Τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου Διονυσίου Τάτση
ΟΤΑΝ κανεὶς παρακολουθεῖ προσεκτικὰ τὶς ἐκδηλώσεις καὶ τὰ ἔργα μερικῶν μεγαλόσχημων κληρικῶν ἀπογοητεύεται, γιατὶ διαπιστώνει ὅτι δὲν ὑπάρχει σταθερότητα στὶς ἀπόψεις τους
καὶ συνέπεια στὰ ὅσα ὑποστηρίζουν. Αὐτὸ εἶναι πολὺ ἀρνητικό, τὴν ὥρα μάλιστα ποὺ στὴν κοινωνία
γίνεται πνευματικὸς χαλασμὸς καὶ οἱ ἠθικὲς ἀξίες τοῦ Εὐαγγελίου δὲν τηροῦνται πιὰ
ἀπὸ τοὺς περισσότερους ἀνθρώπους. Ἡ μεγάλη αὐτὴ ἀδυναμία ὀφείλεται στὸ γεγονὸς ὅτι
δὲν ἔχουν τὴν πνευματικὴ ὡριμότητα, ποὺ πρωτίστως πρέπει νὰ διακρίνει τοὺς κληρικούς.
Εἶναι κάλαμοι ὑπὸ ἀνέμων σαλευόμενοι. Προκειμένου νὰ ἀρέσκουν στοὺς ἀνθρώπους,
συνεχῶς μεταβάλλονται. Στοὺς εὐσεβεῖς ἐμφανίζονται ὡς εὐσεβεῖς, στοὺς παραδοσιακοὺς
ὡς παραδοσιακοί, στοὺς προοδευτικοὺς ὡς προοδευτικοί, στοὺς μοναχοὺς ὡς ἐραστὲς τοῦ
μοναχικοῦ ἰδεώδους, στοὺς οἰκουμενιστὲς ὡς οἰκουμενιστὲς καὶ στοὺς ἀγωνιστὲς καὶ
ὁμολογητὲς τῆς Ὀρθοδοξίας ὡς ὑπέρμαχοί της. Ὅλη αὐτὴ ἡ συνεχὴς μεταμόρφωση καὶ
παραπλάνηση ἀποκαλύπτει τὸ φόβο τους μήπως ἀποκαλυφθεῖ τὸ πραγματικό τους ἦθος.
Θέλουν νὰ ἔχουν τὴν ἔξωθεν καλὴ μαρτυρία, γιὰ νὰ συνεχίζουν τὸν ἁμαρτωλὸ τρόπο ζωῆς.
Ἔχουμε ζήσει πρόσφατα τέτοιες ἀπαράδεκτες καταστάσεις, μὲ ἀποκορύφωση τὴ θύελλα
τῶν ἐκκλησιαστικῶν σκανδάλων τοῦ 2005. Εἶναι πολλοὶ οἱ πιστοί, ποὺ ἀνησυχοῦν γιὰ ὅσα
συμβαίνουν ἢ δὲν συμβαίνουν στὴν Ἐκκλησία. Θέλουν νὰ περιοριστοῦν οἱ σκανδαλώδεις
συμπεριφορὲς τῶν κληρικῶν καὶ νὰ αὐξηθοῦν οἱ ἐνάρετοι κληρικοί, ποὺ θὰ εἶναι ἀληθινοὶ
ποιμένες. Ἀναζητοῦν ἐπίμονα ἐπίσης μερικοὺς ἄξιους ἐπισκόπους, γιὰ νὰ στηριχθοῦν
πνευματικά, νὰ τοὺς ἔχουν ὁδηγοὺς καὶ νὰ ἐλπίζουν ὅτι ἡ Ἐκκλησία μπορεῖ νὰ
αὐτοκαθαίρεται. Γρήγορα ὅμως ἀπογοητεύονται, γιατὶ δὲν μποροῦν νὰ τοὺς βροῦν. Ὄχι
πώς δὲν ὑπάρχουν, ἀλλὰ ἁπλὰ δὲν θορυβοῦν καὶ ἀποφεύγουν νὰ ἐμφανίζονται στὰ μέσα
ἐνημέρωσης καὶ στὶς ἐφημερίδες. Ἐδῶ θὰ ἀναφέρω καὶ κάτι ἄλλο σχετικὸ μὲ τὸ θέμα μας.
Κάποιοι Μητροπολίτες κατὰ καιροὺς ἐμφανίζονται ὡς ὑπέρμαχοι τῆς Ὀρθοδοξίας, ἔντονα
ἀντιπαπικοὶ καὶ ζηλωτὲς τῶν παραδόσεων. Δημοσιεύουν πύρινα κείμενα καὶ ἐξαπολύουν
σχετικὲς ἐγκυκλίους. Καθὼς τοὺς παρακολουθεῖς γιὰ πρώτη φορά, χαίρεσαι καὶ μὲ
ἐνθουσιασμὸ μιλᾶς γι᾽ αὐτοὺς στοὺς γνωστούς σου. Δὲν περνάει πολὺς καιρὸς καὶ
διαπιστώνεις ὅτι τὰ συγκεκριμένα αὐτὰ πρόσωπα διατηροῦν φιλικὲς σχέσεις μὲ
ἀνθρώπους, ποὺ πρωτοστατοῦν στὸν οἰκουμενισμό, εἶναι νεωτεριστὲς καὶ ἀποδεδειγμένα
δὲν ἔχουν ἦθος. Καὶ διερωτᾶσαι ἂν ὑπάρχει κάποιος ἄξιος Μητροπολίτης νὰ στηριχθεῖς.
Ἰδιαίτερα σὲ ἐνοχλεῖ τὸ γεγονός, ὅταν συμμετέχουν σὲ πανηγύρεις καὶ ἀλληλοπροσφωνοῦνται.
Τότε τοὺς βλέπεις ὡς συγκοινωνοῦντα δοχεῖα καὶ ἡ ἀθλιότητα τοῦ κεκραγμένου Μητροπολίτη
νὰ μεταδίδεται καὶ στοὺς ἄλλους καὶ νὰ καταλήγεις στὸ ἄδικο συμπέρασμα ὅτι ὅλοι τὸ ἴδιο εἶναι.
Πρέπει νὰ εἴμαστε προσεκτικοί. Γιὰ τοὺς ὑποκριτικὰ «ὀρθοδόξους» Μητροπολίτες νὰ ἔχουμε
ἕνα ἐρωτηματικὸ καὶ μιὰ ἐπιφύλαξη. Δὲν εἶναι αὐτό, ποὺ φαίνονται, οὔτε αὐτὸ ποὺ ἀναζητοῦμε.
Εἶναι οἱ δεσποτάδες, ποὺ δεσπόζουν, ἀλλὰ δὲν ποιμαίνουν. Γι᾽ αὐτὸ δὲν μποροῦν
νὰ γίνουν τὸ στήριγμά μας καὶ ὁ ὁδηγός μας.