ΟΙ ΚΛΗΡΙΚΟΙ, ποὺ ἐφημερεύουν στὶς μεγάλες πόλεις πρέπει νὰ
εἶναι ἰδιαίτερα προσεκτικοί, γιατὶ καλοῦνται νὰ ἀντιμετωπίσουν πολλοὺς ἀνθρώπους,
ποὺ ἔχουν διάφορα προβλήματα καὶ νὰ ἐπουλώσουν πληγὲς σώματος καὶ ψυχῆς. Ἰδιαίτερα
οἱ νεαροὶ ἄγαμοι κληρικοί, οἱ ὁποῖοι ἀνυπομονοῦν νὰ ἐπιβληθοῦν στὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ
ὡς ἐνάρετοι καὶ θεοφώτιστοι γέροντες. Ἡ ἀπειρία τους, τὸ κοσμικὸ φρόνημα, ἡ ἔπαρση
καὶ ἡ «μοναχική» τους ἰδιότητα τοὺς ὁδηγοῦν σὲ ἐσφαλμένες ἐπιλογὲς καὶ ἀδιάκριτες
ἀποφάσεις. Τὸ γεγονὸς δὲ ὅτι εἶναι καὶ προϊστάμενοι τῶν ναῶν ἐπιδεινώνει τὴν κατάστασή
τους καὶ τοὺς καθιστᾶ πνευματικὰ ἐπικίνδυνους στὸ ποίμνιό τους καὶ κυρίως στοὺς
νέους, ποὺ ἀνυποψίαστοι τοὺς πλησιάζουν. Εἶναι πολλὰ τὰ προβλήματα, ποὺ δημιουργοῦνται
καὶ ὄχι σπάνια καταλήγουν καὶ σὲ σκάνδαλα. Καὶ δὲν ἀναφέρομαι μόνο σὲ ἠθικῆς φύσεως
σκάνδαλα.
Πρέπει νὰ γίνει ἀπὸ ὅλους δεκτὸ ὅτι μόνο μὲ ταπεινοὺς καὶ ἀθόρυβους κληρικοὺς ἀναπτύσσεται τὸ ποιμαντικὸ ἔργο τῆς Ἐκκησίας. Οἱ φιλόδοξοι κληρικοὶ δὲν προσφέρουν τίποτα τὸ οὐσιαστικό. Ζημιὰ κάνουν. Οὔτε τὰ περιποιημένα ράσα, οὔτε τὰ ἐπανωκαλύμμαυχα, οὔτε τὰ πολυτελῆ ἄμφια, οὔτε οἱ χρυσοὶ Σταυροὶ καὶ τὰ θορυβώδη κηρύγματα μποροῦν νὰ καλύψουν τὴν πνευματικὴ πτωχεία τους. Γρήγορα ἀποκαλύπτεται, μὲ ἄμεσο θλιβερὸ ἐπακόλουθο τὴν ἀπογοήτευση τῶν ἀνθρώπων. Οἱ ἄπειροι αὐτοὶ κληρικοὶ δὲν μποροῦν νὰ ὑποφέρουν τὴ μοναξιά. Θέλουν πάντα κοντά τους ἀνθρώπους νὰ τοὺς ὑπηρετοῦν. Οὔτε τὰ ἄμφιά τους δὲν μεταφέρουν μόνοι τους. Κάποιο πνευματικοπαίδι πρέπει νὰ κρατάει τὸ βαλιτσάκι, κάποιο ἄλλο τὸ ἱεραποστολικὸ ὑλικό, κάποιο ἄλλο τὴν ὀμπρέλα ἢ τὸ διπλωμένο ράσο τους. Εἶναι οἱ Ἀρχιμανδρίτες μὲ τὰ ἄβουλα πνευματικοπαίδια τους. Καὶ ποῦ νά ᾽ξεραν οἱ ἐν Χριστῷ ἀδελφοὶ ὅτι κάποιοι ἄλλοι κληρικοί, μὲ δεκάδες χρόνια στὴν ἱερωσύνη, δὲν ἔχουν οὔτε καὶ θέλουν ὑπηρέτες. Τὰ κάνουν ὅλα μόνοι τους. Στὸν Ἱερὸ Ναό τους δὲν ἔχουν νεωκόρο καὶ βοηθούς. Σὲ μερικὲς περιπτώσεις δὲν ἔχουν οὔτε ψάλτες. Καὶ παρόλες τὶς δυσκολίες αὐτές, λειτουργοῦν καὶ κηρύττουν, χωρὶς νὰ ἐπιβαρύνουν κανέναν. Ἕνας ἁγιορείτης μοναχός, ἀναφερόμενος στὴν ἐπίμονη ἀναζήτηση τοῦ πιστοῦ λαοῦ νὰ συναντήσει ἐνάρετους γέροντες καὶ νὰ τοὺς ἐμπιστευθεῖ τὰ προβλήματά του, τονίζει ὅτι δημιουργεῖται συχνὰ ἕνα σοβαρὸ καὶ δυσεπίλυτο πρόβλημα. Γράφει: «Κάποιοι ἀνώριμοι, φιλόδοξοι, ἄπειροι, ἄγευστοι τελείως βασικῶν πνευματικῶν καταστάσεων κληρικοὶ ἐμφανίζονται ὡς γέροντες, ἱκανοποιώντας ἔτσι ἐπιθυμίες, πάθη καὶ φαντασίες. Τὸ φαινόμενο εἶναι ἀξιοπρόσεκτο καὶ ἀξιοδάκρυτο. Νέοι, ποὺ δὲν ἔκαναν ποτὲ ὑπακοή, νὰ ζητοῦν ἀπόλυτη ὑπακοὴ ἀπὸ τὰ πνευματοπαίδια τους. Οἱ ἴδιοι νὰ ζοῦν μία ρηχὴ πνευματικὴ ζωὴ καὶ νὰ ἐπιβάλουν κανόνες ἀδύνατους γι᾽ ἀρχάριους. Νὰ εἶναι ὑπεράγαν αὐστηροὶ στοὺς ἄλλους καὶ ἰδιαίτερα ἐπιεικεῖς στοὺς ἑαυτούς τους. Νὰ θέλουν νὰ κάνουν τὶς ἐνορίες μοναστήρια καὶ νὰ ὑποχρεώνουν τοὺς ἀκολούθους τους σ᾽ ἕνα βαρὺ τυπικό, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ θαυμάζονται ὡς παραδοσιακοὶ καὶ αὐστηροί. Νὰ δημιουργοῦν φανατικούς, δεσμευμένους, ἀνελεύθερους ὀπαδούς. Νὰ ταλαιπωροῦν τελικὰ ψυχὲς καὶ νὰ τὶς καθυστεροῦν ἀπὸ τὴν πραγματικὴ πνευματική τους ἀνάβαση, καθυστερώντας στὴν ἐνασχόληση περιττῶν καὶ κουραστικῶν λεπτομερειῶν» (Μοναχοῦ Μωυσέως Ἁγιορείτου, Χριστὸς χριστιανοὺς χαρὰ χαρίζει, Ἐκδόσεις ΤΗΝΟΣ 2008, σελ. 42). Εἶναι καιρὸς νὰ περιοριστεῖ αὐτὸ τὸ φαινόμενο καὶ οἱ κληρικοὶ νὰ γίνουν στοργικοὶ πατέρες καὶ ὄχι ἀθεόφοβοι δυνάστες.
Πρέπει νὰ γίνει ἀπὸ ὅλους δεκτὸ ὅτι μόνο μὲ ταπεινοὺς καὶ ἀθόρυβους κληρικοὺς ἀναπτύσσεται τὸ ποιμαντικὸ ἔργο τῆς Ἐκκησίας. Οἱ φιλόδοξοι κληρικοὶ δὲν προσφέρουν τίποτα τὸ οὐσιαστικό. Ζημιὰ κάνουν. Οὔτε τὰ περιποιημένα ράσα, οὔτε τὰ ἐπανωκαλύμμαυχα, οὔτε τὰ πολυτελῆ ἄμφια, οὔτε οἱ χρυσοὶ Σταυροὶ καὶ τὰ θορυβώδη κηρύγματα μποροῦν νὰ καλύψουν τὴν πνευματικὴ πτωχεία τους. Γρήγορα ἀποκαλύπτεται, μὲ ἄμεσο θλιβερὸ ἐπακόλουθο τὴν ἀπογοήτευση τῶν ἀνθρώπων. Οἱ ἄπειροι αὐτοὶ κληρικοὶ δὲν μποροῦν νὰ ὑποφέρουν τὴ μοναξιά. Θέλουν πάντα κοντά τους ἀνθρώπους νὰ τοὺς ὑπηρετοῦν. Οὔτε τὰ ἄμφιά τους δὲν μεταφέρουν μόνοι τους. Κάποιο πνευματικοπαίδι πρέπει νὰ κρατάει τὸ βαλιτσάκι, κάποιο ἄλλο τὸ ἱεραποστολικὸ ὑλικό, κάποιο ἄλλο τὴν ὀμπρέλα ἢ τὸ διπλωμένο ράσο τους. Εἶναι οἱ Ἀρχιμανδρίτες μὲ τὰ ἄβουλα πνευματικοπαίδια τους. Καὶ ποῦ νά ᾽ξεραν οἱ ἐν Χριστῷ ἀδελφοὶ ὅτι κάποιοι ἄλλοι κληρικοί, μὲ δεκάδες χρόνια στὴν ἱερωσύνη, δὲν ἔχουν οὔτε καὶ θέλουν ὑπηρέτες. Τὰ κάνουν ὅλα μόνοι τους. Στὸν Ἱερὸ Ναό τους δὲν ἔχουν νεωκόρο καὶ βοηθούς. Σὲ μερικὲς περιπτώσεις δὲν ἔχουν οὔτε ψάλτες. Καὶ παρόλες τὶς δυσκολίες αὐτές, λειτουργοῦν καὶ κηρύττουν, χωρὶς νὰ ἐπιβαρύνουν κανέναν. Ἕνας ἁγιορείτης μοναχός, ἀναφερόμενος στὴν ἐπίμονη ἀναζήτηση τοῦ πιστοῦ λαοῦ νὰ συναντήσει ἐνάρετους γέροντες καὶ νὰ τοὺς ἐμπιστευθεῖ τὰ προβλήματά του, τονίζει ὅτι δημιουργεῖται συχνὰ ἕνα σοβαρὸ καὶ δυσεπίλυτο πρόβλημα. Γράφει: «Κάποιοι ἀνώριμοι, φιλόδοξοι, ἄπειροι, ἄγευστοι τελείως βασικῶν πνευματικῶν καταστάσεων κληρικοὶ ἐμφανίζονται ὡς γέροντες, ἱκανοποιώντας ἔτσι ἐπιθυμίες, πάθη καὶ φαντασίες. Τὸ φαινόμενο εἶναι ἀξιοπρόσεκτο καὶ ἀξιοδάκρυτο. Νέοι, ποὺ δὲν ἔκαναν ποτὲ ὑπακοή, νὰ ζητοῦν ἀπόλυτη ὑπακοὴ ἀπὸ τὰ πνευματοπαίδια τους. Οἱ ἴδιοι νὰ ζοῦν μία ρηχὴ πνευματικὴ ζωὴ καὶ νὰ ἐπιβάλουν κανόνες ἀδύνατους γι᾽ ἀρχάριους. Νὰ εἶναι ὑπεράγαν αὐστηροὶ στοὺς ἄλλους καὶ ἰδιαίτερα ἐπιεικεῖς στοὺς ἑαυτούς τους. Νὰ θέλουν νὰ κάνουν τὶς ἐνορίες μοναστήρια καὶ νὰ ὑποχρεώνουν τοὺς ἀκολούθους τους σ᾽ ἕνα βαρὺ τυπικό, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ θαυμάζονται ὡς παραδοσιακοὶ καὶ αὐστηροί. Νὰ δημιουργοῦν φανατικούς, δεσμευμένους, ἀνελεύθερους ὀπαδούς. Νὰ ταλαιπωροῦν τελικὰ ψυχὲς καὶ νὰ τὶς καθυστεροῦν ἀπὸ τὴν πραγματικὴ πνευματική τους ἀνάβαση, καθυστερώντας στὴν ἐνασχόληση περιττῶν καὶ κουραστικῶν λεπτομερειῶν» (Μοναχοῦ Μωυσέως Ἁγιορείτου, Χριστὸς χριστιανοὺς χαρὰ χαρίζει, Ἐκδόσεις ΤΗΝΟΣ 2008, σελ. 42). Εἶναι καιρὸς νὰ περιοριστεῖ αὐτὸ τὸ φαινόμενο καὶ οἱ κληρικοὶ νὰ γίνουν στοργικοὶ πατέρες καὶ ὄχι ἀθεόφοβοι δυνάστες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου