Σαδώθ ο ένδοξος Ιερομάρτυς ήτο Επίσκοπος εις επαρχίαν τινά της Περσίας
καθ’ ον χρόνον εβασίλευεν ο Σαβώριος εις την χώραν ταύτην, εν έτει τλ΄ (330).
Επειδή δε ούτος εδίδασκε τον λαόν του Χριστού, εβάπτισε δε και τινας Πέρσας,
τούτου ένεκα διεβλήθη εις τον βασιλέα Σαβώριον. Παραστάς δε εις αυτόν, και μη
πεισθείς να προσκυνήση τον ήλιον, το πυρ και το ύδωρ, δέρεται με ράβδους.
Έπειτα κόπτουσι το δέρμα του από το μέτωπον έως τους όνυχας των ποδών, και
ούτως απέσπασαν εξ αυτού λωρίδα πλάτους τεσσάρων δακτύλων.
Είτα δέρουσιν αυτόν με νεύρα βοών, και κυλίουσιν επί ανημμένων ανθράκων και επί πασσάλων· μετά ταύτα σφίγγουσιν αυτόν εις παγίδα και κατασυντρίβουσι τα οστά του. Ταύτα δε όλα υπέμεινεν ευχαρίστως ο γενναίος του Κυρίου αγωνιστής, δια της υπομονής του δε ταύτης εξηρέθισε περισσότερον τον τύραννον, όστις επρόσταξε να ριφθή εις την φυλακήν μέχρι νεωτέρας εξετάσεως. Είτα εκβάλλεται από την φυλακήν, και πάλιν ερωτάται αν προσκυνή τα ανωτέρω στοιχεία· επειδή δε ευρέθη υγιής από τας προτέρας πληγάς, δια τούτο εκρέμασαν αυτόν με την κεφαλήν προς τα κάτω και κατετρύπησαν το σώμα του με περόνας. Επειδή δε ο Άγιος ήκουσε τον βασιλέα να απειλή έτι αυτόν, ότι θέλει διασκορπίσει και εξαφανίσει τελείως όλα τα μέλη του σώματός του, δια τούτο απεκρίθη προς αυτόν· «Πιστεύω εις τον Θεόν μου, ότι αν με διασκορπίσης, οι Χριστιανοί θέλουσι διαμοιρασθή τα λείψανά μου, και όστις επικαλεσθή τον Θεόν δια του ονόματός μου, θέλει εύρει σωτηρίαν». Ευθύς δε ως είπε τους λόγους τούτους, απέκοψαν την ιεράν γλώσσαν του. Ο δε του Χριστού αθλητής υψώσας τους οφθαλμούς και τας χείρας του εις τον ουρανόν, προσηυχήθη νοερώς. Και, ω του θαύματος! ακούει φωνήν από τον ουρανόν λέγουσαν· «Η αίτησίς σου εξεπληρώθη και ιδού θέλεις λαλεί ως το πρότερον». Όθεν ανεφύη πάλιν η γλώσσα του και δι’ αυτής ελάλει και εδόξαζε τον Θεόν. Ταύτα δε τα θαυμάσια βλέποντες οι λαοί εθαύμασαν και επίστευσαν εις τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν άνθρωποι χίλιοι διακόσιοι εβδομήκοντα. Βλέπων δε ο βασιλεύς, ότι πολλοί Πέρσοι δια του Αγίου πιστεύουσιν εις τον Χριστόν, προσέταξε να κόψωσι την κεφαλήν του. Επειδή δε και άλλοι πολλοί εφώναζαν λέγοντες: «Βασιλεύ, και ημείς δια το όνομα του Χριστού έτοιμοι είμεθα να αποθάνωμεν», δια τούτο εξέδωκεν απόφασιν ο βασιλεύς να θανατώσωσι και εκείνους. Έλαβον λοιπόν όλους οι στρατιώται και απήγαγον εις τον τόπον της καταδίκης. Ο δε Άγιος Σαδώθ προσηυχήθη πρώτον εις τον Θεόν και έπειτα εσφράγισεν όλους τους συν αυτώ, όντας εκατόν είκοσιν. Και ούτως αυτός μεν απεκεφαλίσθη πρώτος, ακολούθως δε απεκεφαλίσθησαν και οι λοιποί και έλαβον όλοι τους στεφάνους του Μαρτυρίου.
Είτα δέρουσιν αυτόν με νεύρα βοών, και κυλίουσιν επί ανημμένων ανθράκων και επί πασσάλων· μετά ταύτα σφίγγουσιν αυτόν εις παγίδα και κατασυντρίβουσι τα οστά του. Ταύτα δε όλα υπέμεινεν ευχαρίστως ο γενναίος του Κυρίου αγωνιστής, δια της υπομονής του δε ταύτης εξηρέθισε περισσότερον τον τύραννον, όστις επρόσταξε να ριφθή εις την φυλακήν μέχρι νεωτέρας εξετάσεως. Είτα εκβάλλεται από την φυλακήν, και πάλιν ερωτάται αν προσκυνή τα ανωτέρω στοιχεία· επειδή δε ευρέθη υγιής από τας προτέρας πληγάς, δια τούτο εκρέμασαν αυτόν με την κεφαλήν προς τα κάτω και κατετρύπησαν το σώμα του με περόνας. Επειδή δε ο Άγιος ήκουσε τον βασιλέα να απειλή έτι αυτόν, ότι θέλει διασκορπίσει και εξαφανίσει τελείως όλα τα μέλη του σώματός του, δια τούτο απεκρίθη προς αυτόν· «Πιστεύω εις τον Θεόν μου, ότι αν με διασκορπίσης, οι Χριστιανοί θέλουσι διαμοιρασθή τα λείψανά μου, και όστις επικαλεσθή τον Θεόν δια του ονόματός μου, θέλει εύρει σωτηρίαν». Ευθύς δε ως είπε τους λόγους τούτους, απέκοψαν την ιεράν γλώσσαν του. Ο δε του Χριστού αθλητής υψώσας τους οφθαλμούς και τας χείρας του εις τον ουρανόν, προσηυχήθη νοερώς. Και, ω του θαύματος! ακούει φωνήν από τον ουρανόν λέγουσαν· «Η αίτησίς σου εξεπληρώθη και ιδού θέλεις λαλεί ως το πρότερον». Όθεν ανεφύη πάλιν η γλώσσα του και δι’ αυτής ελάλει και εδόξαζε τον Θεόν. Ταύτα δε τα θαυμάσια βλέποντες οι λαοί εθαύμασαν και επίστευσαν εις τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν άνθρωποι χίλιοι διακόσιοι εβδομήκοντα. Βλέπων δε ο βασιλεύς, ότι πολλοί Πέρσοι δια του Αγίου πιστεύουσιν εις τον Χριστόν, προσέταξε να κόψωσι την κεφαλήν του. Επειδή δε και άλλοι πολλοί εφώναζαν λέγοντες: «Βασιλεύ, και ημείς δια το όνομα του Χριστού έτοιμοι είμεθα να αποθάνωμεν», δια τούτο εξέδωκεν απόφασιν ο βασιλεύς να θανατώσωσι και εκείνους. Έλαβον λοιπόν όλους οι στρατιώται και απήγαγον εις τον τόπον της καταδίκης. Ο δε Άγιος Σαδώθ προσηυχήθη πρώτον εις τον Θεόν και έπειτα εσφράγισεν όλους τους συν αυτώ, όντας εκατόν είκοσιν. Και ούτως αυτός μεν απεκεφαλίσθη πρώτος, ακολούθως δε απεκεφαλίσθησαν και οι λοιποί και έλαβον όλοι τους στεφάνους του Μαρτυρίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου