1.Οἱ σχέσεις ἐξουσίας κάθε μορφῆς εἶναι πάντα κεντρικὸ πρόβλημα τῆς κοινωνίας, στὸ ὁποῖο ἐμπλέκεται ἀπὸ τὰ ἴδια τὰ πράγματα ὁ χῶρος τῆς Θρησκείας. Μολονότι ὁ Χριστιανισμὸς στὴν αὐθεντικὴ του ἔκφραση δὲν εἶναι θρήσκευμα – ἁπλὴ δηλαδὴ Ἱστορικὴ πραγμάτωση τοῦ φαινομένου τῆς θρησκείας, ἀλλὰ «ὁδός» (Πράξ. 9, 20), τρόπος δηλαδὴ ὑπάρξεως, ποὺ ὁδηγεῖ στὴ «θέωση», ὅπως νοεῖται χριστιανικὰ ἡ σωτηρία, ἡ διαπλοκὴ του μέ τὶς δομὲς τοῦ κόσμου εἰσήγαγε στὴν ὀργάνωσὴ του καὶ τὴν ἔννοια τῆς ἐξουσίας. Στὴν Ἐκκλησία, ὡς Σῶμα Χριστοῦ, ἀναγνωρίζεται ὁ θεόσδοτος χαρακτήρας τῆς ἐξουσίας, «ἵνα μὴ ὁ κόσμος εἰς ἀκοσμίαν ἐμπέσῃ» (Ἰσίδωρος Πηλουσιώτης, 5ος αἰ. Ε.Π. 78, 657), ἐλέγχεται ὅμως συχνὰ ἡ πτωτικὴ κατανόηση καὶ χρήση της. Γι᾽αὐτὸ ὑπογραμμίζεται ἡ σχετικότητα καὶ ὁ πνευματικός της χαραχτήρας γιὰ τὴν Ἐκκλησία (πρβλ. Α΄ Κορ. 9, 12. Β´Κορ. 10, 8. Β´Θεσ. 3, 9 κ.ἄ.). Στὴν Κ.Δ. φανερώνεται ἐξ ἄλλου ἡ δαιμονικότητα τῆς ἐξουσίας τοῦ κόσμου (πρβλ. τὸ διάλογο τοῦ Χριστοῦ μὲ τὸν Πιλάτο – Ἰωάν. 18, 28 ἑ.) καὶ προβάλλεται ὁ διακονικὸς καὶ ἀπελευθερωτικὸς χαραχτήρας τῆς «ἐξουσίας» τοῦ Χριστοῦ (Ματθ. 10, 1 καὶ παράλ., 28, 18 κ.ἄ.). Παράλληλα, γίνεται δεκτὸς ὁ πρωτογενὴς χαραχτήρας τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας (Ρωμ. 13), ἐνῶ διὰ τοῦ Χριστοῦ καθορίζεται καὶ ἡ στάση ἀπέναντί της μὲ τὸ γνωστὸ λόγιο «ἀπόδοτε τὰ Καίσαρος Καίσαρι καὶ τά τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ» (Ματθ. 22, 21), ποὺ δείχνει τὴν ἱεράρχηση τῶν δύο ἐξουσιῶν καὶ τὴ διαφοροποίησή τους, ἀφοῦ, ἂν τὸ νόμιμο ἀνήκει στὸν καίσαρα, ὁ ἄνθρωπος ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ ἀνήκει ὁλόκληρος στὸ Θεό, ὡς νόμισμα ὄχι αὐτοκρατορικό, ἀλλὰ θεῖο.Ἡ ἀποστολικὴ πράξη –τέλος– ἐγκαινιάζει καὶ τὴ δυνατότητα ἀντιστάσεως (ἢ ἔστω ἀρνήσεως ὑποταγῆς) στὴ δαιμονοποιημένη ἐξουσία («πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις», Πράξ. 5, 29).
Και όλα αυτά τη στιγμή που η ίδια η Ιεραρχία ανακοίνωνε πως οι ναοί θα ανοίξουν, παρότι είχε αποφασιστεί πως θα είναι κλειστοί για τον περιορισμό της πανδημίας, ενώ και η κυβέρνηση επέμενε στη σχετική απόφασή της! Με βάση αυτά τα δεδομένα, μάλλον χρειάζεται πολύ φαντασία να προχωρήσεις σε πηχυαίους τίτλους πως «Δεν υποχωρεί ο Μητσοτάκης» και «κάνει πίσω ο Ιερώνυμος».