"...ὑπάρχουν τρεῖς διαθέσεις, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Βασίλειος, μὲ τὶς ὁποῖες μποροῦμε νὰ εὐαρεστήσωμε στὸ Θεό. Δηλαδὴ ἤ εὐαρεστοῦμε διότι φοβώμαστε τὴν τιμωρία καὶ εἴμαστε στὴν κατάστασι τοῦ δούλου· ἤ ἐκτελοῦμε τὶς διαταγὲς γιὰ χάρι ὠφελείας μας, ἐπειδὴ ἐκδιώκομε τὰ κέρδη τῆς ἀμοιβῆς, καί κατὰ τοῦτο ὁμοιάζομε μὲ τοὺς μισθωτούς· ἤ κάνομε τὸ καλὸ γιὰ τὸ ἴδιο τὸ καλὸ καί εἴμαστε στὴν κατάστασι τοῦ υἱοῦ. Διότι ὁ υἱός, ὅταν ἔλθη στὴν ἡλικία τῆς φρονήσεως, ἐκτελεῖ τὸ θέλημα τοῦ πατρὸς του ὄχι διότι φοβεῖται μὴ δαρῆ οὔτε γιὰ νὰ λάβη μισθὸ ἀπό αὐτόν, ἄλλα διότι τὸν ἀγαπᾶ, ἐπιφυλάσσοντας γί’ αὐτὸν εἰδικῶς αὐτὴν τὴν ἀγάπη καί τὴν τιμὴ τὴν πατρική, καί εἶναι πεισμένος ὅτι ὅλα τὸ ὑπάρχοντα τοῦ πατρὸς εἶναι ἰδικά του. Τέτοιος ἄνθρωπος ἀξιώνεται ν’ ἀκούση «δὲν εἶσαι πλέον δοῦλος, ἀλλά υἱὸς καί κληρονόμος Θεοῦ διὰ τοῦ Χριστοῦ»· ὁ τέτοιος ἄνθρωπος δὲν φοβεῖται πλέον, ὅπως εἴπαμε, τὸ Θεὸ κατὰ ἐκεῖνο τὸν εἰσαγωγικὸ φόβο, ἀλλά ἀγαπᾶ, ὄπως λέγει ὁ ἅγιος Ἀντώνιος· «ἐγώ δὲν φοβοῦμαι πλέον τὸ Θεό, ἀλλά τὸν ἀγαπῶ». Καὶ ὁ Κύριος, λέγοντας στὸν Ἀβραὰμ μετὰ τὴν προσφορὰ τοῦ υἵοῦ του τὸ «Τώρα ἐγνώρισα ὅτι ἐσύ φοβεῖσαι τὸ Θεό», ἐκεῖνον τὸ φόβο ἐννοεῖ, τὸν γεννώμενο ἀπό τὴν ἀγάπη..."
H ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικοὺς μᾶς χωρίζει παντελῶς ἀπὸ τὸν Χριστό.
Ὁ ἅγ. Θεόδ. ὁ Στουδίτης «ὡς ἀκριβὴς τηρητὴς τῶν ἱ. Κανόνων… ἀπέφευγε μέχρι θανάτου τὴν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικοὺς καὶ τὸ μνημόσυνο τῶν αἱρετικῶν ἐπισκόπων. Πίστευε καὶ ἐκήρυττε, ὅτι ἡ μνημόνευση καὶ μόνο τοῦ αἱρετικοῦ ἐπισκόπου ἀποτελεῖ “μολυσμὸν” καὶ στερεῖ τὴν Ὀρθοδοξία σ’ αὐτὸν ποὺ τὸν μνημονεύει, ἐνῶ ἡ ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικοὺς μᾶς χωρίζει παντελῶς ἀπὸ τὸν Χριστό. Ἐπίσης ὅτι, κατὰ τὸν ἱ. Χρυσόστομο, ὄχι μόνο οἱ αἱρετικοί, ἀλλὰ καὶ ὅσοι κοινωνοῦν μαζί τους εἶναι ἐχθροὶ τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ, κατὰ τὸν μ. Ἀθανάσιο, πρέπει νὰ ἀποφεύγουμε ὄχι μόνο τοὺς πρώτους, ἀλλὰ καὶ τοὺς δεύτερους».
Τη ΚΒ΄ (22α) Ιουλίου, μνήμη της Αγίας Μυροφόρου και Ισαποστόλου ΜΑΡΙΑΣ της Μαγδαληνής.
Μαρία η Μαγδαληνή κατήγετο από τα Μάγδαλα, τα οποία κείνται εις τα οροθέσια της Συρίας· προσελθούσα δε τω Χριστώ απηλλάγη δια της χάριτος αυτού των επτά δαιμονίων, τα οποία την ηνώχλουν, και ούτως ακολουθήσασα αυτώ και υπηρετούσα έως του πάθους και του Σταυρού, έγινε και Μυροφόρος και ευαγγελίστρια, και πρώτη αυτή, μεταξύ των άλλων Μυροφόρων, είδε την Ανάστασιν του Κυρίου, μετά της άλλης Μαρίας, της Υπεραγίας Θεοτόκου, όταν οψέ Σαββάτων, ήτοι μετά το Σάββατον, είδε τον Άγγελον, καθώς γράφει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος· όταν δε μετέβη το πρωϊ εις το μνήμα, τότε είδε δύο Αγγέλους εν λευκοίς καθεζομένους, και πάλιν είδε τον Χριστόν, τον οποίον νομίζουσα ότι είναι ο κηπουρός, και θέλουσα να εγγίση τους πόδας του, ήκουσε παρ’ αυτού: «Μη μου άπτου», καθώς αναφέρει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης. Αύτη η Μυροφόρος μετά την Ανάληψιν του Κυρίου επορεύθη εις την Ρώμην, όπου παρουσιάσθη εις τον Τιβέριον και επέτυχε την τιμωρίαν του Πιλάτου. Είτα επέστρεψεν εις Ιεροσόλυμα, κατόπιν εξελθούσα δια δευτέραν φοράν εις το κήρυγμα επορεύθη και πάλιν εις τα μέρη της δύσεως.