3. Η συμφωνία αυτή του 1965 μεταξύ του πάπα Παύλου Στ΄ και Πατριάρχη Αθηναγόρα παρουσιάζει μιά αντινομία. Και θέλει να διατηρήσει κρυπτή τη γενομένη συμφωνία για την Ένωση των Εκκλησιών, αλλά και την αποκαλύπτει, έστω και κατʼ αυτόν τον αδέξιο τρόπο, που είδαμε. Πώς εξηγούνται όλα αυτά;
Και για μεν την διατήρηση της μυστικότητος, ο λόγος είναι προφανής. Θέλησαν να προλάβουν τυχόν αντιδράσεις, από τους διαφωνούντες, μέχρις ότου αμβλυνθεί το θρησκευτικό τους αίσθημα και παύσουν να ενδιαφέρονται για τα θέματα της Ορθοδοξίας.
Η δυσκολία υπάρχει στη δικαιολόγηση της έμμεσης αποκαλύψεως, ότι ο πάπας και ο Πατριάρχης αποκάλυψαν την «άρση της ακοινωνησίας», δηλ. την ένωση των Εκκλησιών!
Τη μόνη εξήγηση, που μπορεί να δώσει ένας Ορθόδοξος είναι δύο τινά:
Ή, ότι από τη στιγμή που ο πάπας Παύλος Στ΄ και ο Πατριάρχης Αθηναγόρας «έκλεισαν» τη συμφωνία τους για την ΄Ενωση των Εκκλησιών, έπρεπε να υπάρχει αυτό το γραπτό κείμενο, για να μην αμφισβητηθεί η συμφωνία αυτή στο μέλλον από κανένα διάδοχό τους, ή και από τις ίδιους, αν κάποιος από αυτούς άλλαζε γνώμη.
΄Η, ότι οι δύο πρωτεργάτες της συμφωνίας αυτής θέλησαν να συνδέσουν το όνομά τους, με το γεγονός αυτό, ώστε αυτοί να εισπράττουν τις επευφημίες σκοτεινών κύκλων ή οπαδών τους, στις επόμενες γενεές, κατά το πρότυπο του Λατινόφρονα Βησσαρίωνα!
Βέβαια, κάθε Ορθόδοξος, με «νορμάλ» και αδιατάρακτη προσωπικότητα, ποτέ δεν ήθελε να συνδέσει τʼ όνομά του με την επαίσχυντη αυτή συμφωνία! Για την προσωπικότητα όμως του Αθηναγόρα, τίποτε δεν είναι περίεργο, αν έχουμε υπʼ όψη μας τα όσα έγραψε γιʼ αυτόν ο τότε Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Β΄, ο οποίος υποστήριξε:
«Ο Αθηναγόρας ο Α΄ ουδέν` πρεσβεύει, εις ουδέν πιστεύει, ει μη μόνω εαυτώ δουλεύει και την αποθανάτισιν του ονόματός του επιδιώκει. έστω και κατά Ηρόστρατον δια της καταστροφής της Εκκλησίας» !