Ο παπα-Τύχων

Όταν τον ρωτούσε κανείς «μόνος σου μένεις εδώ στην ερημιά», απαντούσε ο Γέροντας:
- Όχι, εγώ μένω μαζί με τους Αγγέλους και Αρχαγγέλους, με τους Αγίους Πάντες, με την Παναγία και με τον Χριστό.
Πράγματι την ένιωθε την παρουσία των Αγίων και την βοήθεια του φύλακα Αγγέλου του. Μια μέρα πού τον είχα επισκεφθη, ενώ ανέβαινε τα σκαλάκια,


Η συνέχεια, κλικ πιο κάτω στο : Read more
έπεσε ανάποδα και σφηνώθηκε στην πόρτα, γιατί φορούσε πολλά καπιά, και δυσκολεύτηκα να τον σηκώσω. Όταν τον ρώτησα μετά «τι θα έκανες, Γέροντα, μόνος σου, εάν δεν ήμουν εδώ», με κοίταξε παράξενα και μου απήντησε με βεβαιότητα:
- Ό φύλακας μου Άγγελος θα με σήκωνε.
Ενώ βρισκόταν σε έρημο τόπο, μόνος του, και το Κελλί του δεν είχε σχεδόν τίποτα, για να έχη όμως τον Χριστό μέσα του, δεν του χρειαζόταν τίποτα, γιατί όπου Χριστός εκεί Παράδεισος, και για τον Παπα - Τύχωνα το Περιβόλι της Παναγίας ήταν επίγειος Παράδεισος.
Είχε χρόνια αρκετά να βγη στον κόσμο, αλλά χωρίς να το θέλη, τον ανάγκασαν κάποτε, πού είχε γίνει πυρκαϊά στην Καψάλα, μαζί με άλλους Πατέρες να πάη κι αυτός ως μάρτυρας στην Θεσσαλονίκη. "Όταν επέστρεψε στο Άγιον Όρος ο Γέροντας, τον ρωτούσαν οι Πατέρες:
- Πώς είδες την πόλη και τον κόσμο μετά από τόσα χρόνια πού είχες να ιδής τον κόσμο;
Ό Γέροντας απήντησε:
- Εγώ δεν είδα πολιτεία με ανθρώπους, αλλά δάσος με καστανιές.
Έφθασε σ' αυτή την πνευματική αγία κατάσταση ο Γέροντας, γιατί αγάπησε πολύ τον Χριστό, την ταπείνωση και την φτώχεια. Μέσα στο κελλί του Γέροντα δεν έβλεπες ούτε ένα πράγμα της προκοπής, πού να εξυπηρετή άνθρωπο. Από αυτά πού είχε μέσα στο κελλί του έβρισκε κανείς όσα ήθελε πεταγμένα άπ' έξω, στο λάκκο. Άλλα για τους πνευματικούς ανθρώπους, ό,τι παλιό και εάν είχε ο Παπα - Τυχών, είχε μεγάλη αξία, γιατί ήταν αγιασμένο. Ακόμη και τα κουρέλια του τα έβλεπαν με ευλάβεια και τα έπαιρναν για ευλογία. Ο,τι επίσης παλιό φορούσε ή ασουλούπωτο, δεν φαινόταν άσχημο, γιατί ομόρφαινε και αυτό από την εσωτερική ομορφιά της ψυχής του. Για σκουφιά έραβε μόνος του με την σακοράφα κομμάτια ράσου, σαν σακούλες, και τα φορούσε, αλλά σκορπούσαν περισσότερη χάρη από τις πολύτιμες μίτρες τις δεσποτικές (όταν, φυσικά, δεν υπάρχη στην καρδιά του Μητροπολίτου «ο Πολύτιμος Μαργαρίτης»).
Κάποτε τον φωτογράφισε ένας επισκέπτης, όπως ήταν με την σακούλα για σκουφί και με μια πιτζάμα πού του είχε ρίξει στις πλάτες του, γιατί είδε τον Γέροντα να κρυώνη. Και τώρα, όσοι βλέπουν στην φωτογραφία τον Παπα - Τύχωνα, νομίζουν ότι φορούσε δεσποτικό μανδύα, ενώ ήταν μια παλιά παρδαλή πιτζάμα.
Πολύ αναπαυόταν στα φτωχά και ταπεινά πράγματα και πολύ αγαπούσε την άκτημοσύνη, η οποία και τον ελευθέρωσε και του έδωσε τα πνευματικά φτερά, και έτσι με φτερουγισμένη ψυχή αγωνιζόταν πολύ, χωρίς να αισθάνεται τον σωματικό κόπο, όπως το παιδάκι δεν νιώθει κούραση, όταν κάνη τα θελήματα του πατέρα του, αλλά νιώθει την αγάπη και την στοργή με τα χάδια. Φυσικά, αυτά δεν συγκρίνονται με τα θεϊκά χάδια της Χάριτος ούτε κατά διάνοια.
Όπως ανέφερα, το εργόχειρο του ήταν οι πνευματικοί αγώνες: νηστεία, αγρυπνία, ευχή, μετάνοιες κ.α. όχι μόνο για τον εαυτό του, αλλά και για όλες τις ψυχές του κόσμου (ζωντανούς και πεθαμένους). Όταν πια είχε γεράσει και δεν μπορούσε να σηκωθή, όταν έπεφτε κάτω με τις στρωτές μετάνοιες, έδεσε ένα χονδρό σχοινί ψηλά και τραβιόταν για να σηκωθή. Έτσι, πάλι έκανε μετάνοιες και προσκυνούσε τον Θεό με ευλάβεια. Αυτό το τυπικό τηρούσε μέχρι πού έπεσε πια στο κρεβάτι, όπου ξεκουράστηκε για είκοσι μέρες, και μετά έφυγε για την αληθινή αιώνια ζωή, όπου και ξεκουράζεται πια αιώνια κοντά στον Χριστό.
Το ίδιο επίσης τυπικό της ξηροφαγίας, πού είχε από νέος, τηρούσε και στην συνέχεια μέχρι τα γεράματα του. Την μαγειρική την θεωρούσε και για σπατάλη χρόνου, εκτός πού δεν ταιριάζουν στην Καλογερική τα καλομαγειρευμένα φαγητά. Φυσικά, μετά από τόση άσκηση και τέτοια πνευματική κατάσταση δεν του έκανε καμιά αίσθηση η καλή τροφή, Αφού κατοικούσε μέσα του ο Χριστός, πού τον γλύκαινε και τον έτρεφε παραδεισένια.

H συνέχεια αύριο πρώτα ο Θεός.

Δεν υπάρχουν σχόλια: