Ορισμένες φορές η τρέχουσα επικαιρότητα διαπλάθει άρδην και εκ βάθρων μία νέα πραγματικότητα επί τη βάση ορισμένων περιστατικών τα οποία μας αφήνουν ενεούς ως προς την βασιμότητά τους, καθότι τα καταναλώνουμε εκόντες- άκοντες, ετεροχρονισμένα ως θεατές, αμφισβητώντας το όντι την αξιοπιστία τους ή εις πάσα περίπτωση διατηρώντας, δια του συντεταγμένου τρόπου δημοσίας προβολή τους, μία ρητή επιφύλαξη δια την εγκυρότητάς των.
Τούτο δε συμβαίνει διότι προς την επιβεβαίωση (των γεγονότων) αυτών, παρεμβαίνει καταλυτικά, ως είθισται πλην όμως αντιθεσμικώς : «η τηλοψία» των καθεστωτικών Μ.Μ.Ε, ο συστημικός τύπος και εν κατακλείδι, επισφραγιστικά οι ανώτατοι πολιτικοί Θεσμοί.
Η
ιεράρχηση ενασχόλησης μίας καταγγελίας ενός επωνύμου προσώπου, δια της οποίας
εμπλέκονται, προεχόντως και κυρίως, αναρμόδιοι φορείς, υπερακοντίζοντας την
καθ’ ύλην αρμόδια αρχή, η οποία δεν είναι άλλη εκ της Εισαγγελικής-Δικαστικής,
με ό,τι συνεφέλκεται περί της ισχυράς νομοθεσίας περί της προστασίας των
προσωπικών δεδομένων και του τεκμηρίου της αθωότητας του καταγγελλομένου κατά
την υπερτέρα Συνταγματική έννομη τάξη και την υπερκείμενη Ευρωπαϊκή Νομοθεσία
της εγχώριας (άρθρο 2παρ. 1 άρθρο 5 παρ. 1 και άρθρο 28 του Συντάγματος εν
σχέσει προς το άρθρο 6 της Ε.Σ.Δ.Α), καταλείπει ισχυράς αμφιβολίας και δεν
κομίζει αρκούντως πειστικά στοιχεία περί της αλήθειας της λυσιτέλειας των
λεγομένων των οιονεί κατήγορων αδιακρίτως και αφειδώλευτα κατά πάντων και δια πάντων.
Είναι
πρόδηλο ότι εις την Ελλάδα, εάν κανείς ανήκει εις ένα οιονεί «λόμπυ», ο Νομικός
Πολιτισμός, υποχωρεί υπέρ του, τα Μ.Μ.Ε, αναλαμβάνουν αυθαιρέτως και
αυτοκλήτως, κατά παράβαση του άρθρου 14 του Συντάγματος, προπετή αποστολή
Δικαστικής αρχής και ιταμής λογοκρισίας καθώς και ανεξέλεγκτου διαπομπεύσεως
των πάντων, κατακρημνίζοντας επονείδιστα και ανενδοίαστα παν ψήγμα νομιμότητας.
Το
παράδοξον είναι ότι η εκάστοτε προβεβλημένη, δια των Μ.Μ.Ε, υπόθεσις,
ανεξαρτήτως ένα πληροί στοιχειώδεις προϋποθέσεις της ποινικής νομοθεσίας (εάν
έχει παραγραφεί το αδίκημα) ή του Κώδικα της Ποινικής Δικονομίας (ένα έχει
υποβληθεί έγκληση, ένα έχει διαταχθεί προκαταρκτική εξέταση δια την εξακρίβωση
τελέσεως η μη του αδικήματος, εάν συντρέχουν ενδείξεις ενοχής –απλές-αποχρώσεις)
και δίχως καν να έχει συνταχθεί κατηγορητήριο ή να έχει δοθεί το δικαίωμα
εξηγήσεων εις τον οιονεί κατηγορούμενο, τα συστημικά Μ.Μ.Ε έχουν ήδη
καταδικάσει αμετακλήτως, εις την κοινή γνώμη των πολιτών, με την συναυτουργία
λοιπών άλλων φορέων σωματείων.
Εις
τον αντίποδα τώρα, εάν ένας απλός πολίτης, άνευ να τελεί σε διατεταγμένη
υπηρεσία ενός εσμού συμφερόντων, ή να μην δρα ως ωσεί φερέφωνο οιουδήποτε
εγχώριου ή εξεχώριου ισχυρού, υποστεί μία αξιόποινη πράξη, η υπόθεσή του, εάν
και εφόσον εισαχθεί ει την Δικαιοσύνη, πέραν της αδικαιολογήτου βραδύτητος θα
υποστεί την χλεύη και την απαξία της αλαζονείας ορισμένων δικαστικών, όσο δια
τα Μ.Μ.Ε ούτε καν θα ασχοληθούν, όλως τουναντίον θα σιωπήσουν εκκωφαντικώς.
Εν
κατακλείδι τα συμπεράσματα τα οποία εξάγει κανείς ασφαλώς και συναγάγει
ευχερώς, είναι εάν τα προσωποπαγή κόμματα τα οποία, εξ ιδρύσεως σχεδόν του
Ελλαδικού Κράτους μας κυβερνάνε, έχουν διαποτίσει και αλλοτριώσει του Θεσμούς
κατά τέτοιον τρόπο, δια του οποίου, οι ίδιοι οι Θεσμοί, ακόμη και αν αποτελούν
τους θεμελιώδεις πυλώνες δια την εύρυθμη και τελεσφόρα λειτουργία του
Δημοκρατικού μας Πολιτεύματος, απεμπολούν υπέρποτε, την λειτουργική τους
ανεξαρτησία, εν ονόματι της ακατανίκητης, άτεγκτης, ανυπέρβλητης και
απαρέγκλιτης, στυγνής κομματοκρατίας, η οποία κλυδωνίζει εκ βάθρων την πατρίδα
μας.
Ο
μεγάλος Καντ έλεγε ότι : «ο πατερναλισμός είναι η χειρότερη μορφή δεσποτισμού»,
ήδη σήμερον βιώνουμε την δυστοπία της Νέας Τάξης πραγμάτων, όπου κάποιοι
αυτόκλητοι Σωτήρες μας κουνούν το δάκτυλο δια το καλό μας και δη δια την υγεία
μας, μέσω των Δουρείων ίππων των Μ.Μ.Ε, η απάντησή μου είναι η εξής :
«.. ότι κανένας δεν μπορεί να μας αναγκάσει να είμαστε
ευτυχισμένοι με τον δικό του τρόπο ( όπως αυτός στοχάζεται την ευτυχία άλλων
ανθρώπων), αλλά ο καθένας έχει το δικαίωμα να επιλέξει την ευτυχία του με το
δικό του τρόπο, αρκεί να μην εμποδίζει την ελευθερία των άλλων να επιδιώξουν,
όμοιο σκοπό, που μπορεί να υπάρχει μαζί με την ελευθερία οποιουδήποτε σύμφωνα
με τον γενικό νόμο» απόσπασμα του kant 1793 εις το δοκίμιο «Τούτο είναι ορθό στην
Θεωρία, αλλά για την πράξη δεν ισχύει»,
και ειδικότερα εις το μέρος του δοκιμίου του «Η σχέση προς την πράξη
μέσα στο δημόσιο δίκαιο».
Χαράλαμπος
Β Κατσιβαρδάς
Δικηγόρος
Παρ’ Αρείω Πάγω
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου