Η Εκκλησία είναι η θεανθρωπίνη αιωνιότης ενσαρκωμένη εις τα όρια του
χρόνου και του χώρου. Ευρίσκεται εις τον κόσμον τούτον, αλλά δεν είναι εκ του
κόσμου τούτου (Ιωάν. 18,36). Ευρίσκεται εις αυτόν τον κόσμον δια να ανυψώση
αυτόν τον κόσμον μέχρι του άνω, από όπου προέρχεται και η ιδία. Η Εκκλησία
είναι οικουμενική, καθολική, θεανθρωπίνη, αιώνια, δια τούτο αποτελεί
βλασφημίαν, ασυγχώρητον βλασφημίαν εναντίον του Χριστού και του Αγίου
Πνεύματος, το να κάμωμεν την Εκκλησίαν ένα εθνικόν ίδρυμα (institutio), να
την στενεύωμεν μέχρι των μικρών, πεπερασμένων, χρονικών εθνικών σκοπών και
μεθόδων. Ο σκοπός της είναι υπερεθνικός, οικουμενικός, πανανθρώπινος: να ενώση
εν τω Χριστώ όλους τους ανθρώπους, όλους άνευ εξαιρέσεων εθνικότητος ή φυλής ή
κοινωνικού στρώματος. «Ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Έλλην, ουκ ένι δούλος ουδέ
ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ, πάντες γαρ υμείς εις εστε εν Χριστώ Ιησού»
(Γαλ. 3, 28), διότι «τα πάντα και εν πάσι Χριστός» (Κολ. 3, 11). Αι μέθοδοι αυτής της πανανθρωπίνης—θεανθρωπίνης
ενώσεως όλων των ανθρώπων εν τω Χριστώ, έχουν δοθή υπό της Εκκλησίας εις τα
άγια μυστήριά της και εις τα θεανθρώπινα έργα (ασκήσεις, αρετάς) της. Και
πράγματι: το μυστήριον της Θείας Ευχαριστίας συνθέτει και ορίζει και αποτελεί την
μέθοδον του Χριστού και το μέσον δια την ένωσιν όλων των ανθρώπων: δια του
μυστηρίου τούτου ενώνεται οργανικώς ο άνθρωπος με τον Χριστόν και με όλους τους
πιστούς. Δια δε της προσωπικής εξασκήσεως των θεανθρωπίνων αρετών: της πίστεως,
της προσευχής, της νηστείας, της αγάπης, της πραότητος, της πανευσπλαγχνίας και
ελεημοσύνης, ο άνθρωπος στερεώνει τον εαυτόν του εις αυτήν την ενότητα,
διαφυλάττει τον εαυτόν του εις αυτήν την αγιότητα, ζη ο ίδιος προσωπικά τον
Χριστόν ως την ενότητα της προσωπικότητός του και ως την ουσίαν της ενότητός
του με τα άλλα μέλη του αγίου Σώματος του Χριστού, της Εκκλησίας.
Συνεχίζεται.