Τό ερώτημα ήταν : Ο Χριστιανός πρέπει νά φοβάται τόν θάνατο ή δέν πρέπει ;
Τήν απάντηση μπορεί νά τήν αναζητήσει, μεταξύ άλλων, ο αναγνώστης καί :
1. Κατά Ματθαίον, κς' 38 - 44
2. Κατά Λουκάν, κεφ. κβ' 42 - 46
Ο Κύριος δίδει τήν απάντηση ως άνθρωπος καί οι άνθρωποι, σχεδόν όλοι, φοβούνται τόν θάνατο. Βεβαίως, η απάντηση μπορεί νά είναι είτε τελολογική, καθώς απάντησε ο γέροντας : "ο θάνατος καταργήθηκε μέ τήν Ανάσταση", ή προλογική, καθώς απάντησαν οι περισσότεροι τών ερωτηθέντων : " Ναί, φοβάμαι".
Καί επί τούτοις, επειδή "18 φόβος οὐκ ἔστιν ἐν τῇ ἀγάπῃ, ἀλλ᾿ ἡ τελεία ἀγάπη ἔξω βάλλει τὸν φόβον, ὅτι ὁ φόβος κόλασιν ἔχει, ὁ δὲ φοβούμενος οὐ τετελείωται ἐν τῇ ἀγάπη" (1Ιν. δ'), ο μέν άγιος Θεός είναι αγάπη - καί η αγάπη Του μάς δίδει τήν ζωή - η δέ απόδοση τού ανθρώπου, έναντι τής αγάπης Τού χορηγού τής ζωής μας, είναι η Πίστη. Αυτό αποδίδει, στό δώμα Ζωής τού Θεού, ο άνθρωπος.