Ο θεωρητικός τρόπος ζωής συγκροτείται συνήθως κατά τρόπον
ακατηγόρητον και αληθινόν, από τους ακολούθους τρεις παράγοντας· από την πίστιν, από την ενεργή μετοχήν της ψυχής στο άγιον Πνεύμα και
από κάποια γεύσιν της σοφίας. Δυνάμεθα νε είπωμεν, σαν με ορισμόν, ότι θεωρία
είναι η γνώσις των νοητών εκ της οράσεως των αισθητών κτισμάτων. Επίσης η
θεωρία δύναται να ενεργήται από τους προχωρημένους πνευματικώς απευθείας προς
τα νοητά χωρίς αναγωγήν από τα αισθητά. Αλλά για να ενεργή κανείς στον χώρον
της θεωρίας χρειάζεται η πίστις. Γιατί γράφεται, «εάν μη πιστεύσητε, ουδ΄ ου μη
συνήτε» (Ησα. ζ: 9). Επίσης χρειάζεται και η ενέργεια του αγίου Πνεύματος,
δεδομένου ότι «το πνεύμα πάντα ερευνά και τα βάθη του Θεού» (Α΄ Κορ. ιβ:
10) και όπως είπεν ο θείος Ιώβ, «πνοή
παντοκράτορος η διδάσκουσά με» (Ιώβ λγ: 4). Ύστερα ακολουθεί στην καρδίαν θερμή
ενέργεια του αγίου Πνεύματος, ζώσα και ως είναι επόμενον, ζωοποιούσα
υπερφυσικώς την ψυχήν, που κατά τρόπον ανέκφραστον συνάγει τον νουν προς εαυτήν
(η θεία ενέργεια), τον συσπειρώνει και τον διαφυλάττει από κάθε διάχυσιν, ενώ
παραλλήλως, με ενέργειες γαλήνης, πολλής χαράς, παρακλήσεως και θείας αγάπης,
του χαρίζει την ικανότητα να βλέπη τα θεία με ευκολία και να διατρίβη σ΄ αυτά.
Ακολούθως δε με την ενέργειαν του αγίου Πνεύματος θεωρεί τον Θεόν κατά τρόπον
ανώτερον του φανταστικού και αναλόγως ευφραίνεται από τους μεγάλους και
αφορήτους έρωτας και τις πνευματικές αγαλλιάσεις. Για την θεωρίαν, όπως είπα,
χρειάζεται και η σοφία. Και όπως λέγει η Γραφή, «η σοφία φωτιεί πρόσωπον
ανθρώπου» (Εκκλ. Η:1).
O Συναξαριστής της ημέρας.
Δευτέρα, 12 Οκτωβρίου 2015
Πρόβου, Ταράχου, Ανδρονίκου μαρτύρων.
Μαρτύρησαν στὸν διωγμὸ κατὰ τῆς
Ἐκκλησίας, ἐπὶ Διοκλητιανοὺ (284 – 304) καὶ Φλαβιανοὺ ἡγεμόνα Κιλικίας.
Ὁ Πρόβος ἦταν ἀπὸ τὴν Παμφυλία, ὁ
Ἀνδρόνικος ἀπὸ τὴν Ἔφεσο καὶ ὁ Τάραχος ἀπὸ τὴν Ἰλλυρία. Καὶ οἱ τρεῖς ἦταν στρατιῶτες, πραγματικὰ εὐσεβέστατοι καὶ
ἄρτια καταρτισμένοι στὴν Ἁγία Γραφή.
Συνελήφθησαν ἀπὸ
τὸν ἔπαρχο τῆς Ταρσοῦ Μαξέντιο, τὸν καιρὸ ποὺ βρίσκονταν στὴν ἔρημο. Ὅταν,
λοιπόν, παρουσιάστηκαν μπροστά του, καὶ οἱ τρεῖς θαρραλέοι στρατιῶτες Χριστοῦ
ἔδωσαν γενναῖες ἀπαντήσεις. Πρῶτος ὁ γέρων Τάραχος εἶπε:
«Μὴ βλέπεις, βασιλιά,
τὰ γηρατειά μου. Οἱ σωματικές μου δυνάμεις μπορεῖ νὰ ὑποχώρησαν, ἀλλὰ ἡ ἀκμὴ τῆς
ψυχῆς παραμένει ἀκέραια. Γι’ αὐτό, ὅλα τὰ βάσανα καὶ μύριοι θάνατοι δὲ θὰ
καταισχύνουν καὶ τὸν πιὸ μικρὸ στρατιώτη τοῦ Χριστοῦ».
Ἔπειτα, μὲ τὴν σειρὰ τοῦ
ὁ Πρόβος, εἶπε καὶ αὐτός: «Χριστιανὸς εἶμαι καὶ τίποτα δὲ μὲ τραβὰ τόσο, ὅσο νὰ
πάθω γιὰ τὸ Χριστὸ μύρια βάσανα καὶ νὰ χύσω τὸ αἷμα μου γι’ Αὐτόν». Τέλος,
γενναία ἦταν καὶ ἡ ἀπάντηση τοῦ Ἀνδρόνικου: ‘Μεταχειρισθεῖτε, εἶπε, ὅσα
μαρτύρια θέλετε. Τὸ αἷμα μου ὅλο μπορεῖ νὰ φύγει, ἀλλὰ ἡ καρτερία ἀπ’ τὸν
Ἀνδρόνικο δὲ θὰ λείψει, ἔστω καὶ ἂν κοβόταν μύρια τεμάχια».
Κεραυνοβολημένος
ἀπὸ τὶς ἀπαντήσεις ὁ Μαξέντιος, διέταξε νὰ γδάρουν τὸ κεφάλι τοῦ Τάραχου καὶ νὰ
βγάλουν τὰ μάτια τῶν ἄλλων δυό. Τέλος, μὴ ἀνεχόμενος τέτοια
ταπείνωση, τοὺς ἀποκεφάλισε.
ΟΣΙΟΣ ΒΑΡΣΑΝΟΥΦΙΟΣ
Κατά το Μυστήριο της μετάνοιας, ή κατά την
εξομολόγηση , η οποία είναι ένα και το αυτό, σχίζονται τα γραμμάτια, δηλαδή
καταστρέφεται το χειρόγραφο των αμαρτιών μας, και η Μετάληψη του Τιμίου Σώματος
και Αίματος του Χριστού μάς παρέχει τις δυνάμεις ώστε να αναγεννηθούμε
πνευματικά. Μετά τη Μετάληψη, πρέπει να ζητήσουμε από τον Θεό να διατηρήσουμε
επαξίως τη Δωρεά και ο Θεός να μας δώσει τη δύναμη να μην γυρίσουμε πίσω,
δηλαδή στις παλιές μας αμαρτίες.
ΜΝΗΜΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Ζ´ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
«Η αγία και
οικουμενική εβδόμη Σύνοδος έγινε στη Νίκαια της Βιθυνίας (787 μ.Χ.), για
δεύτερη φορά (η πρώτη έγινε το 325 μ.Χ. όταν συνήλθαν οι Πατέρες της Α΄
Οικουμενικής Συνόδου), επί Κωνσταντίνου βασιλέως και της μητέρας του Ειρήνης,
και επί Αδριανού πάπα Ρώμης, Ταρασίου Κωνσταντινουπόλεως, Πολιτιανού
Αλεξανδρείας, Θεοδωρήτου Αντιοχείας και Ηλία Ιεροσολύμων. Οι πατέρες που
συναθροίστηκαν τότε ήταν τριακόσιοι εξήντα πέντε. Αυτοί όλοι συνήλθαν κατά των εικονομάχων και αναθεμάτισαν εγγράφως κάθε
αίρεση, όπως και τους αρχηγούς των αιρέσεων, έπειτα και όλους τους
εικονομάχους. Εγγράφως εξέθεσαν και κατέγραψαν ότι όποιος δεν προσκυνά τις άγιες
εικόνες είναι ξένος προς την πίστη των ορθοδόξων, ότι η τιμή της εικόνας
διαβαίνει προς το πρωτότυπο και ότι αυτός που προσκυνά και τιμά την εικόνα
προσκυνά σ’ αυτήν, την υπόσταση του εικονιζομένου. Κι αφού διέταξαν τα πράγματα
με αυτόν τον τρόπο και ισχυροποίησαν την ορθόδοξη πίστη, ο καθένας απήλθε στη
δική του επισκοπή».
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)