Ο Σεβασμ. Επίσκοπος κ. Αρτέμιος απέστειλε προς την Ιεράν Σύνοδον της Εκκλησίας της Σερβίας τὴν κάτωθι δημοσιευομένη λαμπρὰν ἐπιστολή, ἡ ὁποία ἀνοίγει σαφῶς μία νέαν
σελίδα στὸν ἀντι-οικουμενιστικὸ ἀγῶνα, ἀλλὰ καὶ μαρτυρεῖ τὶς διωκτικὲς διαθέσεις τοῦ φονταμενταλιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὁ ὁποῖος δὲν ἀνέχεται ἐμπόδια στὴν καταστροφικὴ πορεία του.
* * *
Εν σχέσει πρὸς τὴν ἐπιστολὴν ῾Υμῶν (Νο 491, μ. 284) τῆς 21ης Μαρτίου 1996, εἰς τὴν ὁποίαν μὲ ἐνημερώνετε περὶ τῆς ἀποφάσεως τοῦ ῾Αγιωτάτου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίου, ὅστις ἠρνήθη νὰ παράσχῃ εἰς ἐμὲ ἄδειαν εἰσόδου
εἰς τὸ ῞Αγιον ῎Ορος τοῦ ῎Αθωνος, ἔχω τὴν τιμὴν νὰ ἀπαντήσω εἰς τὴν ῾Ιερὰν Σύνοδον ὡς ἀκολούθως:
᾿Απεγοητεύθην ἐκ τοῦ γεγονότος, ὅτι ῾Υμεῖς, ῾Αγιώτατε καὶ ἀδελφοί μου ᾿Επίσκοποι, ὡς μέλη τῆς ῾Ιερᾶς Συνόδου, ἐθεωρήσατε ὡς δεδομένην, ἄνευ οἱασδήποτε μαρτυρίας, τὴν φανερὰν συκοφαντίαν εἰς τὴν ἐπιστολὴν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου, ὅστις λέγει, ὅτι ἔχω ἐπαφὰς τινὰς καὶ ἐπικοινωνίαν μὲ σχισματικούς, μὲ τὸν κληρικὸν Κυπριανόν, ὅστις καθηρέθη ὑπὸ τῆς ῾Ελληνικῆς ᾿Εκκλησίας καὶ αὐτοαποκαλεῖται ᾿Επίσκοπος ᾿Ωρωποῦ καὶ Φυλῆς..
Συμφώνως πρὸς τὴν κατηγορίαν αὐτὴν ἀπεστερήθην τῆς εἰσόδου εἰς τὸ ῞Αγιον ῎Ορος. ῾Ο ἕτερος λόγος τῆς ἀπογοητεύσεώς μου προέρχεται ἐκ τοῦ γεγονότος, ὅτι ζητεῖτε ἀπὸ ἐμέ, (κατὰ τὴν ἐπιθυμίαν τῆς Κωνσταντινουπόλεως), νὰ τηρῶ τὴν κανονι-
κὴν τάξιν τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας..
῎Αν μὲ εἴχετε ἐρωτήσει περὶ αὐτοῦ τοῦ θέματος ἐνωρίτερον, ῾Αγιώτατε, ὅτε εἶχον ἐπισκεφθῆ ῾Υμᾶς τελευταίως, θὰ εἶχον εἴπει εἰς ῾Υμᾶς ἐκεῖνο, ὅπερ εἶναι γνωστὸν εἰς τὸν Θεὸν τὸν ῎Ιδιον, ὅτι οὐδέποτε, οὔτε ὡς ᾿Επίσκοπος, οὔτε πρίν, εἶχον οἱανδήποτε
σχέσιν ἤ ἐπικοινωνίαν μὲ τὴν Φυλήν, οὔτε διὰ τηλεφώνου.
᾿Επίσης, τὸ πρῶτον μέρος τῆς ὑποτιθεμένης ἐνοχῆς μου, ὅτι βλάπτω τὴν ὑπόληψιν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου διὰ τῶν λόγων καὶ πράξεών μου, εἶναι ἀθεμελίωτον
καὶ οὐδεμία ἀπόδειξις παρέχεται πρὸς ὑποστήριξιν τῆς τοιαύτης θέσεως. ῞Ολως ἀντιθέτως, εἶναι ἀποδεδειγμένον, ὅτι ἐκεῖνος ὅστις μὲ καλεῖ νὰ τηρῶ τὴν τάξιν καὶ τὴν παράδοσιν τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας τ.ἔ. αὐτὸς οὗτος ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης,
καὶ οἱ μετ᾿ αὐτοῦ, ἔχουν ποδοπατήσει ὅλους τοὺς ῾Ιεροὺς Κανόνας καὶ Παραδόσεις τῆς ᾿Εκκλησίας ὑπερμέτρως, προσπαθοῦντες νὰ ἐφαρμόσουν τὰς οἰκουμενιστικὰς καὶ ἐπεκτατικὰς αὐτῶν ἰδέας. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος, διὰ τὸν ὁποῖον εἶναι ὀδυνηρὸν καὶ δύσκολον
νὰ κατανοήσω, ὅτι οὗτος καὶ οἱ ὅμοιοι αὐτοῦ, ἐπιτιμοῦν ἄλλον διὰ τὴν μὴ τήρησιν τῆς κανονικῆς παραδόσεως.
Γνωρίζω, ῾Αγιώτατε, ὅτι οὔτε ἡ Σύνοδος ἡμῶν, οὔτε ἄλλος τις εἰς τὸν κόσμον σήμερον εἶναι ἱκανὸς ἤ ἕτοιμος νὰ λάβῃ ὑπὸ τὴν προστασίαν αὐτοῦ τοὺς ῾Ιεροὺς Κανόνας καὶ τὴν παραδοσιακὴν ᾿Εκκλησιαστικὴν τάξιν καὶ νὰ κατηγορήσῃ ἐκείνους,
οἵτινες εἶναι ἄξιοι τοιαύτης κατηγορίας (πολλοὶ ἐξ αὐτῶν εἶναι εἰς τὴν Σερβικὴν ᾿Ορθόδοξον ἡμῶν ᾿Εκκλησίαν).
῞Ομως, ἀπὸ τὴν ἄλλην πλευράν, καὶ ἡ Σύνοδος ἡμῶν καὶ ἕτεροι τινὲς εἶναι ἕτοιμοι νὰ κατηγοροῦν καὶ νὰ δικάζουν ἐκείνους, οἵτινες τηροῦν τοὺς ῾Ιεροὺς Κανόνας καὶ τὴν Παράδοσιν τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας, ὑψώνουν τὴν φωνὴν αὐτῶν πρὸς
ὑπεράσπισιν τῆς ᾿Ορθοδόξου Πίστεως καὶ ἐπιδεικνύουν, ἀδελφικῷ τῷ τρόπῳ (τεκμηριωμένως), εἰς ἐκείνους, οἵτινες ἤδη παρεβίασαν αὐτά, τὰ τεθέντα ὅρια ὑπὸ τῶν Πατέρων ἡμῶν. ᾿Αλλά, δὲν πειράζει. ῾Ο Θεὸς ἡμῶν εἶναι ζῶν, ὁ Παντελεήμων Κριτής,
῞Οστις βλέπει καὶ γνωρίζει πάντα ταῦτα λίαν καλῶς καὶ ἡ κρίσις Αὐτοῦ θὰ εἶναι δικαία. Εἶναι, ὅμως, ἄξιον θρήνου τὸ ὅτι πολλοὶ (οἰκουμενισταὶ) κάμνουν συμβιβασμοὺς καὶ συμπροσεύχονται μὲ τοὺς καταδεδικασμένους καὶ ἀνατεθεματισμένους,
γενόμενοι σκάνδαλον καὶ ὁδηγοῦντες εἰς τὴν ἀπώλειαν πολλὰς ἀθώας ψυχάς, ὑπὲρ ὧν ὁ Χριστὸς ἐσταυρώθη.
Εἰς τὰς περιστάσεις ὑπὸ τὰς ὁποίας ζῶ σήμερον καὶ κατὰ τὰς δυνάμεις μου, προσπαθῶ νὰ εἶμαι πιστὸς μαθητὴς καὶ φύλαξ τῶν ῾Ιερῶν Κανόνων τῶν Πατέρων, φέρων τὴν μαρτυρίαν τῆς εὐαγγελικῆς ᾿Αληθείας, ὅτι ἡ ζωὴ δὲν δύναται νὰ ἔχῃ
οἱανδήποτε κοινωνίαν μὲ τὸ σκότος, οὔτε ὁ Χριστὸς μὲ τὸν Βελίαρ. ῾Η μαρτυρία αὐτή, τὴν ὁποίαν ἐξέθεσα εἰς τὸ περιοδικὸν ἡμῶν .῞Αγιος Βασιλεὺς Λάζαρος., ἐξελήφθη ὡς ἀπόδειξις καταστροφῆς τῆς ὑπολήψεως τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρ-
χείου.. ᾿Ενταῦθα μαρτυρῶ ἔτι ἅπαξ: ΟΥΔΕΙΣ ὑπάρχει εἰς τὸν κόσμον σήμερον, δυνάμενος νὰ βλάψῃ τὴν ὑπόληψιν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου τόσον, ὅσον ὁ ΙΔΙΟΣ ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος καὶ μέλη ἐκ τῆς ῾Ιεραρχίας αὐτοῦ, μὲ τὰς γνω-
στὰς τοῖς πᾶσι οἰκουμενιστικὰς αὐτῶν ἐνεργείας καὶ δηλώσεις.
᾿Αδελφοὶ καὶ Πατέρες τῆς Συνόδου· ἐκλαμβάνω τὴν πρὸς ἐμὲ ἐπιτίμησιν ῾Υμῶν (ἔστω καὶ τόσον ἀθεμελίωτον) ὡς τὸ πρῶτον σημεῖον τῆς ἑτοιμότητος καὶ τοῦ ζήλου ῾Υμῶν νὰ προστατεύσετε τοὺς ῾Ιεροὺς Κανόνας καὶ τὴν τάξιν τῆς ᾿Εκκλησίας. Πιστεύω μόνον, ὅτι ὅμοιαι ἐπιπλήξεις θὰ ἀποσταλοῦν ἐν εὐθέτῳ χρόνῳ πρὸς ἐκείνους εἰς τὴν Σερβικὴν ᾿Ορθόδοξον ᾿Εκκλησίαν, οἵτινες ἔχουν παραβῆ καὶ παραβαίνουν τοὺς Κανόνας αὐτούς.
᾿Εν τῇ ἀγαθῇ ἐλπίδι ταύτῃ, διατελῶ πιστὸς ἐν Κυρίῳ εἰς τὴν ῾Ιερὰν Σύνοδον.
῾Ο ᾿Επίσκοπος Ράσκας καὶ Πριζρένης
† ΑΡΤΕΜΙΟΣ
῾Η ἐπιστολὴ αὐτὴ δημοσιεύθηκε στὸ περιοδικὸ τῆς ῾Ιερᾶς ᾿Επισκοπῆς Ράσκας καὶ Πριζρένης :
῞Αγιος Βασιλεὺς Λάζαρος./Μάϊος 1996.
***
Η διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας του Θεανθρώπου Χριστού, που διατυπώθηκε από τους αγίους Αποστόλους, από τους αγίους Πατέρες, από τις αγίες Συνόδους, γύρω από το θέμα των αιρετικών είναι η εξής: οι αιρέσεις δεν είναι Εκκλησία, ούτε μπορούν να είναι Εκκλησία. Γι' αυτό δεν μπορούν οι αιρέσεις να έχουν τα άγια Μυστήρια, ιδιαίτερα το Μυστήριο της Ευχαριστίας, αυτό το Μυστήριο των Μυστηρίων. Γιατί ακριβώς η θεία Ευχαριστία είναι το παν και τα πάντα στην Εκκλησία: δηλαδή είναι και ο ίδιος ο Θεάνθρωπος Κύριος Ιησούς και η ίδια η Εκκλησία και γενικά κάθε τι που ανήκει στον Θεάνθρωπο.Η «intercommunio», δηλαδή η διακοινωνία με τους αιρετικούς στα άγια Μυστήρια, ιδιαιτέρως στη θεία Ευχαριστία, είναι η πλέον αναίσχυντη προδοσία του Κυρίου Ιησού Χριστού, η προδοσία του Ιούδα. Πρόκειται μάλιστα περί προδοσίας ολόκληρης της Εκκλησίας του Χριστού, της Εκκλησίας του Θεανθρώπου, της Εκκλησίας της Αποστολικής, της Εκκλησίας της Αγιοπατερικής, της Εκκλησίας της Αγιοπαραδοσιακής, της Εκκλησίας της Μίας και μοναδικής. Εδώ θα πρέπει να σταματήσει κάποιος τον χριστοποιημένο νου του και τη συνείδηση μπροστά σε μερικά άγια γεγονότα, άγια μηνύματα και άγιες εντολές.
Πρώτον, πρέπει να διερωτηθούμε σε πια εκκλησιολογία και σε πια θεολογία με θέμα την Εκκλησία, θεμελιώνεται η λεγόμενη «intercommunio»; Γιατί ολόκληρη η Ορθόδοξη Θεολογία της Εκκλησίας γύρω από το θέμα της Εκκλησίας βασίζεται και θεμελιώνεται όχι στην inter-communio (δια-κοινωνία), αλλά στη θεανθρώπινη πραγματικότητα, της communio, δηλαδή στη θεανθρώπινη Κ ο ι ν ω ν ί α (πρβλ. Α΄ Κορ. 1, 9. 10, 16-17. Β΄ Κορ. 13, 13. Εβρ. 2, 14. 3, 14. Α΄ Ιω. 1, 3), ενώ η έννοια inter-communio, δια-κοινωνία, είναι καθ' εαυτήν αντιφατική και ολότελα αδιανόητη για την Ορθόδοξη καθολική συνείδηση.
Το δεύτερο γεγονός, και μάλιστα ιερό γεγονός της Ορθοδόξου πίστεως, είναι το εξής: Στην Ορθόδοξη διδασκαλία για το θέμα της Εκκλησίας και των αγίων Μυστηρίων, το μόνο και το μοναδικό μυστήριο είναι η ίδια η Εκκλησία, το Σώμα του Θεανθρώπου Χριστού, ούτως ώστε αυτή να είναι και η μόνη πηγή και το περιεχόμενο όλων των θείων Μυστηρίων. Έξω από αυτό το θεανθρώπινο και παμπεριεκτικό Μυστήριο της Εκκλησίας, το Παν-μυστήριο, δεν υπάρχουν ούτε μπορούν να υπάρχουν «μυστήρια» επομένως, και ουδεμία «δια-κοινωνία» (inter-communio) υπάρχει στα Μυστήρια. Ως εκ τούτου μόνο μέσα στην Εκκλησία, στο μοναδικό τούτο Παμμυστήριο του Χριστού, μπορεί να γίνει λόγος για τα Μυστήρια. Γιατί η Εκκλησία η Ορθόδοξη, καθώς είναι το Σώμα του Χριστού, είναι η πηγή και το κριτήριο των Μυστηρίων και όχι το αντίθετο. Τα Μυστήρια δεν μπορούν να αναβιβάζονται πάνω από την Εκκλησία, ούτε να θεωρούνται έξω από το Σώμα της Εκκλησίας.
Ένεκα τούτου, σύμφωνα με το φρόνημα της Καθολικής του Χριστού Εκκλησίας και σύμφωνα με ολόκληρη την Ορθόδοξη Παράδοση, η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν παραδέχεται την ύπαρξη άλλων μυστηρίων έξω απ' αυτήν, ούτε τα θεωρεί ως μυστήρια, μέχρις ότου προσέλθει κάποιος με μετάνοια από την αιρετική «εκκλησία», δηλαδή ψευδοεκκλησία, στην Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού. Μέχρι τότε που μένει κάποιος έξω από την Εκκλησία, χωρίς να έχει ενωθεί μαζί της δια της μετανοίας, μέχρι τότε αυτός είναι για την Εκκλησία αιρετικός και αναπόφευκτα βρίσκεται έξω από τη σωτηριώδη Κοινωνία = communio. Γιατί «τίς μετοχή δικαιοσύνη και ανομία; τίς δε κοινωνία φωτί προς σκότος;» (Β' Κορ. 6, 14).
Ο πρωτοκορυφαίος Απόστολος, με την εξουσία που έλαβε από τον Θεάνθρωπο, δίνει εντολή: «Αιρετικόν ανθρωπον μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού» (Τίτ. 3, 10). Εκείνος, λοιπόν, ο οποίος, όχι μόνο δεν παραιτείται από τον «αιρετικόν άνθρωπον» αλλά δίνει σ' αυτόν και τον ίδιο τον Κύριο την θεία Ευχαριστία, αυτός βρίσκεται στην αποστολική και θεανθρώπινη αγία Πίστη; Επί πλέον ο αγαπημένος Μαθητής του Κυρίου Ιησού, Απόστολος της αγάπης, δίνει εντολή: άνθρωπος ο οποίος δεν πιστεύει στη σάρκωση του Χριστού και δεν παραδέχεται την ευαγγελική γι' Αυτόν διδασκαλία ως Θεανθρώπου «μη λαμβάνετε αυτόν εις οικίαν» (Β' Ιω. 1, 10).
Ο Κανόνας ΜΕ' των αγίων Αποστόλων βροντοφωνεί: «Επίσκοπος ή πρεσβύτερος ή διάκονος, αιρετικοίς συνευξάμενος μόνον, αφοριζέσθω ει δε επέτρεψεν αυτοίς, ως κληρικοίς ενεργήσαί τι, καθαιρείσθω» (Πρβλ. Κανόνα ΛΓ' της εν Λαοδικεία Συνόδου). Η εντολή αυτή είναι σαφής, ακόμη και για τη συνείδηση του κουνουπιού. Δεν είναι έτσι;
Ο Κανόνας ΞΔ' των αγίων Αποστόλων διατάζει: «Ει τις κληρικός, ή λαϊκός, εισέλθη εις συναγωγήν Ιουδαίων, ή αιρετικών, προσεύξασθαι, και καθαιρείσθω, και αφοριζέσθω». Και τούτο είναι σαφέστατο και για την πλέον πρωτόγονη συνείδηση.
Ο Κανόνας Μς' των αγίων Αποστόλων:«Επίσκοπον ή πρεσβύτερον αιρετικών δεξαμένους βάπτισμα ή θυσίαν καθαιρείσθαι προστάττομεν. Τίς γαρ συμφώνησις Χριστώ προς Βελίαρ; ή τίς μερίς πιστώ μετά απίστου;». Είναι οφθαλμοφανές και για τους αόμματους ότι η εντολή αυτή ορίζει κατηγορηματικά ότι δεν πρέπει να αναγνωρίζουμε στους αιρετικούς κανένα άγιο Μυστήριο και ότι αυτά πρέπει να τα θεωρούμε ως άκυρα και χωρίς θεία Χάρη.
***