«Ὁρισμένοι τόλμησαν νὰ ἀναγγείλουν ὅτι… ἡ ἕνωσις (τῶν ἐκκλησιῶν) θὰ γίνῃ χωρὶς νὰ μετατραπῇ κανένα ἀπὸ τὰ ἔθιμα καὶ τὰ δόγματα… Εἰσηγήθηκαν μάλιστα, ὅτι δὲν εἶναι καθόλου ἄτοπο νὰ μνημονεύουμε τὸν πάπα ὡς ἅγιο… Αὐτὴ εἶναι λοιπὸν ἡ ἕνωση;… Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο σκέπτεσθε δῆθεν νὰ ἑνωθῆτε μαζί μας, τὴν στιγμὴ ποὺ ἡ μὲν προσθήκη μένει ἀδιόρθωτη, ὅλα δὲ ὅσα προξένησε τὸ μακροχρόνιο καὶ ἐπάρατο σχίσμα μένουν ἀμετακίνητα; Ἄνθρωποι, αὐτὸ δὲν εἶναι διόρθωσις οὔτε ἕνωσις τῶν Ἐκκλησιῶν. Ἀντιθέτως, εἶναι χειρότερο σχίσμα ἀπὸ τὸ προηγούμενο… Διότι πῶς θὰ γίνῃ ἡ ἕνωσις, ἐφόσον ὑφίστανται μεταξύ μας μύρια διαφορετικὰ φρονήματα;… Αὐτὸ τὸ πράγμα δὲν εἶναι ἕνωσις τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρώμης μὲ μᾶς… Ἀντιθέτως εἶναι παράλογη ὑποταγὴ στὸν πάπα τῆς Ρώμης…» (ὅπ. παρ., σελ. 288).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου