Ιερομόναχος Ευθύμιος Τρικαμηνάς: ερμηνεία του 15ου Κανόνος.


παρών λοιπόν Κανών καθιστ πευθύνους λους τούς ρθοδόξους ες τό θέμα τς διακρίσεως τν ληθινν πισκόπων πό τούς ψευδεπισκόπους. Ατό βεβαίως τό παιτε καί λη ρθόδοξος Παράδοσις τήν ποία πισφραγίζει καί τρόπον τινά συνοψίζει ν λόγ Κανών. Τό φοβερό μως καί συγχρόνως ναγκαο εναι τι δέν εναι ρκετή μόνο διάγνωσις το ψευδεπισκόπου, πως δέν εναι ρκετή διάγνωσις το χοντος τήν μολυσματική σθένεια, λλά χρειάζεται καί πομάκρυνσις πό ατόν. Ες ατήν τήν περίπτωσι τν θεμάτων τς πίστεως κάθε πιστός γίνεται κριτής καί δικαστής πρό συνοδικς κρίσεως, το τάκτως περιπατοντος πισκόπου καί «στέλλεται» πό ατόν σύμφωνα μέ τήν κφρασι το μεγάλου ποστόλου τν θνν: «Παραγγέλλομεν δέ μν, δελφοί, ν νόματι το
Κυρίου μν ησο Χριστο, στέλλεσθαι μς πό παντός δελφο τάκτως περιπατοντος καί μή κατά τήν παράδοσιν ν παρέλαβον παρ’ μν» (Β΄ Θεσσ. 3, 6).
κφρασις λοιπόν το παρόντος Κανόνος «ο γάρ πισκόπων, λλά ψευδεπισκόπων καί ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν» σημαίνει τι πίσκοπος κπίπτει πό τό
ξίωμά του μόνο καί μόνο πειδή σφάλλει στά θέματα τς πίστεως καί δέν ρθοτομε τόν λόγο τς ληθείας. Σημαίνει πίσης τι δέν τόν καταδικάζει ποτειχιζόμενος πό ατόν, οτε πολύ περισσότερο τό ρμόδιο κκλησιαστικό ργανο, λλά δια αρεσις τήν ποία κηρύττει «γυμν τ κεφαλ π’ κκλησίας». Εναι δηλαδή τό διο μέ τόν ατρό, ποος δέν καθιστ κάποιον ρρωστο μέ τήν γνωμάτευσί του, λλά δια σθένεια τήν ποία ατός φέρει· καί πίσης μέ τόν κακοποιό τόν ποο δέν τόν καθιστ ς τοιοτο πόφασις το δικαστο, λλά ο διες ο πράξεις του. ν λοιπόν μες ναμένωμε τήν πόφασι τν ρμοδίων διά νά πομακρυνθομε πό ατούς εναι βέβαιον τι θά σφάλλωμε στά καίρια καί θά δηγηθομε σέ ναυάγιο. Καί βεβαίως, φ’ σον γνωρίζωμε τήν κατάστασι κάποιου, δέν περιμένομε τήν πόφασι τν ρμοδίων, λλά μέ φόβο καί τρόμο πομακρυνόμεθα πό ατούς.
Τό τι τά θέματα τς πίστεως εναι πολύ σημαντικώτερα πό τά λικά καί σωματικά, μόλις εναι νάγκη νά τό ναφέρωμε. Καί ατό φανερώνει τι φησυχασμός μας
δ χει λλα κίνητρα καί λλο σκοπό. δέ θεολογική του πικάλυψις μλλον ποσκοπε στόν καθησυχασμό τς συνειδήσεως. ν μες τόν ψευδεπίσκοπο τόν κλαμβάνομε ς ποιμένα καί χομε πλήρη κκλησιαστική πικοινωνία μαζί του διά τς μνημονεύσεως καί συνοδοιπορίας, εναι φανερό τι χι μόνο εμεθα παραβάτες το ερο ατο Κανόνος, λλά καί λοκλήρου τς ρθοδόξου Παραδόσεως καί πιπλέον γινόμεθα ατία νά διαιωνίζεται τό κακό ες τήν κκλησία καί μάλιστα χι οοδήποτε κακό, λλά αρεσις ποία προσβάλλει ατόν τόν θεσμό τς κκλησίας.

Συνεχίζεται. 

Η κατοχή γίνεται σήμερα περισσότερο αισθητή.


Από τα τέλη της Τουρκοκρατίας άνοιξαν  όλες οι κερκόπορτές μας από τους δυτικόπληκτους –ευρωπαϊστές μας –κατά Ζουράρη ευρωλιγούρηδες-   και μετακενώνονται συνεχώς αυτούσια στοιχεία του ευρωπαϊκού χώρου, γεννήματα μιας διαφορετικής διαχρονικής πολιτιστικής  διαδικασίας, που νοθεύουν την ελληνορθόδοξη πολιτιστική παράδοση και τελικά την αναιρούν, υποκαθιστώντας τα συστατικά της. Και αυτό λόγω της καλλιεργούμενης, κυρίως στο χώρο της εκπαίδευσης, ευρωμανίας, συνέπεια της οποίας είναι και η από το 1833 αρξαμένη ευρωπαϊκή/φραγκική κατοχή στη χώρα μας, την κορύφωση της οποίας ζούμε σήμερα ως Έθνος. Λόγω της οικονομικής καταρράκωσης η κατοχή γίνεται σήμερα περισσότερο αισθητή. 

( Πρωτ. Γεώργιος Δ.  Μεταλληνός).

Κυριακή της Τυροφάγου. Ο θησαυρός των αρετών.


«Μη θησαυρίζετε υμίν θησαυρούς επί της γης, όπου σής και βρώσις αφανίζει».
Ματθ. στ΄14-21. Ρωμ. Ιγ΄11-ιδ΄4.

Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή που είναι η κατανυκτικότερη περίοδος του εκκλησιαστικού έτους και της οποίας το κατώφλι δρασκελίζουμε, συνιστά μοναδική ευκαιρία την οποία καλείται ο κάθε πιστός να αδράξει σε μια πρόκληση πνευματικών αναβάσεων. Στο αποστολικό ανάγνωσμα της ημέρας ο Παύλος κάνει λόγο για «καιρό ευπρόσδεκτο, καιρό μετανοίας», στον οποίο μας προτρέπει: «αποθώμεθα τα έργα του σκότους και ενδυσώμεθα τα όπλα του φωτός…». Ευπρόσδεκτος καιρός σημαίνει τον καιρό της χάριτος. Είναι ο χρόνος κατά τον οποίο ο άνθρωπος μπορεί ν’ αποκτήσει αντοχές για να διεξάγει τον αγώνα τον καλό. Αν ολόκληρο το χρόνο οι πιστοί  προσβλέπουν στον αγώνα της πίστεως, πολύ περισσότερο οφείλουν να εντείνουν την προσπάθεια τους αυτή την ευλογημένη περίοδο. Αν πάντοτε έχουν χρέος να εργάζονται τη σωτηρία τους, ακόμη περισσότερο και με πολύ μεγαλύτερο ζήλο επιβάλλεται να το πράττουν τώρα κατά την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, στην οποία εισερχόμαστε. Αυτό ακριβώς μάς συμβουλεύει και η μητέρα μας Εκκλησία, όταν μας λέει: «Το στάδιον των αρετών ηνέωκται, οι βουλόμενοι αθλήσαι εισέλθετε, αναζωσάμενοι τον καλόν της νηστείας αγώνα. Οι γαρ νομίμως αθλούντες, δικαίως στεφανούνται…».

Η πραγματική νηστεία
Η Εκκλησία μάς προσκαλεί να εισέλθουμε στην περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και με την ευαγγελική περικοπή που ξεδιπλώνει ενώπιον μας την Κυριακή της Τυρινής. Μάς προσκαλεί με αυτή να εγκολπωθούμε το πνεύμα της αληθινής νηστείας και να επιδιώξουμε όλες εκείνες τις αρετές που συνιστούν πραγματικό θησαυρό για την ύπαρξή μας. Μάς θυμίζει την ανταρσία του Αδάμ που επενήργησε διαβρωτικά σ’ ολόκληρο το ανθρώπινο γένος. Η παράβαση της εντολής του Θεού που στο βάθος της ήταν εντολή νηστείας, δείχνει πόσο ο άνθρωπος περιφρόνησε  την αγάπη του Δημιουργού του μέσα από την επιθυμία του γι’ αυτοθεοποίηση. Είναι αυτή ακριβώς η επιθυμία που τον απομάκρυνε από την πηγή της ζωής και τον παρέδωσε στην τραγικότητα του θανάτου. Η Εκκλησία με τη συγκεκριμένη περικοπή δίνει το υπόβαθρο της αληθινής νηστείας, η οποία αποτελεί την αντίστροφη κίνηση από εκείνη που ακολούθησε ο Αδάμ. Προϋποθέτει όμως ν’ αποβάλουμε όλα εκείνα τα πάθη που ριζοβολούν στην ψυχή μας και δεν μάς επιτρέπουν να βιώνουμε την ελευθερία στην αυθεντική της μορφή και να δεχόμαστε την αγάπη του Θεού και να την αντιπροσφέρουμε στους συνανθρώπους μας.
Η αληθινή νηστεία, λοιπόν, είναι μια πνευματική άσκηση που καταξιώνει τον άνθρωπο και τον αναδεικνύει εικόνα του Θεού, με όλη την ομορφιά και την αρχοντιά της. Έχει τόσο βάθος η νηστεία ώστε στην αυθεντική της μορφή φέρνει τον άνθρωπο σε μια αδιάκοπη κοινωνία με τον Θεό αλλά και με τους συνανθρώπους του. Ο νηστεύων πραγματικά ατενίζει ακριβώς την κοινωνία εκείνη που δεν μπορεί να στηθεί με ανθρώπινα σχήματα και ιδεολογίες. Γιατί έχει ουράνιες και αιώνιες αντοχές, αφού με τη δύναμη της αγάπης καταργεί ακόμα και τον θάνατο και απαλλάσσει τον άνθρωπο από την τραγικότητά του. Νηστεία, σύμφωνα με την Πατερική σκέψη, είναι η εκούσια στέρηση που οδηγεί τον άνθρωπο στο χώρο της αληθινής ελευθερίας. Εκεί όπου παραδίδεται ολοκληρωτικά στην αγάπη του Θεού. Με τη δυναμική της απελευθερώνεται ο άνθρωπος από όλα εκείνα που τον κρατούν δέσμιο στη γη και τον αφήνουν προσκολλημένο σε επίγειους θησαυρούς «όπου σής και βρώσις τους αφανίζει».
Αγαπητοί αδελφοί, «έφθασε καιρός, η των πνευματικών αγώνων αρχή…». Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι ο ευπρόσδεκτος καιρός που μάς χαρίζει η αγάπη του Θεού για να μας προσκαλέσει στο στάδιο των πνευματικών αγώνων, με τους οποίους καταξιωνόμαστε σε ουράνιες κατακτήσεις. Ας αδράξουμε, λοιπόν, την ευκαιρία «τον αγώνα τον καλόν αγωνίσασθαι, τον δρόμο της νηστείας εκτελέσαι, την πίστιν αδιαίρετον τηρήσαι και ακατακρίτως φθάσαι προσκυνήσαι και την αγίαν Ανάστασιν».

Άγιος Ησύχιος «Προς Θεόδουλο –Ταπείνωση»


Η ταπείνωση, επειδή εκ φύσεως ανυψώνει τον άνθρωπο και έχει την αγάπη του Θεού και αφανίζει σχεδόν όλα τα κακά πού υπάρχουν μέσα μας τα όποια μισεί ο Θεός, είναι δυσκολοκατόρθωτη. Και μπορεί νά βρεις σε έναν άνθρωπο μερική εργασία πολλών αρετών, αν όμως ζητήσεις και μυρωδιά μόνον ταπεινώσεως, μόλις πού θα τη βρεις. Γι' αυτό είναι ανάγκη νά έχομε μεγάλη επιμέλεια, ώστε νά αποκτήσομε την αγία ταπείνωση. Η Γραφή, τον διάβολο τον ονομάζει ακάθαρτο, επειδή εξαρχής απώθησε το αγαθό της ταπεινοφροσύνης και αγάπησε την υπερηφάνεια. Γι' αυτό και πνεύμα ακάθαρτο ονομάζεται σε όλες τις Γραφές. Ποια σωματική ακαθαρσία μπορεί νά κάνει ο ασώματος, άσαρκος και αστάθμητος, για νά τον λέει η Γραφή ακάθαρτο; Φανερό είναι ότι για την υπερηφάνεια του ονομάστηκε ακάθαρτος και από καθαρός και φωτεινός άγγελος, έγινε βέβηλος. Επειδή, για το Θεό είναι ακάθαρτος κάθε υπερήφανος, και πρώτη αμαρτία είναι η υπερηφάνεια. Έτσι και ο υπερήφανος Φαραώ έλεγε: «Δε γνωρίζω το Θεό σου και δε θα ελευθερώσω τον Ισραήλ».