+ π. Ιωάννης
Σ. Ρωμανίδης
Οι Πατέρες σαφώς
απορρίπτουν ως πλάνην την ιδέαν ότι η διατύπωσις των δογμάτων αποτελεί μέρος
προσπαθείας κατανοήσεως των περί Αγίας Τριάδος και ενσαρκώσεως του Λόγου
μυστηρίων της πίστεως. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος γελειοποιεί τοιούτους
αιρετικούς: "Ειπέ σύ την αγεννησίαν του πατρός, καγώ την γέννησιν του υιού
φυσιολογήσω και την εκπόρευσιν του πνεύματος και παραπληκτίσομεν άμφω εις Θεού
μυστήρια παρακύπτοντες" (Θεολ. Λόγος Δ',8). Ούτε εδέχθησαν ποτέ οι Πατέρες
την θέσιν του Αυγουστίνου και των ακολουθούντων αυτόν Λατίνων, ότι η Εκκλησία
κατανοεί καλύτερα και βαθύτερα την πίστιν και τα δόγματα με την πάροδον του
χρόνου. Κάθε περίπτωσις δοξασμού μέσω των αιώνων είναι μετοχή "εις πάσαν
την αλήθειαν" της Πεντηκοστής, η οποία ούτε αύξησιν, ούτε βαθυτέραν κατανόησιν
επιδέχεται.
Τούτο σημαίνει επίσης, ότι
η Ορθόδοξος δογματική είναι καθ' ολοκληρίαν ποιμαντική, αφού δεν υφίσταται
εκτός των πλαισίων της θεραπείας της καρδίας δια της καθάρσεως και του φωτισμού
και εφόσον θεολόγος είναι κατ' εξοχήν ο θεούμενος, του οποίου η θέωσις είναι
υπέρ πάντα λόγον και έννοιαν.
Το να είναι κανείς θεολόγος
σημαίνει κατά πρώτον και κύριον λόγον, ότι είναι ειδικός εις τας μεθοδείας του
διαβόλου. Ο φωτισμός και κυρίως ο δοξασμός μεταδίδουν το χάρισμα της διακρίσεως
των πνευμάτων δια την κατατρόπωσιν του διαβόλου, ειδικώς όταν ούτος προσφεύγει
εις την διδασκαλίαν της θεολογίας και πνευματικότητος εις εκείνους που αρχίζουν
να γλυστρούν μέσα από τα χέριά του.
Συνεχίζεται.