Εἰς τό δεύτερο τμῆμα, τώρα, τοῦ ΙΕ΄ ἱεροῦ Κανόνος, ὅπως θά ἰδοῦμε, τό ὁποῖο ἐπιτρέπει καί ἐπιβάλλει τήν ἀπόσχισι ἀπό αἱρετικούς προεστῶτες καί ποιμένες, πάλι
διατηρεῖ εἰς τό ἀκέραιο τήν ἑνότητα τῆς πίστεως, χάριν μάλιστα τῆς ὁποίας γίνεται ἀπόσχισις ἀπό τούς αἱρετικά φρονοῦντες προϊσταμένους. Ἡ ἑνότης τῆς πίστεως δέν
ἐννοεῖται χρονικά, δηλαδή νά ἔχωμε σήμερα ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι τήν ἴδια πίστι, ἀλλά διαχρονικά, δηλαδή ἡ πίστις τήν ὁποία ἔχομε σήμερα νά εἶναι ἡ ἴδια ἀκριβῶς μέ τήν
ἀνά τούς αἰῶνας διασωθεῖσα μαρτυρικῶς Ὀρθόδοξο πίστι, δηλαδή νά εἶναι ἡ «ἅπαξ παραδοθεῖσα τοῖς ἁγίοις» (Ἰούδα,
3) Ἀποστολική πίστις.
Ἡ ποινή τήν ὁποία ἐπιβάλλουν οἱ πατέρες τῆς Συνόδου, εἰς αὐτήν τήν περίπτωσι τῆς ἀποσχίσεως τῶν κληρικῶν πρό συνοδικῆς κρίσεως, εἶναι ἡ καθαίρεσις εἰς τούς κληρικούς καί ὁ ἀφορισμός εἰς τούς μοναχούς καί λαϊκούς. Ἡ αἰτιολόγησις πού δίδεται διά τήν ποινή εἶναι τό ὅτι προήρπασαν αὐτοί τήν κρίσιν τῆς Συνόδου καί φυσικά τό ὅτι ἔκαναν, δι’ αὐτοῦ τοῦ τρόπου, σχίσμα στήν Ἐκκλησία: «Ὁ γάρ ἐν Πρεσβυτέρου τάξει τεταγμένος καί τῶν Μητροπολιτῶν ἁρπάζων τήν κρίσιν καί πρό κρίσεως αὐτός κατακρίνων, ὅσον τό ἐπ’ αὐτῷ... Τοῦτον ὥρισεν ἡ ἁγία Σύνοδος καθηρημένον εἶναι εἰ μόνον ἀποστάς τοῦ οἰκείου Μητροπολίτου σχίσμα ποιήσοι
» (ΙΓ΄ καί ΙΔ΄ τῆς Α΄ καί Β΄ Συνόδου).
Ἀλλά διά ποῖα ἁμαρτήματα τῶν Ἐπισκόπων, Μητροπολιτῶν καί Πατριαρχῶν εὑρίσκουν πρόφασιν οἱ ὑφιστάμενοι κληρικοί καί Ἐπίσκοποι, ὥστε διά τῆς διακοπῆς τῆς μνημονεύσεως νά ἀποσχισθοῦν ἀπό αὐτούς καί νά δημιουργήσουν αὐτήν τήν ταραχή καί ἀκαταστασία στήν Ἐκκλησία;
Αὐτά ἀναφέρονται σ’ ἕνα μικρό τμῆμα τοῦ ΙΕ΄ Κανόνος καί τά ἑρμηνεύει θαυμάσια ὁ ἅγ. Νικόδημος ὁ ἁγιορείτης. Τό τμῆμα αὐτό τοῦ ΙΕ΄ Κανόνος εὑρίσκεται ἐνδιάμεσα εἰς τό πρῶτο καί δεύτερο, εἰς τά ὁποῖα ἐξ ἀρχῆς ἐχωρίσαμε τόν ἐν λόγῳ ἱερό Κανόνα.
Λέγει λοιπόν τά ἑξῆς:
«Καί ταῦτα μέν ἐσφράγισταί τε καί ὥρισται περί τῶν προφάσει τινῶν ἐγκλημάτων τῶν οἰκείων ἀφισταμένων Προέδρων καί σχίσμα ποιούντων καί τήν ἕνωσιν τῆς Ἐκκλησίας διασπώντων». Ὁ δέ ἅγ. Νικόδημος ἑρμηνεύοντας τό ἐν λόγῳ τμῆμα ἀναφέρει: «Πλήν ταῦτα μέν (δηλ. οἱ ποινές πού ἐπιβάλλουν οἱ Κανόνες) νά γίνωνται, ἐάν δι’ ἐγκλήματα τινά, πορνείαν θετέον ἱεροσυλίαν καί ἄλλα, χωρίζονται οἱ Πρεσβύτεροι ἀπό τούς Ἐπισκόπους των, οἱ Ἐπίσκοποι ἀπό τούς Μητροπολίτας των, καί οἱ Μητροπολίτες ἀπό τούς Πατριάρχας των». Καί μέ ὑποσημείωσι στό σημεῖο αὐτό ἀναφέρει ὁ ἅγιος: «Ἀγκαλά καί ὁ λα΄ Ἀποστολικός ἀνεύθυνον κρίνει καί τόν χωριζόμενον, ἐάν γνωρίζει αὐτόν καί ἄδικον». Δηλαδή, ὡς προφάσεις, διά τίς ὁποῖες ἀποτειχίζονται διά τῆς διακοπῆς τῆς μνημονεύσεως οἱ κληρικοί ἀπό τούς ἐκκλησιαστικῶς προϊσταμένους των, θεωρεῖ ὁ Κανόνας τίς προσωπικές ἁμαρτίες των, ὅπως ἡ πορνεία, ἡ ἱεροσυλία καί διάφορες παρόμοιες ἁμαρτίες ὄχι ὅμως καί τήν ἀδικία.
Ἡ ἀδικία τώρα, διά τήν ὁποία δικαιολογεῖται ἡ ἀπόσχισις ἀπό τόν Ἐπίσκοπο διά τῆς διακοπῆς τῆς μνημονεύσεως, πρέπει νά ἐννοηθῆ δημοσίως καί ἐκκλησιαστικῶς, ὅπως
π.χ. ὅταν κάποιος Ἐπίσκοπος ἁρπάξη καί καταλάβη, μέ τήν σύμπραξι τῆς Συνόδου καί τῆς πολιτικῆς δυνάμεως καί ἐξουσίας, τόν θρόνον ἄλλου Ἐπισκόπου, ἤ ὅταν κάνη ὁ Ἐπίσκοπος φανερά ἀδικίες οἰκονομικές, δηλαδή εἰς βάρος πτωχῶν ἀνθρώπων κλπ. Εἰς αὐτές τίς περιπτώσεις τῶν φανερῶν ἀδικιῶν, ἐπιτρέπεται οἱ κληρικοί νά διακόψουν τήν μνημόνευσι τοῦ Ἐπισκόπου, Μητροπολίτου κλπ. πρό συνοδικῆς κρίσεως. Εἰς ὅλες τίς ἄλλες περιπτώσεις τῶν προσωπικῶν ἁμαρτιῶν τῶν Ἐπισκόπων ἀπαγορεύουν οἱ τρεῖς αὐτοί ἱεροί Κανόνες τήν ἀπόσχισιν διά τῆς διακοπῆς τῆς μνημονεύσεως πρό συνοδικῆς κρίσεώς των.
Βεβαίως ἀπό ὅλα αὐτά, τά ὁποῖα ἀναφέρουν οἱ παρόντες Κανόνες καί πλῆθος ἄλλων Κανόνων, γίνεται ἀντιληπτό ὅτι τήν ἐποχή ἐκείνη ἐκρίνοντο καί ἐδικάζοντο καί οἱ Ἐπίσκοποι. Δηλαδή δι’ οἱανδήποτε δημοσία παράβασι (ἤ ἰδιωτικῶς γινομένη, ἡ ὁποία ἤρχετο εἰς τό φῶς) ἐσύροντο εἰς τά ἐκκλησιαστικά δικαστήρια καί ὑφίσταντο τίς ποινές πού ὁρίζουν οἱ ἀνάλογοι ἱεροί Κανόνες. Σήμερα δυστυχῶς αὐτό ἔχει ἐκλείψει καί οἱ Ἐπίσκοποι ὄχι μόνο εἶναι ἀνεξέλεγκτοι, ἀλλά ἀλλοίμονο σέ κάποιο κληρικό πού θά διανοηθῆ να ἀντιστρατευθῆ στήν θέλησί των ἤ νά κάνη εἰς βάρος των κάποια καταγγελία στή Σύνοδο. Αὐτός εἶναι καί ὁ λόγος διά τόν ὁποῖο οἱ Ἐπίσκοποι ὄχι μόνο εἶναι ἀνεξέλεγκτοι σήμερα, ἀλλά δύνανται ἀνά πᾶσα στιγμή νά ποδοπατοῦν τούς ἱερούς Κανόνες ἤ να τούς χρησιμοποιοῦν μόνον ἐναντίον τῶν ὑφισταμένων των κληρικῶν. Αὐτός εἶναι καί ὁ λόγος τῆς ἀφωνίας σήμερα καί ἀπραγίας τῶν κληρικῶν καί τοῦ συσχηματισμοῦ και συζυγίας των μέ τό θέλημα τῶν Ἐπισκόπων, ὅποιο καί ἄν εἶναι αὐτό. Πρέπει νά βουήξη ἡ γῆ καί ὁ οὐρανός διά νά ἀναγκασθῆ ἡ Σύνοδος ὄχι νά καθαιρέση κάποιον Ἐπίσκοπο, (ἐπειδή κατά τό δή λεγόμενον “κόρακας κοράκου μάτι δεν βγάζει”), ἀλλά ἁπλῶς νά τόν καταστήση ἔκπτωτο ἀπό τον θρόνο του. Καί βεβαίως ἡ ἀσυδοσία των εἰς τά θέματα τῆς
πίστεως εἶναι καί αὐτή ἀποτέλεσμα αὐτῶν τῶν ὑπερεξουσιῶν καί κυρίως διότι δέν ἐγκαλοῦνται εἰς δίκην διά τις πράξεις των καί ἔχουν ἀποδώσει εἰς τόν ἑαυτόν των αὐτήν τήν ἀσυλίαν. Τότε ὅμως πού ἐγράφησαν οἱ ἱεροί Κανόνες δέν ἐγίνετο ἔτσι, ἀλλά καί οἱ Ἐπίσκοποι διά κάθε παράπτωμά των ἐδικάζοντο ἀπό τά ἐκκλησιαστικά δικαστήρια καί ἐτιμωροῦντο μέ ἀνάλογες ποινές.
Αὐτά τά ἀναφέρομε ἐπιπλέον διότι σχετίζονται καί με τό δεύτερο τμῆμα τοῦ ΙΕ΄ ἱεροῦ Κανόνος, τό ὁποῖον και αὐτό κατώρθωσαν οἱ Ἐπίσκοποι νά φέρουν εἰς τά μέτρα των, οἱ δέ κληρικοί μέ διάφορες προφάσεις, π.χ. ἀποφυγή σχίσματος κλπ., συνοδοιποροῦν εἰς τά θέματα τῆς πίστεως καί συνταυτίζονται μέ τήν γραμμή, τήν πορεία καί τις πράξεις τῶν Ἐπισκόπων.