…Ο ορθολογισμός του Παπισμού αυτήν την ίδια την
δυνατότητα επιτυχίας του σκοπού της ζωής των ανθρώπων την αρνείται, και βλέπει
την Σωτηρία σαν μία νομική δικαίωσι των ανθρώπων μπροστά σε μια εξαγριωμένη
ανθρωπομορφική θεία δικαιοσύνη. Για τους «Καθολικούς» ο άνθρωπος, δια της
σταυρικής θυσίας του Χριστού, σώζεται από την θεία δικαιοσύνη και όχι από τα
νύχια του διαβόλου, ο Θεός έρχεται να μας σώση από τον ίδιο τον Θεό. Ο Θεός
σκοτώνει τον Θεό, για να ικανοποιήση την δικαιοσύνη του Θεού! Φεύ της
βλασφημίας. Στην πραγματικότητα ο Χριστός πέθανε στον σταυρό για να αναστηθή
και έτσι να νικήση δια του θανάτου τον θάνατο, να απαλλάξη τους ανθρώπους από
τον θάνατο και κατ΄ αυτόν τον τρόπο να τους ελευθερώση από τον διάβολον ο
οποίος υπεδούλωσε τους ανθρώπους δια του φόβου του θανάτου και της φθοράς,
«όσοι φόβω θανάτου δια παντός του ζην ένοχοι ήσαν δουλείας». «Εις τούτο
εφανερώθη ο Υιός του Θεού, ίνα λύση τα έργα του Διαβόλου» (Α΄ Ιωάν. γ: 8). Μας
γλυτώνει ο Χριστός από τον διάβολο και μας φέρνει πάλι στην αγκαλιά του Θεού
απ΄ όπου ξεπέσαμε. Όμως αυτήν την δυνατότητα να επιστρέφουμε στην αγκαλιά του
Θεού οι παπικοί την αρνούνται, γιατί ο ορθολογισμός τους τούς υπαγορεύει ότι
καμμία δυνατότης επαφής δεν υπάρχει μεταξύ του ακτίστου Θεού και του κτιστού
ανθρώπου. Πως άρχισε η πλάνη τους; Ο ορθολογισμός εισήχθη στην Εκκλησία της
Δύσεως από ανθρώπους, που ήσαν μεν ευσεβείς, αλλά δεν είχαν κατορθώσει να
απαλλαγούν από τα δεσμά της ανθρωπίνης σοφίας. Τα πρώτα σπέρματα του
ορθολογισμού, που έπιασαν βαθειές ρίζες τα έσπειρε ο Αυγουστίνος. Από τους
Δυτικούς θεωρείται σήμερα ο μεγαλύτερος Πατήρ της «Εκκλησίας» των. Στην
συνείδησι όμως της Ορθοδόξου Εκκλησίας ποτέ ο Αυγουστίνος δεν υπήρξε άγιος.
Απόδειξις το ότι δεν αναφέρεται στα Μηναία, που είναι το επίσημο αγιολόγιο της
Εκκλησίας.
-------------------
Ο/Η Δημήτριος Χατζηνικολάου είπε...
-------------------
Τό θέμα αὐτῆς τῆς ἀναρτήσεως εἶναι τεράστιον, μέ πολλές προεκτάσεις, ὅπως τήν ἐξεικόνισιν τῆς Ἁγίας Τριάδος εἰς τήν γνωστήν εἰκόνα τοῦ «συνθρόνου», πού εἶναι δυτικῆς προελεύσεως. Ἀπαιτοῦνται ἱκανές θεολογικές γνώσεις διά τόν σοβαρόν σχολιασμόν αὐτῆς τῆς ἀναρτήσεως, τίς ὁποῖες ὁ γράφων δέν διαθέτει. Ὡστόσον, θά θέσω πρός προβληματισμόν αὐτό πού ἔχω ἀκούσει ἀπό σοβαρόν θεολόγον καί λόγιον: ὅτι ὅλες οἱ θεοφάνειες στήν ΠΔ, συμπεριλαμβανομένων καί αὐτῶν τοῦ Μωϋσέως καί τοῦ Δανιήλ, εἶναι τοῦ Χριστοῦ, καθότι «Θεόν οὐδείς ἑώρακε πώποτε. ὁ μονογενής υἱός ὁ ὤν εἰς τόν κόλπον τοῦ πατρός, ἐκεῖνος ἐξηγήσατο» (Ἰω. 1, 18). Διά τοῦτο, ὅπως ἐμφατικῶς διδάσκει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ἡ Ἁγία Ζ' Οἰκουμενική Σύνοδος καί πολλοί σύγχρονοι θεολόγοι, ἡ ὡς ἄνω εἰκών τοῦ «συνθρόνου» δέν εἶναι Ὀρθόδοξος. Εἰς τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, μόνον ἡ συμβολική εἰκών τῆς φιλοξενίας τοῦ Ἀβραάμ εἶναι ἀποδεκτή ὡς (συμβολική, τονίζω) εἰκών τῆς Ἁγίας Τριάδος.