Ελπίδιος, Μάρκελλος και Ευστόχιος οι Άγιοι Μάρτυρες ήσαν κατά τους χρόνους Ιουλιανού του Παραβάτου, εν έτει τξα΄ (361). Εκ τούτων των Αγίων Μαρτύρων ο μακάριος Ελπίδιος ήτο μέλος της Συγκλήτου εμπεπιστευμένος τα μυστικά πράγματα του αποστάτου Ιουλιανού, νόμους δε γράφων εγνωρίσθη ότι είναι Χριστιανός. Παρασταθείς λοιπόν εις τον αποστάτην και μη πεισθείς να αρνηθή τον Χριστόν, ενεδύθη ένδυμα τραχέως υφασμένον με τρίχας αιγός, το οποίον είχε μεν καρφωμένους τριβόλους σιδηρούς, επάνω δε ηλείφετο με πίσσαν βραστήν και με αυτήν εστερεώνοντο οι τρίβολοι· έπειτα κτυπώμενον έξωθεν το ένδυμα εκείνο κατετρύπα τας έσωθεν σάρκας του Αγίου με τας αγκίδας των τριβόλων. Μετά ταύτα ερρίφθη ο Άγιος εντός λάκκου και κατεκάη εις τας σάρκας με ύδωρ ζέον, το οποίον εχύνετο εις όλον το σώμα του.
Είτα τίθεται επί των καταξηρανθεισών σαρκών του έμπλαστρον κατεσκευασμένον μεν από πίσσαν και λίπος και από άλλα κολλητικά και καυστικά είδη, πυρωμένον δε ον καθ’ υπερβολήν. Ακολούθως δε ποτίζεται ποτά τινά δριμύτατα αναμεμιγμένα με θείον και άσφαλτον. Μετά ταύτα προσαχθέντων και των Αγίων Μαρτύρων Ευστοχίου και Μαρκέλλου, προσεδέθησαν εις αγρίους ίππους και ταύρους επί τω σκοπώ ίνα διασπαραχθώσιν υπ’ αυτών, αλλ’ όμω τα ζώα έμειναν ακίνητα υπό θείας Δυνάμεως. Όθεν κατεθλάσθησαν τα μέλη των με ραβδία χοντρά και ούτως ερρίφθησαν εις το πυρ, εις το οποίον ευρισκόμενοι παρέδωκαν οι αοίδιμοι τας ψυχάς των εις χείρας Θεού. Λέγουσι δε ότι μετά ταύτα ενεταφιάσθησαν μεν αυτών τα τίμια λείψανα εις το Καρμήλιον όρος, ευθύς δε γενομένων αστραπών και βροντών παρεγένετο εκεί ο Δεσπότης Χριστός μετά των Αγγελικών Δυνάμεων και ησπάσατο τους Μάρτυρας. Και τον μεν Ευστόχιον και Μάρκελλον μετέθηκεν εις τόπον, τον οποίον Αυτός ηθέλησε, τον δε θαυμαστόν Ελπίδιον ανέστησε και ενδυναμώσας αυτόν απέστειλεν ίνα αγωνισθή εις το Μαρτύριον το δεύτερον. Τούτον βλέπων ο Ιουλιανός προσέταξε να απλωθή δεδεμένος από τα τέσσαρα άκρα και να δέρηται αδιακόπως· έπειτα να χύνηται όξος και άλας επί των πληγών του, αι οποίαι να τρίβωνται με πανία τρίχινα. Μετά ταύτα ηπλώθη ο του Χριστού Μάρτυς επί ανημμένων ανθράκων, από τους οποίους έβαλον και επ’ αυτής ακόμη της κεφαλής του. Είτα κρεμάται επί του βασανιστηρίου ξύλου και τίθεται επί των ώμων του σιδηρούς θυρεός, ο οποίος είχεν οπήν, εις το μέσον δε του θυρεού τούτου ετέθη σωρός ανημμένων ανθράκων, ίνα κατακαύση τα αισθητήριά του. Ακολούθως δε εκτυπήθη εις την κεφαλήν με κόρακα σιδηρούν. Επειδή δε εφυλάχθη ο Άγιος αβλαβής από όλα τα βασανιστήρια, πολλούς απίστους επέστρεψεν εις την πίστιν του Χριστού και κατέπεισε τούτους να συντρίψωσι τα είδωλα. Τελευταίον δε ριφθείς ο Μάρτυς εντός ανημμένης καμίνου, παρέδωκε το πνεύμα του εις χείρας Θεού και ούτως έλαβε παρ’ Αυτού της νίκης τον στέφανον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου