Πρωτοπρεσβύτερος π. Θεόδωρος Ζήσης :

Το θέμα της κοινωνίας με τους αιρετικούς, ως και της εν συνεχεία κοινωνίας με τους κοινωνούντες, οι οποίοι με την πράξη τους αυτή αποβαίνουν ακοινώνητοι, είναι το μείζον και επείγον θέμα στην σημερινή εκκλησιαστική ζωή. Το εκκλησιαστικό σώμα νοσεί επικίνδυνα· υπεύθυνοι για την νόσο είμαστε όλοι, όχι μόνον οι κοινωνούντες με τους ετεροδόξους, αλλά και όσοι κοινωνούμε με τους κοινωνούντες· η εκτροπή και η παράβαση μοιάζει με τα συγκοινωνούντα δοχεία, με την μόλυνση του περιβάλλοντος, η οποία δεν περιορίζεται στον προκαλούντα την μόλυνση. Μνημονεύοντας τους πατριάρχες, αρχιεπισκόπους και επισκόπους στις ιερές ακολουθίες, συμμετέχουμε στην οικουμενιστική αποστασία.

Ας απαντήσουν οι Οικουμενιστές:

Η μνημόνευση του αιρετικού Πάπα Ρώμης Φραγκίσκου εντός του Πατριαρχικού Ναού του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι ως Ορθοδόξου Επισκόπου τον Νοέμβριο του 2014 είχε προηγούμενο ένα άλλο συλλείτουργο λίγο πριν την άλωση.

Εκείνο στάθηκε Πνευματική αιτία της τουρκοκρατίας για 400 τόσα χρόνια …..

Τώρα πόσα χρόνια θα κρατήσει η υποδούλωσή μας στη δυναστεία του Καρλομάγνου «Αγιωτάτου» Πάπα σας;

H Θεοτόκος -- του αειμνήστου Παναγιώτου Γκιουλέ

Ως προεγνωσμένον και κρύφιον Μυστήριον της Αγίας Τριάδος και ως Μήτηρ της Νοεράς Ησυχίας εις τα Άγια των Αγίων


Ιλιγγιά ο ανθρώπινος νους προ του ασυλλήπτου Θεολογικού Μυστηρίου της Υπεραγίας Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας και ο ανθρώπινος λόγος μένει άφωνος και σιωπών, γιατί αδυνατεί να εκφράση το ασύλληπτο, απερινόητο, άρρητο και ανέκφραστο αυτό μυστήριο της ευσεβείας!...                                                                                                                                                        
Γιατί όντως και «ομολογουμένως μέγα εστί το της ευσεβείας μυστήριον· Θεός εφανερώθη εν σαρκί(1)» δια της Θεοτόκου. Γιατί η Παρθένος εγέννησε «εν σαρκί», τον ενυπόστατο Λόγο του Πατρός, την ενυπόστατη Αλήθεια και Ζωή(1α) και έγινε η ουράνιος παστάς του Λόγου, που μέσα Της ετελεσιουργήθη το μέγα Μυστήριο της υποστατικής ενώσεως θείας και ανθρωπίνης φύσεως.
Γι΄ αυτό ο ιερός Ιωάννης ο Δαμασκηνός θεολογεί: «Δικαίως και αληθώς Θεοτόκον την Αγίαν Μαρίαν ονομάζομεν· τούτο γαρ όνομα, άπαν το μυστήριον της οικονομίας συνίστησιν»(2). Αυτό σημαίνει ότι το Μυστήριο της Θεοτόκου, ως συνιστών και εκφράζον «άπαν το μυστήριον της θείας οικονομίας», είναι «κρύφιον». Γιατί, κατά την έκφρασιν, του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου, ο Ιησούς «κρύφιος εστί και μετά την έκφανσιν και εν τη εκφάνσει και εν ουδενί λόγω ή νω το κατ΄ αυτόν εξήκται μυστήριον. Ώστε και νοούμενον άγνωστον μένει και λεγόμενον άρρητον μένει»(3). Το μυστήριο, δηλαδή, της Θεοτόκου, είναι και θα παραμείνη κρύφιο και κεκρυμμένο, γιατί και ο Ιησούς και κατά την σάρκωση και μετά την σάρκωση, παραμένει κρύφιος και κεκρυμμένος και το ανερμήνευτο μυστήριό Του, δεν μπορεί να εξηγηθή, από κανένα νου και από κανένα ανθρώπινο λόγο. Γι΄ αυτό και όταν προσπαθούμε να το εννοήσουμε, παραμένει απερινόητο και άγνωστο και όταν προσπαθούμε να το εκφράσουμε, παραμένει ανέκφραστο!... Επομένως και το Μυστήριο της Θεοτόκου, ως υπουργήσαν το μέγα και απόκρυφο Μυστήριο της σαρκώσεως του Θείου Λόγου, παραμένει «κρύφιον και κεκρυμμένον» μυστήριον του Αγίου Πνεύματος και ανάγεται, κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, στην «αρχαίαν και αληθινήν βουλήν του Θεού της του Λόγου σαρκώσεως και της ημών Θεώσεως»(4). Γιατί στα ανεξιχνίαστα πελάγη της φιλανθρωπίας της, η της Ζωαρχικής Τριάδος ενότης «προς εαυτήν εκκλησιάσασα τω ενιαίω της γνώμης βουλήματι»(5), κατά την έκφρασιν του Μεγάλου Φωτίου, είχε αποφασίσει προαιωνίως, την σάρκωση του Θείου Λόγου και την θέωση του ανθρώπου(6). Η προαιώνιος αυτή απόφασις και «προωρισμένη βουλή» της Αγίας Τριάδος, για την σάρκωση του Θείου Λόγου, συνυφαίνεται με την προαιωνία πρόγνωση της Τρισυποστάτου Θεότητος, για την αξία της ελευθέρας προαιρέσεως και της προσωπικής αγιότητος της Πανάγνου Παρθένου, να υπηρετήση της ευσεβείας τούτο το μέγα Μυστήριο, θεολογεί ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέγων: «Σε προγνούς ο των όλων Θεός αξίαν, ηγάπησε και αγαπήσας προώρισε και επ΄ εσχάτων των χρόνων, εις το είναι παρήγαγε και Θεοτόκον Μητέρα και τιθηνόν του οικείου Υιού και Λόγου ανέδειξε»(7). Ο απειροτέλειος, δηλαδή, Τριαδικός Θεός, προγνωρίσας την αξίαν της αγιότητος της Παρθένου, την ηγάπησε και αγαπήσας Την προώρισε και κατά τους εσχάτους χρόνους Την έφερε στην ύπαρξη και Την ανέδειξε Θεοτόκον και Μητέρα και τροφόν του οικείου Του Υιού και Λόγου. Και η πρόγνωσις αυτή, κατά τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή «υπήρχε πάντοτε στην προαιώνια βουλή της Αγίας Τριάδος» ως «προεπινοούμενος τέλειος σκοπός της Δημιουργίας»(8). Γι΄ αυτό ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, θεολογών για το προεγνωσμένο μυστήριο της Θεοτόκου, λέγει ότι «η Παναγία και Ζωαρχική Τριάς έχαιρε και υπερέχαιρε προ του αιώνος, προγινώσκουσα, κατά την θεαρχικήν της ιδέαν την αειπάρθενον Μαριάμ»(9).  «Έχαιρε και υπερέχαιρε» η Παναγία Τριάς, γιατί μέσα στην προαιώνια πρόγνωσή Της, έβλεπε την Αειπάρθενο Μαριάμ, ως νέαν Πάναγνη Εύα, που θα ανεδεικνύετο η αγιασμένη συνεργός του Νέου Αδάμ της χάριτος, στην υποστατική ένωση κτιστού και ακτίστου, του πεπερασμένου κτίσματος με τον άπειρο Κτίστη και του πεπτωκότος ανθρώπου με τον «εν υψίστοις Θεόν». Γι΄ αυτό θεολογών ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, για την προαιώνια πρόγνωση και εκλογή της Θεοτόκου, λέγει ότι την Θεοτόκον «προ αιώνων ο Θεός προορίζει και των απ΄ αιώνων εξειλεγμένων εκλέγεται, ίνα ικανή προς τούτο ευρεθή»(10), για να συνεργήση στην πραγμάτωση «του απ΄ αιώνος αποκρύφου και αγνώστου μυστηρίου» της σαρκώσεως του Θείου Λόγου. Αυτό σημαίνει ότι η Θεοτόκος απετέλεσε «το μεθόριον της κτιστής και ακτίστου φύσεως»(11), λέγει ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και ως τίμιο και αγιασμένο βλάστημα των Αγίων Θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννης, προσεφέρθη σαν το τελειότερο δώρο της ανθρωπότητος στους γάμους του τεχθέντος Βασιλέως με την Νύμφη Του Εκκλησία. Γι΄ αυτό και ο Ιερός της Εκκλησίας μας υμνογράφος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γερμανός, στο τέταρτο Ιδιόμελο του Μεγάλου Εσπερινού των Χριστουγέννων ψάλλει: «Τι σοι προσενέγκωμεν Χριστέ· ότι ώφθης επί γης ως άνθρωπος δι΄ ημάς; Έκαστον γαρ των υπό Σου γενομένων κτισμάτων την ευχαριστίαν  Σοι προσάγει· οι Άγγελοι τον ύμνον, οι ουρανοί τον Αστέρα, οι Μάγοι τα δώρα, οι Ποιμένες το θαύμα, η γη το σπήλαιον, η έρημος την φάτνην, ημείς δε Μητέρα Παρθένον». Η ανθρωπότης προσέφερε προς τον τεχθέντα βασιλέα της κτίσεως το πιο τέλειο και πιο άγιο ευχαριστιακό της δώρο, την Αειπάρθενον Μαριάμ, ως Παναγίαν Μητέρα Του. Γιατί η Παναγία Μητέρα του Κυρίου ήταν ο προεγνωσμένος και ο προετοιμασμένος καρπός της και «απ΄ αυτών, ακόμη, των του Αδάμ παίδων!»(12). Περιγράφων το γενεαλογικό δένδρον του Χριστού από την Παρθένο Μαρία, ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, λέγει: «Των μεν του Αδάμ παίδων εκλέγεται παρά Θεού ο Σηθ, διο και εις αυτόν ο Λουκάς γενεαλογών αναφέρει το γένος άπαν, εξ ου το κατά σάρκα Χριστός»(13), «Διο και υιοί Θεού το γένος άπαν εκαλούντο του Σηθ(14), δια το μέλλειν εκ της γενεάς ταύτης υιόν ανθρώπου γενήσεσθαι τον Υιόν του Θεού· επεί και ο Σηθ, ανάστασις, μάλλον δε εξανάστασις ερμηνεύεται, ήτις εστί κυρίως ο Κύριος ζωήν αθάνατον τοις εις αυτόν πιστεύουσιν επαγγελλόμενος τε και χαριζόμενος»(15). Αυτό σημαίνει, λέγει ο θείος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ότι το σπέρμα του Σηθ καθαρίζεται υπό του Αγίου Πνεύματος «πολυειδώς άνωθεν των κατά γενεάς αριστίνδην εκλεγομένων»(16). Έτσι το Πνεύμα το άγιον, καθαρίζων από γενεάς εις γενεάν, το σπέρμα των Θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννης, «προωκονόμει δε και την εις το είναι πρόοδον άνωθεν εκλεγόμενον και ανακαθαίρον την του γένους σειράν, και τους μεν αξίους ή αξιολόγων εσομένους πατέρας προσιέμενον, τους δε αναξίους τελείως αποβαλόμενον»(17). Επομένως, θα ήταν αδύνατη η σωτηρία του κόσμου και η θέωσις του ανθρώπου, εάν τις προηγηθείσες γενεές των Προπατόρων της Θεοτόκου, δεν τις αποκάθηρε διαδοχικά το Πνεύμα το Άγιον, για να γεννηθή εκ των Θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννης, το τίμιο βλάστημα σωφροσύνης, αγιότητος και προσευχής, η Πάναγνος Παρθένος Μαρία, που εγέννησε τον Χριστό, τον Σωτήρα του κόσμου. Γιατί η Πάναγνος Μητέρα του σαρκωθέντος Υιού και Λόγου του Θεού Πατρός ανεδείχθη, λέγει ο θείος Γρηγόριος ο Παλαμάς, «μη μόνον μολυσμού σαρκός υπερτέρα, αλλά και μεμολυσμένη λογισμών ανωτέρα»(18). Έτσι κατέστη η μόνη, κατά προαίρεσιν αναμάρτητος από όλους τους ανθρώπους, μολονότι ως θυγάτηρ του Αδάμ και κληρονόμος του προπατορικού αμαρτήματος, είχε την δυνατότητα της κατά «προαίρεσιν αμαρτίας», Εκείνη, ως αγαπώσα τον αληθινό Θεό, «εξ όλης της καρδίας, και εξ όλης της ψυχής, και εξ όλης της διανοίας, και εξ όλης της ισχύος Της»(19), έμεινε από βρέφος, άτρωτος από τα «πεπυρωμένα βέλη του πονηρού» και ακίνητος προς την κατά προαίρεσιν αμαρτίαν. Έτσι η Θεοτόκος, «ενώνοντας αυτεξούσια το πλήρωμα της ψυχικής ενεργείας με την Θεία Ενέργεια, καθήλωσε ανενεργό την μεταπτωτική ροπή προς το παρά φύσιν και κινητοποίησε αυτοπροαίρετα όλες τις ψυχοσωματικές δυνάμεις προς τους λόγους και τρόπους των θείων αρετών», λέγει νεώτερος Αγιορείτης Θεολόγος(19α). Γι΄ αυτό θεολογεί ο Θείος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ότι η Θεοτόκος ανεδείχθη η «αληθής εστία  και διατριβή Θεού και ιλαστήριον εκείνου (του Μωϋσέως) κρείττον ασυγκρίτως, και θεοπρεπές ταμείον της κορυφαίας ακρότητος των μυστηρίων του Πνεύματος»(20). Γιατί απεκάλυψε στον κόσμο την τελειωτική ενέργεια του Αγίου Πνεύματος και το «αρχαίον κάλλος της ανθρωπίνης φύσεως στην προπτωτική του κατάσταση… η Νέα Εύα είναι ο τελειότερος άνθρωπος, η ένσαρκη εικόνα του Αγίου Πνεύματος. Γι΄ αυτό και δέχεται την μεγίστη Δωρεά Του, να γεννήση εν σαρκί τον ίδιο τον Θεό»(20α). Αυτό σημαίνει ότι ο θείος φωτισμός της Θεοτόκου, άρχισε από την παιδική της ηλικία και διήρκεσε καθ΄ όλη την επίγεια ζωή Της, η δε απέκδυσις εκ της αμαυρώσεως από το Προπατορικό Αμάρτημα, έγινε κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, όταν το «Πνεύμα το Άγιον επήλθεν επ΄Αυτήν, κατά τον του Κυρίου Λόγον, ον είπεν Άγγελος, καθαίρον ταύτην και δύναμιν δεικτικήν της του Λόγου Θεότητος παρέχον, άμα δε και γεννητικήν»(21). Γι΄ αυτό ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, παρομοιάζει την Θεοτόκον ως λαμπρόν πνευματικόν ουρανόν, από τον οποίον ανέτειλε ο άδυτος ήλιος της δικαιοσύνης, που την εχαρίτωσε περισσότερο από όλους τους υπό κάτω και υπέρ άνω του φυσικού ουρανού, χαριτωμένους! Γι΄ αυτό και πλήρης θαυμασμού για τον πλούτο των χαρισμάτων Της αναφωνεί: «Τις σου το θεαυγές κάλλος υπογράψοι Θεομήτορ Παρθένε, λόγος; Ου γαρ εστι τα σα λογισμοίς και λόγοις ορίζειν· πάντα γαρ υπερβαίνει και νουν και λόγον. Υμνείν δ΄ όμως, έξεστι σου φιλάνθρωπος προσιεμένης. Συ γαρ χαρίτων απασών χωρίον και πλήρωμα καλοκαγαθίας παντοίας και πίναξ έμψυχος αρετής τε και χρηστότητος πάσης, ως μόνη πάντων ηξιωμένη συλλήβδην των του Πνεύματος χαρισμάτων»(22).

1)  Α Τιμοθ. γ: 16
1α) Χρυς. Μοναχού Διονυσιάτου: Θεός Λόγος και ανθρώπινος λόγος.
2) Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού: Έκδ. Ορθ. Πίστεως Γ: 12  56  ΕΠΕ  Ι
3) Αγ. Διονυσίου Αρεοπαγίτου Προς Γάϊον επιστολή.
4) Μητρ.  Αθανασίου Γιέφτιτς: Η περί Θεοτόκου διδασκαλία  Αγ. Ι. Δαμασκηνού.
5) Αυτόθι, σελ. 23 και Μ. Φωτίου ομιλία Θ.
6) Αυτόθι σελ. 23.
7) Αγ. Ι. Δαμασκηνού: Λόγος εις το Γενέσιον.
8) Χρυσοστόμου Μοναχού Διονυσιάτου :Θεός Λόγος και…
9) Αγ. Νικοδήμου : Αόρατος Πόλεμος σελ. 118.
10) Αγ. Γρηγ. Παλαμά ομιλία ΝΒ 8.
11) Αγ. Γρηγ. Παλαμά ΝΓ  37
12) Αγ. Γρηγ. Παλαμά ΝΒ  11
13) Αυτόθι ΝΖ 6
14) Γεν. Δ : 26.
15) Αγ. Γρηγ. Παλαμά ΝΒ  10
16) Αυτόθι ΝΖ  7
17) Αυτόθι  ΝΖ  6
18) Αυτόθι  ΝΒ  8
19) Μάρκου ιβ: 30
19α) Χρυσοστόμου Μοναχού Διον. : Θεός Λόγος και….
20) Αγ. Γρηγ. Παλαμά ομιλία ΝΓ  20
20α) Χρυσοστόμου Μοναχού: Θεός Λόγος και…
21) Αγ. Ι. Δαμασκηνού: Έκδ. Ορθοδ. Πίστεως Γ 12

22) Αγ. Γρηγ. Παλαμά ομιλία ΝΓ  13.

Ο χρήστης Δημήτριος Χατζηνικολάου σχολίασε την ανάρτηση To Δόγμα και η αξία του

 "To Δόγμα και η αξία του -- Του αείμνηστου Στεργίου Σάκκου, Ομοτίμου Καθηγητού ΑΠΘ"

5 Νοε 2024
Ἕν ἀκόμη ἀριστούργημα τοῦ ἀειμνήστου Καθηγητοῦ Στέργιου Σάκκου (+2012). Ξεχωρίζω δύο κρίσιμες, ἄν καί δύσπεπτες, ἀλήθειες πού τονίζει τό ἄρθρον:

(1) "«Ο της θεοσεβείας τρόπος εκ δύο τούτων συνέστηκε, δογμάτων ευσεβών και πράξεων αγαθών και ούτε τα δόγματα χωρίς έργων αγαθών ευπρόσδεκτα τω Θεώ ούτε τα μη μετ΄ ευσεβών δογμάτων έργα τελούμενα προσδέχεται ο Θεός», διασαφηνίζει ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων στις Κατηχήσεις του (4, 2 PG 33, 456)."

2. "Από τη στάση έναντι του δόγματος εξαρτάται η ποιότητα της ζωής του καθενός. Με απλά λόγια δεν μπορεί να υπάρξει ορθοπραξία χωρίς την ορθοδοξία και το αντίστροφο. Φθορά του δόγματος συνεπάγεται διαφθορά της ζωής και αβαρίες
 στην ηθική συνεπάγεται ναυάγιο στην πίστη."

Θά ἤθελα ἐπίσης νά προσθέσω ὅτι, προκειμένου νά κατανοήσουμε καί ἐμπεδώσουμε τά δόγματα τῆς Πίστεώς μας, εἶναι ἀπολύτως ἀπαραίτητον νά διαβάζουμε καθημερινῶς τήν Ἁγίαν Γραφήν, τά συγγράμματα τῶν Ἁγίων Πατέρων, ἀλλά καί συγχρόνων ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΩΝ θεολόγων, ὅπως π.χ. τά βιβλία τοῦ Ἱερομονάχου Θεοδωρήτου Μαύρου (+2007), τό «Ἀντιχιλιαστικόν Ἐγχειρίδιον» τοῦ Ν. Σωτηροπούλου (+2014) κ.ἄ

To Δόγμα και η αξία του -- Του αείμνηστου Στεργίου Σάκκου, Ομοτίμου Καθηγητού ΑΠΘ

Η προσήλωσις εις το ορθόδοξον δόγμα, ωστική δύναμις της πνευματικής ζωής



Ανάμεσα στ΄ άλλα γνωρίσματα, που χαρακτηρίζουν την πνευματική υποβάθμιση της κοινωνίας μας είναι και τούτο: Ο σύγχρονος άνθρωπος δεν εκδηλώνει ενδιαφέρον για τα πνευματικά και μάλιστα τα δογματικά θέματα, που αποτελούν το θεμέλιο και την πηγή της πνευματικής ζωής. Για του λόγου το ασφαλές παραπέμπω στην επίσκεψη του Πάπα στην Αθήνα. Επιθυμούσα, όπως και η πλειονότητα του ελλαδικού κλήρου και λαού, την αποφυγή εκείνης της επισκέψεως. Η πραγματοποίησή της ήταν ένα ήττημα για μας. Έστησε ένα προγεφύρωμα του Παπισμού στην Ορθόδοξη Ελλάδα και έχει αυξήσει την έπαρση των απανταχού παπικών και παποφίλων. Ωστόσο, φρονώ ότι αυτό το δυσάρεστο γεγονός μπορεί να αξιοποιηθεί θετικά και να καταστεί τελικά ωφέλιμο. Πως; Αν λειτουργήσει σαν ξυπνητήρι των κοιμωμένων συνειδήσεών μας αν μας αναγκάσει να απεγκλωβισθούμε από τους επικίνδυνους εναγκαλισμούς των οικουμενιστικών κηρυγμάτων, να συνταχθούμε στη γραμμή των αγίων Πατέρων μας και να τονώσουμε την προσήλωσή μας στο ορθόδοξο δόγμα.
Δυστυχώς, ο γενικός απόηχος των συζητήσεων και των εντυπώσεων των ημερών εκείνων δείχνει ότι ο λαός μας – και εννοώ το λαό που συνδέεται με την Εκκλησία, όχι τον δεδηλωμένο άθεο ή αδιάφορο – στο μεγαλύτερο μέρος του δεν πολυσκοτίζεται για την ακρίβεια της πίστεώς του, την οποία a priori ομολογεί και ενστερνίζεται με ευλάβεια. Δεν αισθάνεται το μέγα χάσμα που χωρίζει την Εκκλησία από την αίρεση, την Ορθοδοξία από την πλάνη. Κι ενώ πολλοί ήταν εκείνοι, που αντέδρασαν και αντιτάχθηκαν στην  απαίτηση γειτονικής χώρας να οικειοποιηθεί το όνομα «Μακεδονία», ελάχιστοι αντιλαμβάνονται ότι δεν μπορεί να προσαγορεύεται ως «Εκκλησία» ο Παπισμός – όπως και κάθε άλλη αίρεση – διότι μία και μοναδική είναι η Εκκλησία η Ορθόδοξη. Είναι αλήθεια ότι η σημερινή κουλτούρα και γενικότερα η περιρρέουσα ατμόσφαιρα όχι μόνο ευνοεί μια τέτοια νοοτροπία, αλλά και εξωθεί σ΄ αυτήν. Πράγματι, το επιταχυνόμενο άνοιγμα της κοινωνίας, το αναπόφευκτο και εν πολλοίς ευεργετικό πλησίασμα λαών, πολιτισμών και ιδεών, που προωθεί η αμφιλεγόμενη αλλά σταθερά κυριαρχούσα παγκοσμιοποίηση, το αίσθημα ανασφάλειας, που υποθάλπει η προηγμένη τεχνολογία και τεχνογνωσία μας, είναι μερικοί από τους παράγοντες, που βραχυκυκλώνουν τον σημερινό ορθόδοξο χριστιανό. Γι΄ αυτό αβασάνιστα αποδέχεται τα δελεαστικά κηρύγματα του Οικουμενισμού και περνά στα «ψιλά γράμματα» τις δογματικές διαφορές. Ασύστολα ενασμενίζεται στους εναγκαλισμούς με τις πάσης φύσεως αιρέσεις. Προσβάλλει έτσι και βεβηλώνει βάναυσα τη γραμμή των Πατέρων, για τους οποίους κατά τα άλλα σεμνύνεται και μεγαλόπρεπα τους «τιμά». Είναι μεγάλο λάθος να πιστεύουμε ότι τα δογματικά θέματα είναι υπόθεση των θεολόγων και όχι των «απλών» χριστιανών. Στην ορθόδοξη πίστη η θεολογία είναι άμεσα συνδεδεμένη με την καθημερινή πράξη. Η φωνή του ουρανίου Πατρός κατηγορηματικά προσδιορίζει «ούτός εστιν ο υιός μου ο αγαπητός… αυτού ακούετε» (Ματ. 17: 5). Όσοι γνωρίζουν τον Υιό (δόγμα) δεσμεύονται να υπακούν στη διδαχή Του (ζωή). Ο ίδιος ο Κύριος αναγνωρίζει ως αληθινά δικό Του εκείνον που θα «ποιήση και διδάξη» (Ματ. 5: 19). Η θεωρητική τεκμηρίωση της πρακτικής του Χριστιανισμού είναι αυτονόητη. Γι΄ αυτό ο Απόστολος Παύλος και οι άλλοι Απόστολοι, και στη συνέχεια οι Πατέρες και διδάσκαλοι της Εκκλησίας, θεμελιώνουν την ηθική διδασκαλία τους πάντοτε στη θεολογία της πίστεως. «Ο της θεοσεβείας τρόπος εκ δύο τούτων συνέστηκε, δογμάτων ευσεβών και πράξεων αγαθών και ούτε τα δόγματα χωρίς έργων αγαθών ευπρόσδεκτα τω Θεώ ούτε τα μη μετ΄ ευσεβών δογμάτων έργα τελούμενα προσδέχεται ο Θεός», διασαφηνίζει ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων στις Κατηχήσεις του (4, 2 PG 33,  456).  Η ουσιώδης διαφορά της χριστιανικής πίστεως από τα συστήματα των ηθικοδιδασκάλων είναι ότι η ζωή του χριστιανού θεμελιώνεται στα δόγματα της πίστεως. Γι’ αυτό τα δόγματα αφορούν σ΄ όλους τους πιστούς που ενδιαφέρονται για τη σωτηρία της ψυχής τους και τη συμμόρφωση της ζωής τους με το θέλημα του Θεού. Δεν είναι μόνο των θεολόγων ζητήματα· όπως τα πορίσματα της ιατρικής, διατυπώνονται, βέβαια, από τους ειδικούς επιστήμονες, ενδιαφέρουν, όμως, και τον πιο απλοϊκό πολίτη. Δεν είναι, λοιπόν, παρωνυχίδα η ενημέρωση όλων στα θέματα της πίστεως. Είναι θέμα ζωής ή θανάτου πνευματικού, σωτηρίας ή αιώνιας απώλειας της ψυχής μας. Αλλά, τι είναι το δόγμα; Δόγμα είναι η αποφθεγματικά διατυπωμένη θεωρία, που γίνεται παραδεκτή διότι απορρέει από κάποια αυθεντία, ένα αναμφισβήτητα αποδεκτό πρόσωπο ή φορέα. Με την έννοια αυτή η ζωή μας είναι γεμάτη δογματισμούς, που τους καθιερώνει αναγκαστικά η κοινωνία, για να επιβιώσει. Δόγματα, π.χ. είναι οι συμβουλές του πατέρα προς το παιδί του, οι νουθεσίες του δασκάλου προς τον μαθητή, οι διαταγές του αξιωματικού στον στρατιώτη, οι κανόνες κυκλοφορίας και οι τόσοι κανόνες και κανονισμοί, που διέπουν τη ζωή μας. Η μεγαλύτερη και απόλυτη αυθεντία είναι ο Θεός, ο δημιουργός και κυβερνήτης του κόσμου, η Αυτοαλήθεια. Γι΄ αυτό πάνω απ΄ όλα τα άλλα δόγματα στέκουν τα δόγματα της πίστεως, οι αλήθειες τις οποίες αποκάλυψε ο Θεόπνευστος λόγος του Θεού, η αγία Γραφή, και διατύπωσε ως όρους της πνευματικής μας ζωής η Ιερά Παράδοση, ο «πιστός λόγος» και «πάσης αποδοχής άξιος». Το δόγμα δεν είναι μεσαιωνικός σκοταδισμός ούτε θεολογικός σχολαστικισμός. Είναι η θεωρία, που εδραιώνεται καθώς συμπληρώνεται από την πράξη. Είναι η αλήθεια, που λάμπει όταν εφαρμόζεται, η τροφή που αξιοποιείται όταν αφομοιώνεται από τον οργανισμό, ώστε να τον κρατά ζωντανό και ακμαίο. Για τους πιστούς – και υπογραμμίζω μόνο γι΄ αυτούς—τα δόγματα της Εκκλησίας έχουν μοναδικό κύρος και ισχύ. Διότι αυτοί παραδέχονται ότι «έστι Θεός και … μισθαποδότης γίνεται» (Εβρ. 11: 6), ότι ο Ιησούς Χριστός «απέθανε… και ετάφη, ανέστη και ώφθη» (πρβλ. Α΄ Κορ. 15: 3-5· Α΄ Θεσ. 4: 14). Αυτή η τοποθέτηση τους κάνει να αναγνωρίζουν το δόγμα και να υποτάσσονται σ΄ αυτό. Να μη το θεωρούν εξωτερικό καταναγκασμό αλλά έκφραση της εσωτερικής τους πίστεως. Κάτι περισσότερο: Για τον πιστό το δόγμα είναι η ίδια η ζωή του. Η σταθερή προσήλωση, λοιπόν, στο ορθόδοξο δόγμα δεν αποτελεί τροχοπέδη αλλά την ωστική δύναμη της πνευματικής ζωής. Από τη στάση έναντι του δόγματος εξαρτάται η ποιότητα της ζωής του καθενός. Με απλά λόγια δεν μπορεί να υπάρξει ορθοπραξία χωρίς την ορθοδοξία και το αντίστροφο. Φθορά του δόγματος συνεπάγεται διαφθορά της ζωής και αβαρίες στην ηθική συνεπάγεται ναυάγιο στην πίστη. Τα δόγματα αποτελούν όρμο και ορμητήριο για πνευματικές νίκες και ουράνιες κατακτήσεις. Το ξεθώριασμά τους στη συνείδηση των χριστιανών τους καθιστά χλιαρούς συμβατικούς και τελικά αχρίστιανους. Να γιατί είναι απόλυτη ανάγκη να διαφυλάξουμε με ευλάβεια τα ορθόδοξα δόγματα, που παραλάβαμε από τους αγίους Πατέρες και να μη επιτρέψουμε σε κανέναν την παραχάραξη και διασάλευσή τους!

π. Θεόδωρος Ζήσης:

Ἐνδεικτικὰ ἀναφερθήκαμε στοὺς δύο αὐτοὺς μεγάλους ἀγωνιστὰς καὶ ὑποστηρικτὰς τῆς καλῆς ἑνώσεως καὶ τῆς καλῆς εἰρήνης (Ἰωσὴφ Βρυέννιο καὶ Γεννάδιο Σχολάριο), ποὺ ἐκφράζουν διαχρονικὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ τὴν Μεγάλη Ἐκκλησία Κωνσταντινουπόλεως ὁποία ἀπὸ τὸν περασμένο αἰώνα προωθεῖ τὴν κακὴ ἕνωση μὲ σοφιστικὰ ἐπιχειρήματαὅπως γράφει  Γεννάδιος Σχολάριοςκαὶ ἀποκαλεῖ τὸν πάπα ὄχι ἁπλῶς «ἅγιο», πρᾶγμα ποὺ κατακρίνει  Ἰωσὴφ Βρυέννιοςἀλλὰ ἁγιώτατο καὶ σεβασμιώτατο καὶ ἀγαπητὸ ἀδελφὸ καὶ κανονικὸ ἐπίσκοπο Ρώμηςθυμιάζουσα αὐτὸν ὡς «εὐλογημένον ἐρχόμενον ἐν ὀνόματι Κυρίου» καὶ μνημονεύουσα τὸ ὄνομά του σὲ ὀρθόδοξη ἀκολουθία καὶ πλεῖστα ἄλλαὍταν  «Ὀρθόδοξος Τύπος» ἱδρύθηκε ἀπὸ τὸν Γέροντα Χαράλαμπο Βασιλόπουλο Ἀθηναγόρας ποὺ προσπαθοῦσε νὰ ἐπιβάλει τὴν κακὴ ἕνωση εἶχε ἀντιμέτωπη στὸ σύνολό της σχεδὸν τὴν Ἐκκλησία τῆς ῾Ελλάδος καὶ ἰσχυρὲς θεολογικὲς καὶ μοναστικὲς δυνάμεις τωρινὸς Πατριάρχης τὴν ἔχει σύμμαχοκαὶ οἱ θεολογικὲς καὶ μοναστικὲς δυνάμεις μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου ἐξασθενοῦνἀκόμη καὶ στὸ Ἅγιον Ὄρος.