Παρέστη
η Βασίλισσα εκ δεξιών σου, εν ιματισμώ διαχρύσω περιβεβλημένη, πεποικιλμένη.
Ψαλμός μδ΄
(Του Κερνίκης και Καλαβρύτων Επισκόπου Ηλία Μηνιάτη)
Αυτή είναι η πλέον ζωντανή και πρεπώδης εικών της
μεταστάσης εις ουρανούς Θεομήτορος, ην εζωγράφησε με θεοκίνητον κάλαμον ο
Προφητάναξ· και προς την θεωρίαν της εικόνος ταύτης προσκαλώ σήμερον τα όμματα
της ευλαβούς σας διανοίας, ω φιλέορτον σύστημα. Μη στοχασθήτε εδώ κάτω τα
θλιβερά εκείνα σύμβολα του θανάτου· εκεί δηλαδή, όπου φαίνεται ένα σώμα νεκρόν
ηπλωμένον επάνω εις ένα κράββατον, κηδευόμενον σεπτώς παρά των ιερών Αποστόλων,
παραδόξως συνηγμένων εκ των περάτων της γης. Εις την αγιωτάτην Παρθένον όλα
εστάθησαν υπέρ άνθρωπον· εις τούτο μόνον έδειξε πως ήτο φύσεως ανθρωπίνης,
διότι σήμερον φαίνεται, ότι είναι φύσεως θνητής· αλλά και εις τούτο εφάνησαν
και τα προνόμια της θείας χάριτος· διότι καθώς όταν η πανάμωμος Μαρία
συνέλαβεν, η σύλληψις εστάθη άσπορος, και όταν εγέννησεν, η κύησις εστάθη
αδιάφθορος, έτσι όταν απέθανεν, η νέκρωσις εστάθη αθάνατος. Δεν είναι θάνατος
αυτός, ωσάν εκείνος ο τύραννος του γένους μας, ο υιός της κατάρας και πατήρ της
φθοράς, όπου εις το σκοτεινόν του βασίλειον κρατεί αιχμάλωτον του Αδάμ την
κληρονομίαν. Αυτός είναι ή ένας γλυκύς ύπνος, με τον οποίον ηθέλησεν η Πάναγνος
Δέσποινα ως να αναπαυθή ολίγον εις το πέρας της επιγείου ταύτης ζωής, δια να
αρχίση την οδόν εκείνης της ακηράτου· ή μία θαυμαστή έκστασις θείου έρωτος, εις
την οποίαν η μεν μακαριωτάτη εκείνη ψυχή, σπεύδουσα το ογληγορώτερον να φθάση
προς τον ηγαπημένον θείον Υιόν, άφησε δι’ ολίγον το ομοδίαιτον σώμα· και τούτο
ομοίως αιρόμενον υπό χερουβικού άρματος ηκολούθησε τον αυτόν δρόμον, και ανέβη
δεδοξασμένον εις τους ουρανούς. Ιδέτε τον τάφον εις το χωρίον Γεθσημανή, και
θέλετε τον εύρει κενόν· διότι τάφος δεν δύναται να χωρήση την Μητέρα της ζωής,
το δοχείον της σεσαρκωμένης Θεότητος, του οποίου τόπος αντάξιος είναι ο θρόνος
της θείας δόξης.