«Χριστός γεννάται, δοξάσατε, Χριστός εξ ουρανών, απαντήσατε. Χριστός επί γης, υψώθητε. Άσατε τω Κυρίω πάσα η γη, και εν ευφροσύνη, ανυμνήσατε λαοί, ότι δεδόξασται».
Τα μεγάλα πράγματα τιμώνται με την σιωπήν. Η πτωχή ανθρωπίνη φύσις ούτε να τα συλλάβη νοερώς ημπορεί, ούτε να τα ανθέξη συναισθηματικώς, διότι και την νόησιν υπερβαίνουν, και ο συναισθηματικός χώρος της καρδίας είναι μικρός. Τα δεχόμεθα μόνον με θάμβος, με έκπληξιν, με θαυμασμόν, με αγάπην. Και μεγάλα πράγματα είναι όσα αναφέρονται εις τον Θεόν και προέρχονται από τον Θεόν. Τα θεία πράγματα έχουν διαστάσεις απείρους, όπως άπειρος είναι και ο δημιουργών αυτά Θεός. Όσον υψηλότερα ευρισκόμεθα, τόσον περισσότερον βλέπομεν και την απειρίαν των θείων πραγμάτων, τόσον περισσότερον και θαμβούμεθα και θαυμάζομεν και αγαπώμεν και μετουσιώνομεν τα βιώματά μας εις ύμνους και δοξολογίας προς τον Θεόν. Ο ύμνος είναι διέξοδος της κεκορεσμένης από αγάπην και θαυμασμόν ψυχής. Δια τούτο, εις την Ορθόδοξον Εκκλησίαν μας, εκφράζομεν τας υψηλοτέρας εμπειρίας μας, δια συμβόλων και θείων ύμνων. Ο λόγος είναι ανίκανος να εκφράση την παφλάζουσαν φλόγα της εν αγίω Πνεύματι καιομένης καρδίας. Διο και αναζητεί εις τας πνευματικάς ωδάς την παρηγορίαν της δρόσου. Διότι αληθώς, η εν Κυρίω ερωτική καύσις της καρδίας, αποτελεί τυραννίδα γλυκυτάτην, αλλά τυραννίδα πάντως.