη καί Τίγρη καί ἐκβάλλει στόν Περσικό Κόλπο.

Οἱ δύο ἀπό αὐτούς εἶναι οἱ γνωστοί ποταμοί τοῦ σημερινοῦ Ἰράκ, Τίγρης (Hiddekel) καί Εὐφράτης (Perat). Οἱ ἄλλοι δύο προκαλοῦν μέχρι σήμερα ἀπορία καί δυσκολία στούς ἑρμηνευτές τῆς Βίβλου, καθώς ἄλλαξαν οἱ ὀνομασίες τους στό πέρασμα τοῦ χρόνου. Ὁ πρῶτος ποταμός λεγόταν Φισῶν (Pison) καί κυλοῦσε στήν χώρα Εὐιλάτ (Havilah). Ὁ δεύτερος ποταμός λεγόταν Γεῶν (Gihon) καί κυλοῦσε στήν γῆ τῆς Αἰθιοπίας (Kus Cush)[11].

Ἡ Εὐιλάτ ἔχει ταυτιστεῖ μέ τήν Ἀραβία καί κατά πάσα πιθανότητα ὁ Φισῶν εἶναι ὁ σημερινός χείμαρρος Μπάτιν (Wadi al Batin), πού κυλάει στά σύνορα Κουβέιτ καί Σαουδικῆς Ἀραβίας, ὁ ὁποῖος πρίν ἀπό 7.500 χρόνια κατέληγε στήν Μεσοποταμία, περίπου στό σημεῖο πού εἶναι σήμερα ἡ πόλη Μπάσρα τοῦ Ἰράκ.

Τό ἄλλο αἰνιγματικό ποτάμι τοῦ παραδείσου, ὁ Γεῶν, μπέρδεψε ἀπό τήν ἀρχαιότητα τούς ἱστορικούς, κυρίως ἀπό τό ὅτι κύκλωνε (ἔρρεε καμπυλωτά) στήν γῆ Κούς ἤ Χούς, πού ἦταν στήν ἀρχαιότητα ἡ ὀνομασία τῆς Αἰθιοπίας. Ἀλλά πῶς ἦταν δυνατόν ἕνα ποτάμι νά ξεκινᾶ ἀπό τά βουνά τῆς Αἰθιοπίας καί νά καταλήγει στόν σημερινό Περσικό Κόλπο;

Ἡ ἀπάντηση δίνεται ἀργότερα, στό 11ο κεφάλαιο τῆς Γένεσης, ὅπου φαίνεται ξεκάθαρα ὅτι ἡ χώρα τῶν Κούς δέν ἦταν στήν σημερινή Αἰθιοπία, ἀλλά στά σημερινά σύνορα Ἰράν-Ἰράκ, στήν περιοχή πού οἱ Ἰρανοί ὀνομάζουν μέχρι τίς μέρες μας Κουζεστάν (Khuzestan), δηλαδή γῆ τοῦ Κούς!

Προφανῶς, κάποια χρονική στιγμή, κάποιοι Κουσίτες ἔφυγαν ἀπό τό Κουζεστάν, ἔκαναν τόν παράπλου[12] τῆς Ἀραβίας καί κατέληξαν στήν Αἰθιοπία, ὅπου συγχωνεύτηκαν μέ τούς ντόπιους Ἀφρικανούς, καί ἔδωσαν τό ὄνομά τους στήν νέα τους πατρίδα. Ἑπομένως, ὁ ποταμός Γεῶν πρέπει νά εἶναι ἕνα ἀπό τά δύο ποτάμια, πού κυλοῦν μέχρι σήμερα στό Ἰράν, ἤ ὁ Καρούν ἤ ὁ Καρχέχ.

Α. 9 Ἔξοδος ἀπό τόν Παράδεισο

Ἡ πτώση ἀπό τόν Παράδεισο εἶναι πτώση ἀπό μία ἀνώτερη κατάσταση σέ μία κατώτερη. Ἐκτός ἀπό πτώση ὀνομάζεται στήν ἐκκλησιαστική γλώσσα καί ἔξοδος, ἀπό τόν κῆπο τῆς Ἐδέμ, ἀπέναντι τοῦ παραδείσου[13], στόν χῶρο τῆς νότιας Μεσοποταμίας. Μέ αὐτό τό γεγονός τελειώνει ἡ «προϊστορική» περίοδος καί ἀρχίζει ἡ ἱστορική περίοδος τῆς ἀνθρωπότητας, ἡ Νεολιθική Ἐποχή.

Στό τρίτο κεφάλαιο τῆς Γένεσης περιγράφεται ἀναλυτικά τό προπατορικό ἁμάρτημα τῶν Πρωτοπλάστων, πού παραβίασαν τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ καί ἔφαγαν τόν καρπό τοῦ δέντρου τῆς γνώσης τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ. Μέ αὐτό τόν τρόπο ἔμαθαν τί εἶναι κακό, δηλαδή τί εἶναι ἀντίθετο πρός τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ μέχρι τότε εἶχαν μόνο τήν γνώση τοῦ καλοῦ.

Ὡστόσο, τό χειρότερο ἀπό ὅλα εἶναι ὅτι δέν μετανόησαν, δέν ζήτησαν συγγνώμη ἀπό τόν Θεό. Αὐτή ἦταν ἡ κορύφωση τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος, ἡ ἀμετανοησία. Ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα δέν ἐμπιστεύτηκαν τόν Θεό, παρά ἐμπιστεύτηκαν τόν Διάβολο, μέ ἀποτέλεσμα νά χαλάσουν τήν σχέση τους μέ τόν Θεό καί νά χάσουν τόν Παράδεισο.

Βέβαια, ἀφοῦ ἐξορίστηκαν ἀπό τόν Παράδεισο, μετανόησαν καί συνέχισαν νά πιστεύουν στόν Θεό, ἀλλά τό κακό εἶχε γίνει. Μετά τήν ἐξορία, ὁ Ἀδάμ γίνεται γεωργός καί ἀρχίζει νά καλλιεργεῖ τήν γῆ τῆς Μεσοποταμίας, γιά νά τραφεῖ. Φτιάχνει τό πρῶτο σπίτι, γιά νά στεγάσει τόν ἑαυτό του καί τήν Εὔα, καί ἀρχίζουν νά ἀποκτοῦν παιδιά.

Τό πρῶτο παιδί τό ὀνομάζουν Κάιν καί τό ἑπόμενο Ἄβελ καί στήν συνέχεια ἀποκτοῦν καί ἄλλα παιδιά, ἀγόρια καί κορίτσια, ἄγνωστο πόσα συνολικά[14]. Αὐτή εἶναι ἡ πρώτη οἰκογένεια ἀνθρώπων καί ταυτόχρονα ὁ πρῶτος νεολιθικός οἰκισμός στόν κόσμο, πού χρονολογεῖται λίγο μετά τό 5500 π.Χ. Τό μέρος, πού ἐγκαταστάθηκαν ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα, φαίνεται ὅτι ἦταν ἐκεῖ ὅπου κατόπιν χτίστηκε ἡ σουμεριακή πόλη Ἐριντού[15].

Ὡστόσο, θέλημα Θεοῦ ἦταν νά μή μείνουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι στό ἴδιο μέρος τῆς γῆς, ἀλλά νά ἐξαπλωθοῦν σέ ὅλες τίς ἠπείρους τῆς γῆς[16]. Μόλις, λοιπόν, μεγαλώνουν τά παιδιά τοῦ Ἀδάμ φεύγουν ἀπό τήν Μεσοποταμία καί ἐξαπλώνονται σέ ὅλο τόν κόσμο. Ἐδῶ βρίσκεται ἡ ἐξήγηση στό ἐρώτημα γιατί οἱ ἄνθρωποι ἔφυγαν ἀπό τήν ἀρχική τους κοιτίδα καί τόπο κατοικίας καί ἐγκαταστάθηκαν σέ ὅλες τίς περιοχές τοῦ πλανήτη.

Α. 10 Ἡ γενιά τοῦ Κάιν

Ὡστόσο, ὑπάρχει μία ἐξαίρεση στίς πρῶτες γενιές τῶν ἀνθρώπων, γιά τήν ὁποία μᾶς κάνει εἰδική μνεία ἡ Γένεση. Καί αὐτή εἶναι ἡ γενιά τοῦ Κάιν, δηλαδή τά παιδιά, τά ἐγγόνια καί οἱ ὑπόλοιποι ἀπόγονοι τοῦ Κάιν οἱ λεγόμενοι Καϊνίτες.

 Ὁ Κάιν, ἀφοῦ δολοφόνησε τόν ἀδελφό του τόν Ἄβελ, ἔφυγε ἀπό τήν οἰκογένειά του καί τόν τόπο του, τήν νότια Μεσοποταμία, ἀρνήθηκε ὁριστικά κάθε σχέση μέ τόν Θεό[17] καί κατοίκησε στήν περιοχή Ναίδ, ἀπέναντι (ἀνατολικά) ἀπό τήν Ἐδέμ. Στό ἑβραϊκό πρωτότυπο ἡ Ναίδ γράφεται Nod (ἤ Νοvd). Μέ αὐτά τά δεδομένα, μποροῦμε νά ὑποθέσουμε ὅτι ὁ Κάιν, σέ πρώτη φάση, ἔφυγε στά βουνά Ζάγκρος τοῦ Ἰράν.

Ὡστόσο, δέν γνωρίζουμε ποῦ ἐγκαταστάθηκε τελικά καί δημιούργησε τήν δική του οἰκογένεια[18]. Πιθανῶς νά κατοίκησε κάπου στήν εὐρύτερη περιοχή τῆς σημερινῆς Μέσης Ἀνατολῆς. Αὐτό πού μᾶς ἀναφέρει ξεκάθαρα ἡ Γένεση εἶναι ὅτι ἡ γενιά τοῦ Κάιν ἀδι αφόρησε πλήρως γιά τόν ἀληθινό Θεό καί ἀσχολήθηκε ἀποκλειστικά μέ τόν τεχνικό πολιτισμό, μέ τεχνολογικές ἐφευρέσεις. Ἕνας πολιτισμός πού εἶχε τά πάντα, ἐκτός ἀπό τόν Θεό. Οἱ Καϊνίτες ἦταν οἱ πρῶτοι πού ἄσκησαν τήν πολυγαμία, δηλαδή νά κάνει γάμο ἕνας ἄνδρας μέ δύο (ἤ περισσότερες) γυναῖκες ταυτόχρονα, παραβιάζοντας τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, πού ἦταν ἡ μονογαμία.

Ἑπομένως, ἐφόσον οἱ Καϊνίτες βάδιζαν ἀντίθετα πρός τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, λογικό εἶναι νά ὑποθέσουμε ὅτι ἦταν οἱ πρῶτοι ἄνθρωποι πού στράφηκαν στήν λατρεία τοῦ Διαβόλου, στόν σατανισμό, εἴτε ἑκούσια εἴτε ἀκούσια. Προφανῶς αὐτοί καθιέρωσαν καί δίδαξαν τόν πολυθεϊσμό, τήν εἰδωλολατρία καί τόν ἀποκρυφισμό (μαγεία). Ἡ γενιά τοῦ Κάιν θά μᾶς ἀπασχολήσει καί σέ ἑπόμενα κεφάλαια, μέ τό πρόσωπο τοῦ Θόβελ καί τόν λαό τῶν Σουμερίων.

Α. 11 Ἡ γενιά τοῦ Σήθ

Μετά τήν γενιά τοῦ Κάιν ἡ Γένεση ἀναφέρεται, μέ περισσότερες λεπτομέρειες, στήν γενιά τοῦ Σήθ. Ὁ Σήθ ἦταν ἕνα ἀπό τά παιδιά, πού ἀπέκτησαν ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα, μετά τήν δολοφονία τοῦ Ἄβελ. Ὁ Ἄβελ, ἄν προλάβαινε νά ζήσει, θά γινόταν ὁ πρόγονος τοῦ Μεσσία, δηλαδή ἀπό τούς ἀπογόνους τοῦ Ἄβελ θά γεννιόταν μία μέρα ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος[19].

Συνεπῶς, ἔπρεπε ἀνάμεσα στά παιδιά τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας νά βρεθεῖ ὁ ἀντικαταστάτης τοῦ Ἄβελ, πού θά ἔπρεπε νά εἶναι ἁγνός καί ταπεινός ἄνθρωπος. Τελικά, αὐτός ὁ ἐκλεκτός ἄνθρωπος ἦταν ὁ Σήθ.

Ὅπως παρατηροῦμε, ἡ γενιά τοῦ Σήθ, οἱ λεγόμενοι Σηθίτες, εἶχε κάποια ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά. Ἀρχικά, εἶχε πίστη καί εὐλάβεια πρός τόν Θεό (ἀκριβῶς τό ἀντίθετο ἀπό τήν γενιά τοῦ Κάιν!)[20]. Τηροῦσαν τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί θά λέγαμε ὅτι ἦταν οἱ Ὀρθόδοξοι μονοθεϊστές τῆς ἀρχαίας ἐποχῆς.

Ἔπειτα, βλέπουμε ὅτι αὐτή ἡ γενιά ἀργοῦσε πολύ καί νά γεράσει καί νά πεθάνει. Ὅσο, ὅμως πλήθαινε ἡ ἁμαρτία, ὁ Θεός λιγόστευε τά ἔτη ζωῆς τῶν ἀνθρώπων, μέχρι πού φτάσαμε στό σημερινό μέσο ὅρο 70 μέ 80 χρόνια ζωῆς. Ὁ Ἀδάμ πέθανε σέ ἡλικία 930 ἐτῶν, τό 4578 π.Χ., καί τόν Σήθ τόν γέννησε[21] σέ ἡλικία 230 ἐτῶν. Πῶς ἐξηγεῖται αὐτό;

Προφανῶς οἱ Σηθίτες γερνοῦσαν δέκα φορές πιό ἀργά, σέ σχέση μέ τούς σημερινούς ἀνθρώπους, δηλαδή ἕνας Σηθίτης πεντακοσίων ἐτῶν θά ἦταν ὅπως περίπου ἕνας σημερινός ἄνδρας πενήντα ἐτῶν.

Ἡ γενιά τοῦ Σήθ δέν ἐγκατέλειψε τήν γῆ τῆς Μεσοποταμίας. Φαίνεται, ἦταν θέλημα Θεοῦ νά παραμείνουν ἐκεῖ καί νά μή φύγουν, ὅπως ἔγινε μέ τά ὑπόλοιπα παιδιά τοῦ Ἀδάμ, πού γέμισαν τήν οἰκουμένη.

Γι’ αὐτό καί ἡ Γένεση, ὅσο ἀναφέρεται στούς Σηθίτες καί τήν γῆ, πού ζοῦν, ἐννοεῖ συνήθως τήν Μεσοποταμία καί σπάνια ἀναφέρεται στόν ὑπόλοιπο πλανήτη. Γιατί τό ζητούμενο στήν Γένεση καί γενικότερα στήν Παλαιά Διαθήκη εἶναι ὁ Μεσσίας καί ἔπειτα οἱ ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι θά γίνουν πρόγονοι τοῦ Μεσσία.

Ὅπως θά δοῦμε καί στά ἑπόμενα κεφάλαια, ὁ Θεός κρατοῦσε τήν γενιά τοῦ Μεσσία στήν νότια Μεσοποταμία, μέχρι τήν ἐποχή τοῦ Ἀβραάμ. Ἴσως τό ἀρχικό θέλημα τοῦ Θεοῦ ἦταν νά γεννηθεῖ ὁ Μεσσίας στήν χώρα πού πλάστηκε καί ὁ Ἀδάμ, ἀφοῦ ὁ Μεσσίας θά ἦταν ὁ νέος Ἀδάμ, ὁ ὁποῖος θά ἔσωζε τόν παλαιό Ἀδάμ.

Ὡστόσο, ἡ ἁμαρτωλότητα τῶν ἀνθρώπων ἀνέτρεπε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Θέλημα Θεοῦ ἦταν νά μήν μπεῖ στήν ζωή τῶν ἀνθρώπων ἡ κακία, ἡ ἀρρώστια καί ὁ θάνατος[22]. Παρόλα αὐτά, οἱ ἁμαρτίες τῶν Προπατόρων καί ὁ φθόνος τοῦ Διαβόλου κατέστρεψαν τό ἀρχικό σχέδιο τοῦ Θεοῦ. Ἀφοῦ ὁ Ἀδάμ χάλασε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεός ἀλλάζει τό σχέδιό Του καί στέλνει τόν νέο Ἀδάμ στόν κόσμο, τόν ἴδιο Του τόν Υἱό.

Ἀναπαράσταση νεολιθικῆς οἰκίας στήν περιοχή Βρυσί τῆς Κερύνειας, Κύπρος.


 

Β. Νεολιθική Ἐποχή, 5400-4500 π.Χ.

 

Νεολιθικοί πολιτισμοί τό 5000 π.Χ.


 

Β. 1 Εἰσαγωγή

Σημαντικό πρόβλημα στήν ἐπιστήμη τῆς Ἱστορίας εἶναι τόσο ἡ ὁρολογία, ὅσο καί τό λεγόμενο σύστημα τῶν τριῶν περιόδων. Εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νά χωρίζουμε τήν ἀνθρώπινη ἱστορία σέ τμήματα, γιά νά μποροῦμε νά ἐπεξεργαζόμαστε κάθε κομμάτι καλύτερα. Παράλληλα, αὐτή ἡ κατάτμηση, τό κομμάτιασμα, μᾶς βοηθᾶ νά καταλάβουμε πότε συμβαίνουν ἔντονες ἀλλαγές στήν ζωή τῶν ἀνθρώπων.

Γιά αὐτούς τούς λόγους καθιερώθηκε τό σύστημα τῶν τριῶν περιόδων, δηλαδή ἡ διαίρεση τῆς πρό Χριστοῦ ἱστορίας σέ τρεῖς ἐποχές, τοῦ Λίθου, τοῦ Χαλκοῦ καί τοῦ Σιδήρου. Τήν ἔμπνευση γιά αὐτόν τόν διαχωρισμό εἶχε ὁ Δανός Christian Thomsen τό 1836[23]. Ἀργότερα, ἄρχισε νά διαιρεῖται κάθε περίοδος σέ τρεῖς ὑποπεριόδους, μέχρι πού φτάσαμε νά διαιροῦμε σέ φάσεις καί τίς ὑποπεριόδους.

Ἡ ἐποχή τοῦ Λίθου χωρίστηκε, ὅπως προαναφέραμε, σέ Παλαιολιθική, Μεσολιθική καί Νεολιθική. Ἡ Νεολιθική διαιρεῖται σέ Ἀρχαιότερη, Μέση καί Νεότερη, ἀλλά μετά ἡ Νεότερη χωρίστηκε σέ Νεότερη καί Τελική (ἤ Χαλκολιθική). Ἀπό ἐδῶ ἀρχίζουν τά διάφορα προβλήματα, διότι κάθε περίοδος δέν ἀρχίζει τήν ἴδια χρονολογία σέ ὅλα τά μέρη τοῦ κόσμου.

Γιά παράδειγμα, ἡ Νεολιθική Ἐποχή ὑποτίθεται ὅτι ξεκινᾶ στήν Ἑλλάδα γύρω στό 6500 π.Χ., στήν Παλαιστίνη καί τήν Ἀνατολία τό 10.000 π.Χ. καί στήν Βρετανία τό 4000 π.Χ. Τό ἴδιο πρόβλημα ὑπάρχει καί μέ τήν ἔναρξη ἤ τήν λήξη καί τῶν ἄλλων περιόδων.

Οἱ δυσκολίες, ὡστόσο, συνεχίζονται καί μέ τίς ἴδιες τίς ὀνομασίες, ἰδίως μέ τόν ὅρο «Ἐποχή τοῦ Χαλκοῦ». Ἐνῶ ἔχει ἀποδειχθεῖ ἐδῶ καί δεκαετίες ὅτι ὁ χαλκός καί ἡ ἐκμετάλλευσή του (ἡ μεταλλουργία) ἐξαπλώνονται γύρω στό 4500 π.Χ., συνεχίζουμε νά ὀνομάζουμε Ἐποχή τοῦ Χαλκοῦ τήν περίοδο ἀπό τό 3200 π.Χ. ὥς τό 1200 π.Χ. Ἐπιπλέον, συγχέουμε τόν καθαρό χαλκό μέ τόν μπροῦντζο, ἀποκαλώντας τήν περίοδο 3200-1200 π.Χ., ὅπου ἐξαπλώνεται ἡ χρήση τοῦ μπρούντζου, ἐποχή τοῦ Χαλκοῦ.

Συνεπῶς, χρειάζεται πλήρης ἀναθεώρηση καί τῶν χρονολογήσεων καί τῆς ὁρολογίας, κάτι πού ἐπιχειροῦμε στό παρόν βιβλίο μας. Μέ τήν σωστή χρονική ἀφετηρία, τό 5508 π.Χ., διακρίνουμε τίς ἑξῆς περιόδους: Νεολιθική Ἐποχή (5400-4500), Ἐποχή τοῦ Χαλκοῦ ἤ Χαλκολιθική (4500-3266) καί Ἐποχή τοῦ Μπρούντζου (3265-1200).

Β. 2 Ἡ ἐξάπλωση τῶν ἀνθρώπων στήν γῆ

Δέν πρέπει νά μᾶς ξενίζει τό γεγονός ὅτι μέσα σέ λίγα χρόνια ἐξαπλώθηκαν οἱ ἄνθρωποι σέ ὅλο τόν κόσμο. Ἄν ἕνας ἄνθρωπος διανύει κατά μέσο ὅρο 30 χιλιόμετρα τήν ἡμέρα, μέσα σέ τρία ἤ τό πολύ τέσσερα χρόνια θά ἔχει φτάσει στήν ἄλλη ἄκρη τοῦ κόσμου!

Μέ αὐτά τά δεδομένα, ἄν ὁμάδες ἀνθρώπων ξεκίνησαν γύρω στό 5450 π.Χ. νά φεύγουν ἀπό τήν Μεσοποταμία, μέσα σέ πέντε χρόνια τό πολύ θά εἶχαν κατοικήσει σέ ὅλες τίς ἠπείρους τοῦ πλανήτη, ἀκόμη καί στήν Αὐστραλία καί τήν Ὠκεανία, ἀρκεῖ νά περπατοῦσαν κάθε μέρα.

Ἐπιπλέον, ἐφόσον ἡ στάθμη τῆς θάλασσας ἦταν πιό χαμηλά, σέ σχέση μέ τό παρόν, ἦταν πιό εὔκολο νά προσεγγίσουν καί νά κατοικήσουν τά διάφορα νησιά τοῦ κόσμου, πολλά ἀπό τά ὁποῖα ἐκείνη τήν ἐποχή ἦταν ἑνωμένα μέ τήν στεριά (ὁπότε δέν ἦταν νησιά, ἀλλά χερσόνησοι καί ἀκρωτήρια).

Καί πῶς ἤξεραν τήν διαδρομή ἤ ποῦ νά καταλήξουν; Εἴμαστε βέβαιοι ὅτι ὁ Θεός φρόντισε γιά αὐτό καί ἤ ἔβαλε στούς πρώτους ἀνθρώπους ὡς ἔμφυτη γνώση τό ποῦ νά ὁδηγηθοῦν (ὅπως στά ἀποδημητικά πτηνά) ἤ τούς ἔδινε καθοδήγηση μέ κάποιον ἄλλο τρόπο (ἴσως μέ κάποιον Ἄγγελο ὁδηγό).

Μία ἰδέα γιά τήν πρώτη ἐξάπλωση τῶν ἀνθρώπων μᾶς δίνει ὁ προφήτης Μωυσῆς στό βιβλίο «Δευτερονόμιο», λέγοντας: «ὅτε διεμέριζεν ὁ Ὕψιστος ἔθνη, ὡς διέσπειρεν υἱοὺς Ἀδάμ, ἔστησεν ὅρια ἐθνῶν κατὰ ἀριθμὸν ἀγγέλων Θεοῦ»[24], δηλαδή ὅταν ἔδωσε στά ἔθνη τήν κληρονομιά τους, ὅταν χώρισε τά παιδιά τοῦ Ἀδάμ, ἔβαλε τά ὅρια τῶν λαῶν σύμφωνα μέ τόν ἀριθμό τῶν ἀγγέλων. Μέ βάση τόν προφήτη Δανιήλ, κάθε ἔθνος εἶχε τόν φύλακα ἄγγελό του[25].

Β. 3 Νεολιθικός τρόπος ζωῆς

Οἱ ἄνθρωποι εἶχαν ὡς πρῶτο μέλημα νά ἐγκατασταθοῦν σέ τόπους, ὅπου ὑπῆρχε πόσιμο νερό, ἀπαραίτητο γιά τήν ἐπιβίωση ἀλλά καί ὡς πρώτη πηγή ἐνέργειας. Γι’ αὐτό βλέπουμε τούς πρώτους νεολιθικούς οἰκισμούς δίπλα σέ λίμνες ἤ ποτάμια.

Ἑπόμενο ζητούμενο ἦταν ἡ εὔφορη γῆ, γιά νά καλλιεργήσουν καί παραγάγουν τήν τροφή τους. Ἐφόσον ἐξασφάλιζαν αὐτούς τούς δύο στόχους (γῆ καί ὕδωρ), ἄρχιζαν νά χτίζουν τά σπίτια τους, δημιουργώντας τόν οἰκισμό τους. Σέ κάποιες περιπτώσεις οἱ οἰκισμοί περιβάλλονταν καί ἀπό τεῖχος, πού θά τούς προστάτευε ἀπό τά ἄγρια ζῶα ἤ, σπανιότερα, ἀπό ἐπιθέσεις ἄλλων φυλῶν.

Ἡ ζωή τῶν πρώτων ἀνθρώπων εἶναι οἰκολογική, δηλαδή ζοῦν σέ ἀπόλυτη ἁρμονία μέ τό φυσικό περιβάλλον. Τό χρησιμοποιοῦν, χωρίς νά τό καταστρέφουν. Προσαρμόζονται στό περιβάλλον καί ἀξιοποιοῦν τά στοιχεῖα του, δηλαδή χρησιμοποιοῦν τά ὑλικά πού ἡ ἴδια ἡ φύση τούς δίνει: πέτρες, ξύλα, κόκκαλα καί δέρματα. Αὐτά εἶναι τά τέσσερα βασικά ὑλικά.

Ἐπειδή τό πιό ἀνθεκτικό ὑλικό στόν χρόνο εἶναι ἡ πέτρα, τά περισσότερα ἀντικείμενα πού ἔφτασαν ὥς τήν ἐποχή μας εἶναι τά πέτρινα.

Σύντομα ἐπινόησαν καί τήν κεραμεική, δηλαδή τήν κατασκευή ἀγγείων καί ἄλλων ἀντικειμένων μέσω τῆς ὄπτησης (ψησίματος) τοῦ πηλοῦ. Γιά τήν σύνθεση τοῦ πηλοῦ ἦταν ἀπαραίτητο νά βρίσκουν οἱ ἄνθρωποι ἄργιλο[26].

Τά ἐργαλεῖα, ὅμως, πού χρησιμοποιοῦσαν ἦταν ἀκόμη λίθινα, ξύλινα καί ὀστέινα. Ἕνας ἰδιαίτερα χρήσιμος λίθος ἦταν ὁ ὀψιανός (obsidian), ἕνα ἡφαιστειογενές πέτρωμα πού μέ κατάλληλη ἐπεξεργασία μποροῦσε νά γίνει λεπτό καί κοφτερό σάν ξυράφι. Μέ παρόμοιο τρόπο χρησιμοποιοῦσαν καί τόν πυρόλιθο ἤ τσακμακόπετρα (flint).

Γιά νά ἐξασφαλίσουν αὐτά τά βασικά ὑλικά (ἄργιλο, ὀψιανό, πυρόλιθο), οἱ ἄνθρωποι ἄρχισαν τά ταξίδια καί τό ἐμπόριο, θαλάσσιο καί χερσαῖο. Στό Αἰγαῖο οἱ κάτοικοι προμηθεύονταν ὀψιανό ἀπό τό νησί τῆς Μήλου, ἐνῶ σταδιακά ἄρχισαν νά ἐμπορεύονται καί ἄλλα προϊόντα, ὅπως ἡ σμύριδα ἀπό τήν Νάξο[27], τήν ὁποία χρησιμοποιοῦσαν γιά νά λειαίνουν τίς πέτρινες ἐπιφάνειες.

Β. 4 Μυθικές παραδόσεις

Οἱ πρῶτοι κάτοικοι τῆς Ἑλλάδας ἔρχονται ἀπό τά μικρασιατικά παράλια καί περνοῦν μέ τά πρωτόγονα πλοῖα τους στίς εὐρωπαϊκές ἀκτές καί στά νησιά τοῦ Αἰγαίου καί τοῦ Ἰόνιου πελάγους. Τί γνωρίζουμε γιά αὐτούς τούς ἀνθρώπους;

Δυστυχῶς, ἐκτός ἀπό τά στοιχεῖα πού μᾶς φανερώνει ἡ ἀρχαιολογική σκαπάνη, ἐλάχιστα πράγματα μποροῦμε μέ βεβαιότητα νά ποῦμε, ἐκτός ἄν μελλοντικά βρεθοῦν καί ἀποκρυπτογραφηθοῦν γραπτά κείμενα ἐκείνης τῆς ἀπώτατης ἐποχῆς (ὅπως ἡ πρωτογραφή τοῦ Δισπηλιοῦ).

Ἐπειδή, λοιπόν, δέν ἔχουμε γραπτές μαρτυρίες γιά τήν Νεολιθική Ἑλλάδα, καταφεύγουμε στίς προφορικές μαρτυρίες, οἱ ὁποῖες ἐπιβίωσαν μέχρι τήν ἐποχή πού ἄρχισαν νά καταγράφουν οἱ Ἕλληνες τήν ἱστορία τους, ἀπό τόν 8ο αἰ. π.Χ. καί ἔπειτα, μέ τόν Ὅμηρο καί τόν Ἡσίοδο.

Ὁπωσδήποτε, οἱ προφορικές μαρτυρίες ἀλλοιώνονται στό πέρασμα τοῦ χρόνου, ἀπό γενιά σέ γενιά. Ὡς γνωστόν, τά λόγια πετοῦν, τά γραπτά μένουν! Σέ αὐτές τίς λιγοστές γραπτές μαρτυρίες θά καταφύγουμε, γιά νά ἀποκτήσουμε ἔστω καί μία ἀμυδρή εἰκόνα, γιά τό ποιοί ἦταν οἱ πρῶτοι κάτοικοι τοῦ Αἰγαίου, ἔστω καί ἄν δυσκολευόμαστε κάποιες φορές νά διαχωρίσουμε τόν μύθο ἀπό τήν ἱστορία.

Ἕνα πλῆθος ἀπό ἀρχαίους Ἕλληνες συγγραφεῖς ἀναφέρει ὅτι ὑπῆρξε ἐποχή, κατά τήν ὁποία τό Αἰγαῖο δέν εἶχε ἑλληνόφωνο πληθυσμό. Αὐτούς τούς ἀνθρώπους, πού κατοικοῦσαν στά ἑλληνικά ἐδάφη, ἀλλά δέν μιλοῦσαν ἑλληνικά, τούς ὀνόμαζαν βαρβάρους (χωρίς νά τούς θεωροῦν κατώτερους πολιτιστικά).

Χαρακτηριστική εἶναι ἡ μαρτυρία τοῦ ἱστορικοῦ Ἑκαταίου (520 π.Χ.), τήν ὁποία διασώζει ὁ γεωγράφος Στράβωνας: «Ἑκαταῖος μὲν οὖν ὁ Μιλήσιος περὶ τῆς Πελοποννήσου φησὶν διότι πρὸ τῶν Ἑλλήνων ᾤκησαν αὐτὴν βάρβαροι. Σχεδὸν δέ τι καὶ ἡ σύμπασα Ἑλλὰς κατοικία βαρβάρων ὑπῆρξε τὸ παλαιόν»[28]. 28 Συνεπῶς, οἱ νεολιθικοί κάτοικοι τῆς Ἑλλάδας, οἱ πρῶτοι ἀπόγονοι τοῦ Ἀδάμ πού ἦρθαν στό Αἰγαῖο, δέν μιλοῦσαν ἑλληνικά.

Ὁρισμένοι ἐπιστήμονες ἔχουν χρησιμοποιήσει τόν ὅρο Προέλληνες (Pregreeks), γιά νά χαρακτηρίζουν αὐτούς τούς πληθυσμούς, πού ζοῦσαν στήν Ἑλλάδα πρίν ἀπό τήν ἔλευση τῶν ἑλληνικῶν φύλων. Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες συγγραφεῖς, στήν πλειοψηφία τους, τούς ὀνόμαζαν Πελασγούς (ἐκτός ἀπό βαρβάρους).

Ἐντούτοις, δέν γνωρίζουμε πῶς ὀνόμαζαν τόν ἑαυτό τους οἱ ἴδιοι οἱ Προέλληνες, καθώς ἡ λέξη Πελασγός δέν εἶναι προελληνική, ἀλλά ἰνδοευρωπαϊκή[29]. Ὅπως, ἀντίστοιχα, δέν γνωρίζουμε ἄν μιλοῦσαν μία ἑνιαία γλώσσα ἤ περισσότερες, ἀλλά τό πιό πιθανό εἶναι τό δεύτερο.

Οἱ παλαιότεροι νεολιθικοί οἰκισμοί ἔχουν ἐντοπιστεῖ στήν Κνωσό τῆς Κρήτης, στήν Λέρνα τῆς Ἀργολίδας, στήν Ἄργισσα τῆς Θεσσαλίας. Παράλληλα, κατοίκηση ἔχουμε καί σέ σπήλαια, ὅπως στό Φράχθι τῆς Ἀργολίδας, στήν Θεοπέτρα τῆς Καλαμπάκας καί στήν Χοιροσπηλιά τῆς Λευκάδας.

Ἄν συγκρίνουμε τίς θέσεις, ὅπου ἀναπτύσσεται ὁ νεολιθικός πολιτισμός στό Αἰγαῖο, μέ τά μέρη, ὅπου κατοικοῦσαν οἱ Πελασγοί, μέ βάση τίς σωζόμενες ἀρχαιοελληνικές μαρτυρίες, βλέπουμε ὅτι ὑπάρχει ἀντιστοιχία. Ἀλλά ἀκόμη μεγαλύτερο ἐνδιαφέρον ἔχουν οἱ παραδόσεις πού ἀναφέρουν ὅτι οἱ Πελασγοί πῆραν τό ὄνομά τους ἀπό τόν Πελασγό, ὁ ὁποῖος ἦταν ὑπαρκτό πρόσωπο.

Οἱ μύθοι τῆς Ἀρκαδίας, πού καταγράφει ὁ Παυσανίας[30], ἀναφέρουν ὅτι ὁ Πελασγός ἦταν ὁ πρῶτος ἄνθρωπος πού ἀναδύθηκε ἀπό τήν γῆ κι ἔγινε ἔτσι γενάρχης τῶν ἀνθρώπων. Ἐπίσης ἦταν ὁ γενάρχης τῶν βασιλέων τῆς Ἀρκαδίας. Ἦταν αὐτός πού δίδαξε στούς ἀνθρώπους νά φτιάχνουν καλύβες καί νά ἐπεξεργάζονται τά δέρματα τῶν ζώων γιά νά τά φορᾶνε σάν ροῦχα.

Συγκρίνοντας τίς μυθολογικές ἀναφορές στόν Πελασγό καί τήν διήγηση τῆς Βίβλου γιά τόν Ἀδάμ, συμπεραίνουμε ὅτι ὁ μυθικός Πελασγός θυμίζει τόν βιβλικό Ἀδάμ! Δηλαδή, οἱ ἀναμνήσεις πού εἶχαν οἱ πρῶτοι ἄνθρωποι τοῦ Αἰγαίου, ἀπό τόν πρόγονό τους τόν Ἀδάμ, ἔφτασαν ἀπό τήν Νεολιθική ἐποχή μέχρι τήν Ἑλλάδα τῆς 1ης χιλιετίας π.Χ., μέ διάφορες ἀλλοιώσεις βέβαια, πού πρόσθεσαν φανταστικά ἤ ἐξωπραγματικά στοιχεῖα.

Β. 5 Νεολιθική Ἑλλάδα

Λίγα, δυστυχῶς, στοιχεῖα ἐπιβίωσαν μέχρι σήμερα ἀπό τόν μακρινό νεολιθικό πολιτισμό τοῦ Αἰγαίου. Ἐκτός ἀπό τά πέτρινα καί τά κοκκάλινα ἀντικείμενα, τά στοιχεῖα τοῦ πολιτισμοῦ, πού ἐντοπίζονται ἀνασκαφικά, εἶναι κυρίως πήλινα ἀντικείμενα, ὅπως κεραμεικά ἀγγεῖα, εἰδώλια (ἀγαλματάκια) καί σφραγίδες (pintaderas)[31]. Ἡ γραπτή (ζωγραφισμένη) κεραμεική εἶναι τό πιό σημαντικό μέσο, πού χρησιμοποιοῦν οἱ ἀρχαιολόγοι, γιά νά χρονολογήσουν τούς οἰκισμούς ἤ τά νεκροταφεῖα.

Ἀσφαλῶς, οἱ νεολιθικοί ἄνθρωποι ἀσχολοῦνταν καί μέ ἄλλες τέχνες, ὅπως ὑφαντουργική, καλαθοπλεκτική καί ξυλογλυπτική, ἀλλά δέν μᾶς σώζονται τέτοια ἀντικείμενα, διότι αὐτά τά ὑλικά δέν ἀντέχουν στήν φθορά τοῦ χρόνου.

Τά σπίτια χτίζονται μέ διάφορους τρόπους καί σέ διάφορα σχέδια. Ἀρχικά, χτίζονται μέ πλίνθους πού ἀκουμποῦν ἀπ’ αὐθείας στό ἔδαφος. Οἱ πλίνθοι εἶναι ὠμές (ὠμόπλινθος), δηλαδή πλάθονται σέ ὀρθογώνιο σχῆμα καί ξεραίνονται στόν ἥλιο, δέν ψήνονται σέ φοῦρνο. Ἀργότερα, φτιάχνουν πέτρινα θεμέλια καί τοίχους φτιαγμένους ἀπό πλίνθους[32] καί στέγη (ἐπίπεδη, μονόρριχτη ἤ δίρριχτη) ἀπό ξύλα ἤ καλάμια.

Ἀναμφίβολα, ὁ πιό διάσημος νεολιθικός οἰκισμός τῆς Ἑλλάδας βρίσκεται στό Σέσκλο τῆς Θεσσαλίας[33] καί, γύρω στό 4800 π.Χ. ἐμφανίζεται ἄλλος ἕνας σπουδαῖος οἰκισμός στήν Θεσσαλία, τό Διμήνι, πού ὑπῆρχε παράλληλα μέ τό Σέσκλο. Στήν Μακεδονία ἔχουν ἐντοπιστεῖ οἰκισμοί εἶναι οἱ Σιταγροί στήν Δράμα[34], ἡ Νέα Νικομήδεια Ἠμαθίας[35] καί τό Ντικιλί Τάς στήν Καβάλα.

Στήν δυτική Μακεδονία ξεχωρίζει ὁ νεολιθικός οἰκισμός στό Δισπηλιό τῆς Καστοριᾶς. Τά σπίτια χτίζονται στίς ὄχθες τῆς λίμνης καί εἶναι πασσαλόπηκτα. Στό Δισπηλιό ἔχει βρεθεῖ τό ἀρχαιότερο δεῖγμα πρωτογραφῆς[36], ὥς τώρα, στήν Νεολιθική Ἑλλάδα καί χρονολογεῖται στό 5260 π.Χ. Καί λέμε πρωτογραφή, διότι δέν γνωρίζουμε ἄν πρόκειται γιά γράμματα, συλλαβές, ἰδέες, ἀριθμούς ἤ κάτι παρόμοιο.

Ἀνασκαφικές μαρτυρίες γιά τούς πρώτους ἀνθρώπους πού κατοίκησαν στίς Κυκλάδες ἔχουμε ἀπό τόν Σάλιαγκο στήν Ἀντιπάρο, ἐνῶ βέβαιη θεωρεῖται ἡ κατοίκηση στήν Μῆλο, ὅπου ἐξορύσσεται ὀψιανός καί διακινεῖται σέ διάφορα σημεῖα τῆς Ἑλλάδας.

Β. 6 Νεολιθική Κύπρος

Ἡ Κύπρος, ὅπως καί ὅλα τά νησιά, ἦταν μεγαλύτερη σέ ἐπιφάνεια, λόγω τῆς χαμηλότερης στάθμης τῆς θάλασσας. Συνεπῶς, οἱ πρῶτοι ἄνθρωποι πού ἔφτασαν στό νησί, εἴτε ἦρθαν ἀπό τίς συριακές ἀκτές εἴτε ἀπό τίς μικρασιατικές, εἶχαν λιγότερη θαλάσσια ἀπόσταση νά διανύσουν.

Ὁ πιό γνωστός νεολιθικός οἰκισμός τῆς Κύπρου εἶναι ἡ Χοιροκιτία, στήν ὁποία κυριαρχοῦν τά σπίτια μέ κυκλική κάτοψη[37]. Λίγο μεταγενέστερος ἦταν ὁ παραθαλάσσιος οἰκισμός στό Βρυσί (Ἅγιος Ἐπίκτητος) τῆς μέχρι σήμερα (δυστυχῶς) κατεχόμενης Κερύνειας.

Στό νότιο ἄκρο τοῦ νησιοῦ, στήν θέση Ἀκρωτήρι – Ἀετόκρεμνος ἔχει ἐντοπιστεῖ μία ἀκόμη προϊστορική θέση, ὅπου ἔχουν ἐντοπιστεῖ καί ἀρκετά ὀστᾶ ἀπό πυγμαίους ἐλέφαντες καί ἱπποπόταμους[38]. Στήν γειτονική θέση Σιλουρόκαμπος (Παρεκκλησιά), κοντά στήν Λεμεσό, ἀνακαλύφθηκε τάφος τῆς νεολιθικῆς περιόδου, ὅπου μαζί μέ τόν νεκρό βρέθηκε θαμμένη καί μία γάτα, ἡ ὁποία προφανῶς ἦταν τό ἀγαπημένο κατοικίδιο τοῦ νεκροῦ.

Β. 7 Nεολιθική Μέση Ἀνατολή

Στήν συνέχεια, θά ἐπιχειρήσουμε νά ἀνασυνθέσουμε τήν ἀληθινή χρονική καί γεωγραφική πορεία τοῦ ἐκνεολιθισμοῦ, πού ταυτίζεται μέ τήν ἐξάπλωση τῶν ἀνθρώπων στήν γῆ.

Μέ ἀφετηρία τήν νότια Μεσοποταμία (Ubaid-Eridu 5450 π.Χ.) ἐξαπλώνονται οἱ ἄνθρωποι στήν ὑπόλοιπη Μεσοποταμία καί δημιουργοῦν τούς γειτονικούς πολιτισμούς Σαμαρρά (Samarra), στό κεντρικό Ἰράκ, Χαλάφ (Halaf) στά ὅρια Ἰράκ καί Συρίας, καί Χασούνα (Hassuna), στό βόρειο Ἰράκ.

Ἔπειτα ἐπεκτείνονται στήν Ἀνατολία[39] καί ἱδρύουν τούς περίφημους οἰκισμούς Νεβάλι Τσόρι (Nevalι Çori), Τσατάλ Χιογιούκ (Çatal Höyük), Ἀσικλί Χιογιούκ (Asιklι Höyük) καί Χατσιλάρ (Hacιlar). Ὅλοι αὐτοί οἱ οἰκισμοί βρίσκονται σχεδόν στό ἴδιο γεωγραφικό πλάτος, στήν νότια πλευρά τῆς Μικρᾶς Ἀσίας.

Σέ μερικούς ἀπό αὐτούς, ὅπως στό Τσατάλ Χιογιούκ, παρατηρήθηκε τό ἑξῆς παράδοξο: δέν ὑπάρχουν δρόμοι ἀνάμεσα στά σπίτια καί ἡ μετακίνηση γινόταν ἀπό στέγη σέ στέγη (δηλαδή περπατώντας πάνω στίς ταράτσες).

Ἄλλες ὁμάδες ἀνθρώπων προχωροῦν πρός τόν Βόσπορο καί τήν θάλασσα τοῦ Μαρμαρᾶ, ὅπου ἐμφανίζεται ὁ πολιτισμός Φικίρ Τεπέ (Fikirtepe), ὅπου κύριο χαρακτηριστικό του εἶναι τά χωριά ἀπό κυκλικές, καλαμόπλεκτες καλύβες. Στήν περιοχή γύρω ἀπό τήν ἀρχαία Προύσα ἐντοπίστηκαν καί ἄλλες νεολιθικές οἰκιστικές θέσεις, ὅπως τό Μεντεσέ Χιογιούκ (Menteşe Höyük) καί τό Ἰλιπινάρ (Ilipinar).

Στήν γεωγραφική περιοχή Συρίας-Παλαιστίνης (Levant) ξεχωρίζουν οἱ οἰκισμοί Τέλ-Καραμέλ (Tell Qaramel) καί Οὐγκαρίτ (Ugarit Ras Shamra) τῆς Συρίας, ἡ πόλη Βύβλος (Byblos) στόν Λίβανο, στήν Παλαιστίνη ἡ πόλη τῆς Ἱεριχούς (Jericho Tell es-Sultan) καί στήν Ἰορδανία τό Γκαζάλ (Ain Ghazal)[40].

Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά τῆς Μεσοποταμίας, στό σημερινό δυτικό Ἰράν, ἔχουμε τούς οἰκισμούς Τσόγκα Μπόνατ (Choga Bonut) καί Τσόγκα Μίς (Choga Mish). Γύρω στό 4400 π.Χ., καταστράφηκε τό Τσόγκα Μίς καί στήν συνέχεια χτίστηκε ἡ πόλη Σούσα (Susa), ἡ ὁποία ἦταν γιά αἰῶνες μία ἀπό τίς πιό σημαντικές πόλεις τῆς Μέσης Ἀνατολῆς. Στό κεντρικό Ἰράν, ἀντίστοιχα, ὁ κυριότερος νεολιθικός οἰκισμός ἦταν τό Τεπέ Σιάλκ (Tepe Sialk).

Β. 8 Νεολιθική Εὐρώπη

Ἀπό τήν Ἀνατολία καί τό Αἰγαῖο οἱ ἄνθρωποι συνεχίζουν πρός τήν βαλκανική χερσόνησο καί δημιουργοῦν διάφορους οἰκισμούς στίς ὄχθες τοῦ Δούναβη. Ἔτσι ἐμφανίζονται στήν Σερβία οἱ πολιτισμοί Στάρτσεβο (Starčevo) καί Βίντσα (Vinča)[41]. Ὁ πολιτισμός τῆς Βίντσα φαίνεται ὅτι εἶχε ἄμεση ἐπικοινωνία μέ τόν ἑλλαδικό χῶρο καί, ὅπως καί στήν περίπτωση τοῦ Δισπηλιοῦ, ἔχουν βρεθεῖ ἴχνη πρωτογραφῆς.

Στήν Βουλγαρία δεσπόζει ὁ πολιτισμός στόν λόφο Καράνοβο (Karanovo), ὁ ὁποῖος ἔχει τεράστια χρονική διάρκεια (φτάνει ὥς τό 2700 π.Χ.) καί χωρίζεται σέ ἑπτά φάσεις. Στό Καράνοβο, ὅπως καί σέ ἄλλες νεολιθικές πόλεις, κάθε φορά πού καταστρέφονταν τά σπίτια ἀπό κάποια αἰτία, οἱ κάτοικοι ἔχτιζαν ξανά τά σπίτια τους πάνω στά θεμέλια τῶν παλαιῶν, μέ ἀποτέλεσμα νά ὑπάρχει ἀδιάκοπη στρωματογραφία, κάτι πού εἶναι ἡ πιό ἀσφαλής μέθοδος χρονολόγησης. Συγγενικοί μέ τόν πολιτισμό Στάρτσεβο ἦταν στήν Οὐγγαρία ὁ Κιόρος (Körös) καί στήν Ρουμανία ὁ Κρίς (Criş). Αὐτοί οἱ πρῶτοι βαλκανικοί πολιτισμοί στήν κοιλάδα τοῦ Δούναβη ἔχουν καί τήν ὀνομασία «Πολιτισμός τῆς Παλαιᾶς Εὐρώπης» (Old Europe Culture), μία ὁρολογία πού καθιερώθηκε ἀπό τήν Λιθουανή ἀρχαιολόγο Μαρίτσα Γκίμπουτας (ἤ Μαρίγια Γκιμπούτας, Marija Gimbutas)[42].

Γύρω στό 5200 π.Χ. ἐμφανίζεται στήν δυτική ἀκτή τοῦ Εὔξεινου Πόντου, στήν Ρουμανία, ἄλλος ἕνας λαμπρός νεολιθικός πολιτισμός, ἡ Χαμαντζία (Hamangia), πού ἔχει σάν σῆμα κατατεθέν τά πήλινα εἰδώλια ἀπό σκοῦρο στιλβωμένο πηλό.

Λίγο πιό βορειοανατολικά, στά σημερινά σύνορα Ρουμανίας, Μολδαβίας καί Οὐκρανίας, ἐξαπλώνεται ὁ πολιτισμός μέ τήν σύνθετη ὀνομασία Κουκουτένι-Τρυπίλλια, ἀπό τίς πόλεις Cucuteni στήν Ρουμανία καί Trypillia (ἤ Tripolye) στήν Οὐκρανία, ὁ ὁποῖος διαρκεῖ περίπου δύο χιλιετίες καί φτάνει σέ ὑψηλά ἐπίπεδα τήν ἑπόμενη ἐποχή (Χαλκολιθική).

Ἀπό τά Βαλκάνια ὁ ἐκνεολιθισμός συνεχίζει δυτικά, πρός τήν θάλασσα τῆς Ἀδριατικῆς (Ἰταλία, Κροατία, Ἀλβανία) ὅπου ὁ νεολιθικός πολιτισμός παίρνει τό ὄνομά του ἀπό τήν χαρακτηριστική Ἐμπίεστη (Impresso) κεραμεική. Ὁ ἴδιος πολιτισμός ἐξαπλώνεται καί στήν δυτική Μεσόγειο, μέχρι τίς ἀκτές τῆς Γαλλίας καί τῆς Ἱσπανίας, ὅπου ὀνομάζεται Καρδιακή (Cardial) κεραμεική. Στήν νότια Ἱσπανία (Ἀνδαλουσία) ὑπάρχει, πρίν ἀπό τήν ἐμφάνιση τῆς καρδιακῆς κεραμεικῆς, ἕνας ἄλλος νεολιθικός πολιτισμός, πού ὀνομάζεται κεραμεική τῆς Κόκκινης Ὤχρας (La Almagra pottery)[43].

Στήν Σικελία, λίγο μετά τό 5000 π.Χ. ἐμφανίζεται ἕνας ἰδιαίτερος πολιτισμός, πού ὀνομάζεται Στεντινέλο (Stentinello), πού διαδίδεται στήν Καλαβρία καί τήν Μάλτα, ἐνῶ στήν Σαρδηνία ἐμφανίζεται ὁ πολιτισμός Σου-Καρόπου (Su Carroppu).

Μετά τήν Οὑγγαρία ὁ ἐκνεολιθισμός προχωρᾶ στήν κεντρική Γερμανία καί στήν βόρεια Γαλλία, πού φέρει τήν ὀνομασία Γραμμική-Ταινιωτή Κεραμεική (Linear-bandkeramik στά γερμανικά, Linear Pottery culture στά ἀγγλικά καί Culture rubanée στά γαλλικά). Ἀκόμη πιό βόρεια, στήν σημερινή Δανία, ἐντοπίζουμε τόν πολιτισμό Ἐρτεμπόλε (Ertebølle culture).

Ἡ νεολιθική ἐποχή ἀρχίζει στήν Βρετανία καί τήν Σκανδιναβία τό 4000 π.Χ., μέ βάση τήν χρονολόγηση τῆς κατεχόμενης ἀρχαιολογίας. Ἄν αὐτή ἡ χρονολόγηση ἰσχύει, τότε οἱ πρῶτοι ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι ἐγκαταστάθηκαν σέ αὐτές τίς χῶρες, δέν ἀσχολήθηκαν μέ τήν γεωργία καί προτίμησαν πολύ ἀργότερα νά γίνουν ἀγρότες.

Γύρω στό 5000 π.Χ. ἀρχίζει νά ἐμφανίζεται στίς ἀτλαντικές ἀκτές τῆς δυτικῆς Εὐρώπης τό φαινόμενο τῶν μεγαλίθων (megalith), δηλαδή νά στήνουν πέτρες μεγάλων διαστάσεων στό ἔδαφος, σάν κολῶνες, στύλους, ἤ νά δημιουργοῦν κατασκευές σάν τραπέζια, μέ ὁριζόντιους καί κάθετους λίθους. Οἱ μεμονωμένοι στύλοι ὀνομάζονται μενίρ (menhir), ὅταν σχηματίζουν κύκλους ὀνομάζονται κρόμλεχ (cromlech) καί τά τραπέζια λέγονται ντολμέν (dolmen).

Οἱ λίθοι αὐτοί ἔχουν τεράστιο βάρος, καθώς ζυγίζουν μερικούς τόνους, ἀλλά εἶναι ἀκατέργαστοι, δηλαδή δέν ἔχουν λαξευτεῖ, ὥστε νά ἀποκτήσουν ὀρθογώνιο σχῆμα ἤ λεία ἐπιφάνεια, ἤ εἶναι μερικῶς κατεργασμένοι, δηλαδή ἔχει γίνει προσπάθεια νά ἀποκτήσουν σέ κάποιο βαθμό ὀρθογώνιο ἤ καμπύλο σχῆμα, διότι δέν ἔχουν ἀκόμη οἱ ἄνθρωποι τήν κατάλληλη τεχνογνωσία καί τά κατάλληλα ἐργαλεῖα.

Γιά τήν μετακίνηση αὐτῶν τῶν μεγάλων λίθων μᾶλλον χρησιμοποιοῦσαν κορμούς δέντρων (δηλαδή κυλοῦσαν τίς πέτρες πάνω σέ κορμούς) καί ἔφτιαχναν ἀναχώματα, γιά νά ὑψώσουν τίς πέτρες (ἐφόσον δέν ὑπῆρχαν γερανοί). Ἕνα ἀπό τά ἀρχαιότερα μεγαλιθικά μνημεῖα τῆς Εὐρώπης εἶναι τό κρόμλεχ Ἀλμέντρες (Almendres), στήν Ἔβορα (Évora) τῆς Πορτογαλίας.

Γύρω στό 4800 π.Χ. ἐντοπίζουμε τήν ἐμφάνιση μεγαλιθικῶν μνημείων καί στήν Γαλλία, στήν περιοχή τῆς Βρετάννης (Brittany, Armorica), μέ τό μνημεῖο Μπαρνενέζ (Cairn de Barnenez), ἐνῶ λίγο ἀργότερα δημιουργεῖται ἕνα μεγαλιθικό ταφικό μνημεῖο σέ σχῆμα τύμβων, ἡ νεκρόπολη τοῦ Μπουγκόν (Nécropole de Bougon).

Προχωρώντας πρός τήν ἀνατολική Εὐρώπη συναντοῦμε στήν βόρεια Οὐκρανία τόν πολιτισμό τοῦ ποταμοῦ Δνείπερου (DnieperDonets), στήν περιοχή τῆς Βαλτικῆς τόν Νάρβα (Narva culture) καί πιό ἀνατολικά τόν πολιτισμό Κάμα (Kama culture) . Βόρεια τῆς Μεσοποταμίας, στόν Καύκασο, ὁ πρῶτος νεολιθικός πολιτισμός ὀνομάζεται Σουλαβέρι (Shulaveri-Shomu culture), ὁ ὁποῖος ἐξαπλώνεται στίς σημερινές χῶρες τῆς Ἀρμενίας καί τῆς Γεωργίας.

Β. 9 Nεολιθική Αἴγυπτος

Ἡ νεολιθική ἐποχή στήν Αἴγυπτο ἔχει ἐξαιρετικό ἐνδιαφέρον, ὅπως προαναφέραμε, ἀφοῦ κανονικά στίς ὄχθες τοῦ Νείλου θά ἔπρεπε νά ἔχουν ἀναπτυχθεῖ ἡ γεωργία καί ἡ κτηνοτροφία δεκάδες χιλιάδες χρόνια πρίν ἀπό τήν Εὔφορη Ἡμισέληνο. Ὡστόσο, οἱ ἴδιοι οἱ ἐπιστήμονες διαπιστώνουν ὅτι ὁ νεολιθικός πολιτισμός εἰσάγεται στήν Αἴγυπτο ἀπό τήν Μεσοποταμία. Αὐτό συμβαίνει μέ τόν πολιτισμό κοντά στήν πόλη Φαγιούμ (Fayum A culture)[44], μόλις τo 5200 π.Χ. Στήν νότια Αἴγυπτο, κοντά στά σύνορα μέ τό Σουδάν, ὑπάρχει καί ὁ ἀρχαιολογικός χῶρος τῆς Νάμπτα Πλάγια (Nabta Ρlaya), τόν ὁποῖο χρονολογοῦν στό 7.000 π.Χ., ἀλλά προφανῶς εἶναι νεότερος, ἴσως καί νά εἶναι σύγχρονος μέ τόν Φαγιούμ. Γύρω στό 4800 π.Χ. ἀναπτύσσεται στό Δέλτα τοῦ Νείλου ὁ πολιτισμός Μεριμντέ (Merimde), ἀπό τόν ὁποῖο προέρχεται καί ἕνα πήλινο ὁμοίωμα ἀνθρώπινης κεφαλῆς, πού εἶναι ἡ ἀρχαιότερη ἀναπαράσταση ἀνθρώπου στήν Αἴγυπτο.

Β . 1 0 Ν ε ο λ ι θ ι κ ή Ἰ ν δ ί α

Ἡ κοιλάδα τοῦ Ἰνδοῦ ποταμοῦ ἦταν ἡ κοιτίδα σπουδαίων πολιτισμῶν γιά τήν νότια Ἀσία. Στό σημερινό Πακιστάν (στήν ἐπαρχία Balochistan) ἀνθίζει ὁ σπουδαῖος πολιτισμός Μέργκαρ (Mehrgarh), πού φτάνει χρονικά μέ χρι τό 2600 π.Χ., καλύπτοντας ἔτσι καί τήν νεολιθική περίοδο καί τήν χαλκολιθική. Στήν σημερινή βόρεια Ἰνδία (Haryana) ἔχουμε τόν οἰκισμό Μπιρανά (Bhirrana). Σέ αὐτήν τήν περιοχή ὁ Ἰνδός ποταμός καί ἡ κοιλάδα του παρεῖχαν ἰδανικές συνθῆκες γιά τήν ἀνάπτυξη τῆς γεωργίας, μέ ἀποτέλεσμα νά ὑπάρχει ἀδιάκοπη κατοίκηση σέ ὅλες τίς ἑπόμενες ἐποχές. Στά σύνορα τοῦ Τουρκμενιστάν μέ τό Ἰράν ἐντοπίστηκε ὁ πολιτισμός Τζεϊτούν (Djeitun Jeitun). Λίγο πιό βόρεια ἦταν ὁ πολιτισμός Κελτεμινάρ (Kelteminar), πού ἐξαπλώθηκε στήν κεντρική Ἀσία καί ἀντιστοιχεῖ στίς σημερινές χῶρες Καζακστάν, Οὐζμπεκιστάν καί Τουρκμενιστάν.

Β. 11 Νεολιθική Κίνα

Στήν ἀχανή Κίνα νεολιθικοί οἰκισμοί ἐμφανίζονται σέ διάφορα μέρη[45]. Στήν βόρεια Κίνα ὁ πρῶτος νεολιθικός πολιτισμός εἶναι ὁ Νανζχουαγκντού (Nanzhuangtou). Νοτιότερα, στόν ποταμό Γιλούο (Yi-Luo) ἐμφανίζεται ὁ πολιτισμός Πειλιγκάγκ (Peiligang). Στόν ποταμό Γιαγκτσέ (Yangtze) ἀναπτύσσεται ὁ Τσεγκντουσάν (Chengtoushan) καί ὁ Νταξί (Daxi). Ἐπίσης, στίς ὄχθες τοῦ Κίτρινου ποταμοῦ (Huang He) ἐξαπλώνεται ὁ λαμπρότερος νεολιθικός κινεζικός πολιτισμός, ὁ Γιαγκσάο (Yangshao).

Β. 12 Νεολιθική Ἀμερική

Στίς ἀκτές τοῦ Εἰρηνικοῦ, στό σημερινό Περού, στήν θέση Χουάκα Πρίετα (Huaca Ρrieta), ἔχουμε τήν ἐμφάνιση τοῦ πρώτου νεολιθικοῦ οἰκισμοῦ στήν Ἀμερική, γύρω στό 5000 π.Χ., ὅπου τό βασικό γεωργικό προϊόν ἦταν τό καλαμπόκι. Τήν ἴδια περίπου ἐποχή ἀρχίζει καί στό Μεξικό ἡ νεολιθική περίοδος, στήν περιοχή Κοξκατλάν (Coxcatlan Cave).

Τό πιθανότερο δρομολόγιο, πού χρησιμοποίησαν οἱ ἄνθρωποι γιά νά φτάσουν μέχρι τήν ἀμερικανική ἤπειρο, εἶναι ἀπό τόν Βερίγγειο πορθμό. Ἀπό τήν Σιβηρία πέρασαν στήν Ἀλάσκα, ἀπό τόν Βερίγγειο πορθμό, καί ἔπειτα ἄρχισαν νά βαδίζουν πλάι μέ τίς ἀκτές τοῦ Εἰρηνικοῦ, μέχρι πού κατέληξαν καί στήν νότια Ἀμερική.


 

Γ. Ἐποχή τοῦ Χαλκοῦ, 4500-3266 π.Χ.

Χαλκολιθικοί πολιτισμοί, 4000 π.Χ.


 

Γ. 1 Εἰσαγωγή

Ἡ φυσική καί ἁπλοϊκή ζωή τῶν νεολιθικῶν ἀνθρώπων ἄλλαξε ὁριστικά, ὅταν στά μέσα περίπου τῆς πέμπτης χιλιετίας εἰσβάλλει στήν ζωή τῶν ἀνθρώπων μία νέα τεχνολογία, ἡ μεταλλουργία, μέ τά ὑλικά της, τά διάφορα μέταλλα.

Τά μέταλλα δέν ὑπάρχουν αὐτόνομα στήν φύση, ὅπως ὑπάρχουν οἱ πέτρες καί τά βότσαλα, ἀλλά ὑπάρχουν ἀναμεμειγμένα μέ ἄλλα ὑλικά, μέσα στά πετρώματα τῆς φύσης, πού ὀνομάζονται μεταλλεύματα ἤ ὀρυκτά (ores minerals στήν ἀγγλική ὁρολογία). Συνεπῶς, γιά νά ἀποκτήσουν οἱ ἄνθρωποι μέταλλα καί νά τά μετατρέψουν σέ ἐργαλεῖα, χρειάζεται πολύπλοκη ἐργασία, ἡ ὁποία ὀνομάζεται μεταλλουργία.

Τά τρία βασικά μέταλλα, μέ τά ὁποῖα ἀσχολήθηκαν κυρίως οἱ νεολιθικοί ἄνθρωποι, εἶναι ὁ χρυσός, ὁ ἄργυρος (τό ἀσήμι) καί ὁ χαλκός, καί τά ὁποῖα ἔγιναν σύμβολα τῶν ἀνθρώπινων γενῶν ἀπό τόν Ἡσίοδο[46]. Στήν συνέχεια ἀνακάλυψαν καί ἄλλα μέταλλα, ὅπως ὁ μόλυβδος (τό μολύβι) καί ὁ κασσίτερος.

Ὁ χαλκός εἶναι ἕνα μέταλλο πού εἶναι μαλακό στήν φυσική του κατάσταση, ἀλλά ἄν ἑνωθεῖ μέ ἄλλα στοιχεῖα (ἀρσενικό, κασσίτερο) γίνεται ἀρκετά σκληρό καί ἀνθεκτικό.

Ὁ χαλκός ἔγινε σύντομα μία περιζήτητη πρώτη ὕλη, πού εἶναι δυσεύρετη ὅμως. Ἔτσι οἱ ἄνθρωποι ἀναγκάστηκαν νά αὐξήσουν τήν ἐμπορική δραστηριότητά τους, προκειμένου νά προμηθεύονται χαλκό ἀπό τίς περιοχές πού ὑπῆρχε σέ ἀφθονία (ὅπως ἡ Κύπρος).

Παράλληλα μέ τόν χαλκό, οἱ μεταλλουργοί ἀσχολήθηκαν καί μέ τόν χρυσό. Ὁ χρυσός εἶναι τό μέταλλο πού προφανῶς ἐντυπωσίασε τούς ἀνθρώπους ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, μέ τό λαμπερό κίτρινο χρῶμα του, πού θυμίζει τόν ἥλιο. Δυστυχῶς, ὅμως, αὐτή ἡ ἐντύπωση μετατράπηκε σέ μανία! Ὅποιος κατεῖχε χρυσᾶ ἀντικείμενα ἄρχισε νά θεωρεῖται σπουδαῖος ἄνθρωπος, ἀνώτερος, ξεχωριστός. Αὐτό εἶχε τεράστια ἐπίδραση στίς κοινωνίες τῶν ἀνθρώπων, πού μέχρι τότε ζοῦσαν τήν ἁπλότητα τοῦ νεολιθικοῦ πολιτισμοῦ. Ἀπό τά ἁπλοϊκά πέτρινα καί ξύλινα ἀντικείμενα ξαφνικά περνᾶνε στά χρυσαφένια, συνεπῶς εἰσβάλλει στήν ζωή τῶν ἀνθρώπων ὁ πλοῦτος, ἡ ματαιοδοξία καί ἡ ἀνισότητα, πού μᾶς βασανίζουν μέχρι σήμερα.

Γ 2. Θόβελ (Τούμπαλ Κάιν)

Πῶς ὅμως ἀπέκτησαν οἱ ἄνθρωποι ὅλη τήν γνώση γύρω ἀπό τά μέταλλα καί τήν ἐπεξεργασία τους; Τήν ἀπάντηση μᾶς τήν δίνει ξανά ἡ Γένεση, πού ἀναφέρει ὅτι ὁ ἕκτος ἀπόγονος τοῦ Κάιν, ὁ Θόβελ (Τubal-cain) ἦταν ὁ «σφυροκόπος χαλκεύς χαλκοῦ καὶ σιδήρου»[47], δηλαδή ὁ πρῶτος ἄνθρωπος πού ἀνακάλυψε πῶς νά κατασκευάζουν μεταλλικά ἀντικείμενα.

Ὁ Θόβελ, προφανῶς, πέτυχε νά λιώσει τόν χαλκό (πού ἔχει θερμοκρασία τήξης 1085 βαθμούς Κελσίου) σέ κατάλληλο κλίβανο καί στήν συνέχεια νά τόν σφυρηλατήσει, κατασκευάζοντας ἐργαλεῖα καί ὅπλα. Δέν ἀποκλείεται νά δημιούργησε καί τά πρῶτα κράματα, δηλαδή μείγματα μετάλλων σέ διάφορες ἀναλογίες, ὅπως ὁ μπροῦντζος (88% χαλκός καί 12% κασσίτερος).

Ἡ ἐξάπλωση τῆς μεταλλουργίας συμβαίνει σταδιακά μετά τό 4500 π.Χ., ὅποτε συμπεραίνουμε ὅτι ὁ Θόβελ ἔζησε πρίν ἀπό τό 4500 π.Χ. Ὡστόσο ἡ ἀπορία παραμένει: πῶς ἀντιλήφθηκε ὁ Θόβελ ὅτι μέσα ἀπό κάποια πετρώματα μπορεῖ νά δημιουργηθοῦν μεταλλικά ἐργαλεῖα; «Πόθεν τούτῳ ἡ σοφία αὕτη;»[48]. Ἄν καί δέν μποροῦμε νά τό ἀποδείξουμε, μποροῦμε νά ὑποθέσουμε ὅτι ἦταν δαιμονική ἔμπνευση, δηλαδή δαίμονες νά «φώτισαν» τόν Θόβελ, ὥστε νά ἀποκτήσει αὐτήν τήν γνώση. Καί κάνουμε αὐτήν τήν ὑπόθεση, διότι ὁ Θόβελ, ὡς Καϊνίτης, εἶχε ἄμεση ἤ ἔμμεση σχέση μέ τά πονηρά πνεύματα καί ὄχι μέ τόν Θεό.

Ὁ σίδηρος ὑπάρχει ὡς μετάλλευμα σέ ἀφθονία στήν γῆ, περισσότερο ἀπό τόν χαλκό, ἀλλά ἔχει τό μειονέκτημα ὅτι λιώνει σέ πολύ ὑψηλότερη θερμοκρασία (σημεῖο τήξης 1538 βαθμούς Κελσίου) ἀπό τόν χαλκό. Γι’ αὐτό οἱ διάφοροι λαοί προτίμησαν τήν χρήση τοῦ χαλκοῦ, τοῦ ὁποίου τό σημεῖο τήξης μποροῦσαν νά ἐπιτύχουν εὐκολότερα.

Γ. 3 Χ α λ κο λ ι θ ι κ ή Ἑ λ λ ά δ α

Ἡ πρώτη φάση τῆς Χαλκολιθικῆς Ἑλλάδας (Πρώιμη, 4500-3800 π.Χ.) εἶναι περίοδος σημαντικῆς ἀνάπτυξης, σέ ἀντίθεση μέ τήν δεύτερη (Νεώτερη, 3800-3266 π.Χ.) πού εἶναι περίοδος παρακμῆς καί πληθυσμιακῆς ἐλάττωσης[49].

Ὁ οἰκισμός τοῦ Σέσκλου καταστρέφεται τό 4400 π.Χ., μᾶλλον ἀπό ἐμφύλια διαμάχη, ἀλλά ὁ λαμπρός θεσσαλικός πολιτισμός συνεχίζεται στό Διμήνι, τό ὁποῖο φτάνει σέ μεγάλη ἀκμή (στό ἐσωτερικό τῆς ἀκρόπολης κατοικοῦν γύρω στά 300 ἄτομα).

Στήν ἴδια ἐποχή, κατά τήν ὁποία ἀκμάζει τό Διμήνι, ἀναπτύσσεται ἄλλος ἕνας μεγάλος οἰκισμός στήν περιοχή Μακρύγιαλος[50] τῆς Πύδνας, κοντά στήν Νέα Νικομήδεια. Δέν ἀποκλείεται οἱ νεολιθικοί κάτοικοι τῆς Νέας Νικομήδειας νά τήν ἐγκατέλειψαν γύρω στό 4800 π.Χ. καί νά μετανάστευσαν στόν Μακρύγιαλο.

Οἱ κάτοικοι τοῦ Αἰγαίου ἀρχίζουν, ὅπως καί οἱ γύρω πολιτισμοί, νά ἀσχολοῦνται μέ τό νά ἀποκτήσουν ἤ νά κατασκευάσουν χρυσά ἀντικείμενα. Ἐπιπλέον, ἐπιδίδονται στήν κατεργασία τοῦ χαλκοῦ καί παρατηροῦμε ὅτι τόν χρυσό τόν χρησιμοποιοῦν κυρίως γιά διακοσμητικά ἀντικείμενα, ἐνῶ τόν χαλκό τόν ἔχουν καί γιά ἄλλες χρήσεις, ὅπως νά φτιάχνουν ἐργαλεῖα ἤ ὅπλα.

Οἱ Προέλληνες ἀσχολήθηκαν καί μέ τό ἀσήμι καί μάλιστα μέ ἰδιαίτερη ἐπιτυχία. Ἡ ἀνάπτυξη τῆς ἀργυροχοΐας στό Αἰγαῖο χρονολογεῖται λίγο πρίν ἀπό τό 4000 π.Χ. καί συνεχίζει σέ ὅλη τήν 4η χιλιετία. Ἀνάμεσα στά πρῶτα ἀσημένια ἔργα ξεχωρίζουν τά δακτυλιόσχημα περίαπτα[51] (φυλακτά), πού τά κρεμοῦσαν στόν λαιμό ἤ τά ἕραβαν πάνω στά ροῦχα, γιά διακόσμηση.

Οἱ οἰκισμοί πού ξεχωρίζουν αὐτήν τήν ἐποχή εἶναι τό Ραχμάνι τῆς Θεσσαλίας καί ἡ Κεφάλα στήν Κέα τῶν Κυκλάδων[52]. Ἀνάπτυξη παρουσιάζει καί ἡ ἀνατολική ἀκτή τῆς Ἀττικῆς, καθώς ἀπό τότε ἀρχίζει ἡ ἐκμετάλλευση τῶν κοιτασμάτων χαλκοῦ καί ἀργύρου στό Λαύριο[53].

Ὡς πρός τήν νεότερη φάση, μετά τό 3800 π.Χ., ξεχωρίζει ὁ οἰκισμός στά Δολιανά Ἰωαννίνων, στήν κεραμεική τοῦ ὁποίου ἐμφανίζεται ἕνα νέο χαρακτηριστικό σκεῦος, πού πῆρε τήν ὀνομασία φιάλη τύπου Μπρατισλάβας[54]. Μᾶλλον πρόκειται γιά πῶμα (καπάκι) ἀγγείων μεγάλου μεγέθους, ὅπως εἶναι τά πιθάρια.

Τά τελευταῖα χρόνια ἀνακαλύφθηκε στόν Στρόφιλα τῆς Ἀνδρου[55] ἄλλος ἕνας χαλκολιθικός οἰκισμός μέ μεγάλο ἐνδιαφέρον. Ἱδρύθηκε γύρω στό 5000 π.Χ., ἀλλά ἡ περίοδος ἀκμῆς του βρίσκεται στήν 4η χιλιετία. Ἡ πόλη τοῦ Στρόφιλα προστατευόταν ἀπό τεῖχος καί εἶχε ἀξιόλογες βραχογραφίες, πού ἀπεικονίζουν τά πλοῖα τῆς ἐποχῆς.

Στό βόρειο Αἰγαῖο καί συγκεκριμένα στήν Λῆμνο, γύρω στό 3500 π.Χ., ἀναπτύσσεται ἕνα μικρό χωριό, τό ὁποῖο στούς ἑπόμενους αἰῶνες θά ἐξελιχθεῖ σέ μία σπουδαία πόλη, τήν Πολιόχνη, ἡ ἱστορία τῆς ὁποίας χωρίστηκε σέ ὀνομασίες μέ χρώματα. Ἡ ἀρχική φάση, ἡ ὁποία χρονολογεῖται στό 3500-3200 π.Χ., ὀνομάζεται Πολιόχνη Ι – Μελανή περίοδος.

Κατά τήν διάρκεια τῆς νεότερης φάσης, μετά τό 3800 π.Χ., ἔχουμε λιγότερα ἀρχαιολογικά εὐρήματα καί προφανῶς ἔχουμε μείωση πληθυσμοῦ στήν ἠπειρωτική Ἑλλάδα. Αὐτό τό φαινόμενο μᾶλλον σχετίζεται μέ κλιματικά φαινόμενα καί ὄχι τόσο μέ βίαια ἐπεισόδια (ἐμφύλιους πολέμους ἤ ἐπιδρομές).

Γύρω στό 3700 π.Χ. ἄρχισε τό κλίμα τῆς γῆς νά μεταβάλλεται καί ἀπό τήν Ἀτλαντική περίοδο περνᾶμε στήν Ὑποβόρεια (Subboreal). Αὐτό εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τό κλίμα νά γίνει πιό ξηρό, σέ σχέση μέ τό παρελθόν, καί ἡ ξηρασία ἐπηρέασε ἀρνητικά τήν γεωργία.

Παράλληλα μέ τό Ὑποβόρειο κλίμα οἱ ἐπιστήμονες ἔχουν ἐντοπίσει ἄλλη μία περίεργη κλιματική ἀλλαγή, πού ὀνομάζεται Ταλάντωση Πιόρα (Piora Oscillation)[56], ἀπό τήν κοιλάδα Πιόρα στήν Ἐλβετία. Αὐτό τό κλιματικό φαινόμενο προκάλεσε ἐκτεταμένες ξηρασίες σέ διάφορες περιοχές, ὅπως τό Αἰγαῖο, ἀλλά οἱ εἰδικοί δέν μποροῦν νά προσδιορίσουν ἀκριβῶς πότε χρονολογεῖται τό φαινόμενο. Ἐνδέχεται νά ξέσπασε παράλληλα μέ τόν Κατακλυσμό, τό 3266 π.Χ.

Οἱ ἀγρότες τῆς Χαλκολιθικῆς Ἑλλάδας βρέθηκαν σέ δεινή θέση, λόγω τῆς ἀναστάτωσης αὐτῆς τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος, καί ἴσως νά ἐγκατέλειψαν τούς οἰκισμούς τους, γιά νά βροῦν ἄλλες περιοχές μέ καλύτερες κλιματικές συνθῆκες. Ἐντύπωση προκαλεῖ τό γεγονός ὅτι αὐτήν τήν περίοδο ἔχουμε περισσότερα κατοικημένα σπήλαια σέ σχέση μέ τήν ἀρχή τῆς Νεολιθικῆς περιόδου.

Γ 4. Χαλκολιθική Εὐρώπη

Ἡ ἐποχή τοῦ Χαλκοῦ στήν Γερμανία ἀρχίζει μέ τόν πολιτισμό Ρέσεν (RÖssen), στά σύνορα Γερμανίας-Γαλλίας καί συνεχίζει, μετά τό 4300 π.Χ., μέ τόν πολιτισμό τῶν Χοανοειδῶν Κυπέλλων (Trichterbecherkultur στά γερμανικά, Funnelbeaker culture στά ἀγγλικά), ὀνομασία πού προκύπτει ἀπό τά ἀγγεῖα τῆς ἐποχῆς, τά ὁποῖα ἔχουν λαιμό σέ σχῆμα χωνιοῦ. Στήν Οὐγγαρία ὁ ἀντίστοιχος πολιτισμός ὀνομάζεται Λεγκυέλ (Lengyel).

Στήν Ἰταλία ἐμφανίζεται τό 3700 π.Χ. ὁ πολιτισμός Ριναλντόνε (Rinaldone), πού καλύπτει τήν κεντρική Ἰταλία, ἐνῶ τό 3400 π.Χ. στήν βόρεια Ἰταλία ἐξαπλώνεται ὁ πολιτισμός Ρεμεντέλο (Remedello).

Στήν Βουλγαρία συνεχίζει νά ἀκμάζει ὁ οἰκισμός Καράνοβο (Φάση 6η ἤ Γκουμέλνιτσα, GumelniţaKaranovo VΙ), ἀλλά παράλληλα, τό 4400 π.Χ., ἐμφανίζεται στήν πόλη Βάρνα (Varna) ἕνας χαλκολιθικός οἰκισμός, πού μᾶς ἐντυπωσιάζει μέχρι σήμερα. Στό νεκροταφεῖο τῆς Βάρνας βρέθηκε ἡ ἀρχαιότερη γνωστή συσσώρευση χρυσοῦ στόν κόσμο.

Στά σύνορα Ρουμανίας-Οὐκρανίας ὁ πολιτισμός Κουκουτένι (Μέση περίοδος, 4000 π.Χ.)[57] φτάνει στήν μέγιστη ἀκμή του. Σέ αὐτήν τήν ἐποχή, οἱ νεολιθικοί οἰκισμοί τῶν περασμένων αἰώνων ἔχουν μετατραπεῖ σέ ὁλόκληρες πόλεις, πού ὑπολογίζεται ὅτι εἶχαν ἕως καί 15.000 κατοίκους, ὅπως τό Ταλιάνκι τῆς Οὐκρανίας, τό ὁποῖο ἦταν ἡ μεγαλύτερη πόλη τῆς χαλκολιθικῆς Εὐρώπης.

Στήν περιοχή τοῦ νότιου Καυκάσου κατά τά μέσα τῆς 4ης χιλιετίας ἀναπτύσσεται πολιτισμός Κούρα Ἄραξες (Kura-Araxes), στήν κοιλάδα τῶν ποταμῶν Κύρου καί Ἀράξη, ἀπό τούς ὁποίους ἔλαβε τό σύνθετο ὄνομα.

Βόρεια τοῦ Καυκάσου, στά σημερινά ρωσικά ἐδάφη, ἐμφανίζεται ὁ λαμπρός πολιτισμός Μαϊκόπ[58] (Maykop Maikop, 3700 π.Χ.), ὁ ὁποῖος φαίνεται ὅτι εἶχε ἀναπτύξει ἐμπορικές συναλλαγές μέ τούς Σουμερίους, ἀπό τούς ὁποίους γνώρισε καί τόν τροχό. Ἐπίσης, οἱ ἡγετικές «Μαϊκοπικές» οἰκογένειες θάβονται σέ μεγαλειώδεις τύμβους (Κουργκάν, Κurgan), μαζί μέ πολύτιμα μεταλλικά κτερίσματα.

Οἱ ὀπαδοί τῆς ἰνδοευρωπαϊκῆς θεωρίας, ὅπως ἡ Γκίμπουτας, θεω ροῦν ὅτι αὐτός ὁ πολιτισμός συνδέεται μέ τούς ἰνδοευρωπαϊκούς λαούς καί τήν σταδιακή ἐξάπλωσή τους στήν Εὐρώπη καί τήν Ἀσία. Ἐντούτοις, ὅπως θά δοῦμε καί παρακάτω, ἡ θεωρία τους εἶναι ἐσφαλμένη, διότι οἱ φυλές πού κρύβονται πίσω ἀπό τόν πολιτισμό Μαϊκόπ δέν εἶναι Ἰνδοευρωπαῖοι, ἀλλά εἶναι οἱ ἀπόγονοι τῶν νεολιθικῶν φυλῶν, πού βρίσκονταν ἐκεῖ αἰῶνες πρίν.

Ἁπλά, μέσω τῶν ἐπαφῶν πού ἀνέπτυξαν μέ τούς Σουμερίους, γνώρισαν κάποια στοιχεῖα τῆς σουμεριακῆς τεχνολογίας καί τά μιμήθηκαν, μέ ἀποτέλεσμα νά ἀρχίσουν νά κατασκευάζουν τροχοφόρα ὀχήματα ἤ ὑψηλοῦ ἐπιπέδου μεταλλικά ἀντικείμενα. Ὅσο γιά τούς ἰνδοευρωπαϊκούς λαούς, αὐτοί μέχρι τό 2735 π.Χ. βρίσκονται στήν Μεσοποταμία!

Στήν δυτική Εὐρώπη τό φαινόμενο τῶν μεγαλιθικῶν κτισμάτων ἐπεκτείνεται, ὥστε σέ κάποιες περιοχές προσδιορίζουμε τούς τοπικούς πολιτισμούς ὡς μεγαλιθικούς πολιτισμούς (megalithic culture). Στήν Ἔβορα τῆς Πορτογαλίας, κατά τήν 4η χιλιετία π.Χ., κατασκευάζεται τό ἐπιβλητικό ντολμέν τοῦ Ζαμπουζέιρο (Anta Grande do Zambujeiro), ἐνῶ στήν Βρετάνη τῆς Γαλλίας, στό Καρνάκ (Carnac Karnag), δημιουργεῖται σταδιακά ἕνα «δάσος» ἀπό περίπου 10.000 μενίρ, μέ πιθανότερη χρονολόγηση τό 3300 π.Χ.

Ἀπό τά μέσα τῆς 4ης χιλιετίας τό φαινόμενο τῶν μεγαλιθικῶν μνημείων ἐξαπλώνεται μέ ἐντυπωσιακό τρόπο. Στίς ἀκτές τοῦ Ἀτλαντικοῦ ἐμφανίζεται στήν Βρετανία καί τήν Ἰρλανδία (Newgrance), ἐνῶ κάνει τήν ἐμφάνισή του καί σέ νησιά τῆς Μεσογείου, ὅπως ἡ Σαρδηνία (στήν ὁποία ἀκμάζει μεταξύ 4000 καί 3400 π.Χ. ὁ πολιτισμός Μπόνου Ἰγκίνου, Bonu Ighinou) καί ἡ Μάλτα[59], ὅπου πλέον δέν ἐφαρμόζεται ἡ ἁπλοϊκή τεχνολογία τῶν ἀκατέργαστων λίθων, ἀλλά ἐφαρμόζεται ἀνώτερη τεχνική, μέ πλήρως κατεργασμένους λίθους, πού ἐφαρμόζουν ἄριστα μεταξύ τους καί δημιουργοῦν ἀκόμη πιό ἐντυπωσιακές κατασκευές

Γ. 5 Χαλκολιθική Αἴγυπτος

Στήν Αἴγυπτο ἀναπτύσσονται διάφοροι ἀξιόλογοι πολιτισμοί, πού διαδέχονται τόν πολιτισμό Φαγιούμ, οἱ κυριότεροι τῶν ὁποίων εἶναι Τασιάν (Tasian) καί Μπαντάρι (Badari)[60] καί χρονολογοῦνται στό 4400 π.Χ. Ἀκολουθοῦν o Νακάντα (Naqada, 3800 π.Χ.), Ἀμράτιαν (Amratian, 3600 π.Χ.) καί Γκερζέχ[61] (Gerzeh ή Naqada II, 3300 π.Χ.).

Στόν τελευταῖο φαίνονται οἱ ἐπιρροές τῶν Σουμερίων, μέ τούς ὁποίους εἶχαν ἀναπτύξει ἐπικοινωνία καί ἐμπορικές σχέσεις οἱ χαλκολιθικοί - προχαμιτικοί Αἰγύπτιοι.

Ἀξίζει νά σημειώσουμε ὅτι ἀναφερόμαστε ὥς τώρα στήν Αἴγυπτο καί τόν πολιτισμό της, χωρίς νά ἐννοοῦμε τόν λαό τῆς Αἰγύπτου, πού θά σχηματιστεῖ μετά τό 2735 π.Χ. Τό ἴδιο ἰσχύει γιά κάθε λαό καί πολιτισμό, πού ἐξετάσαμε ὥς τώρα, εἴτε πρόκειται γιά τήν Αἴγυπτο, εἴτε γιά τήν Ἑλλάδα. Μέχρι τό 2735 π.Χ. σέ ὅλες τίς χῶρες τῆς γῆς κατοικοῦν οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἀδάμ, οἱ νεολιθικοί ἄνθρωποι, οἱ πρῶτοι ἰθαγενεῖς, ἐκτός ἀπό τόν χῶρο τῆς Μεσοποταμίας, πού τά πάντα διαφέρουν.

Γ. 6 Χαλκολιθική Κίνα

Ἡ γνώση τῆς μεταλλουργίας ἐξαπλώθηκε καί στήν Κίνα, ἡ ὁποία λόγω τῆς τεράστιας ἔκτασης ἔχει καί πολλούς πολιτισμούς, οἱ ὁποῖοι ἐντάσσονται χρονικά στήν ἐποχή τοῦ Χαλκοῦ. Ἕνας ἀπό αὐτούς εἶναι ὁ Νταβενκού (Dawenkou), πού ἀρχίζει τό 4100 π.Χ. καί καλύπτει ὅλη τήν τέταρτη χιλιετία. Οἱ Κινέζοι τεχνίτες, ἐκτός ἀπό τόν χαλκό, ἀσχολήθηκαν ἀπό αὐτήν τήν ἐποχή καί ἔπειτα μέ τόν ἴασπι ἤ νεφρίτη (jade)[62], τόν ὁποῖο ὀνόμαζαν «Yu» καί μέ τόν ὁποῖο κατασκεύαζαν περίτεχνα κοσμήματα. Σέ ἀντίθεση μέ τόν δυτικό κόσμο, οἱ Κινέζοι θεωροῦσαν τόν νεφρίτη πολυτιμότερο ὑλικό ἀπό τό χρυσάφι ἤ τό ἀσήμι.

Γ. 7 Χαλκολιθική Μεσοποταμία

Μεταξύ 4000 καί 3000 π.Χ. (4η χιλιετία) τόν νεολιθικό πολιτισμό Οὐμπάιντ (Ubaid) στήν Μεσοποταμία διαδέχεται ὁ χαλκολιθικός πολιτισμός Οὐρούκ (Uruk V). Στήν περιοχή αὐτή ζοῦν οἱ ἀπόγονοι τοῦ Σήθ, ὁ λαός τῶν Σηθιτῶν, ὅπως ἔχουμε προαναφέρει.

Προϋπόθεση, γιά νά ἔρθει ὁ Μεσσίας μέσα ἀπό τούς Σηθίτες, ἦταν νά παραμείνουν πιστοί στόν Θεό[63]. Δυστυχῶς, ὅμως, αὐτό ἀνατράπηκε ἀπότομα γύρω στό 3.500 π.Χ., ὅταν ἀνάμεσα στούς ὀρθόδοξους Σηθίτες, στήν νότια Μεσοποταμία, ἐγκαταστάθηκαν οἱ εἰδωλολάτρες Σουμέριοι.

Δύο στοιχεῖα γνωρίζουμε γιά τόν μυστηριώδη λαό τῶν Σουμερίων, ὅτι ἦταν φορεῖς ἑνός ἀνώτερου τεχνολογικά πολιτισμοῦ καί ὅτι μιλοῦσαν μία γλώσσα, ἡ ὁποία δέν ἔχει καμία σχέση μέ τίς ὑπόλοιπες γλῶσσες τῆς Μέσης Ἀνατολῆς ἤ γενικά τῆς ἀρχαιότητας. Αὐτό τό γεγονός ἔδωσε ἀφορμή γιά σενάρια… ἐπιστημονικῆς φαντασίας, δηλαδή ὅτι οἱ Σουμέριοι ἦταν μία ἐξωγήινη φυλή, πού ἦρθε ξαφνικά καί ἐγκαταστάθηκε στήν γῆ!

Οἱ Σουμέριοι δέν ἵδρυσαν κάποιο ἑνιαῖο κράτος, ἀλλά ἦταν πάντα χωρισμένοι σέ πόλειςκράτη, πού ἐνίοτε πολεμοῦσαν καί μεταξύ τους. Ἡ λέξη Σουμέρ (Sumer) προῆλθε ἀπό τήν ὀνομασία τῆς περιοχῆς Σινάρ (ἤ Σενναάρ) καί ἐπικράτησε στήν διεθνή ὁρολογία.

Ὡστόσο οἱ ἴδιοι οἱ Σουμέριοι δέν ὀνόμαζαν τήν χώρα τους Σινάρ, ἀλλά Κι-ἐν-γκίρ (Kengir), δηλαδή Γῆ τῶν Εὐγενῶν Ἀρχόντων, καί τόν λαό τους τόν ἀποκαλοῦσαν Σάγκ-Γκίγκ (sag gig), δηλαδή Μαυροκέφαλους, μαῦρα κεφάλια. Ἴσως ἡ φυλή τῶν Σουμερίων νά εἶχε λίγο πιό σκοῦρο χρῶμα δέρματος, σέ σύγκριση μέ τούς λευκούς Σηθίτες, ἀλλά σίγουρα δέν ἦταν μελανοί (μαῦροι), ὅπως οἱ Ἀφρικανοί.

Ἡ προέλευση τῶν Σουμερίων εἶναι ἕνα μεγάλο μυστήριο γιά τήν ἐπιστήμη. Τά ὅσα ἔχουμε ἀναφέρει γιά τούς Καϊνίτες (ἔφεση στόν τεχνικό πολιτισμό, πολυθεϊσμός, γεωγραφική καί γλωσσολογική ἀπομόνωση) μᾶς δημιουργοῦν σοβαρές ὑποψίες μήπως οἱ Σουμέριοι ἦταν οἱ ἀπευθείας ἀπόγονοι τοῦ Κάιν (Καϊνίτες) ἤ ἕνας λαός, πού ἦρθε σέ ἐπιμειξία μέ τούς ἀπογόνους τοῦ Κάιν.

Ὡστόσο, ὅποιοι καί νά ἦταν οἱ Σουμέριοι φυλετικά, εἶναι ἀδύνατο νά ἑρμηνευθεῖ ἀπότομη πολιτιστική πρόοδος, ὁποία συνέβη στούς Σουμερίους τῆς Μεσοποταμίας, πολύ πρίν ἀπό κάθε ἄλλο λαό τῆς γῆς.

Μέχρι τό 3500 π.Χ. ἀρχαιολογικά δέν ἐντοπίζεται κανένας πολιτισμός, πού νά κατέχει τίς γνώσεις τῶν Σουμερίων. Ἄν οἱ Σουμέριοι εἶχαν τίς γνώσεις αὐτές νωρίτερα, αὐτό θά εἶχε ἀφήσει κάποια ἀρχαιολογικά κατάλοιπα. Ἀντιθέτως, ὅλατά ἀρχαιολογικά δεδομένα δείχνουν ὅτι οἱ Σουμέριοι ξαφνικά, ἀπό τό πουθενά, ἀποκτοῦν καί κατέχουν ἕνα σωρό γνώσεις καί ἱκανότητες.

Συνεπῶς, πόθεν ἡ γνῶσις ταύτη; Θά κάνουμε τήν ἴδια ὑπόθεση, πού κάναμε καί στήν περίπτωση τοῦ Θόβελ. Ἐφόσον ἦταν δαιμονολάτρες οἱ Σουμέριοι, οἱ ἴδιοι οἱ δαίμονες μᾶλλον μετέδωσαν ὅλες αὐτές τίς γνώσεις στούς Σουμερίους, γιά τό κακό τῆς ἀνθρωπότητας, διότι αὐτή ἡ τεχνογνωσία δημιούργησε τόν πολιτισμό τῆς ἀδικίας καί τῆς κακίας, πού φτάνει μέχρι σήμερα.

Γ. 8 Σουμεριακός πολιτισμός

Οἱ Σουμέριοι πρῶτοι ἐφεῦραν τόν τροχό, τίς ρόδες, ἕνα ἀντικείμενο πού ἔφερε τεχνολογική ἐπανάσταση. Στήν συνέχεια ἔφτιαξαν τά πρῶτα ὀχήματα, τίς ἐμπορικές ἅμαξες καί τά πολεμικά ἅρματα[64]. Οἱ τροχοί ἦταν συμπαγεῖς καί ξύλινοι, χωρίς ἀκτίνες, οἱ ὁποῖες ἐπινοήθηκαν γύρω στό 2000 π.Χ. Τά πρῶτα ζῶα πού χρησιμοποιήθηκαν ὡς ὑποζύγια, γιά νά σέρνουν τίς ἅμαξες, ἦταν βόδια καί ὄναγροι ἤ ἡμίονοι (ἄγρια γαϊδούρια ἤ μουλάρια).

Ἄλλη ἐφεύρεση ἦταν τό ἄροτρο[65], τό ὁποῖο ἔδωσε μεγάλη ὤθηση στήν γεωργία καί ἡ ἀγροτική παραγωγή τῶν Σουμερίων πολλαπλασιάστηκε, μέ ἀποτέλεσμα νά ἔχουν μεγάλο πλεόνασμα σέ σιτηρά καί ἄλλα προϊόντα.

Παράλληλα, οἱ Σουμέριοι ἀσχολήθηκαν καί μέ τά συστήματα ἄρδευσης καί ἀποχέτευσης, δημιουργώντας κανάλια πού διοχέτευαν τό νερό ἀπό τά μεγάλα ποτάμια ὥς τά κτήματά τους, κάτι πού ἐπίσης βελτίωσε τίς γεωργικές καλλιέργειες.

Γενικότερα, οἱ Σουμέριοι ἔθεσαν τίς βάσεις, γιά νά δημιουργηθεῖ ἕνας καινούριος πολιτισμός, ἕνας τρόπος ζωῆς μέ περισσότερη τεχνολογία. Ἀσχολήθηκαν μέ τήν γεωμετρία, τήν ἀριθμητική, τήν ἀστρονομία, τήν ἀρχιτεκτονική καί τήν γραφή.

Τό ἀρχαιότερο δεῖγμα γραφῆς τῶν Σουμερίων εἶναι τό πινάκιο ἀπό τήν πόλη Κίς (Kish Tablet)[66], πού χρονολογεῖται λίγο μετά τό 3500 π.Χ. καί ὀνομάζεται «πικτογραφική γραφή», στήν ὁποία χρησιμοποιοῦνται ζωγραφιές ὡς σύμβολα λέξεων. Ἀργότερα οἱ Σουμέριοι δημιουργοῦν τήν λεγόμενη «σφηνοειδῆ γραφή» καί λίγο πρίν ἀπό τό 3100 π.Χ. ἐμφανίζεται ἡ «ἱερογλυφική γραφή» στήν Αἴγυπτο, πού προφανῶς ἐπηρεάστηκε ἀπό τό σύστημα γραφῆς τῶν Σουμερίων.

Ἡ γραφή προέκυψε ἀπό τήν ἀνάγκη τῶν Σουμερίων νά καταγράφουν τά προϊόντα τους, εἰσαγόμενα ἤ ἐξαγόμενα, δηλαδή γιά οἰκονομικούς - λογιστικούς λόγους. Στήν συνέχεια, ἡ χρήση τῆς γραφῆς ἐπεκτάθηκε καί σέ ἄλλους τομεῖς, ὅπως ἡ θρησκεία καί ἡ λογοτεχνία, δηλαδή ἄρχισαν νά γράφουν ὕμνους πρός τούς θεούς ἤ κατορθώματα βασιλιάδων καί ἡρώων.

Γ. 9 Θρησκεία τῶν Σουμερίων

Ἡ θρησκεία τῶν Σουμερίων ἦταν πολυθεϊστική καί ταυτόχρονα εἶναι ἡ ἀρχαιότερη γνωστή θρησκεία. Πολλές ἀπόψεις ἔχουν διατυπωθεῖ γιά τίς θρησκευτικές ἀντιλήψεις τῶν λαῶν τῆς Νεολιθικῆς περιόδου, ὅπως τό ὅτι τά γυναικεία εἰδώλια ἀναπαριστοῦν κάποια Μητέρα Θεά, ἀλλά ὅλα αὐτά εἶναι ἁπλές ὑποθέσεις. Ἀπό τούς Σουμερίους καί ἔπειτα γνωρίζουμε μέ σιγουριά σέ ποιά θρησκεία πίστευαν.

Οἱ Σουμέριοι θεωροῦσαν ὅτι οἱ διάφοροι θεοί προέκυψαν ἀπό γεννήσεις. Πρώτη χρονικά ἦταν ἡ Ναμού (Nammu), μετά γεννήθηκαν ὁ Οὐρανός (An) καί ἡ Γῆ (Ki) καί στήν συνέχεια ἔχουμε πλῆθος θεοτήτων, πού ἀποτελοῦν θεοποίηση τῶν διάφορων στοιχείων τῆς φύσης, δηλαδή λατρεύουν τόν ἥλιο, τήν σελήνη, τήν θάλασσα κλπ. Αὐτές οἱ λανθασμένες, οἱ ψεύτικες εἰκόνες πού εἶχαν γιά τήν ἔννοια τοῦ Θεοῦ, ὀνομάζονται εἴδωλα καί ἐπίσης εἴδωλα ὀνομάζονται οἱ καλλιτεχνικές ἀναπαραστάσεις αὐτῶν τῶν ψεύτικων θεῶν. Συνεπῶς, οἱ Σουμέριοι ἦταν καί εἰδωλολάτρες, διότι λάτρευαν τά εἴδωλα, τίς ψεύτικες εἰκόνες τοῦ Θεοῦ. Αὐτό εἶναι τό βαθύτερο πρόβλημα τῆς εἰδωλολατρίας, ὄχι τό ὅτι οἱ ἄνθρωποι κατασκευάζουν εἰκόνες ἤ ἀγάλματα, ἀλλά τό ὅτι ἀποδίδουν λατρεία σέ ψεύτικους θεούς, δηλαδή σέ δαίμονες[67].

Οἱ θρησκευτικές ἀντιλήψεις τῶν Σουμερίων ἄσκησαν τεράστια ἐπιρροή σέ ὅλους τούς λαούς τῆς Μέσης Ἀνατολῆς. Ἡ θρησκεία τῶν Ἀκκάδων, τῶν Βαβυλωνίων, τῶν Ἀσσυρίων, τῶν Χετταίων καί τῶν Αἰγυπτίων εἶναι σέ μεγάλο βαθμό ἀντιγραφή τοῦ σουμεριακοῦ πολυθεϊσμοῦ. Σέ πολλές περιπτώσεις βλέπουμε ὅτι μόνο τά ὀνόματα ἀλλάζουν ἀπό λαό σέ λαό, οἱ θεότητες εἶναι οἱ ἴδιες[68].

Ἀπό αὐτήν τήν ἐπιρροή δέν ξέφυγαν οὔτε οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες, πού παρασύρθηκαν στήν πλειοψηφία τους στήν σουμεριακή εἰδωλολατρία. Γιά παράδειγμα, ἡ μυθική παράδοση γιά τόν εὐνουχισμό τοῦ Οὐρανοῦ ἀπό τόν Κρόνο ἔχει σουμεριακές ρίζες. Ὁ Κρόνος ἀντιστοιχεῖ στόν σουμεριακό Ἐνλίλ καί στόν χεττιτικό Κουμαρμπί, πού ἐπίσης εὐνούχισε τόν πατέρα του, τόν Ἀνού.

Πολλές ἄλλες θρησκευτικές φιλοσοφικές θεωρίες τῶν Σουμερίων διαδόθηκαν ἀπό τήν Αἴγυπτο ὥς τήν Ἰνδία, ὅπως θεωρία τῆς μετενσάρκωσης καί τοῦ αἰώνιου σύμπαντος. Ἀλλά ἡ πιό ὀλέθρια θεωρία τῶν Σουμερίων ἦταν τό ὅτι πίστευαν πώς οἱ θεοί ἔπλασαν τούς ἀνθρώπους γιά δούλους, ὅπως ἔχουμε σήμερα τά μηχανήματα καί τά ρομπότ.

Συνεπῶς, οἱ βασιλιάδες καί ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι εἶχαν τήν ἐξουσία στίς σουμεριακές πόλεις καί ἰσχυρίζονταν ὅτι εἶναι κάτι σάν ἐπίγειοι θεοί, ἔβλεπαν ὅλους τούς ἄλλους ἀνθρώπους σάν σκλάβους, σάν κατώτερα πλάσματα, σάν ἀνθρωπόμορφα ζῶα. Οἱ βασιλιάδες καί ἡγετική ὁμάδα γύρω τους ἀντιπροσώπευαν τούς θεούς, ἐνῶ οἱ ἁπλοί ἄνθρωποι ἀντιπροσώπευαν τά ρομπότ!

Στήν σουμεριακή γλώσσα ὁ βασιλιάς λέγεται Λού-γκάλ (Lu-gal), δηλαδή μεγάλος ἄνθρωπος. Ἐνῶ τόν λαό τους τόν ἀποκαλοῦν μέ τόν περιφρονητικό ὅρο «μαῦρα κεφάλια», ὅπως προείπαμε. Μαζί μέ αὐτές τίς ἄκρως ρατσιστικές θρησκευτικές ἀντιλήψεις ἄρχισαν νά ἐμφανίζονται καί ἄλλες περίεργες ἰδέες, ὅτι κάποιες φυλές ἀνθρώπων προῆλθαν ἀπό μεταμορφώσεις ζώων ἤ φανταστικῶν πλασμάτων σέ ἀνθρώπους.

Τέτοιες ἰδέες ἔφτασαν μέχρι τήν ἑλληνική μυθολογία, ὅπως ἡ παράδοση γιά τήν φυλή τῶν Μυρμιδόνων, πού μέ βάση τόν μύθο ἦταν μυρμήγκια, τά ὁποῖα μεταμόρφωσε ὁ Δίας σέ ἀνθρώπους. Αὐτές οἱ θεωρίες διατηρήθηκαν στόν χῶρο τῆς Μέσης Ἀνατολῆς καί τελικά ἐνσωματώθηκαν στόν ἑβραϊκό ἀποκρυφισμό[69].

Γ. 1 0 Γ ί γ α ν τ ε ςΝ ε φ ι λ ί μ

Ἀκόμη πιό αἰνιγματική, ἀπό τήν ἐμφάνιση τῶν Σουμερίων, εἶναι ἡ ἐμφάνιση τῶν Γιγάντων, γιά τούς ὁποίους κάνει λόγο ἡ Γένεση στό ἕκτο κεφάλαιο. Ἀρχικά γίνεται ἀναφορά στούς μπενέ ἐλοχίμ (bene Elohim), τούς υἱούς τοῦ Θεοῦ, ὅπως μεταφράζουν οἱ Ο΄, οἱ ὁποῖοι ἔκαναν μεικτούς γάμους μέ τίς θυγατέρες τῶν ἀνθρώπων.

Ὑπάρχουν διάφορες ἑρμηνεῖες γιά αὐτό τό χωρίο, ἀλλά σίγουρα ἀναφέρεται στίς ἐπιγαμίες πού ἔκαναν στήν γῆ τῆς Μεσοποταμίας οἱ Σουμέριοι μέ τούς Σηθίτες. Τήν ἴδια ἐποχή ἀρχίζουν νά γεννιοῦνται καί οἱ Νεφιλίμ (nephilim), πού μεταφράζονται ὡς Γίγαντες.

Ἐνδέχεται αὐτοί οἱ Γίγαντες νά ἦταν ἄνθρωποι, πού προῆλθαν ἀπό τήν ἐπιμειξία τῶν φυλῶν τοῦ Σήθ καί τοῦ Κάιν[70]. Οἱ Σουμέριοι κατοικοῦσαν μαζί μέ τούς Γίγαντες, οἱ ὁποῖοι ἀργότερα ἐξαπλώθηκαν καί στήν Μεσόγειο. Οἱ Γίγαντες προφανῶς εἶχαν ὑψηλότερο ἀνάστημα ἀπό τόν μέσο ἄνθρωπο (πάνω ἀπό δύο μέτρα ὕψος) καί μεγαλύτερη μυϊκή δύναμη. Δυστυχῶς, γύρω ἀπό τούς Γίγαντες πλάστηκαν διάφορες ἐξωπραγματικές θεωρίες, πού δέν ἔχουν σχέση μέ τήν Ἁγία Γραφή καί τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας[71].

Τήν περίοδο κατά τήν ὁποία ἐμφανίζεται ἡ φυλή τῶν Γιγάντων, τό 3500 π.Χ., παρατηροῦμε ὅτι ἐξαπλώνεται στήν Εὐρώπη τό φαινόμενο τῶν μεγαλιθικῶν μνημείων. Χαρακτηριστική περίπτωση εἶναι τά μνημεῖα τῆς Μάλτας, μέ τούς τριφυλλόσχημους ναούς (ὅπως τό Χατζάρ Κίμ, Ħaġar Qim, περίοδος Τζιγκαντίγια, Ġgantija), πού μέχρι σήμερα προκαλοῦν δέος στόν ἐπισκέπτη.

Προφανῶς τέτοια ὀγκώδη κτίρια ὀφείλονται στούς Γίγαντες, οἱ ὁποῖοι ἐνδεχομένως νά ἀσχολήθηκαν ἐντατικά μέ τόν ἀποκρυφισμό (μαγεία) καί μέ τήν βοήθεια δαιμόνων νά πραγματοποίησαν ἐντυπωσιακά γιά τήν ἐποχή τους ἔργα.

Τήν ἴδια ἐποχή, οἱ λαοί τῆς Χαλκολιθικῆς Εὐρώπης μέ τήν τεχνολογία πού εἶχαν, δέν θά μποροῦσαν νά φτιάξουν τέτοια κτήρια. Οἱ Γίγαντες μᾶλλον ἐξαπλώθηκαν σέ διάφορα μέρη τῆς Εὐρώπης, ὅπου δημιούργησαν τίς δικές τους φυλετικές ὁμάδες. Στήν ἑλληνική μυθολογία ἔμειναν γνωστοί μέ τό ὄνομα Κύκλωπες.

Ἡ συμπεριφορά τους ὅμως πρός τούς ὑπόλοιπους ἀνθρώπους ἦταν τυραννική, γι’ αὐτό καί σταδιακά ἐξοντώθηκαν. Ὁ Διόδωρος Σικελιώτης διασώζει τήν παράδοση ὅτι στό Αἰγαῖο οἱ Γίγαντες πολεμήθηκαν ἀπό τόν Δία[72]. Τήν ὕπαρξη τῶν Γιγάντων κατά τήν ἀρχαιότητα βεβαιώνει, στήv σύγχρονη ἐποχή, καί ὁ χαρισματικός Ὅσιος Πορφύριος[73].

Γ. 11 Κατακλυσμός 3266 π.Χ.

Ἡ συγκατοίκηση Σηθιτῶν καί Καϊνιτῶν (Σουμερίων) στήν Μεσοποταμία ἦταν καταστροφική γιά τούς Σηθίτες. Ἄρχισαν νά κάνουν μεικτούς γάμους μεταξύ τους, Ὀρθόδοξοι καί εἰδωλολάτρες, καί τελικά οἱ Σηθίτες ἐγκατέλειψαν τόν κατά Θεόν τρόπο ζωῆς καί μιμήθηκαν τήν ἀνήθικη ζωή τῶν Σουμερίων.

Αὐτή ἡ παρακμή τῆς φυλῆς τοῦ Σήθ κράτησε ἀπό τό 3500 ὥς τό 3266 π.Χ. Σέ ὅλο αὐτό τό χρονικό διάστημα, ὁ Θεός ἔδωσε χρόνο καί περιθώριο στούς Σηθίτες νά μετανοήσουν, ἀλλά αὐτοί γίνονταν ὅλο καί χειρότεροι. Τελικά, ἀνάμεσα στούς χιλιάδες Σηθίτες, πού κατοικοῦσαν στήν Μεσοποταμία, ἔμεινε μόνο ἕνας ἄνθρωπος πιστός στόν Θεό! Καί αὐτός ἦταν ὁ Νῶε (Noah), πού γεννήθηκε τό 3866 π.Χ.

Ὁ Θεός ἔδωσε ἐντολή στόν Νῶε νά κατασκευάσει ἕνα τεράστιο ξύλινο ὀρθογώνιο κουτί, τήν Κιβωτό, πού μπῆκε ὁ Νῶε, ἡ γυναίκα του, οἱ τρεῖς γιοί τους, ὁ Σήμ (שֵׁ֖ם ,(ο Χαμ (חָ֣ם (καί ο Ιάφεθ (יָ֑פֶת([74] καί οἱ γυναῖκες τῶν τριῶν ἀγοριῶν, σύνολο ὀκτώ ἄνθρωποι. Μαζί τους μπῆκαν ἀνά ζεύγη, ἀρσενικό καί θηλυκό, καί τά ζῶα τῆς Μεσοποταμίας καί ἐφοδιάστηκαν καί μέ τροφές, γιά νά ἐπιβιώσουν μέσα στήν Κιβωτό.

Κατά τήν διάρκεια τῆς κατασκευῆς τῆς Κιβωτοῦ, πού γινόταν ὑπαίθρια, μπροστά στά μάτια τῶν ὑπόλοιπων ἀνθρώπων, δόθηκε ἡ τελευταία εὐκαιρία στούς Σηθίτες νά μετανοήσουν καί νά ἑτοιμαστοῦν γιά τήν καταστροφή. Ὡστόσο, κανείς δέν ἔδωσε σημασία στόν Νῶε καί στό μήνυμα, πού τούς ἔδινε ὁ Θεός, μέ τήν κατασκευή τῆς Κιβωτοῦ.

Στό μεταίχμιο τῆς Χαλκολιθικῆς ἐποχῆς μέ τήν ἐποχή τοῦ Μπρούντζου (3266 π.Χ.) ξέσπασε καί φοβερός Κατακλυσμός, πού ἔπληξε τήν Μεσοποταμία καί τήν μετέτρεψε γιά ἕνα χρόνο σέ μία ἀπέραντη λίμνη. Ὁ Κατακλυσμός ἄφησε ἀνεξίτηλα σημάδια τόσο στό ἔδαφος τῆς Μεσοποταμίας, ὅσο καί στίς ἀναμνήσεις τῶν λαῶν[75]. Μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου ἀλλοιώθηκε καί πῆρε μυθικές προεκτάσεις στίς διάφορες παραδόσεις[76], ἀλλά στήν Γένεση ἀποτυπώνεται μέ ἀκριβή καί ὀρθολογικό τρόπο, χωρίς ἴχνος φανταστικῶν καί ἐξωπραγματικῶν στοιχείων.

Γ. 12 Μετά τόν Κατακλυσμό

Οἱ κάτοικοι τῆς Μεσοποταμίας, Σουμέριοι, Σηθίτες, Γίγαντες καί ἄλλοι πνίγηκαν στόν κατακλυσμό. Ἀντίστοιχα, καταστράφηκαν καί οἱ πόλεις πού ὑπῆρχαν ὥς τότε, ὅπως ἡ Οὔρ, ἡ Κίς. Ὡστόσο, σώθηκε ἡ οἰκογένεια τοῦ Νῶε, πού βρισκόταν μέσα στήν Κιβωτό καί ὅσοι βρίσκονταν στά γειτονικά βουνά.

Προφανῶς, σώθηκαν καί κάποιοι Σουμέριοι, καθώς βλέπουμε ὅτι μετά τό 3266 π.Χ. ὁ σουμεριακός πολιτισμός ἀνθίζει ἀκόμη περισσότερο καί οἱ Σουμέριοι χτίζουν ξανά τίς πόλεις τους, ἀκόμη μεγαλύτερες αὐτήν τήν φορά.

Ἐνδεχομένως, κάποιοι Σουμέριοι νά πρόλαβαν νά ἀνέβουν στά βουνά νά ἔφυγαν μέ πλοῖα ἀπό τόν Περσικό κόλπο, ἐνῶ ἄλλοι ἔλειπαν σέ ἐμπορικά ταξίδια καί γυρίζοντας ἀντίκρυσαν τήν καταστροφή.

Πολλοί Χριστιανοί, μέχρι σήμερα, θεωροῦν ὅτι ὁ Κατακλυσμός ἦταν παγκόσμιος καί ὄχι τοπικός, στήν περιοχή τῆς Μεσοποταμίας. Ὡστόσο, ἡ ἴδιαἡ Παλαιά Διαθήκη ἔχει δύο μαρτυρίες, μέσα ἀπό τίς ὁποῖες φαίνεται ὅτι ἦταν τοπικός[77]. Ἡ μία εἶναι τό ἔτος θανάτου τοῦ Μαθουσάλα, ὁ ὁποῖος ἦταν ὁ παππούς τοῦ Νῶε καί πέθανε τό 3252 π.Χ., δηλαδή 14 χρόνια μετά τόν Κατακλυσμό.

Ἐφόσον Ἁγία Γραφή μᾶς βεβαιώνει ὅτι στήν Κιβωτό μπῆκαν μόνο 8 ἄνθρωποι ( Νῶε, οἱ γιοί του καί οἱ γυναῖκες τοῦ καθενός), αὐτόματα καταλαβαίνουμε ὅτι Μαθουσάλα θά ἔπρεπε νά εἶχε πνιγεῖ, ἄν ἦταν παγκόσμιος Κατακλυσμός. Ἀπ’ ὅ,τι φαίνεται, ὁ Μαθουσάλα εἶχε μεταναστεύσει σέ ἄλλη χώρα, ἐκτός Μεσοποταμίας, πρίν ξεσπάσει ὁ Κατακλυσμός, μέ ἀποτέλεσμα νά ἐπιβιώσει.

Ἡ δεύτερη ἀπόδειξη εἶναι ὅτι ἀπό τόν Κατακλυσμό γλίτωσαν καί κάποιοι Γίγαντες, ὅπως οἱ Ἀνακίμ καί οἱ Ρεφαΐμ[78], τούς ὁποίους εἶδαν οἱ Ἑβραῖοι καί τρόμαξαν, στά χρόνια τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ (1334 π.Χ.). Οἱ μεγαλόσωμοι Ἀνακίμ ἦταν ἀπόγονοι τῶν Νεφιλίμ καί εἶχαν ἐγκατασταθεῖ στήν νότια Παλαιστίνη, ἡ ὁποία δέν ἐπλήγη ἀπό τόν Κατακλυσμό, ὅπως ἡ Μεσοποταμία.

H Κιβωτός προσάραξε στούς πρόποδες τοῦ ὄρους Ἀραράτ, ὅταν στέγνωσαν τά νερά, καί ἀπό ἐκεῖ βγῆκε οἰκογένεια τοῦ Νῶε καί ἐπέστρεψε στήν νότια Μεσοποταμία. Οἱ γιοί τοῦ Νῶε ἀπέκτησαν παιδιά, ἐγγόνια καί ἔτσι πληθαίνει ξανά ὁ λαός τῶν Σηθιτῶν, ὁ λαός πού πίστευε στόν ἀληθινό Θεό. Ἀλλά ἐκτός ἀπό τούς Σηθίτες, στήν Μεσοποταμία ἐπέστρεψαν καί ὅσοι Σουμέριοι ἐπιβίωσαν ἀπό τόν Κατακλυσμό καί ἄρχισαν νά χτίζουν ξανά τίς πόλεις τους.

Παρόλο πού ὁ Νῶε ἦταν ἅγιος ἄνθρωπος, ὁ νεότερος γιός του, ὁ Χάμ, ἀποδείχτηκε κακός χαρακτήρας, τό ἀντίθετο ἀπό τόν πατέρα του. Παρόμοια κατάσταση εἶχε γίνει καί στό παρελθόν μέ τόν Κάιν. Ἀντίθετα, τά ἄλλα δύο ἀδέλφια, ὁ Ἰάφεθ καί ὁ Σήμ ἦταν ἐνάρετοι καί ἔμοιασαν στόν πατέρα τους. Τελικά, ὁ Σήμ ἔλαβε τήν εὐλογία νά γίνει ὁ πρόγονος τοῦ Μεσσία, πού θά γεννιόταν ἀπό τούς ἀπογόνους τοῦ Σήμ (Σημίτες)[79].

Εὐλογία ἔλαβε καί ὁ Ἰάφεθ (Ἰαπετός), νά πληθύνουν οἱ ἀπόγονοί του καί νά κυριαρχήσουν στήν γῆ. Πράγματι, αὐτή ἡ εὐλογία - προφητεία ἐκπληρώνεται μέχρι σήμερα, ἀλλά δυστυχῶς οἱ περισσότεροι ἀπόγονοι τοῦ Ἰάφεθ δέν ἔχουν τίς ἀρετές του! Πάντως, σέ γλωσσικό ἐπίπεδο, κυριαρχοῦν παγκοσμίως οἱ γλωσσικοί ἀπόγονοι τοῦ Ἰάφεθ, δηλαδή ὅσοι ἄνθρωποι μιλοῦν τίς λεγόμενες ἰνδοευρωπαϊκές γλῶσσες, πού ὑπολογίζονται


[1] Περισσότερες λεπτομέρειες γιά τό θέμα Παλαιολιθικῆς ἐποχῆς καί δαρβινικῆς θεωρίας μπορεῖ νά δεῖ κανείς στό βιβλίο μας μέ τίτλο «Ὁ μασονικός μύθος τοῦ δαρβινισμοῦ».

[2] Ἀρκετοί Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας ἀσχολήθηκαν μέ τίς χρονολογήσεις πού μᾶς δίνει τό πρῶτο βιβλίο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἡ Γένεσις. Ὑπολόγισαν σωστά ὅτι ἀνάμεσα στήν δημιουργία τοῦ Ἀδάμ καί τή γέννηση τοῦ Χριστοῦ μεσολάβησαν περίπου 5500 χρόνια. Τελικά προσδιορίστηκε μέ ἀκρίβεια τό ἔτος 5508 π.Χ. Ὁ Θεόφιλος Ἀντιοχείας γράφει γύρω στό 180 μ.Χ. (Πρός Αὐτολύκον Γ΄28): «Ὁμοῦ ἀπό κτίσεως κόσμου συνάγονται τά πάντα ἔτη ֥εχϟε΄ καί οἱ ἐπιτρέχοντες μῆνες καί ἡμέραι.». Δηλαδή ἀπό τήν δημιουργία ὥς τήν ἐποχή του (180 μ.Χ.) 5695 χρόνια. Ἀντίστοιχα, ὁ Ἅγιος Ἱππόλυτος Ρώμης γράφει γύρω στό 230 μ.Χ. (Χρονικά 700): «fi unt igitur (omnes anni ab Adam) usque in hu(nc diem anni VDCCXXXVIII)». Δηλαδή ἀπό Ἀδάμ ὥς τήν ἐποχή του (230 μ.Χ.) 5738 χρόνια.

[3] Βλέπε Τreuil 1996, Οἱ πολιτισμοί τοῦ Αἰγαίου, σελ. 114

[4] Γένεσις 1,3

[5] Ἀσφαλῶς δέν μποροῦμε νά ἀναλύσουμε τήν ἔννοια τοῦ πνεύματος καί τῶν πνευματικῶν ὑποστάσεων, διότι αὐτό θά ἀπαιτοῦσε τήν συγγραφή ἄλλου βιβλίου! Αὐτό πού ἀναφέρουμε ἀκροθιγῶς εἶναι ὅτι τόσο οἱ Ἄγγελοι, ὅσο καί οἱ δαίμονες, μποροῦν νά ἐμφανιστοῦν στούς ἀνθρώπους καί νά τούς ἀγγίξουν (κάτι πού θά ἦταν ἀδύνατο ἄν οἱ Ἄγγελοι ἦταν παντελῶς ἄυλοι). Βλέπε τόν βίο τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου τοῦ Μεγάλου (στόν ὁποῖο ἐμφανίζονταν δαίμονες καί τόν χτυποῦσαν) καί τίς ἐμπειρίες τῶν σύγχρονων ὁσίων, ὅπως τοῦ Ὁσίου Παϊσίου ἤ τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου Τσαλίκη.

[6] Γέν. 1,26

[7] Γέν. 2,7

[8] Βλέπε Εὐεργετινός Δ΄, Ἔκδοση 6η , Ἀθήνα 1988, σελ. 365, Ἀββάς Ἀρσένιος καί Ἱερομονάχου Ἰσαάκ, Βίος Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, Ἅγιον Ὄρος 2004, σελ. 577.

[9] Γιά τό θέμα αὐτό ὑπάρχουν ἀξιόλογες δημοσιεύσεις στό διαδίκτυο, ὅπως: http:// www.biblemysteries.com/library/edens.htm, https://www.cbsnews.com/news/lostcivilization-may-have-existed-beneath-the-persian-gulf/, http://www.mentesbereanas. info/english/earliestcivilization.html https://www.oodegr.com/oode/genesis/adam4. htm#5 https://www.jstor.org/stable/10.1086/657397?seq=1#metadata_info_tab_contents.

[10] Γέν. 2,9

[11] Γέν. 2,13

[12] Γιά τά νησιά λέμε «τόν περίπλου», ἐνῶ γιά χερσονήσους «τόν παράπλου», ἀπό τό ρῆμα παραπλέω.

[13] Γέν. 3,24

[14] …καὶ ἐγέννησεν υἱοὺς καί θυγατέρας, Γέν. 5,4

[15] Ἡ πόλη Ἐριντού (Eridu) θεωρεῖτο ἀπό τούς κατοίκους τῆς ἀρχαίας Μεσοποταμίας ὡς ἡ ἀρχαιότερη πόλη τοῦ κόσμου. Μέ τήν ἄνοδο τῆς στάθμης τῶν ὑδάτων τοῦ Περσικοῦ κόλπου εἶχε γίνει παραθαλάσσια, ἀλλά σήμερα, ἀπό τίς προσχώσεις τῶν ποταμῶν, ἀπέχει κάποια χιλιόμετρα ἀπό τήν θάλασσα. Οἱ Ἰρακινοί τήν ὀνομάζουν Tell Abu Shahrain.

[16] Γέν. 1,28, «πληρώσατε τὴν γῆν», δηλαδή γεμίστε, κατοικήστε όλη την γη.

[17] …ἐξῆλθε δὲ Κάιν ἀπὸ προσώπου τοῦ Θεοῦ, Γέν. 4,16

[18] Σχετικά μέ τόν Ἀδάμ καί τά παιδιά του ὁ Ὅσιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης ἔλεγε χαρακτηριστικά: … Ὁ Κάιν εἶχε φύγει στά βουνά μετά τόν φόνο τοῦ ἀδελφοῦ του καί δέν ἤξερε ὅτι ἡ γυναίκα πού πῆρε ἦταν ἀδελφή του. Τά οἰκονόμησε ἔτσι ὁ Θεός, νά εἶναι οἱ ἄνθρωποι ἀπό μία φυλή, γιά νά μήν ὑπάρχει ἡ κακία καί τό ἔγκλημα. Νά λένε: «Ἀπό τούς ἴδιους γονεῖς εἴμαστε, τόν Ἀδάμ καί τήν Εὔα», γιά νά φρενάρεται ἡ κακία ἡ ἀνθρώπινη. Παρ’ ὅλα αὐτά, βλέπεις τί κακία ὑπάρχει σήμερα! Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου Λόγοι, Α΄ Μέ πόνο καί ἀγάπη γιά τόν σύγχρονο ἄνθρωπο, Ἱερόν Ἡσυχαστήριον «Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος» Σουρωτή Θεσσαλονίκης 2011, σελ. 271 Ἀσφαλῶς, ὁ Θεός πού ἐπιτρέπει στίς πρῶτες γενιές τῶν ἀνθρώπων τήν αἱμομιξία ἀνάμεσα στά ἀδέλφια, ὁ ἴδιος τήν καταργεῖ ἀργότερα καί τήν καθιστᾶ βαρύτατο ἁμάρτημα. Μέχρι σήμερα, εἶναι ἀπαγορευμένος ὁ γάμος μέχρι καί τά δεύτερα ἐξαδέλφια.

[19] Ὁ Θεός, ὡς παντογνώστης, ἤξερε ὅτι ἡ Παρθένος Μαρία, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, θά γεννιόταν μέσα ἀπό τό ἑβραϊκό ἔθνος, γι’ αὐτό στήν Παλαιά Διαθήκη ὀνομάζεται ὁ ἑβραϊκός λαός περιούσιος λαός τοῦ Θεοῦ, λόγω τοῦ προσώπου τῆς Παναγίας, πού θά ἔφερνε τόν Μεσσία στόν κόσμο.

[20] Ὁ γιός τοῦ Σήθ, ὁ Ἐνώς, καθιέρωσε καί τήν προσευχή πρός τόν Θεό, ἴσως καί τήν δημόσια λατρεία. Γέν. 4, 26

[21] Στήν ἀρχαία ἑλληνική γλώσσα ὁ ἄνδρας γεννᾶ καί ἡ γυναίκα τίκτει!

[22] Τό ἀρχικό θέλημα τοῦ Θεοῦ ἦταν διαφορετικό καί γιά τά ζῶα. Ὁ Ὅσιος Παΐσιος ἔλεγε τά ἑξῆς:

Στόν Παράδεισο τά σαρκοφάγα ζῶα δέν ἔτρωγαν ζωντανά τά ὑπόλοιπα ζῶα. Μόλις ψοφοῦσε ἕνα ζῶο, τότε πήγαιναν καί ἔτρωγαν τίς σάρκες του, τό πτῶμα. Μεταξύ τῶν ζώων ἐπικρατοῦσε ἁρμονία καί γαλήνη. Ἀπό τή στιγμή, ὅμως, πού εἰσῆλθε ἡ ἁμαρτία μέ τήν παρακοή καί δι’ αὐτῆς ὁ θάνατος, ἄρχισε ἡ διαταραχή τῶν σχέσεων μεταξύ τῶν ἀνθρώπων καί τῶν ζώων, καθώς καί μεταξύ τους. Τό λιοντάρι ὁρμοῦσε στόν ἄνθρωπο, γιατί δέν τόν ἀναγνώριζε πιά ὡς ἀφεντικό. Ὁ ἄνθρωπος ἔφτασε καί «παρεσυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καί ὠμοιώθη αὐτοῖς». Ἔγινε χειρότερος ἀπό τά ζῶα, ἀφοῦ ἐξέπεσε στό παρά φύσιν. Καί τά ζῶα ἀγρίεψαν. Καί ἄρχισαν νά τρῶνε τό ἕνα τό ἄλλο, τά ἰσχυρότερα νά τρῶνε τά ἀσθενέστερα.

Νικολάου Ζουρνατζόγλου Μαρτυρίες Προσκυνητῶν Γέροντας Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης 1924-1994, Ἐκδόσεις Ἁγιοτόκος Καππαδοκία, Θεσσαλονίκη 2009, Ε΄ Ἔκδοση, σελ. 199-200

[23] Γιαννόπουλος 2016, Πόθεν καί πότε οἱ Ἕλληνες, σελ. 66

[24] Δευτερονόμιον 32,8

[25] Δανιήλ 10,20. Ὀνομάζει τούς ἀγγέλους ἄρχοντες τῶν ἐθνῶν.

[26] Treuil 1996, σελ. 164

[27] Treuil 1996, σελ. 160

[28] Στράβωνος Γεωγραφικά Ζ΄, 7,1

[29] Γιαννόπουλος 2016, σελ. 91

[30] Παυσανίου, Ἑλλάδος Περιήγησις, Ἀρκαδικά, 8,1,4

[31] Treuil 1996, σελ. 156

[32] Γιαννόπουλος 2016, σελ. 69

[33] http://ime.gr/chronos/01/gr/nl/mn/sesklofr.html

[34] http://ime.gr/chronos/01/gr/nl/nni/sitagroifr.html

[35] http://ime.gr/chronos/01/gr/nl/an/nikomedeiafr.html

[36] http://ime.gr/chronos/01/gr/nl/culture/index.html

[37] ΙΕΕ (Ἱστορία τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους, Ἐκδοτική Ἀθηνῶν), τόμος Α΄, σελ. 74-79

[38] Βλέπε ἀναλυτικά τήν ἐργασία τῆς ἀρχαιολόγου Σοφίας Χαρτσιώτη γιά τόν πρώιμο ἀποικισμό τῆς Κύπρου: https://ir.lib.uth.gr/xmlui/bitstream/handle/11615/13623/

P0013623.pdf?sequence=1&isAllowed=y

[39] Γιαννόπουλος 2016, σελ. 352

[40] https://en.wikipedia.org/wiki/List_of_cities_of_the_ancient_Near_East

[41] Γιαννόπουλος 2016, σελ. 360

[42] Γιαννόπουλος 2016, σελ. 51

[43] http://www.allempires.com/article/index.php?q=ancient_iberia

[44] https://ancientegyptonline.co.uk/lower-neolithic/

[45] https://en.wikipedia.org/wiki/List_of_Neolithic_cultures_of_China καί https:// www.metmuseum.org/toah/hd/cneo/hd_cneo.htm

[46] Γιαννόπουλος 2016, σελ. 305

[47] Γέν. 4,22

[48] Ματθ. 13,54

[49] Γιαννόπουλος 2016, σελ. 72 καί 280

[50] http://www.ime.gr/chronos/01/gr/nl/nnii/makrygfr.html

[51] Γιαννόπουλος 2016, σελ. 291

[52] http://ime.gr/chronos/01/gr/nl/tn/kefalafr.html

[53] Treuil 1996, σελ. 161. Ὁ κυριότερος νεολιθικός οἰκισμός τῆς Ἀττικῆς ἦταν στήν σημερινή Νέα Μάκρη, κοντά στόν Μαραθώνα.

[54] Γιαννόπουλος 2016, σελ. 299

[55] Γιαννόπουλος 2016, σελ. 206. Ἡ ἀνασκαφή ἔγινε ἀπό τήν ἀρχαιολόγο Χριστίνα Τελεβάντου, https://emospeha.org/el/draseis/synergasies/52-strofi las-andros

[56] Βλέπε http://sebarton.com/blog/2016/1/24/the-piora-ocsillation καί https:// en.wikipedia.org/wiki/Piora_Oscillation

[57] Γιαννόπουλος 2016, σελ. 294

[58] Γιαννόπουλος 2016, σελ. 635

[59] Βλέπε παρακάτω την παράγραφο γιά τούς Γίγαντες

[60] https://ancientegyptonline.co.uk/upper-neolithic/

[61] https://en.wikipedia.org/wiki/Gerzeh_culture

[62] https://www.khanacademy.org/humanities/art-asia/imperial-china/neolithic-artchina/a/chinese-jade-an-introduction

[63] Ὅλους αὐτούς τούς αἰῶνες οἱ Σηθίτες διατηροῦσαν τήν ὀρθή πίστη. Ἕνας ἀπό

αὐτούς, μάλιστα, ὁ Ἐνώχ, εἶχε φτάσει σέ τέτοια ὕψη ἁγιότητας, πού ὁ Θεός δέν τόν

ἄφησε νά πεθάνει, ἀλλά τόν μετέστησε ζωντανό στήν ἄλλη ζωή, το 4021 π.Χ. Γέν. 5,24

[64] https://www.history.com/news/sumerians-inventions-mesopotamia

[65] Μέχρι τότε οἱ ἀγρότες ἔσκαβαν τά χωράφια τους μέ σκαπάνη (τσάπα), γιά νά σπείρουν στήν συνέχεια. Ἐνῶ μέ τό ἄροτρο μποροῦσαν νά ὀργώσουν περισσότερη ἔκταση, μέ λιγότερο κόπο καί σέ λιγότερο χρόνο.

[66] https://en.wikipedia.org/wiki/History_of_writing

[67] «Οἱ θεοὶ τῶν ἐθνῶν δαιμόνια» Ψαλμός 95

[68] Γιά παράδειγμα, ὁ Ἅδης, ὁ Κάτω Κόσμος, τῶν Σουμερίων λεγόταν Kur Irkalla. Οἱ διηγήσεις τῶν Σουμερίων γιά τόν Ἅδη ἔχουν ἐντυπωσιακές ὁμοιότητες μέ τόν ἑλληνικό Ἅδη, ὅπως τόν περιγράφει ὁ Ὅμηρος. Ἡ ἴδια ἡ λέξη Irkalla ἐνδέχεται νά πέρασε στήν γλώσσα τῶν ἀρχαίων Γερμανῶν καί τῶν Βίκινγκς, ὡς Βαλχάλλα (Valhalla).

[69] Ἕνα τέτοιο παράδειγμα εἶναι καί ἡ σουμεριακή θεότητα Λαμαστού (Lamashtu), μέσω τῆς ὁποίας προέκυψε ἡ ἑβραϊκή - καμπαλιστική δαιμόνισσα Λίλιθ (Lilith). Ἀναλυτικά γιά τόν ἑβραϊκό ἀποκρυφισμό βλέπε τό βιβλίο μας «Ἀπό τήν Συναγωγή στήν Μασονία, Ἑλληνική φιλοσοφία καί ἑβραϊκός Γνωστικισμός», καθώς καί τόν σύγχρονο Ἑβραῖο ἱστορικό Γκέρσομ Σόλεμ: Gershom Scholem «Kabbalah», New American Library, NY 1974 https://www.yumpu.com/en/document/read/35376101/kabbalah-gershom-scholempdf

[70] Γέν. 6,4. Βλέπε καί τήν μελέτη τοῦ Γεωργίου Τσιμπιρίδη γιά τούς Γίγαντες: https://www.oodegr.com/oode/biblia/gigant1/perieh.htm

[71] Οἱ Γίγαντες ἦταν ἄνθρωποι καί ὄχι μυθολογικά ἤ ἐξωγήινα τέρατα!

[72] Διοδ. Σικ. 5,55 καί 5,71

[73] Ὅσιος Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης (1906–1991), ἕνας ἀπό τούς μεγαλύτερους Ἁγίους πού ἀνέδειξε ἡ σύγχρονη Ἑλλάδα, «ἔβλεπε» μέ τήν Θεία Χάρη τά γεγονότα τοῦ παρελθόντος. Γιά τούς γίγαντες εἶχε ἀναφέρει συγκεκριμένα ὅτι ζοῦσαν στήν Πάτμο καί εἶχαν τεράστια σωματική δύναμη. Βλέπε Γ. Κρουσταλλάκη, Γέρων Πορφύριος, Ὁ πνευματικός πατέρας καί παιδαγωγός, Ἐκδόσεις Ἐν πλῶ, Ἀθήνα 2006, σελ. 101-102. Ἐπίσης, προφορικές παραδόσεις κατοίκων τῆς Λήμνου ἀναφέρουν ὅτι ἔχουν βρεθεῖ ὀστᾶ γιγάντων στό Κουκονήσι.

[74] Τό ὄνομα Ἰάφεθ εἶναι τό ἴδιο μέ τό ὄνομα Ἰαπετός τῆς ἑλληνικῆς μυθολογίας.

[75] Γιά τήν σχέση Κατακλυσμοῦ καί ἀρχαιολογίας βλέπε τό βιβλίο μας «Πολιτιστική Ἔκρηξη, 2700 π.Χ.»

[76] Βλέπε τήν σουμεριακή «ἔκδοση» γιά τόν Κατακλυσμό μέ τόν Utnapishtim στήν θέση τοῦ Νῶε ἤ τήν ἰνδική μέ τόν Shraddhadeva Manu.

[77] Ἡ ἄποψή μας γιά τόν τοπικό καί ὄχι παγκόσμιο Κατακλυσμό δέν εἶναι δογματική. Γιά τά δόγματα τῆς Ἐκκλησίας μας ἔχουν ἀποφανθεῑ ἐδῶ καί αἰῶνες οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Ἀλλά, ὅπως φαίνεται, ἡ Γένεση ἀναφέροντας ὅλη τήν γῆ ἐννοοῦσε ὅλη τήν γῆ τῆς Μεσοποταμίας, ὅπου ἦταν συγκεντρωμένη ἡ φυλή τοῦ Σήθ, καί ὄχι τόν πλανήτη Γῆ.

[78] http://oodegr.com/oode/genesis/katak1.htm#apog Επίσης βλέπε Αριθμοί 13,33 καί Δευτερονόμιον 2,10.

[79] Γέν. 9,26

Δεν υπάρχουν σχόλια: