Ὁ παρών Κανών λοιπόν ἀπαιτεῖ καί προστάσσει τήν ἀκριβῆ ἐξέτασι τῆς πίστεως ἑκάστου κληρικοῦ, πρίν νά ἐπικοινωνήση ὁ κάθε Ὀρθόδοξος μαζί του. Τό φοβερώτερο ὅμως καί συγχρόνως ἐλεγκτικώτερον διά τούς σημερινούς Ὀρθοδόξους, εἶναι ὅτι ὅλοι οἱ ἐγκεκριμένοι παλαιοί ἑρμηνευτές τοῦ παρόντος Κανόνος ἀναφέρουννά ἀποτειχίζωνται οἱ Ὀρθόδοξοι ἀπό τούς Ἐπισκόπους καί κληρικούς, ἔστω καί ἄν μετά τήν ἐξέτασι εὑρεθῆ ἁπλῶς ἀμφίβολος ἡ πίστις των. Ὁ Ζωναρᾶς στήν ἑρμηνεία τοῦ ἐν λόγῳ Κανόνος ἀναφέρει
«... καί τοιούτους ὄντας (Ὀρθοδόξους δηλαδή κατά τήν πίστιν) προσδέχεσθαι και συγκοινωνεῖν αὐτοῖς. Εἰ δε ἀμφίβολοι περί τά ὀρθά δόξουσι δόγματα τήν μετ’ αὐτῶν
συνδιαγωγήν παραιτεῖσθαι παρακελεύεται (ὁ παρών δηλαδή Κανών)» (Σύνταγμα τῶν θείων καί ἱερῶν Κανόνων Ράλλη–Ποτλῆ τόμος Β΄, σελ. 14). Ὁ Βαλσαμών ἀναφέρει τά
ἑξῆς «...καί ἤ προσδέχεσθαι εἰς κοινωνίαν ὀρθοδόξους ὄντας ἤ παραιτεῖσθαι ὡς ἀμφιβόλους» (ὅπ. ἀν.) Ὁ Ἀριστηνός ἀναφέρει εἰς τήν ἑρμηνεία του τά ἑξῆς: «Ἄνευ συστατικῶν οὐ δεῖ ξένον ἱερέα προσδέχεσθαι · εἰ δέ καί συστατικά ἐπιφέρηται, δέον αὐτόν καί οὕτως ἐπανακρίνεσθαι. Καί εἰ μέν εὐσεβής ἀναμφιβόλως εὑρεθῆ προσίεσθαι τοῦτον · εἰ δε ἀμφιβάλλεται, τά πρός διοίκησιν ἐπιχορηγεῖσθαι αὐτῷ και ἀποπέμπεσθαι» (ὅπ. ἀν.). Εἶναι ἴσως περιττό νά ἀναφέρωμε ὅτι ὅλα αὐτά (ἡ ἐξέτασις δηλαδή περί τήν πίστιν καί ἡ ἀποτείχισις) γίνονται πρό συνοδικῆς κρίσεως καί καταδίκης τοῦ ἀμφιβόλου ἁπλῶς ἔχοντος τήν πίστιν. Ἐδῶ ἐπί πλέον βλέπομε καί τήν συμφωνία τοῦ ΙΕ΄ Κανόνος τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου με τήν Ἀποστολική περίοδο καί ὅλη τήν διαχρονική Παράδοσι τῆς Ἐκκλησίας. Τό ἀκροτελεύτιο τμῆμα τοῦ Ἀποστολικοῦ αὐτοῦ Κανόνος «Πολλά γάρ κατά συναρπαγήν γίνεται» σημαίνει ὅτι ὁ κάθε Ὀρθόδοξος ἔχει προσωπική εὐθύνη καί δέν πρέπει νά ἀρκεῖται σέ ὁποιεσδήποτε διαβεβαιώσεις καί τίτλους ὀρθοδοξότητος, ἀλλά νά ἐρευνᾶ ἐπισταμένως τήν πίστι ἐκείνου πού προτίθεται νά ἔχη ἐκκλησιαστική ἐπικοινωνία.
Ὁ δεύτερος Κανόνας εἶναι ὁ ΙΖ΄ τοῦ ἁγ. Νικηφόρου τοῦ ὁμολογητοῦ καί ἀναφέρει τά ἑξῆς σέ μετάφρασι ἀπό τον ἅγ. Νικόδημο: «Διά τρεῖς αἰτίας εἶναι συγχωρημένον εἰς τόν
Μοναχόν νά φεύγῃ ἀπό τό Μοναστήριόν του, α΄. ἀνίσως ὁ Ἡγούμενος εἶναι αἱρετικός, β΄. ἀνίσως ἐμβαίνουν γυναῖκες εἰς τό Μοναστήριον, καί γ΄. ἀνίσως μανθάνωσιν εἰς τό Μοναστήριον παιδία κοσμικά γράμματα, ἐπειδή εἶναι ἄτοπον μέ τό μέσον τῶν παιδίων τούτων νά φανερώνωνται εἰς τους κοσμικούς ὅσα γίνονται εἰς τό Μοναστήριον.» Ἡ πρώτη αἰτία πού ἐπιτρέπει ὁ ἅγιος εἰς τόν μοναχό τήν ἀναχώρησι ἀπό το μοναστήρι εἶναι δογματική καί οἱ ἄλλες δύο πνευματικές. Τό θέμα τῆς ἀναχωρήσεως τοῦ μοναχοῦ ἀπό τό μοναστήρι εἶναι πολύ σημαντικό, ἀφ’ ἑνός μέν διότι ὁ μοναχός κατά τήν ἀκολουθία τῆς μοναχικῆς του ἀφιερώσεως δίδει φοβερές ὑποσχέσεις ἰσοβίου ὑπακοῆς εἰς τόν προεστῶτα και ὅλη τήν ἀδελφότητα, ἀφ’ ἑτέρου διότι ὑπάρχουν καί ἱεροί Κανόνες ὅπως ὁ ΚΑ΄ τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς, ὁ Δ΄ τῆς Πρωτοδευτέρας, ὁ ΠΗ΄ τῆς Καρθαγένης κ.ἄ. οἱ ὁποῖοι μέ ἐπιτίμια ἀπαγορεύουν τήν ἀναχώρησι τοῦ μοναχοῦ ἀπό τή μονή του. Ἄν δέ λάβωμε ὑπ’ ὄψιν, τήν παράλληλο διδασκαλία τοῦ Μ. Βασιλείου, ὁ ὁποῖος ἐπιτρέπει τήν ἀναχώρησι τοῦ μοναχοῦ ἀπό τή μονή του μόνον ὅταν αὐτός βλάπτεται ψυχικῶς (ὑποσημ. ἁγ. Νικοδήμου εἰς ΚΑ΄ Κανόνα τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς), σημαίνει ὅτι ὅταν ὁ ἡγούμενος ἀποδεχθῆ κάποια αἵρεσι, ἐπιτρέπεται ἡ ἀναχώρησις τῶν μοναχῶν ἀπό αὐτό τό μοναστήρι, διότι αὐτοί βλάπτονται ψυχικῶς, προφανῶς ἀπό τήν ἐκκλησιαστική ἐπικοινωνία μέ αὐτόν τόν ἡγούμενο. Ἐδῶ βλέπομε ὁλοφάνερα ὅτι ἡ διδασκαλία τῶν ἁγίων συνιστᾶ νά ἀποτειχίζωνται οἱ μοναχοί ἀπό τον αἱρετικό ἡγούμενο, μολονότι αὐτός δέν ἔχει καταδικασθῆ ἀπό τήν Σύνοδο. Τό ὅτι ἡ ἀποτείχισις γίνεται πρό συνοδικῆς κρίσεως εἶναι καί αὐτό κατάδηλο, διότι ἐάν ὑπῆρχε συνοδική κρίσις θά εἶχε ὁ ἡγούμενος αὐτός ἐκπέσει, λόγῳ τῆς αἱρέσεως, καί τοῦ ἡγουμενικοῦ ἀξιώματος. Τό ὅτι τέλος ὁ παρών Κανών τοῦ ἁγ. Νικηφόρου δέν ἔχει ἐπιτακτικόν χαρακτῆρα σημαίνει, ὅτι εἰς τήν περίπτωσιν αἱρέσεως τοῦ ἡγουμένου ἐπιτρέπεται ὁ μοναχός νά πράξη καί τό ἀνώτερο, δηλαδή νά ἀποχωρήση ἀπό τή μονή αὐτή, ἐνῶ ἄν παραμείνη εἰς αὐτή δέν θά ἔχη φυσικά μέ αὐτόν ἐκκλησιαστική ἐπικοινωνία, λόγῳ τῆς προφανοῦς ψυχικῆς βλάβης. Αὐτό νομίζω πού ἀπομένει εἶναι νά παρουσιάσωμε την πρᾶξι καί τήν διαχρονική Παράδοσι τῆς Ἐκκλησίας εἰς το θέμα τῆς ἀποτειχίσεως ἀπό τόν δεδηλωμένο αἱρετικό Ἐπίσκοπο, καθώς καί τήν διδασκαλία τῶν Πατέρων εἰς τό θέμα αὐτό, διά νά καταδείξωμε τήν συμφωνία τῶν ἁγίων μέ τον ΙΕ΄ (15ον) Κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου καί τό ὅτι ὁ Κανών οὗτος κατέγραψε, ἐπεσφράγισε καί ἐπιβεβαίωσε τρόπον τινα τήν ὑπάρχουσα Παράδοσι τῆς Ἐκκλησίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου