Ας αρχίσουμε από την γνωστή σε όλους παραβολή του καλού Σαμαρείτου (Λουκ. 10, 33-37).
Σε κάποιο σημείο
του δρόμου από Ιερουσαλήμ εις Ιεριχώ, κάποιος άνθρωπος έγινε στόχος
σκληρόκαρδων ληστών, οι οποίοι αφού τον λήστευσαν, τον άφησαν ημιθανή
τυγχάνοντα, μισοπεθαμένο! Καταπληγωμένο και εμφανώς θανάσιμα κακοποιημένο.
Ο πρώτος περαστικός
που έτυχε να ιδεί το τραγικό για τον συνάνθρωπό του αυτό γεγονός, ήταν ένας
ιερέας. Τον είδε, ποιος ξέρει τι σκέφθηκε και συναισθάνθηκε. Πάντως τον είδε
και αντιπαρήλθεν! Έφυγε. Τακτοποιημένος ίσως με τον εαυτό του, αφού η συνείδησή
του δεν λειτούργησε ιερατικά, για να αντιμετωπίσει φιλάνθρωπα τον τραγικό αυτόν
άνθρωπο!
Το ίδιο έκανε κι ένας ακόμα άνθρωπος, λευΐτης, υπηρέτης και λειτουργός του ναού του Θεού. Ελθών και ιδών αντιπαρήλθεν. Δηλαδή ο δεύτερος αυτός περαστικός άνθρωπος, μπροστά από τον μισοπεθαμένο συνάνθρωπό του, δεν πέρασε βιαστικός όπως ο ιερέας, αλλά πλησίασε, είδε την τραγική του κατάσταση και συνέχισε ήσυχος και αδιάφορος τον δρόμο του προς τον προορισμό του.