Ἔφθασε λοιπὸν ἡ πολυπόθητη
καὶ σωτήρια γιορτή, ἡ ἀναστάσιμη ἡμέρα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἡ προϋπόθεση
τῆς εἰρήνης, ἡ ἀφορμὴ τῆς καταλλαγῆς, ἡ κατάργηση τῶν πολέμων, ἡ κατάλυση τοῦ
θανάτου, ἡ ἧττα τοῦ διαβόλου. Σήμερα οἱ ἄνθρωποι ἀναμείχτηκαν μὲ τοὺς ἀγγέλους
καὶ προσφέρουν τώρα πιὰ τὶς ὑμνῳδίες τους μαζὶ μὲ τὶς ἀσώματες δυνάμεις. Σήμερα
καταλύθηκε ἡ τυραννία τοῦ διαβόλου καὶ ἡ ἐξουσία τοῦ ᾅδη ἐξαφανίστηκε. Σήμερα εἶναι
ἐπίκαιρο νὰ ἀναφωνήσουμε πάλι «ποῦ σου θάνατε τὸ κέντρον; ποῦ σου ᾅδη τὸ νῖκος;».
Ἀπὸ θνητοὶ γίναμε ἀθάνατοι, ἀπὸ νεκροὶ ἀναστηθήκαμε καὶ ἀπὸ νικημένοι γίναμε
νικητές. Ἀνέστη Χριστὸς καὶ πεπτώκασι δαίμονες. Ἀνέστη Χριστὸς καὶ χαίρουσιν Ἄγγελοι.
Ἀνέστη Χριστὸς καὶ ζωή πολιτεύεται. Ἀνέστη Χριστὸς καὶ νεκρὸς οὐδείς ἐπὶ
μνήματος.
«Μετὰ τὴν ταφὴ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, πῆγαν οἱ Ἰουδαῖοι στὸν Πιλᾶτον καὶ εἶπαν (Ματθ. κζ´ 63 - 65): «Κύριε ἐμνήσθημεν ὅτι ἐκεῖνος ὁ πλάνος εἶπεν ἔτι ζῶν, μετὰ τρεῖς ἡμέρας ἐγείρομαι· Κέλευσον οὖν ἀσφαλισθῆναι τὸν τάφον ἕως τῆς τρίτης ἡμέρας, μήποτε ἐλθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ νυκτὸς κλέψωσιν αὐτὸν καὶ εἴπωσι τῷ λαῷ, ἠγέρθη ἀπὸ τῶν νεκρῶν· καὶ ἔσται ἡ ἐσχάτη πλάνη χείρων τῆς πρώτης. Ἔφη αὐτοῖς ὁ Πιλᾶτος· ἔχετε κουστωδίαν· ὑπάγετε ἀσφαλίσασθε ὡς οἴδατε. Οἱ δὲ πορευθέντες ἠσφαλίσαντο τὸν τάφον σφραγίσαντες τὸν λίθον μετὰ τῆς κουστωδίας». Πράγματι ὁ Πιλᾶτος τοὺς ἔδωσε 100 στρατιῶτες, μὲ τὸν Ἅγιο Λογγῖνο ἑκατόνταρχο. Πενήντα ἐφύλαγον ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος καὶ πενήντα ἀπὸ τὸ ἄλλο. Αὐτοὶ δὲ ἐσφράγισαν τὸν Τάφο. Τί φοβήθηκαν οἱ Ἰουδαῖοι; Αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ Κύριος γιὰ τὸν προφήτη Ἰωνᾶ. «Γενεὰ πονηρὰ καὶ μοιχαλὶς σημεῖον ἐπιζητεῖ, καὶ σημεῖον οὐ δοθήσεται παρὰ μόνον τὸ σημεῖον τοῦ προφήτου Ἰωνᾶ». Δηλαδὴ καθὼς ὁ προφήτης Ἰωνᾶς ἦταν μέσα στὴν κοιλία τοῦ κήτους τρεῖς ἡμέρες καὶ τρεῖς νύκτες ἔτσι καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου θὰ μείνη μέσα στὸν τάφο καὶ στὰ βάθη τῆς γῆς τρία ἡμερονύκτια. Ὅπως ἀναφέρεται στὸν «Θησαυρὸ» τοῦ Δαμασκηνοῦ τοῦ Ὑποδιακόνου: Ὅταν τὰ μεσάνυκτα ἔγινε τρομερὸς σεισμὸς Ἄγγελος Κυρίου κατέβηκε ἀπὸ τὸν οὐράνο καὶ κύλισε τὸν λίθο ἀπὸ τὴν θύρα τοῦ Τάφου, οἱ δὲ φύλακες ἀπὸ τὸ φόβο τους ἔφυγαν. Τότε βρῆκαν εὐκαιρία οἱ Μυροφόρες καὶ πῆγαν μὲ τὰ μύρα στὸν Τάφο. Καὶ πρώτη ἡ ὁποία «ἐγνώρισε» τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου ἦταν ἡ κυρία Θεοτόκος καὶ ἡ Μαγδαληνὴ Μαρία. Ἀλλὰ γιὰ νὰ μὴ ἀμφισβητῆται ἡ Ἀνάσταση λόγω τῆς παρουσίας τῆς Παναγίας Μητρός Του, γιὰ τοῦτο λέγουν οἱ Εὐαγγελιστὲς ὅτι στὴν Μαρία τὴν Μαγδαληνὴ μόνον ἐφάνη. Ποιὲς εἶναι οἱ Μυροφόρες γυναῖκες ποὺ πῆγαν στὸν Τάφο τοῦ Χριστοῦ μὲ τὰ μύρα; Ἀναφέρεται ὅτι πολλὲς εἶναι οἱ Μυροφόρες, ἀλλὰ οἱ κυριότερες εἶναι ἑπτά. Πρώτη εἶναι ἡ Μαγδαληνὴ Μαρία ἀπὸ τὴν ὁποία ἔβγαλε ὁ Κύριος ἑπτὰ δαιμόνια. Μετὰ τὴν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου πῆγε στὴν Ρώμη ὅπου θεράπευσε τὸ μάτι τοῦ βασιλέως Τιβερίου καὶ αὐτός ἀπὸ αὐτὴν τὴν εὐεργεσία ἐφόνευσε τοὺς Ἀρχιερεῖς καὶ αὐτὸν τὸν Πιλᾶτο. Ἀπέθανε στὴν Ἔφεσο, ὅπου τὴν ἐνταφίασε ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος. Δεύτερη Μυροφόρος εἶναι ἡ Σαλώμη, ἡ ὁποία λέγεται ὅτι ἦταν θυγατέρα τοῦ Ἰωσὴφ τοῦ Μνήστορος. Τρίτη Μυροφόρος εἶναι ἡ Ἰωάννα, γυναίκα τοῦ Χουζᾶ, ὁ ὁποῖος ἦταν ἐπίτροπος καὶ οἰκονόμος στὸν οἶκο τοῦ βασιλέως Ἡρῴδη. Τέταρτη Μυροφόρος ἦταν ἡ Μαρία ἡ ἀδελφή τοῦ Λαζάρου, ἡ ὁποία ἄλειψε τὸν Χριστὸ μὲ τὸ μύρο, ὅταν ἀνέστησε τὸν Λάζαρο. Πέμπτη εἶναι ἡ ἀδελφή της Μάρθα. Ἕκτη Μυροφόρος εἶναι ἡ Μαρία ἡ γυναίκα τοῦ Κλωπᾶ ἢ Κλεόπα, τὴν ὁποίαν ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης τὴν ὀνομάζει ἀδελφή τῆς Θεοτόκου. Ἕβδομη Μυροφόρος εἶναι ἡ Σωσσάνα. Οἱ Μυροφόρες λοιπὸν ἦσαν αὐτὲς ποὺ πρῶτες πῆγαν στὸν Τάφο τοῦ Κυρίου, ἐμίλησαν μὲ τοὺς Ἀγγέλους ποὺ ἦταν στὸν Τάφο καὶ ἀνήγγειλαν στοὺς Ἀποστόλους τήν Ἀνάσταση. Ἡ παραμονὴ τοῦ Κυρίου στὸν Ἅδη ἦταν τριήμερος. Ὅπως λέγουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἡ ἡμέρα τῆς Παρασκευῆς μέχρι τῆς δύσεως τοῦ ἡλίου μετρᾶται ὡς μία ἡμέρα, διότι ἔτσι μετροῦσαν τὰ ἡμερονύκτα οἱ Ἑβραῖοι... Ἀπὸ τῆς δύσεως τοῦ ἡλίου τῆς Παρασκευῆς μέχρι τῆς δύσεως τοῦ ἡλίου τοῦ Σαββάτου ἡ δεύτερη ἡμέρα· καὶ ἀπὸ τῆς δύσεως τοῦ ἡλίου τοῦ Σαββάτου, ὁπότε ἀρχίζει τὸ ἡμερονύκτιο τῆς Κυριακῆς μέχρι τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, τρίτη ἡμέρα. Λοιπὸν ἂς ἑορτάσουμε σήμερα, ἂς τιμήσουμε τὸν Χριστὸ τὸν σήμερον ἀναστάντα ὄχι μὲ χορούς, ὄχι μὲ μέθες καὶ ἀργολογίες, ὄχι μὲ παιγνίδια καὶ τραγούδια καὶ μὲ ὅσα χαίρεται ὁ δαίμων, ὅταν τὰ κάνουμε, ὄχι μὲ ἐξόδους κακὲς καὶ πολυφαγίες, ἀλλὰ μὲ εὐχαριστία, μὲ δοξολογία, μὲ καθαρὰ καρδία, καὶ μὲ ὅσα χαίρεται ὁ Θεός. Ὅπως ἔλεγε ὁ μακαριστὸς π. Μᾶρκος ἡ νηστεία τελείωσε, ἀλλὰ ὄχι ἡ ἐγκράτεια. Τοὺς πτωχοὺς ἂς θρέψουμε, τοὺς γυμνοὺς ἂς ἐνδύσουμε, τοὺς διψασμένους ἂς ποτίσουμε, τοὺς ἀσθενεῖες ἂς κοιτάξουμε, τοὺς φυλακισμένους ἂς κυβερνήσουμε. Τότε νὰ ποῦμε ὅτι ἐπανηγυρίσαμε· τότε νὰ καυχηθοῦμε ὅτι ἑορτάσαμε· τότε νὰ δεχθῆ ὁ Θεὸς καὶ τὴν ἑορτή μας· τότε νὰ χαροῦν οἱ Ἄγγελοι, τότε νὰ λυπηθοῦν οἱ δαίμονες.
«Μετὰ τὴν ταφὴ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, πῆγαν οἱ Ἰουδαῖοι στὸν Πιλᾶτον καὶ εἶπαν (Ματθ. κζ´ 63 - 65): «Κύριε ἐμνήσθημεν ὅτι ἐκεῖνος ὁ πλάνος εἶπεν ἔτι ζῶν, μετὰ τρεῖς ἡμέρας ἐγείρομαι· Κέλευσον οὖν ἀσφαλισθῆναι τὸν τάφον ἕως τῆς τρίτης ἡμέρας, μήποτε ἐλθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ νυκτὸς κλέψωσιν αὐτὸν καὶ εἴπωσι τῷ λαῷ, ἠγέρθη ἀπὸ τῶν νεκρῶν· καὶ ἔσται ἡ ἐσχάτη πλάνη χείρων τῆς πρώτης. Ἔφη αὐτοῖς ὁ Πιλᾶτος· ἔχετε κουστωδίαν· ὑπάγετε ἀσφαλίσασθε ὡς οἴδατε. Οἱ δὲ πορευθέντες ἠσφαλίσαντο τὸν τάφον σφραγίσαντες τὸν λίθον μετὰ τῆς κουστωδίας». Πράγματι ὁ Πιλᾶτος τοὺς ἔδωσε 100 στρατιῶτες, μὲ τὸν Ἅγιο Λογγῖνο ἑκατόνταρχο. Πενήντα ἐφύλαγον ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος καὶ πενήντα ἀπὸ τὸ ἄλλο. Αὐτοὶ δὲ ἐσφράγισαν τὸν Τάφο. Τί φοβήθηκαν οἱ Ἰουδαῖοι; Αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ Κύριος γιὰ τὸν προφήτη Ἰωνᾶ. «Γενεὰ πονηρὰ καὶ μοιχαλὶς σημεῖον ἐπιζητεῖ, καὶ σημεῖον οὐ δοθήσεται παρὰ μόνον τὸ σημεῖον τοῦ προφήτου Ἰωνᾶ». Δηλαδὴ καθὼς ὁ προφήτης Ἰωνᾶς ἦταν μέσα στὴν κοιλία τοῦ κήτους τρεῖς ἡμέρες καὶ τρεῖς νύκτες ἔτσι καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου θὰ μείνη μέσα στὸν τάφο καὶ στὰ βάθη τῆς γῆς τρία ἡμερονύκτια. Ὅπως ἀναφέρεται στὸν «Θησαυρὸ» τοῦ Δαμασκηνοῦ τοῦ Ὑποδιακόνου: Ὅταν τὰ μεσάνυκτα ἔγινε τρομερὸς σεισμὸς Ἄγγελος Κυρίου κατέβηκε ἀπὸ τὸν οὐράνο καὶ κύλισε τὸν λίθο ἀπὸ τὴν θύρα τοῦ Τάφου, οἱ δὲ φύλακες ἀπὸ τὸ φόβο τους ἔφυγαν. Τότε βρῆκαν εὐκαιρία οἱ Μυροφόρες καὶ πῆγαν μὲ τὰ μύρα στὸν Τάφο. Καὶ πρώτη ἡ ὁποία «ἐγνώρισε» τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου ἦταν ἡ κυρία Θεοτόκος καὶ ἡ Μαγδαληνὴ Μαρία. Ἀλλὰ γιὰ νὰ μὴ ἀμφισβητῆται ἡ Ἀνάσταση λόγω τῆς παρουσίας τῆς Παναγίας Μητρός Του, γιὰ τοῦτο λέγουν οἱ Εὐαγγελιστὲς ὅτι στὴν Μαρία τὴν Μαγδαληνὴ μόνον ἐφάνη. Ποιὲς εἶναι οἱ Μυροφόρες γυναῖκες ποὺ πῆγαν στὸν Τάφο τοῦ Χριστοῦ μὲ τὰ μύρα; Ἀναφέρεται ὅτι πολλὲς εἶναι οἱ Μυροφόρες, ἀλλὰ οἱ κυριότερες εἶναι ἑπτά. Πρώτη εἶναι ἡ Μαγδαληνὴ Μαρία ἀπὸ τὴν ὁποία ἔβγαλε ὁ Κύριος ἑπτὰ δαιμόνια. Μετὰ τὴν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου πῆγε στὴν Ρώμη ὅπου θεράπευσε τὸ μάτι τοῦ βασιλέως Τιβερίου καὶ αὐτός ἀπὸ αὐτὴν τὴν εὐεργεσία ἐφόνευσε τοὺς Ἀρχιερεῖς καὶ αὐτὸν τὸν Πιλᾶτο. Ἀπέθανε στὴν Ἔφεσο, ὅπου τὴν ἐνταφίασε ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος. Δεύτερη Μυροφόρος εἶναι ἡ Σαλώμη, ἡ ὁποία λέγεται ὅτι ἦταν θυγατέρα τοῦ Ἰωσὴφ τοῦ Μνήστορος. Τρίτη Μυροφόρος εἶναι ἡ Ἰωάννα, γυναίκα τοῦ Χουζᾶ, ὁ ὁποῖος ἦταν ἐπίτροπος καὶ οἰκονόμος στὸν οἶκο τοῦ βασιλέως Ἡρῴδη. Τέταρτη Μυροφόρος ἦταν ἡ Μαρία ἡ ἀδελφή τοῦ Λαζάρου, ἡ ὁποία ἄλειψε τὸν Χριστὸ μὲ τὸ μύρο, ὅταν ἀνέστησε τὸν Λάζαρο. Πέμπτη εἶναι ἡ ἀδελφή της Μάρθα. Ἕκτη Μυροφόρος εἶναι ἡ Μαρία ἡ γυναίκα τοῦ Κλωπᾶ ἢ Κλεόπα, τὴν ὁποίαν ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης τὴν ὀνομάζει ἀδελφή τῆς Θεοτόκου. Ἕβδομη Μυροφόρος εἶναι ἡ Σωσσάνα. Οἱ Μυροφόρες λοιπὸν ἦσαν αὐτὲς ποὺ πρῶτες πῆγαν στὸν Τάφο τοῦ Κυρίου, ἐμίλησαν μὲ τοὺς Ἀγγέλους ποὺ ἦταν στὸν Τάφο καὶ ἀνήγγειλαν στοὺς Ἀποστόλους τήν Ἀνάσταση. Ἡ παραμονὴ τοῦ Κυρίου στὸν Ἅδη ἦταν τριήμερος. Ὅπως λέγουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἡ ἡμέρα τῆς Παρασκευῆς μέχρι τῆς δύσεως τοῦ ἡλίου μετρᾶται ὡς μία ἡμέρα, διότι ἔτσι μετροῦσαν τὰ ἡμερονύκτα οἱ Ἑβραῖοι... Ἀπὸ τῆς δύσεως τοῦ ἡλίου τῆς Παρασκευῆς μέχρι τῆς δύσεως τοῦ ἡλίου τοῦ Σαββάτου ἡ δεύτερη ἡμέρα· καὶ ἀπὸ τῆς δύσεως τοῦ ἡλίου τοῦ Σαββάτου, ὁπότε ἀρχίζει τὸ ἡμερονύκτιο τῆς Κυριακῆς μέχρι τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, τρίτη ἡμέρα. Λοιπὸν ἂς ἑορτάσουμε σήμερα, ἂς τιμήσουμε τὸν Χριστὸ τὸν σήμερον ἀναστάντα ὄχι μὲ χορούς, ὄχι μὲ μέθες καὶ ἀργολογίες, ὄχι μὲ παιγνίδια καὶ τραγούδια καὶ μὲ ὅσα χαίρεται ὁ δαίμων, ὅταν τὰ κάνουμε, ὄχι μὲ ἐξόδους κακὲς καὶ πολυφαγίες, ἀλλὰ μὲ εὐχαριστία, μὲ δοξολογία, μὲ καθαρὰ καρδία, καὶ μὲ ὅσα χαίρεται ὁ Θεός. Ὅπως ἔλεγε ὁ μακαριστὸς π. Μᾶρκος ἡ νηστεία τελείωσε, ἀλλὰ ὄχι ἡ ἐγκράτεια. Τοὺς πτωχοὺς ἂς θρέψουμε, τοὺς γυμνοὺς ἂς ἐνδύσουμε, τοὺς διψασμένους ἂς ποτίσουμε, τοὺς ἀσθενεῖες ἂς κοιτάξουμε, τοὺς φυλακισμένους ἂς κυβερνήσουμε. Τότε νὰ ποῦμε ὅτι ἐπανηγυρίσαμε· τότε νὰ καυχηθοῦμε ὅτι ἑορτάσαμε· τότε νὰ δεχθῆ ὁ Θεὸς καὶ τὴν ἑορτή μας· τότε νὰ χαροῦν οἱ Ἄγγελοι, τότε νὰ λυπηθοῦν οἱ δαίμονες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου