Επιστολή 26η
Αθήναι τη 13 Μαρτίου 1907
Θυγάτηρ εν Κυρίω αγαπητή Οσία Ξένη, εύχομαί σοι πατρικώς.
Έλαβον την από 8 Μαρτίου αριθμ. 8 επιστολήν σας και μετά προσοχής ανέγνων, αλλά ένα πράγμα δεν είδον, το πώς έχετε άπασαι εις την υγείαν σας. Επιθυμώ να γνωρίζω τα περί της υγεία σας. Η Ειρήνη πως έχει και τι έχει, και εάν ανέρωσεν; Η Μαρία και η Μαργαρίτα πως έχουσι, πως διήλθον με τον χειμώνα, η Μαργαρίτα ενεδυναμώθη ολίγον, μήπως έχουν ανάγκην φαρμάκου; Να μοι γράψητε να ταις στείλω. Η δε Ακακία πως έχει; Δεν μοι γράφεις τίποτε, αλλά ούτε περί σεαυτής ουδέν μοι γράφεις. Επιθυμώ να μάθω τα περί της υγείας σου πως έχει, και αν ενεδυναμώθη, και αν σε πέρασαν οι κεφαλόπονοι, και εάν δεν ήρχισες να αισθάνεσαι εξάντλησιν και ενόχλησιν. Σε έγραψα να διέλθητε με σύνεσιν την Αγ. Τεσσαρακοστήν, η εντολή μου αύτη αναθέτει εις σε τον διακανονισμόν και των αναγνωσμάτων των προσευχών και των της διαίτης, αλλά ταύτα πάντα να τα εφαρμόσης προ πάντων εις τον εαυτόν σου, τούτο σε το λέγω, διότι ηννόησα, ότι πρώτη συ πάντων έχεις ανάγκην καλής διαίτης, το οποίον έχεις ανάγκην και να σε το λέγουσιν οι άλλοι, διότι αγνοώ πως συμβαίνει και περί σεαυτής μόνης πλανάσαι και αγνοείς πως έχεις, και πως ευρίσκεσαι, και δια τούτο έχεις ανάγκην διδασκαλίας και προτροπής. Θέλω λοιπόν να κάμης το εξής, να ερωτήσης κατ΄ εντολήν μου όλας τας αδελφάς πως έχεις εις την υγείαν σου και τι φρονούσι περί της διαιτητικής σου, έχεις και συ ανάγκην της εφαρμογής της διαίτης, της εφαρμοζομένης υπό σου προς τας ασθενούσας ή ου και εάν μεν αδελφαί, αίτινες σε βλέπουσι και κατανοούσι την ανάγκην του ποιού της διαίτης, σε είπωσιν ότι σε επιβάλλεται ν΄ ακολουθήσης και συ την δίαιταν των ασθενουσών, να υποταγής τη κρίσει των αδελφών, ήτινι και εγώ συντάσσομαι, εάν όμως σε είπωσιν, ότι δεν έχεις ανάγκην της διαίτης των ασθενουσών, τότε πάλιν με την ευχήν μου διαιτού ως αι υγιαίνουσαι. Πρέπει δε να γνωρίσης, ότι όταν συ υγιαίνης, υγιαίνουσι και αι αδελφαί και αυταί έτι αι πάσχουσαι, και όταν συ πάσχης, τότε πάσχουσι και αι υγιαίνουσαι. Αυτό αξιώ να το εντυπώσης καλά εις τον νουν σου. Και ου μόνον τούτο. Γνώρισον ότι η ευθυμία σου φαιδρύνει τα πρόσωπα των αδελφών και καθιστά την μονήν παράδεισον, η δε δυσθυμία σου και η σκυθρωπότης σου μεταδίδεται και εις τας αδελφάς και φυγαδεύεται εκ του παραδείσου η ευφροσύνη. Μάθε ότι από σε εξαρτάται η των αδελφών χαρά και ευφροσύνη και έχεις καθήκον να συντηρής ταύτην εις τας καρδίας αυτών. Τούτο να πράττης και βιάζουσα πολλάκις σεαυτήν. Σε συμβουλεύω να μη παραδίδησαι εις ρέμβην θλίψεως, διότι τούτο πλήττει μεγάλως τας καρδίας των αδελφών. Ο μισθός σου θα είναι μέγας, εάν γίνησαι ταις αδελφαίς ευφροσύνης πρόξενος. Τούτο σοι το συμβουλεύω, διότι και εγώ τούτο έχω ως αρχήν εν τω βίω μου. Τούτο θέλω να έχωσιν ως αρχήν και αι μαθήτριαί μου. Όταν ευφραίνης την καρδίαν του πλησίον σου, πολλώ μάλλον της αδελφής, της στερηθείσης των πάντων και απεκδεχομένης παρά σου μόνης πνευματικήν ευφροσύνην, τότε έσο βεβαία, ότι ευαρεστείς τω Θεώ, πολλώ μάλλον ή εάν μακράς ποιής προσευχάς και μεγάλας νηστείας. Γνώρισε ότι η θέσις σου ήδη είναι θέσις πνευματικής Μητρός. Ήδη δεν είσαι η Χρυσάνθη, ήτις ηδύνατο να κάμνη ό,τι θέλει, ήδη εάν εκπληροίς ακριβώς τα προς τας αδελφάς σου ηθικά καθήκοντα, εκπληροίς και τα προς τον Θεόν, εν ταύτα παραλείπης δήθεν υπέρ εκείνων, μάθε ότι ούτε εκείνά εισι δεκτά παρά τω Θεώ. Η προϊσταμένη μονής ζη ουχί δι΄ εαυτήν, αλλά δια την αδελφότητα και ζώσα δια την αδελφότητα, ζη δια τον Θεόν, ο δε Θεός αποδέχεται αυτήν την ζωήν, ως θυσίαν ευπρόσδεκτον. Ταύτα φαίνεται σοι τα γράφω κατά τινα μυστικήν φωνήν, ήτις εκίνησε και την χείρα μου, διότι εγώ περί άλλων προετιθέμην να σοι γράψω δύο λόγους και ήδη επλήρωσα τέσσαρας σελίδας. Περατώσας την καθ΄ υπαγόρευσιν γραφήν, ως μοι φαίνεται, έρχομαι ήδη ν΄ απαντήσω εις την επιστολήν σου. Αι ακολουθίαι είναι καλαί και εύχομαι ο Θεός να σας ενδυναμοί, αλλά μήπως κουράζονται αι αδελφαί; Μήπως εξαντλούνται; Εάν ίδης ότι εξασθενείσθε, να ολιγοστεύσωσί τινα. Εάν καμμία των νεωτέρων πεινά το εσπέρας, δύναται να λαμβάνη ολίγον άρτον και ύδωρ, επειδή ευρίσκονται εις την ανάπτυξιν των και δεν πρέπει να αποστερώνται τα αναγκαία προς διατροφήν και παροχήν των επιτηδείων εις το αναπτυσσόμενον σώμα, όπως μη βλαβή. Όταν παρέλθη ο χρόνος της αναπτύξεως, τότε δύνανται να νηστεύωσι και να τρώγωσιν άπαξ της ημέρας. Ο γυναικείος οργανισμός επλάσθη, ίνα έχη πλειόνων ανάγκην, διότι προωρίσθη δια μεγαλυτέρας εξαντλήσεις, δια τούτο αι γυναίκες, αι θέλουσαι να μιμηθώσι κατά την δίαιταν τους άνδρας, εξαντλούνται ταχέως, η γυνή έχει φυσιολογικώς ανάγκην και πλείονος τροφής και πλείονος ύπνου. Να ενθυμήσθε, ότι είσθε γυναίκες και μη αμιλλάσθε προς τους άνδρας. Υπόδειγμα να έχητε τας γυναίκας πάντοτε και τούτων ουχί ευθύς όλον το πολίτευμα, διότι τούτο δέον εστί να διακριθή εις το της ασκήσεως, και εις το της ηθικής τελειότητος. Όταν βλέπητε πολλήν άσκησιν, να γνωρίζητε, ότι υπάρχει μεγάλη ηθική αρετή, ήτις υποστηρίζει την άσκησιν του σώματος, διότι πρέπει να γνωρίσωμεν καλώς, ότι η δύναμις της ψυχής ενισχύει και υποστηρίζει το σώμα εις τους αγώνας. Άνευ ψυχικού σθένους αι μεγάλαι ασκήσεις εισίν αδύνατοι, και εάν τις τολμηρός αναλάβη μεγάλας ασκήσεις πριν ή σθενώση δια ηθικών αρετών την ψυχήν του, ο τοιούτος θα πλανηθή και θα εκπέση. Δια τούτο, αξιώ, επιθυμώ, επιποθώ, να βαδίζητε την οδόν της συνέσεως εν πάσι, πολιτευόμεναι κατά τε τας απαιτήσεις του πολιτεύματός σας και κατά τας απαιτήσεις της συντηρήσεως του σώματός σας και της υγείας σας και να ζητήτε την ηθικήν σας τελείωσιν. Επιθυμώ να ενισχυθήτε εις την αρετήν τοσούτον, ώστε να δύνασθε, να λέγητε και να το αισθάνησθε: «ζω ουκ έτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός». Όταν τούτο κατορθώσητε, τότε ζητήσατε ν΄ αποκτήσητε και άλλας αρετάς, αλλά πρωτίστως ταύτην, διότι άνευ αυτής ουδέν ποιείτε. Και μηδεμία να πλανηθή, νομίζουσα, ότι αι προσευχαί και αι δεήσεις θα αγάγωσιν αυτήν εις την τελειότητα, απατάται, διότι εις τελείωσιν άγει ο εν ημίν ενοικών Κύριος. Ου το θέλημα ποιούμεν, Όστις λέγει, ότι ενοικεί και εμπεριπατεί εν ημίν, όταν τας εντολάς Αυτού ποιώμεν, μία δε και πρώτη εντολή είναι, να γίνητε και εν ημίν το θέλημα ουχί το ημέτερον, αλλά του Θεού, να γίνηται δε με τοιαύτην τελειότητα, ως γίνεται εν ουρανώ υπό των αγίων αγγέλων και να δυνάμεθα να λέγωμεν «Κύριε! Ουχ ως εγώ θέλω, αλλ΄ ως Συ, γενηθήτω το θέλημά Σου, ως εν ουρανώ και επί της γης», άνευ του εν ημίν Χριστού αι προσευχαί και αι δεήσεις αποπλανώσιν. Ταύτα λέγω, δια να δείξω υμίν που πρέπει να στραφήτε και τι να επιζητήτε, όπως φθάσητε ασφαλώς εις το επιζητούμενον τέλος. Αγωνίζεσθε προ πάντων εις το να ταπεινώσητε τον εγωϊσμόν σας. Αύτη είναι η αρχή της αυταπαρνήσεως και της επικρατήσεως εν υμίν του θείου θελήματος. Εύχομαι πάσαι να κατισχύσητε εν τω κατά του εγωϊσμού αγώνι, ο οποίος είναι ο κρατερός, διότι ομοιάζει την πολυκέφαλον Ύδραν, της οποίας όταν κόψης μίαν κεφαλήν, φύεται ετέρα υπό άλλην μορφήν και άλλον χαρακτήρα. Δια τούτο εν ω κατορθούμεν και αφίνωμεν τον κόσμον και τα του κόσμου και αρνούμεθα τω σώματι πάσαν απόλαυσιν και ταλαιπωρούμεν αυτό, ίνα μη ποιήσωμεν το θέλημα αυτού, βλέπομεν εξαίφνης να παρουσιάζηται ως ψυχική νόσος και συνηθέστατα μεν ως απείθεια, παρακοή, ως σύνεσις, ως γνώσις, ως φρόνησις, ως αυταρέσκεια, ως μεμψιμοιρία και τι πρώτον να αριθμήσω, υφ΄ όλας ταύτας τας μορφάς υποκρύπτεται η ασχημία του εγωϊσμού. Εξετάσατε ολίγον μίαν εκάστην εξ αυτών και θέλετε ανακαλύψητε την δυσειδή μορφήν του, σπανιώτερον δε παρουσιάζεται, ως απαίτησις, ως αξίωσις, ως δικαίωμα, ως επιθυμία και σπανιώτατα ως κενοδοξία, φιλοδοξία και τα λοιπά. Όλα ταύτά εισι ποικίλαι μορφαί του εγωϊσμού. Ήδη εκάστη εξ υμών ας εξετάση εαυτήν και αν ίδη, ότι έχει τι εξ αυτών, να φροντίση να το ξερριζώση, ίνα μη φθάση εις μεγαλύτερα πάθη και χάση τους κόπους της και εργασθή εις μάτην. Επιθυμώ επίτηδες να δοκιμάζης ενίοτε τας αδελφάς, όπως επιγινώσκης τον βαθμόν της αυταπαρνήσεώς των και τον βαθμόν της επικρατήσεώς των εν τω κατά του εγωϊσμού αγώνι. Επιθυμώ να γνωρίσωσιν αι αδελφαί, ότι αύτη είναι η πρώτη βαθμίς της αρετής και άνευ ταύτης ουδέν αγαθόν, άνευ της νίκης ταύτης δεν στεφανούνται. Εύχομαι να μάθω, ότι άπασαι αι αδελφαί έλαβον εν τω αγώνι τον στέφανον της νίκης κατά του εγωϊσμού. Ταύτα έγραψα προς καρποφορίαν των αγώνων σας…..
…. Δεν μοι εγράψατε εάν η Ελένη η Ζερβουλάκου σας έφερεν ύμνους Τριαδικούς. Τη έστειλα αρκετούς, εις εμέ πολύ αρέσουν, όταν τους ψάλλω. Τους Κανόνας της Παρακλητικής, τους αναστασίμους, τους σταυρωσίμους και τους κατανυκτικούς, τους ενέτεινα εις μέτρα και έγιναν ωραίοι, εν πολλοίς εγένοντο αγνώριστοι. Εγένοντο, ως μοι φαίνεται, και ως και ο Κύριος Καρβούνης, εις τον οποίον το εσπέρας τους ανεγίνωσκον λέγει, εγένοντο πολύ ωραίοι. Τη έγραψα, όταν τους αντιγράψη να σας τους στείλη, να τους έχητε. Περί αυτών σας έγραψα και εις την προηγουμένην επιστολήν μου, αλλά δεν μοι εγράψατε.
Καταπαύων εύχομαι υμίν τα άριστα.
Ο Πνευματικός Πατήρ σας
+Ο Πενταπόλεως Νεκτάριος.