ΕΟΡΤΟΔΡΟΜΙΟΝ
Ωδή στ΄. Ο Ειρμός.
Νοτίου θηρός εν σπλάγχνοις, παλάμας Ιωνάν, σταυροειδώς διεκπετάσας, το
σωτήριον πάθος, προδιετύπου σαφώς· όθεν τριήμερος εκδύς, την υπερκόσμιον
Ανάστασιν υπεζωγράφησε, του σαρκί προσταγέντος Χριστού του Θεού, και τριημέρω
εγέρσει τον Κόσμον φωτίσαντος.
Ερμηνεία.
Επειδή η έκτη Ωδή είναι ποίημα του Προφήτου Ιωνά, δια τούτο ο θεσπέσιος
Κοσμάς δεν ευχαριστήθη να υφάνη τον Ειρμόν αυτής τούτον με άλλας ιστορίας,
προσαρμόζων αυτάς εις την προκειμένην πανήγυριν του Σταυρού, καθώς εποίησεν εις
τας άλλας Ωδάς, όχι! αλλά ευρών τον ποιητήν αυτής Ιωνάν, τύπον έχοντα και της
Σταυρώσεως του Κυρίου, και της τριημέρου αυτού Αναστάσεως, αυτόν τον ίδιον ύλην
και υπόθεσιν ποιεί του παρόντος Ειρμού. Όθεν και λέγει, ότι ο Ιωνάς, όταν
εξάπλωσε τας χείρας του εις σχήμα Σταυρού μέσα εις τα σπλάγχνα του κήτους του
νοτίου: ήτοι του θαλασσίου, και εν τη νοτίδι και υγρότητι του ύδατος
διατρίβοντος, με το σχήμα αυτό του Σταυρού, επροεικόνισε καθαρά το πάθος του
Χριστού το γενόμενον σωτήριον εις όλους τους ανθρώπους. Εν τω Σταυρώ γαρ ο
Κύριος εδοκίμασε το μεγαλύτερον πάθος, τεντωθείς μεν δυνατά επάνω εις αυτόν,
και εξαρθρωθείς καθ΄ όλον το σώμα, καρφωθείς δε χείρας και πόδας, και χολήν
πικράν και όξος ποτισθείς, και την άχραντον πλευράν λογχευθείς. Επειδή δε πάλιν
ο αυτός Ιωνάς δεν εχωνεύθη από το κήτος, αλλ΄ ύστερον από τρεις ημέρας εκβήκεν
έξω από αυτό αβλαβής και ολόκληρος, με τούτο, λέγω, πάλιν επροεικόνισεν ο ίδιος
και την Ανάστασιν του Δεσπότου Χριστού, ο οποίος εκαρφώθη μεν εις τον Σταυρόν
κατά την σάρκα και απέθανε και ετάφη, δεν εκρατήθη δε, ούτε από τον θάνατον,
ούτε από τον Άδην, αλλά μετά τρεις ημέρας αναστηθείς, ούτω με την Ανάστασίν Του
εφώτισεν όλον τον Κόσμον. Καθώς γαρ ο αισθητός ήλιος εκβαίνων από τον
ανατολικόν ορίζοντα λύει το σκότος της νυκτός, και φωτίζει όλον τον υπό Σελήνην
Κόσμον·· ούτω και ο νοητός Ήλιος της δικαιοσύνης Χριστός, εξελθών από του
τάφου, ως εξ άλλου ανατολικού ορίζοντος, έλυσε μεν το σκότος της αγνωσίας και
απιστίας, εφώτισε δε τους εσκοτισμένους ανθρώπους με τας γλυκυφαείς ακτίνας της
λαμπράς και κοσμοχαρμοσύνου του Αναστάσεως. Διατί δε ο θείος Κοσμάς εδώ λέγει,
ότι ο Προφήτης Ιωνάς άπλωσε τας χείρας του σταυροειδώς, ενώ η Θεία Γραφή περί
τούτου ουδέν λέγει; Εις λύσιν της απορίας αποκρίνεται ο Πτωχός Πρόδρομος,
λέγων, ότι στοχαστικώς τούτο είπεν ο Μελωδός· πρώτον, διότι συνήθεια παλαιά
επεκράτει, όσοι επροσηύχοντο και μάλιστα εκτενή Προσευχήν και εναγώνιον, με
απλωμένας χείρας: ήτοι με σχήμα Σταυρού επροσηύχοντο. Ούτως ο Μωϋσής
επροσευχήθη· ούτως ο Δαβίδ· ούτως ο Σολομών, και οι λοιποί. Όθεν καθώς οι άλλοι
Προφήται σταυροειδώς επροσηύχοντο, ούτως ήτον εικός και ακόλουθον να προσευχηθή
και ο Ιωνάς εν τη κοιλία του κήτους. Ίνα δια της εκτάσεως των χειρών, προτυπωθή
ο του Κυρίου Σταυρός και εις εκείνους ακόμη τους παλαιούς, και ακολούθως, ίνα
δια του τύπου δειχθή η υπερβάλλουσα δύναμις του Σταυρού και ενέργεια. Και
δεύτερον, διότι ο Ιωνάς περιπεσών εις τοιαύτην περίστασιν και ανάγκην, το να
καταποθή από τοιούτον φοβερόν κήτος, ακόλουθον είναι και να ανεστέναξε, και
εδάκρυσε, και τας χείρας του να άπλωσε· ταύτα γαρ ποιούμεν και ημείς όλοι οι
άνθρωποι, όταν τύχη να περιπέσωμεν εις καμμίαν μεγάλην περίστασιν και ανάγκην.
Νότιον δε ωνόμασε το κήτος ο Μελωδός: ήτοι θαλάσσιον· καθότι κατά το νότιον
μέρος της Πόλεως Ιερουσαλήμ ευρίσκεται θάλασσα. Καθώς λοιπόν εν και το αυτό
είναι να ειπής, θάλασσαν και νότον, το νότιον μέρος της Ιερουσαλήμ· ούτως εν
και το αυτό είναι να ειπής, νότιον κήτος και θαλάσσιον. Όθεν και ο εκ Δαμασκού
Ιωάννης εν τη ογδόη Ωδή του Κανόνος της Αναστάσεως, αντί να ειπή εκ νότου,
είπεν εκ θαλάσσης, ασματίσας: «Άρον κύκλω τους οφθαλμούς σου Σιών και ίδε, ιδού
γαρ ήκασί σοι θεοφεγγείς ως φωστήρες, εκ δυσμών και βορρά και θαλάσσης (ήτοι εκ
νότου), και εώας τα τέκνα σου». Επειδή λοιπόν ο Ιωνάς από το νότιον μέρος της
Ιερουσαλήμ εμβήκεν εις το πλοίον και εις την θάλασσαν, ακόλουθον είναι, ότι και
το κήτος, όπερ τον κατέπιε, να ήτον από το νότιον μέρος της Ιερουσαλήμ. Ή
νότιον εκάλεσε το κήτος, δια την φυσικήν νοτίδα: ήτοι υγρότητα, ήνπερ έχει ο
νότος, και δια τας βροχάς και τα πολλά νερά, άπερ καταφέρει. Όθεν και οι κοινοί
άνθρωποι συνειθίζουν να λέγουν, τα ξύλα είναι νοτισμένα, ο οίκος έχει νοτίδα.
Καθώς λοιπόν ο νότος είναι φύσει υδατώδης και υγρός· ούτω και το κήτος εκείνο,
υγρόν ήτον και υδατώδες, ως εν τοις ύδασι διατρίβον, των οποίων υδάτων τα
συστήματα, εκάλεσε θαλάσσας ο Μωϋσής (Γεν. α: 10). Διατί δε υπερκόσμιον
ωνόμασεν ο Μελωδός την Ανάστασιν του Κυρίου; διότι αυτή είναι ανωτέρα από κάθε
κατάληψιν και γνώσιν των εν τω Κόσμω ανθρώπων, ίνα μη λέγω και των Αγγέλων· καθότι
υπερβαίνει όλους ομού τους όρους και νόμους της φύσεως, και μόνης της του Θεού
παντοδυναμίας είναι έργον και αποτέλεσμα. Όθεν και ο Παύλος τούτο θέλων να
φανερώση, έλεγε: «Κατά την ενέργειαν του κράτους της ισχύος αυτού, ην ενήργησεν
εν τω Χριστώ, (ο Πατήρ δηλαδή) εγείρας αυτόν εκ νεκρών» (Εφ. α: 19) και πάλιν «Ει
γαρ και εσταυρώθη εξ ασθενείας· αλλά ζη εκ δυνάμεως Θεού» (β΄ Κορ. ιγ:4). Δύνασαι
δε και συ, αγαπητέ, να ωφεληθής εις την ψυχήν από το νόημα του Ειρμού τούτου. Ο
Ιωνάς λαμβάνεται εις πρόσωπον κάθε ανθρώπου, ος τις παρακούει τα λόγια και τας
εντολάς του Θεού, και δεν θέλει να υποταχθή εις το Θείον Του θέλημα. Όθεν εάν
και συ, αδελφέ, είσαι παρήκοος, ως ο Ιωνάς, και δεν θέλης να ακούης τας
προσταγάς του Κυρίου σου, και να υποταχθής εις το θέλημά του, ήξευρε, ότι δεν
θέλεις γλυτώση από τας χείρας του Θεού, αν και ζητής να φύγης από αυτάς. Επειδή
θέλει παραχωρήσει ο Θεός να πέσης, ως ο Ιωνάς, μέσα εις την φορτούναν της
αλμυράς και πικράς θαλάσσης: ήγουν μέσα εις διαφόρους θλίψεις και κακοπαθείας,
και ύστερον θέλει σε αφήσει να σε καταπίη, ως κήτος, κανένας μεγάλος πειρασμός.
Πλην όταν παραχωρηθής από τον Θεόν να πάθης ταύτα, μη φοβηθής μηδέ αδημονήσης·
αλλά ζητήσας συγχώρησιν δια την παρακοήν σου, υπομένων υπόμενε τας θλίψεις και
κακοπαθείας ταύτας, ευχαριστών τω Θεώ τω παιδεύοντί σε δια τας αμαρτίας σου·
και έχων τον εαυτόν σου άξιον κάθε παιδείας, λέγε με αυτομεμψίαν εκείνο το
λόγιον του Ιωνά: «άρατέ με και εμβάλετε εις την θάλασσαν»· άξιος γαρ ειμί να
καταποντισθώ, διότι παρήκουσα του Θεού μου. Όταν δε πέσης εις κανένα μεγάλον
πειρασμόν, και καταποθής από αυτόν ως από κήτος, μη απογνωσθής, μηδέ απελπίσης
την σωτηρίαν σου· αλλά σηκώνων τας χείρας σου σταυροειδώς εις το ύψος,
παρακάλεσε τον Θεόν με συντετριμμένην καρδίαν, λέγων μετά του Ιωνά: «Εβόησα εν
θλίψει μου προς Κύριον τον Θεόν μου… πάντες οι μετεωρισμοί σου και τα κύματά
σου επ΄ εμέ διήλθον· και έλθοι προς σε η προσευχή μου· προς ναόν τον άγιόν σου»·
μέγιστον γαρ όπλον η προσευχή εν τοις πειρασμοίς, κατά τον άγιον Χρυσόστομον.
Και βέβαια ήξευρε, ότι ο Θεός θέλει εισακούσει την προσευχήν σου, και θέλει σε
ελευθερώση παραδόξως από τον πειρασμόν εκείνον, ώστε να λέγης και συ ευχαριστών
τω Κυρίω: «Και αναβήτω εκ φθοράς η ζωή μου προς σε, Κύριε ο Θεός μου».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου