Θεοειδής
τρισενότης του ανθρώπου.
Μόνον εν τω Κυρίω Ιησού τω Θεανθρώπω απέκτησεν ο άνθρωπος
δια πρώτην φοράν την αίσθησιν της πραγματικής και τελείας ενότητος, του είναι
του και δη της τρισενότητος. Εις αυτήν ακριβώς την θεοειδή τρισενότητα, του
είναι εύρε και την ενότητα του είναι του, μαζί δε και την θεοειδή αθανασίαν και
την αιώνιον ζωήν. Δια τούτο η αιώνιος ζωή είναι η επίγνωσις του Τριαδικού Θεού
και η ομοίωσις προς Αυτόν (πρβλ. Ιω. 17,3. Κολ. 2,9-10. Εφ. 3,19. Ματθ. 5,48)
και ως εκ τούτου αυτή είναι η κλήσις μας, η ελπίς της κλήσεώς μας, «κλήσεως
αγίας» (Β΄Τιμ. 1,9), «κλήσεως επουρανίου» (Εβρ. 3,1), «κλήσεως του
Θεού» (Φιλ. 3,14. Εφ. 1,18. Ρωμ. 11,29). Δια πρώτην φοράν και μόνον εις την
Εκκλησίαν του Χριστού αισθανόμεθα με τρόπον ζωντανόν και αθάνατον ότι εκλήθημεν
«εν μια ελπίδι της κλήσεως ημών» (Εφ. 4,4). Όλοι οι άνθρωποι έχουν μίαν κλήσιν,
και μία ελπίς είναι η ελπίς όλων των ανθρώπων. Η κλήσις αυτή βιούται εμπειρικώς
δια της Εκκλησίας και εν τη Εκκλησία «συν πάσι τοις αγίοις», δια μέσου των
αγίων μυστηρίων και των αγίων αρετών (Εφ. 3, 18-19). Όταν βιούμεν εμπειρικώς
την κλήσιν μας τότε και αισθανόμεθα «εν σώμα και εν πνεύμα» «συν πάσι τοις
αγίοις», «ούτως οι πολλοί εν σώμά εσμεν εν Χριστώ» (Ρωμ. 12,5), «και γαρ εν ενί
Πνεύματι ημείς πάντες εις εν σώμα εβαπτίσθημεν… και πάντες εις εν Πνεύμα
εποτίσθημεν, και γαρ το σώμα ουκ έστιν εν μέλος, αλλά πολλά… πολλά μεν μέλη εν
δε σώμα»(Α΄Κορ. 12,13. 14. 20. 27). «Υμείς δε εστε σώμα Χριστού και μέλη εκ
μέρους» (Α΄ Κορ. 12,27). Η ελπίς οδηγουμένη από την πίστιν και την ευαγγελικήν
αγάπην μας φέρει προς την πραγμάτωσιν και επίτευξιν της κλήσεώς μας και του σκοπού
και νοήματος της ζωής μας, δηλαδή προς την θείαν τελειότητα. Και πάλιν, τούτο
πραγματοποιείται μόνον εντός των ορίων του θεανθρωπίνου Σώματος του Χριστού δια
μέσου των θεανθρωπίνων δυνάμεών Του, με τας οποίας τρέφονται και από τας οποίας
ζουν όλοι οι «σύσσωμοι» αυτού του αγίου και ενός Σώματος, του έχοντος εν εαυτώ
το εν πνεύμα, το Πνεύμα το Άγιον, το Πνεύμα της Αληθείας (Ιω. 15,26). Το Πνεύμα
αυτό ενώνει τας ψυχάς όλων των χριστιανών εις μίαν ψυχήν, την καθολικήν ψυχήν,
όλας τας καρδίας εις μίαν καρδίαν, την καθολικήν καρδίαν, και όλα τα πνεύματα
εις εν πνεύμα, το καθολικόν πνεύμα της Εκκλησίας, και εις μίαν πίστιν, την
καθολικήν πίστιν της Εκκλησίας. Πρόκειται, εις την πραγματικότητα, περί της
ενώσεως και της ενότητος του σώματος και της ενότητος του πνεύματος, εις την
οποίαν τα πάντα γίνονται εκ του Πατρός δια του Υιού εν τω Αγίω Πνεύματι. Διότι
«ο αυτός εστι Θεός ο ενεργών τα πάντα εν πάσιν» (Α΄ Κορ. 12,6. Ρωμ. 11,36).
«Ούτως οι πολλοί εν σώμά εσμεν εν Χριστώ», δια πρώτην φοράν και μόνον εν Χριστώ
(Ρωμ. 12,5). Δια των αγίων μυστηρίων και της αγίας πολιτείας εν ταις αγίαις
αρεταίς, γινόμεθα μέλη αυτού του ενός Σώματος του Χριστού και δεν υπάρχει πλέον
μεταξύ μας απόστασις, χωρισμός: όλοι είμεθα ενωμένοι μεταξύ μας με μίαν και
κοινήν συμβίωσιν και ζωήν, όπως είναι ενωμένα μεταξύ των τα μέλη του ανθρωπίνου
σώματος. Η σκέψις σου, εν όσω είναι «εν Χριστώ», αποτελεί «εν σώμα» με τας
σκέψεις όλων των αγίων μελών της Εκκλησίας και εσύ όντως σκέπτεσαι «συν πάσι
τοις αγίοις», η σκέψις σου είναι ενωμένη οργανικώς δια της χάριτος με τας
σκέψεις των. Το αυτό συμβαίνει και με την αίσθησίν σου, εν όσω είναι «εν
Χριστώ», και με την θέλησίν σου και με ολόκληρον την ζωήν σου. Όπως εις το σώμα
μας «τα μέλη… πολλά όντα εν εστι σώμα, ούτω και ο Χριστός» (Α΄ Κορ. 12,12). Διότι
«εν ενί πνεύματι ημείς πάντες εις εν σώμα εβαπτίσθημεν» (Α΄Κορ. 12,13) και το
εν Πνεύμα μας ωδήγησε εις μίαν Αλήθειαν. Εις το θεανθρώπινον Σώμα του, από το
οποίον αποτελείται και εν τω οποίω ευρίσκεται η Εκκλησία, ο Κύριος Ιησούς ήνωσε
δια του σταυρού Του όλους τους ανθρώπους (Εφ. 2,16). Εις το Θεανθρώπινον αυτό
σώμα, ένεκα του αρρήτου, του αιωνίου και του πανθείου πλούτου του, «διαιρέσεις
των χαρισμάτων εισί, το δε αυτό Πνεύμα» (Α΄ Κορ. 12,4), δηλαδή το Πνεύμα το
εργαζόμενον δι΄ όλων των αγίων χαρισμάτων και το ενοικούν εις όλα τα μέλη της
Εκκλησίας, ενούν αυτούς εις εν πνεύμα και εις εν σώμα. Τι σημαίνει εν σώμα;
Ερωτά ο Χρυσορρήμων σοφός του Θεού, και
απαντά: «Οι πανταχού της οικουμένης πιστοί και όντες και γενόμενοι και
εσόμενοι. Πάλιν και οι προ της του Χριστού παρουσίας ευηρεστηκότες, εν σώμα
εισι. Πως; Ότι κακείνοι τον Χριστόν ήδεσαν, πόθεν δήλον; Αβραάμ ο πατήρ ημών,
φησίν, ηγαλλιάσατο, ίνα ίδη την ημέραν την εμήν, και είδε και εχάρη (Ιω. 8,56)
και πάλιν, ει επιστεύσατε, φησι, Μωϋσή, επιστεύσατε αν εμοί, περί γαρ εμού
εκείνος έγραψε, και οι προφήται (Ιω. 5,46). Ουκ αν δε έγραψαν περί ου ηγνόουν α
έλεγον, ειδότες δε αυτόν προσεκύνουν. Ώστε κακείνοι εν σώμα. Ου διέστησε σώμα
πνεύματος, επεί ουκ αν είη σώμα. Ούτω και ημίν έθος επί των ηνωμένων και πολλήν
την ακολουθίαν εχόντων λέγειν: Εν σώμά εστιν. Ούτω και επί της ενώσεως το σώμα
λαμβάνομεν μια κεφαλή» (Αγ. Ι. Χρυσοστόμου, Ομ. 11,1 PG 62, c. 75,76. 79, 80).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου