Εἶναι
ἀνάγκη στήν πολύ
παραστατική αὐτή διήγησι
νά παραθέσωμε καί μία οὐσιαστική
προσθήκη παρμένη ἀπό τόν
βίο τοῦ ὁσίου Νικήτα, ἀπό τόν μέγα Συναξαριστή.
Ἀναφέρονται
λοιπόν στό σημεῖο τῆς ἐξαπατήσεως τοῦ
ὁσίου τά ἑξῆς: «Ἐξέρχεται
λοιπόν ὁ πρᾶος καί ἄκακος, ἀλλά
μετά ζήλου. Καί μεταβαίνει μετά τῶν
Πατέρων πρός τόν Θεόδοτον (τόν εἰκονομάχο
Πατριάρχη), ὅπου,
τελουμένης τῆς ἱερουργίας, προετίθεντο τά Ἅγια, τῶν ὁποίων
ὅμως δέν ἠδύνατο νά μετάσχῃ τις, ἐάν δέν ἔλεγε,
λέγοντος ὁμοίως καί τοῦ Θεοδότου, τό “Τοῖς μή προσκυνοῦσι τήν Εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ,
ἀνάθεμα”. Τούτων οὕτω πραχθέντων ἀπηλευθερώθησαν ἀπό τάς φυλακάς καί ἐπανῆλθον ἕκαστος
εἰς τήν Μονήν του. Ἀλλ’ ὄχι καί ὁ
τήν τελικήν νίκην ἐπιτυχών
μετά τήν νομισθεῖσαν
ἧτταν, ὁ Ὅσιος, λέγω, Νικήτας. Διότι οὗτος δέν ἐπανῆλθεν εἰς
τήν Μονήν του» (Μέγας Συναξαριστής, Ἀπρίλιος,
σελ. 64).
Ἄς
θαυμάσωμεν λοιπόν μετά ἀπό
ὅλη αὐτήν τήν διήγησι τήν ὁμολογία τοῦ ὁσίου Νικήτα καί ἄς
τήν συγκρίνωμε μέ τήν ἰδική
μας ἐποχή. Ἐνῶ δηλαδή στό ναό πού προσῆλθε
ὑπῆρχον εἰκόνες τίς ὁποῖες τιμοῦσαν, ἐνῶ ἐκφωνοῦσαν
πρίν κοινωνήσουν τήν ὁμολογία
«Τοῖς μή προσκυνοῦσι τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ
ἀνάθεμα», ἐνῶ τελικά ἀφέθη
ἐλεύθερος, αὐτός μέ αὐτήν τήν ἐκκλησιαστικήν ἐπικοινωνία ἐθεώρησε ὅτι ἐπρόδωσε τήν πίστι καί, ὡς ἐκ
τούτου, δέν ἐπέστρεψε στή
μονή του ποτέ πλέον ὡς ἡγούμενος, ἀλλά τόν μετέφεραν μετά τήν ὁμολογία του καί τόν μαρτυρικό του
θάνατο νεκρό οἱ μοναχοί
του. Αὐτή τήν ἐξαπάτησι τῶν ἡγουμένων πολύ τήν ἐκατηγόρησε
στίς ἐπιστολές του ὁ ἅγ.
Θεόδωρος ὁ
Στουδίτης, ὅπως ἐπίσης ἐπήνεσε καί τήν ἐκ
τῶν ὑστέρων ἐπανόρθωσι διά νέου ἀγῶνος καί ὁμολογία τοῦ ὁσίου Νικήτα. Γράφει ὁ ὅσ.
Θεόδωρος ὁ Στουδίτης σέ
ἐπιστολή
του πρός τόν Ἐπίσκοπο
Μιλήτου Ἰγνάτιο, περί τοῦ ὁσ. Νικήτα:
«Πάντως
γάρ ἔγνως ὅσοι καί
πηλίκοι οἱ κατά τάς
ἁμαρτίας μου ὠλισθηκότες
· ἐφ’ οὓς τίς οὐ
στενάξειεν δάκρυον; καί γε ἐπί
τῷ Μηδικιώτῃ, συληθέντι
ἐκ τῶν περί Ἰωσήφ οἰκονομίας
χάριν ἠσεβηκέναι εἰς
Χριστόν. Τοῦτο δέ, ὦ
θεόσοφε, ἀπηχές πάνυ
καί ἔκτοπον · ἐάν γάρ τις τό
κακόν ἐν προσχήματι ἀγαθοῦ ποιῇ, διπλοῦν
ἐργάζηται τό ἁμάρτημα, ὅτι αὐτός τε τό οὐκ
ἀγαθόν ποιεῖ καί
κέχρηται οἱονεί παραπετάσματι
τῷ τοῦ ἀγαθοῦ
ὀνόματι, φωνή
ἐστι τοῦ θείου Βασιλείου.
Οὕτω μέν ἐκεῖνοι
πρός τῇ οἰκείᾳ
πτώσει καί πολλοῖς ἄλλοις
ὄλισθος γενόμενοι, πλήν ὅτι ὁ
Μηδικιώτης, ἐπιγνούς τήν
ἧτταν,
καί ὡμολόγηκεν ὠλισθηκέναι καί μεταμεμέληται
σφόδρα, ὡς μεμάθηκα, καί
διά τοῦτο φυγάς ᾤχετο,
μέγιστον δεῖγμα μετανοίας καί ὠφελείας ἐγκαταλείψας
τοῖς τε οἰκείοις φοιτηταῖς
καί τοῖς εὖ φρονοῦσιν»
(Ἐπιστ. 267, Ἰγνατίῳ ἐπισκόπῳ Μιλήτου,
Φατοῦρος, 395, 15).
Δηλαδή ὁ ὅσιος θεωρεῖ, καί τό ὅτι ἐξαπατήθηκε ὁ
ὅσ. Νικήτας, ὡς
πτῶσι
περί τήν πίστι καί δι’ αὐτό,
κατά τόν ὅσιο, ἡ μετάνοιά του ἔγινε «μέγιστον δεῖγμα μετανοίας καί ὠφελείας».
Ἀπό
ὅλα αὐτά βλέπομε ὅτι ἡ ἐκκλησιαστική
ἐπικοινωνία μέ τούς αἱρετικούς, πού ἐδραστηριοποιοῦντο μέσα στήν Ἐκκλησία, ἦτο διά τούς Πατέρες μεγίστη πτῶσις καί προδοσία τῆς πίστεως. Σήμερα ὅμως αὐτό ὀνομάζεται
σύνεσις, διάκρισις καί ἀποφυγή
σχίσματος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου