Καιρός όμως να ασχοληθώμεν με το πρόσωπον και το έργον του αγίου Συμεών του
Νέου Θεολόγου. Ο Πατήρ εις τα γραπτά του προσπαθεί να εκφράση την δια πλουσίου
θείου έρωτος φορτισμένην καρδίαν του και όλην την βιωματικήν πείραν του
εμμέτρως. Καταφεύγει εις την ποίησιν, εις τον χώρον της οποίας δύναται να δρα
και να κινήται ελευθέρως. Εις τους στίχους του ας μη αναζητήσωμεν ούτε τον
ρεμβώδη και μυστικοπαθή ρωμαντισμόν ούτε τον ταυτιζόμενον με την φύσιν
ρεαλισμόν. Ο ποιητής εκφράζει μεν χαρακτηριστικάς ερωτικάς του καταστάσεις,
αλλά αύται είναι απηλλαγμέναι, ως αγιοπνευματικαί, συναισθηματικών εξάρσεων, ως
το τοιούτον παρατηρείται εις τον λυρισμόν. Εννοείται δε ότι μία τοιαύτη ποίησις
ευρισκομένη πέραν των κοινών ανθρωπίνων εμπειριών δεν έχει τίποτε το τεχνικόν. Διο
και η υπερκοσμία ποίησις του Πατρός καθώς και κάθε άλλο ορθόδοξον και πυρετώδες
μυστικόν κείμενον στερείται ύφους. Δικαίως λοιπόν δυνάμεθα να καυχηθώμεν δια
τον άγιον Πατέρα ότι αποτελεί δια την Εκκλησίαν μας σημαντικώτατον κεφάλαιον.
Ουδείς ψευδομύστης ουδεμιάς ψευδοθρησκείας, ουδέ ψευδομυστικός ουδενός νοσηρού
μυστικισμού, ούτε φιλόσοφος ουδεμιάς φιλοσοφίας, ουδέ καλλιτέχνης ουδεμιάς
τέχνης εγνώρισεν, ουδέ ήτο δυνατόν, τόσον βαθέα, εναργή και πλούσια εις πόθον
ερωτικά εν αγίω Πνεύματι βιώματα ελεύθερα πάσης γεώδους αισθήσεως ως ο Νέος
Θεολόγος. Το περιεχόμενον της ποιήσεως του Πατρός αποτελεί όντως την
συνισταμένην όλων των θεωριών και εμπειριών του μυστικού βίου των Ορθοδόξων
Πατέρων. Είναι επομένως μέγιστον λάθος, αλλά και φοβερά βλασφημία, να αποδίδεται
νοσηρότης εις το μυστικόν έργον του Πατρός. Είναι εντελώς αδύνατον εις ένα
ορθολογιστήν και εγκεφαλικόν άνθρωπον, αμέτοχον της ενεργείας των θείων ερώτων,
να εισέλθη εις τα άγια των αγίων της θεωρίας και της ενώσεως μετά του Θεού. Τας
εις τα ύψη πτήσεις του αετού δεν δύναται να γνωρίση ο πετεινός, παρά την
πεποίθησίν του ότι αποτελεί το σύμβολον δυνάμεως εντός του ορνιθώνος του, καθώς
λέγει ο στάρετς Σιλουανός. Η προσπάθεια ερμηνείας των ουρανίων δια των γεηρών
μαρτυρεί άγνοιαν, τύφλωσιν, θρασύτητα.
Β' Επιστολή για την Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως Ναυπάκτου -- Μοναχού π. Θεοκλήτου Διονυσιάτου
Στο 91ο τεύχος, Σεπτεμβρίου 2003, είχαμε δημοσιεύσει την ανοικτή
επιστολή του Οσιολογιωτάτου Αγιορείτου Μοναχού π. Θεοκλήτου, στην οποία
εντόπιζε τα βασικά αίτια της αντιεκκλησιαστικής τακτικής της Ιεράς Μονής
Μεταμορφώσεως και του Ηγουμένου αυτής.
Η επιστολή εκείνη, απ’ ό,τι φαίνεται από τα γραφόμενα του π. Θεοκλήτου,
προκάλεσε μιάν απάντηση από ορισμένους Ναυπακτίους, οι οποίοι προσπάθησαν να
υπερασπιστούν την Μονή.
Έτσι, ο π. Θεόκλητος αναγκάστηκε να στείλη μια δεύτερη επιστολή, την οποία
επιγράφει “Απάντηση προς Ναυπακτίους επιστολογράφους”.
Την επιστολή αυτή δημοσιεύουμε εν συνεχεία.
* * *
Εάν οι δύο επιστολές, των εν Χριστώ αδελφών Ναυπακτίων, δεν εξέφραζαν και
τις ίδιες αντιρρήσεις “πολλών Ναυπακτίων Χριστιανών”, ίσως να μη έγραφα την
απάντησή μου στην φιλόξενη “Παρέμβαση”, αλλά θα περιοριζόμουν σε δύο επιστολές
προσωπικές. Αναχωρώντας, λοιπόν, από τις “αντιρρήσεις των πολλών....” στο
δημοσίευμά μου στο ίδιον Περιοδικόν, περί του Μοναστηρίου της Μεταμορφώσεως και
των χρονίων τριβών μεταξύ των διαδεχομένων Επισκόπων και του ηγουμένου π.
Σπυρίδωνος, είμαι υποχρεωμένος να επαναλάβω τα εξής:
1) Δεν θα επενέβαινα, για δεύτερη φορά, στις μεταξύ του Μητροπολίτου και
του ηγουμένου αντιλογίες, αν δεν με τρόμαζεν η εκφρασθείσα αγανάκτηση του
Σεβασμιωτάτου κατά του π. Σπυρίδωνος. Γνωρίζοντας δε την δύναμη και τις
συνέπειες της δικαίας οργής του Αρχιερέως, έσπευσα να συστήσω στους συμπολίτες
μου Ναυπακτίους τον κίνδυνον, που διατρέχουν υποστηρίζοντες τις παρά τους Ι.
Κανόνες, ενέργειες και πράξεις του ηγουμένου, όσον και αν φαίνονται στους
αγνοούντες καλές.
O Συναξαριστής της ημέρας.
Δευτέρα, 20 Ιουνίου 2016
ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ. Μεθοδίου ιερομάρτυρος, επισκόπου Πατάρων.
«....Καὶ εἰς τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον, τὸ κύριον καὶ ζωοποιόν,
τὸ ἐκ τοῦ πατρὸς ἐκπορευόμενον, τὸ σὺν πατρὶ καὶ υἱῷ συμπροσκυνούμενον καὶ
συνδοξαζόμενον, τὸ λαλῆσαν διὰ τῶν προφητῶν....»
Τὴν Δευτέρα μετὰ τὴν Πεντηκοστή, ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει
τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι τὸ τρίτο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, τὸ
ὁποῖο ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ Πατρός. Εἶναι ὁμοούσιο μὲ τὰ πρόσωπα τοῦ Πατρὸς καὶ
τοῦ Υἱοῦ καὶ κατὰ τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως «συνπροσκυνεῖται καὶ συνδοξάζεται» μὲ τὸν Πατέρα καὶ μὲ τὸν Υἱό, ἴσο κατὰ τὴ λατρεία
καὶ τὴν τιμή.
Τὰ
χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος
Η αποστασία από τον Θεόν καθίσταται γενική.
Τριάντα χρόνια προ της πτώσεως του Βυζαντίου, ο μέγας μοναχός της Μονής του Στουδίου Ιωσήφ ο Βρυέννιος, εκήρυττεν εις το παλάτι και εις τον κόσμον ότι η υποδούλωσις εις τους Τούρκους είναι αναπόφευκτος δια τον αμαρτωλόν βίον των Βυζαντινών, από του Βασιλέως και του Πατριάρχου μέχρι του τελευταίου πολίτου και του εσχάτου Μοναχού. Και το Βυζάντιον έπεσε και υπεδουλώθη 400 χρόνια. Και αι οιμωγαί υψώθησαν μέχρις ουρανού… Έδωκεν ο Θεός και ηλευθερώθημεν. Αλλά πάλιν η αμαρτία κατέκλυσε παν το Ελληνικόν και εφθάσαμεν σήμερον εις το απελπιστικώτερον αδιέξοδον, που εγνώρισε ποτέ ο Ελληνισμός, και κατηντήσαμεν «ονειδισμός και χλευασμός τοις κύκλω ημών». Και διατί όλα αυτά; Διατί αι συνεχιζόμεναι συμφοραί του Έθνους; Δια να συνέλθωμεν από την αμαρτωλόν νάρκην, άρχοντες και αρχόμενοι, Επίσκοποι και Μοναχοί. Διότι η αμαρτία επλεόνασεν. Η αποστασία από τον Θεόν καθίσταται γενική. Οι Ιεράρχαι μας ερωτοτροπούν με τους αιρετικούς από μίαν κακώς εννοουμένην αγάπην και από την φενάκην ότι θα μας βοηθήσουν οι Παπικοί. Ολόκληρος η Ελλάς φλέγεται από την αμαρτίαν, την αθεϊαν, τον οικουμενισμόν, τον μασσωνισμόν, τας αιρέσεις. Πως λοιπόν αυτός ο δυστυχής λαός θα ίδη ειρήνην και ευτυχίαν; Και πώς να μη έρχεται η οργή του Θεού; Εάν θα ημπορούσαμεν να ίδωμεν με πνευματικά μάτια τους εξωτερικώς λαμπρούς φαινομένους Χριστιανούς μας, δεν θα εβλέπαμεν ειμή αθλίους, ρακενδύτους και καταπληγωμένας ψυχάς από την αμαρτίαν, την απιστίαν και τας αιρέσεις. Θα εβλέπαμεν ανθρώπους δίχως πνεύμα. Και ο πρώτος δι΄ ύδατος κατακλυσμός εγένετο με το αιτιολογικόν: «δια το είναι αυτούς σάρκας». Ας φοβηθώμεν τον δεύτερον κατακλυσμόν, τον δια πυρός, ως λέγει ο Απόστολος Πέτρος, κατά τον οποίον «ουρανοί πυρούμενοι λυθήσονται και στοιχεία καυσούμενα τήκεται!»….
Άγιον Πνεύμα και Εκκλησία στην Πατερική Παράδοση -- Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήση
Εκ του βιβλίου:
1.Η εκτός της Εκκλησίας δράσις του Αγίου
Πνεύματος.
α'. Άγιον Πνεύμα και Εκκλησία.
Η ζωή και η ύπαρξις της Εκκλησίας συνδέονται στενώτατα προς την εν αυτή παρουσίαν του Αγίου Πνεύματος. Η Πεντηκοστή, κατά την οποίαν απεστάλη το Άγιον Πνεύμα εις τους αποστόλους, ίνα μένη εις τον αιώνα μετ' αυτών και οδηγή αυτούς εις πάσαν την αλήθειαν, αποτελεί την γενέθλιον της Εκκλησίας ημέραν· "ει μη Πνεύμα παρήν, ουκ αν συνέστη η Εκκλησία, ει δε συνίσταται η Εκκλησία, εύδηλον ότι το Πνεύμα πάρεστιν", παρατηρεί ο ιερός Χρυσόστομος εις ομιλίαν του εις την Πεντηκοστήν[1]. Η εσωτέρα υφή και δομή της Εκκλησίας, η όλη υπόστασις αυτής είναι πνευματική.
Ως προς την ιδιαιτέραν θέσιν, ην εν τη Εκκλησία έχουν ο Χριστός και το Άγιον Πνεύμα, διδάσκεται υπό των Πατέρων και υπό νεωτέρων περί Εκκλησίας και Πνεύματος καθορισμών ότι ο Χριστός αποτελεί την κεφαλήν, το δε Άγιον Πνεύμα την ψυχήν της Εκκλησίας, την ζωοποιούσαν το σώμα αυτής και συνδέουσαν τα μέλη προς την κεφαλήν και προς άλληλα[2].
Ιδιάζουσα ενέργεια του Πνεύματος εν τη Εκκλησία είναι η συνέχισις του απολυτρωτικού έργου του Κυρίου και η εις έκαστον των μελών αυτής μετάδοσις των καρπών της απολυτρώσεως. Άνευ της δράσεως του Αγίου Πνεύματος εν τη Εκκλησία η υπό του Χριστού πρόσληψις της ανθρωπίνης φύσεως, η αποκάθαρσις, η αφθαρτοποίησις και η θέωσις αυτής θα παρέμενον ψιλόν επίτευγμα άνευ σωτηριώδους αντικρύσματος ή, διά να χρησιμοποιήσωμεν άριστα εν προκειμένω αρμόζουσαν συνήθη φράσιν, θα παρέμενον "δώρον άδωρον". Η διά του Χριστού επιτευχθείσα νίκη κατά του θανάτου και της αμαρτίας θα παρέμενεν απρόσιτον διά τον ασθενή άνθρωπον κατόρθωμα, εάν δεν διηγείρετο και δεν ενεδυναμούτο υπό του Πνεύματος. Αυτήν την έννοιαν έχει και ο αποκλεισμός της δυνατότητος της σωτηρίας εκτός της Εκκλησίας, το exrta ecclesiam nulla salus, ιδέα αναπτυχθείσα υπό πολλών Πατέρων και εκκλησιαστικών συγγραφέων. Χαρακτηριστικώς αναφέρομεν την γνώμην του Ωριγένους παρατηρούντος ότι αφ' εαυτού, άνευ της ενεργείας των αγιαστικών της Εκκλησίας μέσων, ουδείς σώζεται, αλλά περιπίπτει εις τον θάνατον[3].
α'. Άγιον Πνεύμα και Εκκλησία.
Η ζωή και η ύπαρξις της Εκκλησίας συνδέονται στενώτατα προς την εν αυτή παρουσίαν του Αγίου Πνεύματος. Η Πεντηκοστή, κατά την οποίαν απεστάλη το Άγιον Πνεύμα εις τους αποστόλους, ίνα μένη εις τον αιώνα μετ' αυτών και οδηγή αυτούς εις πάσαν την αλήθειαν, αποτελεί την γενέθλιον της Εκκλησίας ημέραν· "ει μη Πνεύμα παρήν, ουκ αν συνέστη η Εκκλησία, ει δε συνίσταται η Εκκλησία, εύδηλον ότι το Πνεύμα πάρεστιν", παρατηρεί ο ιερός Χρυσόστομος εις ομιλίαν του εις την Πεντηκοστήν[1]. Η εσωτέρα υφή και δομή της Εκκλησίας, η όλη υπόστασις αυτής είναι πνευματική.
Ως προς την ιδιαιτέραν θέσιν, ην εν τη Εκκλησία έχουν ο Χριστός και το Άγιον Πνεύμα, διδάσκεται υπό των Πατέρων και υπό νεωτέρων περί Εκκλησίας και Πνεύματος καθορισμών ότι ο Χριστός αποτελεί την κεφαλήν, το δε Άγιον Πνεύμα την ψυχήν της Εκκλησίας, την ζωοποιούσαν το σώμα αυτής και συνδέουσαν τα μέλη προς την κεφαλήν και προς άλληλα[2].
Ιδιάζουσα ενέργεια του Πνεύματος εν τη Εκκλησία είναι η συνέχισις του απολυτρωτικού έργου του Κυρίου και η εις έκαστον των μελών αυτής μετάδοσις των καρπών της απολυτρώσεως. Άνευ της δράσεως του Αγίου Πνεύματος εν τη Εκκλησία η υπό του Χριστού πρόσληψις της ανθρωπίνης φύσεως, η αποκάθαρσις, η αφθαρτοποίησις και η θέωσις αυτής θα παρέμενον ψιλόν επίτευγμα άνευ σωτηριώδους αντικρύσματος ή, διά να χρησιμοποιήσωμεν άριστα εν προκειμένω αρμόζουσαν συνήθη φράσιν, θα παρέμενον "δώρον άδωρον". Η διά του Χριστού επιτευχθείσα νίκη κατά του θανάτου και της αμαρτίας θα παρέμενεν απρόσιτον διά τον ασθενή άνθρωπον κατόρθωμα, εάν δεν διηγείρετο και δεν ενεδυναμούτο υπό του Πνεύματος. Αυτήν την έννοιαν έχει και ο αποκλεισμός της δυνατότητος της σωτηρίας εκτός της Εκκλησίας, το exrta ecclesiam nulla salus, ιδέα αναπτυχθείσα υπό πολλών Πατέρων και εκκλησιαστικών συγγραφέων. Χαρακτηριστικώς αναφέρομεν την γνώμην του Ωριγένους παρατηρούντος ότι αφ' εαυτού, άνευ της ενεργείας των αγιαστικών της Εκκλησίας μέσων, ουδείς σώζεται, αλλά περιπίπτει εις τον θάνατον[3].
Αυτός σήμερα, εγώ αύριο
Το γεροντικό αναφέρει ότι:
«Ένας από τους πατέρες, βλέποντας κάποιον να
αμαρτάνει, έκλαψε πικρά και είπε: Αυτός σήμερα, εγώ αύριο».
ΑΘΕΪΑ, Η ΣΙΩΠΗ ΔΙΑ ΤΗΝ ΠΙΣΤΙΝ -- Τοῦ αείμνηστου Στεργίου Σάκκου, Ὁμοτ. Καθηγητοῦ Α.Π.Θ.
Εἶναι γεγονός ὅτι ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος
δέν πολυενδιαφέρεται γιά τά πνευματικά καί μάλιστα γιά τά δογματικά θέματα, πού
ἀποτελοῦν τό θεμέλιο καί τήν πηγή τῆς πνευματικῆς ζωῆς καί τῆς σωτηρίας. Ἡ
σημερινή κουλτούρα καί γενικότερα ἡ περιρρέουσα ἀτμόσφαιρα ὄχι μόνο εὐνοεῖ μιά
τέτοια νοοτροπία ἀλλά καί ἐξωθεῖ σʼ αὐτήν. Ἄλλωστε τό στίγμα τοῦ
«φονταμενταλισμοῦ» καί ἡ μομφή τῆς
μισαλλοδοξίας συνοδεύουν ἀνεξέλεγκτα κάθε προσπάθεια γιά τήν διατήρηση τῶν
παραδεδομένων ἀξιῶν, πού ἀποτελοῦν τά θεμέλια τοῦ πολιτισμοῦ καί τῆς
πνευματικῆς μας οἰκοδομῆς.
Κάτω ἀπό ὅλες αὐτές τίς ἔμμεσες πιέσεις
ὁ σημερινός ὀρθόδοξος χριστιανός ἀβασάνιστα ἀποδέχεται τά δελεαστικά κηρύγματα
Οἰκουμενισμοῦ, αὐτοῦ τοῦ ὁδοστρωτήρα καί ἰσοπεδωτῆ τῶν δογμάτων, καί περνᾶ στά
«ψιλά γράμματα» τίς δογματικές διαφορές. Ὡστόσο, εἶναι λάθος καί παράπτωμα
πνευματικό νά ἀδιαφοροῦμε γιά τά δόγματα· νά τά θεωροῦμε σχολαστική ἐνασχόληση τῶν
θεολόγων, ἀνούσιο καί ἐνοχλητικό πονοκέφαλο γιά μᾶς τους «ἁπλούς χριστιανούς».
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)