και άλλων πολλών ΑΓΙΩΝ, των εις φυλακήν κλεισθέντων και υπό
μυών και γαλών των συγκλεισθέντων αυτοίς κατατρωγομένων.
Αυδάς ο Άγιος Ιερομάρτυς, ο Επίσκοπος της Περσίας και οι συν αυτώ εορταζόμενοι Άγιοι Μάρτυρες ήσαν κατά τους χρόνους του βασιλέως των Ρωμαίων Θεοδοσίου του μικρού του βασιλεύσαντος κατά τα έτη υη΄ - υν΄ (408 – 450) και Ισδιγέρδου του βασιλέως των Περσών του βασιλεύσαντος κατά τα έτη 399 – 420. Κατά δε το έτος 412 ο Ισδιγέρδης εκίνησε χαλεπώτατον διωγμόν κατά των Χριστιανών, λαβών την ακόλουθον αφορμήν.
Ο θείος Αυδάς, όστις ήτο εστολισμένος με πολλά είδη αρετών, κινηθείς
υπό θείου ζήλου, εκρήμνισε τον ναόν, εν τω οποίω ελάτρευον οι Πέρσαι το πυρ.
Τούτο μαθών ο βασιλεύς παρά των μάγων, έστειλε και έφεραν τον Άγιον Αυδάν
ενώπιόν του και πρώτον μεν κατηγόρησε με ηπιότητα την πράξιν του, προστάξας
αυτόν να κτίση πάλιν τον κρημνισθέντα ναόν. Επειδή δε ο Άγιος ηναντιούτο και
έλεγεν, ότι δεν είναι δυνατόν να πράξη τούτο, ο βασιλεύς ηπείλησεν ότι θα
κρημνίση όλας τας Εκκλησίας των Χριστιανών, το οποίον και έπραξεν αφού πρώτον
επρόσταξε να θανατωθή ο θείος Αυδάς. Μαθών δε την απόφασιν και προσταγήν ταύτην
του βασιλέως ο Άγιος εχάρη πολύ και ούτω χαίρων και αγαλλόμενος έλαβεν ο
αοίδιμος του Μαρτυρίου το μακάριον τέλος. Αφ’ ου δε παρήλθον τριάκοντα έτη,
πάλιν η ταραχή τού κατά των Χριστιανών διωγμού εμαίνετο εν Περσία υποκινουμένη
και ριπιζομένη υπό των ασεβών μάγων, καθώς ταράσσεται η θάλασσα υπό θυέλλης. Οι
μάγοι δε επέβαλλον εις τους Χριστιανούς φοβερά βασανιστήρια, άλλους μεν
θανατώνοντες με διαφόρους τιμωρίας, άλλους δε εξορίζοντες. Εκ τούτων λοιπόν
θέλω αναφέρει ενταύθα δύο ή τρεις, ίνα δια τούτων δείξω και την ανδρείαν των
άλλων. Χριστιανός τις Ορμίσδης ονομαζόμενος, όστις κατήγετο εκ του γένους των
Αχαιμενιδών, του ενδόξου και περιφανούς παρά Πέρσαις, είχε πατέρα έπαρχον.
Μαθών δε ο τότε βασιλεύς, ότι ήτο Χριστιανός, έστειλε και τον έφεραν έμπροσθέν
του, ότε προσέταξεν αυτόν να αρνηθή τον Ποιητήν του Θεόν· ο δε Ορμίσδης είπε·
«Μη μοι γένοιτο ποτέ να αρνηθώ τον Ποιητήν μου Θεόν και να καταφρονήσω Αυτόν
έστω και αν λάβω μυρίας βασάνους». Ο βασιλεύς τότε εκπλαγείς δια την του Αγίου
παρρησίαν, εστέρησεν αυτόν του πλούτου και των αξιωμάτων του. Αλλά και τον
Διάκονον Βενιαμίν τον Μεγαλομάρτυρα κρατήσας ο βασιλεύς έρριψεν αυτόν εις την
φυλακήν και με διαφόρους θανάτους τον εθανάτωσε. Πλείστας δε άλλας σκληράς
βασάνους επροξένησαν εις τους Χριστιανούς οι μιαροί βασιλείς των Περσών, ουχί
ελάσσονας των βασάνων, όσας εποίησεν ο Διοκλητιανός και ο Μαξιμιανός. Και δεν
πρέπει να θαυμάζη τις, προσθέτει ο Θεοδώρητος εν τω ανωτέρω κεφαλαίω, εάν ο
Θεός υποφέρη τοιαύτας δυσσεβείας και παραχωρεί να γίνωνται τοιαύτα δεινά εις
τους Χριστιανούς, επειδή και τους πολέμους τούτους προείπεν ο Δεσπότης Χριστός
εις το Άγιον Ευαγγέλιον και το της Εκκλησίας ανίκητον. Ταύτα δε τα γεγονότα μάς
διδάσκουσιν ότι περισσοτέραν ωφέλειαν προξενεί ο πόλεμος εις ημάς ή η ειρήνη.
Διο και οι ανωτέρω Άγιοι, δια της υπομονής και της αθλήσεως, εδέχθησαν παρά
Κυρίου τους αμαράντους στεφάνους της μακαριότητος.
Αυδάς ο Άγιος Ιερομάρτυς, ο Επίσκοπος της Περσίας και οι συν αυτώ εορταζόμενοι Άγιοι Μάρτυρες ήσαν κατά τους χρόνους του βασιλέως των Ρωμαίων Θεοδοσίου του μικρού του βασιλεύσαντος κατά τα έτη υη΄ - υν΄ (408 – 450) και Ισδιγέρδου του βασιλέως των Περσών του βασιλεύσαντος κατά τα έτη 399 – 420. Κατά δε το έτος 412 ο Ισδιγέρδης εκίνησε χαλεπώτατον διωγμόν κατά των Χριστιανών, λαβών την ακόλουθον αφορμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου