6.
Περί του αιτήματος βελτιώσεως αναφορών
του κειμένου:«Σχέσεις της Ορθόδοξης Εκκλησίας με τον υπόλοιπον χριστιανικόν
κόσμον». (Παρασκευή, 24-6-2016).
γ. Στην παράγραφον 6 του
αρχικού κειμένου αναγραφόταν:
«Κατά την οντολογική φύση της Εκκλησίας η ενότητά της είναι αδύνατο να διαταραχθεί. Η Ορθόδοξη Εκκλησία αναγνωρίζει την ιστορική ύπαρξη άλλων χριστιανικών Εκκλησιών και Ομολογιών που δεν ευρίσκονται σε κοινωνία μαζί της…».
«Κατά την οντολογική φύση της Εκκλησίας η ενότητά της είναι αδύνατο να διαταραχθεί. Η Ορθόδοξη Εκκλησία αναγνωρίζει την ιστορική ύπαρξη άλλων χριστιανικών Εκκλησιών και Ομολογιών που δεν ευρίσκονται σε κοινωνία μαζί της…».
Αντ’ αυτού η
Αντιπροσωπεία της Εκκλησίας της Ελλάδος, δια στόματος του Μακαριωτάτου Προέδρου
αυτής, επρότεινε επιμόνως την κάτωθι διατύπωσιν: «Κατά την οντολογική φύση της
Εκκλησίας η ενότητά της είναι αδύνατο να διαταραχθεί. Η Ορθόδοξη Εκκλησία
γνωρίζει την ιστορικήν ύπαρξιν άλλων χριστιανικών ομολογιών και κοινοτήτων που
δεν ευρίσκονται σε κοινωνίαν μαζί της…».
Για την πρότασιν αυτήν
της Εκκλησίας της Ελλάδος, ως είναι ήδη γνωστόν, ηγέρθη μεγάλη συζήτησις στην
Αγίαν και Μεγάλην Σύνοδον, η οποία ωδήγησε σε έντονες διχογνωμίες, διαστάσεις
απόψεων και αντεγκλήσεις από μέρους ορισμένων Εκκλησιών που συμμετείχαν σ’
αυτήν και διεφάνη κίνδυνος διασπάσεως ή και διακοπής ακόμη της Συνόδου.
Χαρακτηριστική του φορτισμένου κλίματος που επεκράτησε ήταν και η μη εγκριθείσα
τελικώς πρότασις της Εκκλησίας της Σερβίας που εζήτησε «να θεωρηθούν αι εν
Κρήτη Συνοδικαί εργασίαι ως η πρώτη φάσις της όλης Συνοδικής πορείας και να
κηρυχθή η περαίωσις της Συνόδου μετέπειτα, εν καιρώ, κατόπιν συζητήσεων, εφ’
όλης της ύλης, και τη εκ των υστέρων συμμετοχή πασών των Εκκλησιών». Ενώπιον
του ορατού πλέον κινδύνου η Αντιπροσωπεία της Εκκλησίας της Ελλάδος, έχουσα
βαθείαν συναίσθησιν της κρισιμότητος των στιγμών, αλλά και της γενικωτέρας
ευθύνης της έναντι συνόλου της Εκκλησίας, μετά από πολύωρον και εναγώνιον
διαβούλευσιν, πρωτοστατούντος του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης
Ελλάδος κ. Ιερωνύμου και με την σχεδόν ομόφωνον και σύμφωνον γνώμην των Σεβ.
μελών της ημετέρας Αντιπροσωπείας, επανήλθε την πρωΐαν του Σαββάτου 25ην Ιουνίου,
με νέαν πρότασιν,τροποποιητικήν της σχετικής Αποφάσεως της Ι.Σ.Ι. (24-25 Μαΐου
2016). Η Αντιπροσωπεία της Εκκλησίας της Ελλάδος επρότεινε στην παράγραφον 6
του αρχικού κειμένου όπου εγράφετο ότι: «Η Ορθόδοξος Εκκλησία αναγνωρίζει την
ιστορικήν ύπαρξιν άλλων Χριστιανικών Εκκλησιών και Ομολογιών», την παρακάτω
νέαν διατύπωσιν: «Η Ορθόδοξος Εκκλησία αποδέχεται την ιστορικήν ονομασίαν άλλων
ετεροδόξων Χριστιανικών Εκκλησιών και Ομολογιών…». Η πρότασις αυτή τελικώς
έγινε αποδεκτή από το Συνοδικόν Σώμα,τό ὁποῖον και διεμόρφωσε την εν λόγω
παράγραφον ως ακολούθως:
«Κατά την οντολογική φύση
της Εκκλησίας,η ενότητά της είναι αδύνατο να διαταραχθεί. Παρά ταύτα η Ορθόδοξη
Εκκλησία αποδέχεται την ιστορική ονομασία των άλλων ετεροδόξων χριστιανικών
Εκκλησιών και Ομολογιών οι οποίες δεν έχουν κοινωνία μαζί της, αλλά πιστεύει
ότι οι σχέσεις της προς αυτές πρέπει να στηρίζονται όσο είναι δυνατόν στην πιο
γρήγορη και αντικειμενικότερη αποσαφήνιση του όλου εκκλησιολογικού θέματος και
ιδιαιτέρως της γενικότερης από αυτές διδασκαλίας ως προς τα μυστήρια, την χάρη,
την ιερωσύνη και την αποστολική διαδοχή. Έτσι, ήταν ευνοϊκά και θετικά
διατεθειμένη, τόσο για θεολογικούς, όσο και για ποιμαντικούς λόγους, σε
θεολογικό διάλογο με τους λοιπούς χριστιανούς, σε διμερές και πολυμερές επίπεδο
και γενικότερα προς την συμμετοχή προς την οικουμενική κίνηση των νεότερων
χρόνων, με την πεποίθηση ότι με τον διάλογο δίνει δυναμική μαρτυρία του
πληρώματος της χριστιανικής αλήθειας και των πνευματικών της θησαυρών προς τους
έξω από αυτήν, με αντικειμενικό σκοπό την διευκόλυνση της οδού που οδηγεί προς
την ενότητα».
Ο Μακαριώτατος Πρόεδρος του ιερού Σώματός μας προς διασαφήνισιν του όλου θέματος εδήλωσε σχετικώς και τα κάτωθι: «Με την τροπολογίαν αυτήν πετυχαίνουμε μία Συνοδική Απόφαση που για πρώτη φορά στην ιστορίαν περιορίζει το ιστορικόν πλαίσιον των σχέσεων προς τους ετεροδόξους όχι στην ύπαρξη, αλλά ΜΟΝΟ στην ιστορική ονομασία αυτών ως ετεροδόξων χριστιανικών Εκκλησιών ή Ομολογιών. Οι εκκλησιολογικές συνέπειες της αλλαγής αυτής είναι αυτονόητες.Όχι μόνο δεν επηρεάζουν αρνητικώς με οποιοδήποτε τρόπο τη μακραίωνη ορθόδοξη παράδοση, αλλ’ αντιθέτως προστατεύεται με πολύ σαφή τρόπο η ορθόδοξη εκκλησιολογία».
Αξία ιδιαιτέρας μνείας τυγχάνει και η επί του θέματος αυτού γραπτώς διατυπωθείσα θέσις του Πανιερωτάτου Επισκόπου Μπάτσκας κ. Ειρηναίου (Εκκλησία Σερβίας), ειπόντος σχετικώς ότι: «Η Ελλαδική διατύπωσις τυγχάνει προσεκτικωτέρα και ακινδυνωτέρα, ως αποφεύγουσα σοφώς το ενδεχόμενον της εξισώσεως της «ιστορικής ονομασίας» και του οντολογικού περιεχομένου του όρου εκκλησία, δεν διαφέρει όμως ριζικώς της προτέρας διατυπώσεως, καθ’ ότι ‘’η ιστορική ύπαρξις’’ δεν ισοδυναμεί αυτομάτως προς την αναγνώρισιν της εκκλησιαστικής φύσεως και υποστάσεως των υπό την εν λόγω επωνυμίαν υπαρχόντων εκκλησιαστικών ή αν θέλετε, εκκλησιομόρφων οργανισμών».
Ο Μακαριώτατος Πρόεδρος του ιερού Σώματός μας προς διασαφήνισιν του όλου θέματος εδήλωσε σχετικώς και τα κάτωθι: «Με την τροπολογίαν αυτήν πετυχαίνουμε μία Συνοδική Απόφαση που για πρώτη φορά στην ιστορίαν περιορίζει το ιστορικόν πλαίσιον των σχέσεων προς τους ετεροδόξους όχι στην ύπαρξη, αλλά ΜΟΝΟ στην ιστορική ονομασία αυτών ως ετεροδόξων χριστιανικών Εκκλησιών ή Ομολογιών. Οι εκκλησιολογικές συνέπειες της αλλαγής αυτής είναι αυτονόητες.Όχι μόνο δεν επηρεάζουν αρνητικώς με οποιοδήποτε τρόπο τη μακραίωνη ορθόδοξη παράδοση, αλλ’ αντιθέτως προστατεύεται με πολύ σαφή τρόπο η ορθόδοξη εκκλησιολογία».
Αξία ιδιαιτέρας μνείας τυγχάνει και η επί του θέματος αυτού γραπτώς διατυπωθείσα θέσις του Πανιερωτάτου Επισκόπου Μπάτσκας κ. Ειρηναίου (Εκκλησία Σερβίας), ειπόντος σχετικώς ότι: «Η Ελλαδική διατύπωσις τυγχάνει προσεκτικωτέρα και ακινδυνωτέρα, ως αποφεύγουσα σοφώς το ενδεχόμενον της εξισώσεως της «ιστορικής ονομασίας» και του οντολογικού περιεχομένου του όρου εκκλησία, δεν διαφέρει όμως ριζικώς της προτέρας διατυπώσεως, καθ’ ότι ‘’η ιστορική ύπαρξις’’ δεν ισοδυναμεί αυτομάτως προς την αναγνώρισιν της εκκλησιαστικής φύσεως και υποστάσεως των υπό την εν λόγω επωνυμίαν υπαρχόντων εκκλησιαστικών ή αν θέλετε, εκκλησιομόρφων οργανισμών».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου