Ο χριστοφόρος Επίσκοπος ευαγγελίζεται με θλίψιν και ελπίδα:
Οι βαπτισμένοι αδελφοί μας, οι οποίοι παρεσύρθησαν από τας παπικάς και τας λουθηρανικάς αιρέσεις, εθεώρησαν τους εαυτούς των σοφωτέρους του Χριστού. Και περιεφρόνησαν ημάς τους ορθοδόξους ως ασόφους και απολιτίστους. Αλλ΄ αληθώς, και επ΄ αυτών επηληθεύθη ο λόγος του Παύλου: «Φάσκοντες είναι σοφοί εμωράνθησαν» (Ρωμ. 1,22). Διότι απέρριψαν την πνευματικήν σοφίαν κατά Χριστόν, Όστις περιπατεί με ένδυμα ταπεινώσεως και αγάπης, και ενεδύθησαν, κατά το παράδειγμα των ειδωλολατρών φιλοσόφων, την σαρκικήν και κοσμικήν σοφίαν, η οποία γέμει από υψηλοφροσύνην και κακίαν. «Και ήλλαξαν την δόξαν του αφθάρτου Θεού εν ομοιώματι εικόνος φθαρτού ανθρώπου… και εσεβάσθησαν και ελάτρευσαν τη κτίσει παρά τον κτίσαντα» (Ρωμ. 1,23. 25). Δηλαδή απέβαλον όλην την δόξαν από τον Χριστόν Κύριον και επέθεσαν αυτήν επί των ώμων θνητών ανθρώπων, τους οποίους ανύψωσαν εις νέους Μεσσίας. Τοιαύτην αντίληψιν περί της δόξης απεκόμισαν από την άθεον σοφίαν των. Η δε έννοια της κουλτούρας και του πολιτισμού σημαίνει παρ΄ αυτοίς τον σεβασμόν του κτίσματος, τουτέστι της ορατής φύσεως και την λατρείαν αυτής μάλλον παρά του Δημιουργού της. Οι θνητοί θεοί και η θεοποιημένη φύσις! Τούτο είναι προς το παρόν ο τελευταίος σταθμός της δυτικής ανθρωπότητος εις τον ασυγκράτητον και αιώνιον κατήφορόν της από τα ύψη του Χριστού προς τα τάρταρα του Σατανά. Τούτο είναι το αποκορύφωμα της εξισώσεως των ανθρώπων εις την Δύσιν με την παλαιάν ειδωλολατρίαν της Ρώμης και την τωρινήν της Ασίας. Χιλιάδες βιβλία δημοσιεύουν ετησίως ούτοι εις δόξαν των μεγάλων ανδρών και προς έπαινον του πολιτισμού των, και χιλιάδες εφημερίδων εξυπηρετούν καθημερινώς αυτήν την εφήμερον και ψευδή δόξαν και ευρίσκονται εις την υπηρεσίαν του επαίνου των ανθρωπίνων έργων, με το υπερδιωγκωμένον όνομα του πολιτισμού. Δια τούτο τους παρέδωσεν ο Θεός εις αισχράς ηδονάς και πάθη, ώστε να ευρίσκουν την ικανοποίησιν μόνον εις ό,τι είναι επίγειον και όχι ουράνιον, και μόνον εις εκείνο το οποίον προκαλεί εις τον Διάβολον χαράν και γέλωτα, εις δε τους Αγγέλους του Χριστού θρήνον. Αι απολαύσεις των κείνται εις την τέρψιν της σαρκός, εις την αρπαγήν του αλλοτρίου, εις την καταπάτησιν των μικρών και αδυνάτων, εις την αύξησιν των επιγείων αγαθών και την επέκτασιν του κράτους των και της εξουσίας των, εις την πονηράν κατάκτησιν της ξένης πατρίδος, εις τας διασκεδάσεις και τους χορούς, εις την απόρριψιν κάθε θρησκείας ως δεισιδαιμονίας, εις την άρνησιν του Θεού, εις την πλήρη βιολογικήν ζωήν, εις την αναίσχυντον αναγνώρισιν του πιθήκου ως προπάτορος του ανθρώπου, εις τον καταποντισμόν της ανθρωπολογίας εις την ζωολογίαν. Αλλ΄ ερωτάτε: Θα ημπορέση ποτέ η γενεά αύτη, η πλέον πεπλανημένη εις την ιστορίαν, να επιστρέψη προς την αλήθειαν και την τιμιότητα; Θα ημπορέση. Είθε να δώση ο περιφρονημένος Χριστός να γίνη τούτο το δυνατόν γρηγορώτερον. Πότε όμως θα γίνη τούτο; Τούτο μόνον θα γίνη τότε, όταν οι δυτικοί αδελφοί μας θα αρχίσουν να γράφουν χιλιάδας βιβλίων ετησίως εις δόξαν Χριστού του Θεού μας. Και όταν αι χιλιάδες των εφημερίδων των κατ΄ έτος θα γράφουν επαίνους εις τας χριστιανικάς αρετάς και τα χριστιανικά αγαθά έργα, αντί να γράφουν περί εγκλημάτων και βλασφημιών της θείας Μεγαλειότητος και περί του εμπορίου των σαρκικών ενστίκτων. Όταν συντελεσθή η μεταμόρφωσις αύτη, τότε η δυτική αιρετική ανθρωπότης θα φανή ενώπιον των ορατών ουρανών ως λουσμένη, κεκαθαρμένη και ευωδιάζουσα ουράνιον θυμίαμα. Τότε εμείς οι Ορθόδοξοι θα χαιρώμεθα, διότι θα ανακτήσωμε τους επιστραφέντας αδελφούς μας. Τότε οι ειδωλολατρικοί λαοί θα αγαπήσουν τον Χριστόν και θα ζητήσουν να γραφούν εις τα τέκνα Του. Διότι δεν θα τους εμποδίζουν πλέον οι χριστιανικοί λαοί να γίνουν τέκνα του Χριστού. Τότε δεν θα υπάρχη κακία μεταξύ των ανθρώπων, ούτε πόλεμοι μεταξύ των λαών. Αλλά θα υπάρξη η ειρήνη του Χριστού, η υπερβαίνουσα τον νουν, και η δόξα του Χριστού, της οποίας δεν υπάρχει ομοία ούτε εις τον νυν αιώνα ούτε εις την αιωνιότητα.
Ο εμπνευσμένος από τον Θεόν Επίσκοπος ομολογεί την θεανθρωπίνην αλήθειαν όταν λέγει: Η υψίστη ευτυχία δια τους ανθρώπους είναι η φανέρωσις του Θεού εν σαρκί, αλλά και η υψίστη δυστυχία η αποστασία των απ΄ Αυτού του Θεού και η επιστροφή εις την υπηρεσίαν του Σατανά. Η δυστυχία αυτή έχει την αρχήν της εις τους δυτικούς μη ορθόδοξους λαούς και μάλιστα δια δύο λόγους. Η πρώτη αιτία είναι το μίσος εναντίον του αιρετικού ιερατείου, η δε Δευτέρα, το μίσος εναντίον των Εβραίων. Αμφότερα τα μίση εφύτρωσαν εις την καρδίαν της δυτικής ανθρωπότητος από το αυτό σπέρμα. Το δε σπέρμα τούτο είναι η προσπάθεια τόσον του χριστιανικού κλήρου, όσον και των Εβραίων να κυριαρχήσουν πλήρως εις την ζωήν του λαού και του κράτους εις όλας τας κατευθύνσεις. Το μίσος κατά τοιούτου κλήρου μετεβλήθη εις μίσος κατά της Εκκλησίας, το δε μίσος κατά των Εβραίων συμπεριέλαβε και τον Κύριον Ιησούν ως δήθεν Εβραίον. Εις την πραγματικότητα ο Χριστός ήτο Εβραίος κατά την μητέρα και τον λαόν εις τον οποίον το πρώτον εφάνη. Εν τούτοις ο ίδιος αυτός λαός πρώτος Τον απέρριψε και με φρικτόν θάνατον Τον εθανάτωσε. Τι, λοιπόν; Εάν τις είναι κατά των Εβραίων, πως δύναται να είναι κατά του Χριστού, εναντίον του Οποίου οι Εβραίοι πολεμούν ήδη δύο χιλιάδες χρόνια; Αλλ΄ όπου καρφωθούν οι όνυχες του Σατανά, εκεί δεν υπάρχει λογική. Καθοδηγούμενοι από το μίσος κατά του κλήρου και τν Εβραίων, οι δυτικοί λαοί απέρριπτον βαθμιαίως τον Χριστόν, έως ότου τελευταίως Τον απέκλεισαν από όλους τους τομείς και τα ιδρύματα του λαού και του κράτους και περιώρισαν την παραμονήν Του μόνον εις τους ναούς. Από Εκείνον ο οποίος μετά την ένδοξον ανάστασίν Του από τον τάφον είπεν: «εδόθη μοι πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γης» (Ματθ. 28,18), από Αυτόν οι τυφλωμένοι άνθρωποι αφήρεσαν πάσαν εξουσίαν. Και όχι μόνον τούτο, αλλά και κάθε επιρροήν επί της γης, εις το σχολείον, εις την κοινωνίαν, εις την πολιτικήν, εις την τέχνην, εις τας σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων και τας διεθνείς σχέσεις, εις την επιστήμην, εις την λογοτεχνίαν και εις όλα τα άλλα. Ο Θεός όμως δεν μυκτηρίζεται. Οσάκις που οι άνθρωποι ως φιλοξενούμενοι θα γίνουν υπερβαλλόντως αναιδείς εις την τράπεζαν του Θεού, πρέπει να έλθη η προειδοποίησις εκ μέρους του οικοδεσπότου. Δύο φοβεραί προειδοποιήσεις του Θεού εις την σημερινήν γενεάν είναι οι δύο τελευταίοι παγκόσμιοι πόλεμοι, εις διάστημα είκοσιν ετών. Ας γονατίσουν οι χριστιανικοί λαοί ενώπιον του προσβεβλημένου Χριστού και ας επιστρέψουν εις Αυτόν εκείνην την εξουσίαν, την τιμήν και την δόξαν και το σέβας, τα οποία μόνον εις Αυτόν ανήκουν. Ούτω να πράττετε και σεις, οι Ορθόδοξοι αδελφοί μου, εάν θέλετε να φυλαχθήτε από τον τρίτον παγκόσμιον πόλεμον, τον φοβερώτερον και από τους δύο προηγουμένους.